Σαράνγκι (μουσικό όργανο)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σαράνγκι
Παντζάμπι: ਸਾਰੰਗੀ, Νεπαλικά: सारङ्गी
Χίντι: सारंगी, Ούρντου: سارنگی
Σαράνγκι (μουσικό όργανο)
Το όργανο σαράντζι στο Παιδικό Μουσείο στην Ινδιανάπολη
Ταξινόμηση Χορδόφωνο
Σχετικά Όργανα Σαρίντα
Τάους

Το σαράνγκι (Παντζάμπι: ਸਾਰੰਗੀ, Νεπαλικά: सारङ्गी, Χίντι: सारंगी, Ούρντου: سارنگی) είναι κοντόλαιμο, έγχορδο μουσικό όργανο που παίζεται με δοξάρι από την Ινδική υποήπειρο και το οποίο χρησιμοποιείται στην Παντζαμπική μουσική Νταντί, στην Χίντι κλασική μουσική και στην παραδοσιακή Νεπαλική μουσική. Λέγεται πως ο ήχος του μοιάζει περισσότερο με τον ήχο της ανθρώπινης φωνής - ικανό να μιμηθεί φωνητικούς εξωραϊσμούς όπως τα γκαμάκ (δονήσεις) και τα μιντ (ολισθαίνουσες κινήσεις).

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μουσικός καθώς κουρδίζει το σαράνγκι του

Σύμφωνα με μερικούς μουσικούς, η λέξη σαράντζι είναι ένας συνδυασμός των λέξεων ‘σεχ’ (Περσικό ισοδύναμο του τρία) και ‘ράνγκι’ (Περσικό ισοδύναμο του έγχρωμου), οι οποίες ενωμένες δίνουν το σαράνγκι. Ο όρος σεχ-ρανγκί αντιπροσωπεύει τις τρεις μελωδικές χορδές. Ωστόσο, η πιο γνωστή παραδοσιακή ετυμολογία είναι πως το σαράνγκι παίρνει το όνομά του από το 'σολ ρανγκ' (εκατό χρώματα), υποδεικνύοντας την ικανότητα προσαρμογής του σε πολλά διαφορετικά στυλ φωνητικής μουσικής, την ευέλικτη δυνατότητα συντονισμού του και την ικανότητά του να παράγει μια μεγάλη παλέτα τονικών χρωμάτων και συναισθηματικών αποχρώσεων.

Το ρεπερτόριο των οργανοπαικτών σαράνγκι είναι παραδοσιακά πολύ κοντά συνδεδεμένο με τη φωνητική μουσική. Παρ'όλα αυτά, μια συναυλία με ένα σόλο σαράνγκι ως το βασικό όργανο μπορεί να περιλαμβάνει κάποιες φορές την παρουσίαση μιας πλήρους κλίμακας ραγκ με μια εκτεταμένη άλαπ (χωρίς μέτρο αυτοσχέδια ανάπτυξη της ραγκ) σε αυξανόμενη ένταση και αρκετές συνθέσεις σε αυξανόμενο ρυθμό ονόματι μπαντίς. Ως εκ τούτου, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ίσο με άλλα είδη οργάνων όπως τα σιτάρ, σαρόντ και μπανσούρι.

Είναι σπάνιο να βρεις έναν οργανοπαίκτη σαράνγκι ο οποίος δεν γνωρίζει τα λόγια αρκετών κλασικών συνθέσεων. Συνήθως τα λόγια παρουσιάζονται διανοητικά κατά τη διάρκεια της παράστασης και μια παράσταση σχεδόν πάντα συνοδεύεται από φωνητικές παραστάσεις συμπεριλαμβανομένων της οργανωτικής δομής, τους τύπους επεξεργασίας, τον ρυθμό, τη σχέση μεταξύ ήχου και σιωπής και της παρουσίασης συνθέσεων χιαλ και θουμρί. Η φωνητική ποιότητα του σαράνγκι βρίσκεται σε μια ξεχωριστή κατηγορία· από την επονομαζόμενη γκαγιάκι-ανγκ του σιτάρ, η οποία επιχειρεί να μιμηθεί τη χροιά χιαλ, μέχρι τις δομές - και διατηρώντας συνήθως - της σύνθεσης γκατ (σύνθεση σε κυκλικό ρυθμό) της ορχηστρικής μουσικής.

