Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σαφφλορίτης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σαφφλορίτης
Σαφφλορίτης επί ασβεστίτη. Προέλευση: Μαρόκο
Γενικά
ΚατηγορίαΑρσενικούχα
Χημικός τύπος(Co,Fe)As2
Ορυκτολογικά χαρακτηριστικά
Πυκνότητα6,9 - 7,3 gr/cm3
ΧρώμαΛευκό του κασσιτέρου ταχέως εξαλλοιούμενο σε σκούρο γκρι
Σύστημα κρυστάλλωσηςΡομβικό
ΚρύσταλλοιΠρισματικοί επιμηκυσμένοι κατά [010]
ΥφήΣυμπαγής ή ακτινωτή ινώδης
ΔιδυμίαΠεντάδυμοι κατά {010}, διεισδύσεως κατά {101}
Σκληρότητα4,5 - 5
ΣχισμόςΣαφής κατά {100}
ΘραύσηΑνώμαλη έως κογχοειδής
ΛάμψηΜεταλλική
Γραμμή κόνεωςΓκριζομέλαινα
ΠλεοχρωισμόςΑσθενέστατος
ΔιαφάνειαΑδιαφανής

Ο σαφφλορίτης (αγγλ. safflorite) είναι αρσενικούχο ορυκτό του κοβαλτίου και του σιδήρου. Οφείλει το όνομά του στη γερμανική λέξη Safflor καθώς χρησιμοποιήθηκε στην παρασκευή του Zaffer, ενός όχι απόλυτα καθαρού οξειδίου του κοβαλτίου, το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως βαφή[1].

Ανευρίσκεται σε υδροθερμικές φλέβες μέσης θερμοκρασίας και πιέσεως. Ορυκτά με τα οποία σχετίζεται είναι ο σκουττερουδίτης, ο ραμμελσμπεργκίτης, ο νικελίνης, ο ασβεστίτης καθώς και τα αυτοφυή στοιχεία άργυρος και βισμούθιο.

Απαντάται στον Καναδά (πολλές περιοχές, κυρίως στο Οντάριο και το Σασκατσουάν), στη Γερμανία (σχεδόν σε όλα τα ομόσπονδα κρατίδια, κυρίως όμως στη Σαξονία και την Έσση, στα όρη Χαρτς και στο Μέλανα Δρυμό), στη Σουηδία, στην Ισπανία, στη Σαρδηνία, σε πολλές περιοχές της Αυστραλίας (κυρίως στη Νέα Νότια Ουαλία), το Όρεγκον των ΗΠΑ, τη Χιλή (Ατακάμα), την Τσεχία και το Μαρόκο.

Στην Ελλάδα απαντάται στα μεταλλεία Λαυρίου (Καμάριζα, "km-3" και Πλάκα αριθ. 80).

  • James Dwight Dana, Manual of Mineralogy and Lithology, Containing the Elements of the Science of Minerals and Rocks, READ BOOKS, 2008 ISBN 1443742244
  • Frederick H. Pough, Roger Tory Peterson, Jeffrey (PHT) Scovil, A Field Guide to Rocks and Minerals, Houghton Mifflin Harcourt, 1988 ISBN 039591096X
  • Walter Schumann, R. Bradshaw, K. A. G. Mills, Handbook of Rocks, Minerals and Gemstones, Houghton Mifflin Harcourt, 1993 ISBN 0395511372
  1. Όνομα αποδοθέν προ του 1959, pre-IMA< "grandfathered"