Το Νεπαλικό σαράνγκι είναι επίσης ένα παραδοσιακό έγχορδο μουσικό όργανο από το Νεπάλ, το οποίο παίζεται συνήθως από τους Γκάιν ή την εθνική κοινότητα Γκαντάρμπα, αλλά η μορφή και το ρεπερτόριό του κλίνει περισσότερο προς την παραδοσιακή μουσική σε σύγκριση με τη βαριά και κλασική μορφή του ρεπερτορίου στην Ινδία. Στο Νεπάλ, το σαράνγκι θεωρείται ως ένα εικονικό μουσικό όργανο το οποίο ταυτίζεται με τους ανθρώπους της κοινότητας Γκαντάρμπα.

Δομή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένα σαράνγκι ακουμπισμένο σε τραπέζι

Λαξεμένο σε ένα κομμάτι ξύλινου ταν (κόκκινος κέδρος), το σαράνγκι παίρνει ένα σχήμα που μοιάζει με κουτί και περιέχει τρεις κοίλους θαλάμους: πετ (στομάχι), τσάτι (στήθος) και μαγκάτζ (εγκέφαλος). Συνήθως έχει μήκος 60 εκατοστών περίπου και πλάτος 15 εκατοστών, αλλά το μέγεθός του μπορεί να ποικίλει καθώς υπάρχουν τόσο μεγαλύτερα, όσο και μικρότερα σαράνγκι.

Ο κάτω θάλαμος συντονισμού (πετ) είναι καλυμμένος με περγαμηνή φτιαγμένη από δέρμα κατσίκας, όπου τοποθετείται μια λωρίδα από παχύ δέρμα γύρω από τη μέση (και καρφώνεται στο πίσω μέρος του θαλάμου) για να στηρίζει τη γέφυρα, η οποία φτιάχνεται συνήθως από οστό καμήλας ή βουβαλιού (αρχικά φτιαχνόταν από ελεφαντόδοντο ή οστό ελαφιού μπαρασίνγκα, αλλά τώρα αυτό γίνεται σπάνια εξαιτίας της απαγόρευσης στη χώρα). Η γέφυρα στηρίζει την τεράστια πίεση περίπου 35-37 χορδών από χάλυβα ή χαλκό, καθώς και των τριών βασικών χορδών από έντερο που περνάνε μέσω αυτής. Οι τρεις βασικές χορδές - οι σχετικά παχύτερες - παίζονται με δοξάρι φτιαγμένο από χοντρές τρίχες αλόγου και ο οργανοπαίκτης τις σταματάει με τα νύχια και τη σάρκα γύρω από αυτά, κι όχι με τα δάκτυλα. Στα δάκτυλα τοποθετείται σκόνη ταλκ, η οποία χρησιμεύει ως λιπαντική ουσία. Ο λαιμός του σαράνγκι περιέχει πλατφόρμες οστών όπου τα δάκτυλα μπορούν να γλιστρούν.

Οι υπόλοιπες χορδές είναι χορδές συντονισμού (ταράμπ), και είναι περίπου 35-37 συνολικά, χωρισμένες σε τέσσερις συγχορδίες έχοντας δύο σετ κουμπιών, ένα στα δεξιά και ένα στην οροφή. Στο εσωτερικό βρίσκεται μια χρωματικά συντονισμένη σειρά με 15 ταράμπ και στα δεξιά μια διατονική σειρά με 9 ταράμπ, με κάθε μία να περικλείει μια πλήρη οκτάβα, συν 1-3 επιπλέον νότες πάνω ή κάτω από την οκτάβα. Και τα δύο αυτά σετ ταράμπ περνάνε από τη βασική γέφυρα στη δεξιά πλευρά με τα κουμπιά, μέσω μικρών τρυπών στο τσάτι. Ανάμεσα σε αυτές τις εσωτερικές ταράμπ και σε κάθε πλευρά των βασικών χορδών, βρίσκονται δύο επιπλέον σετ μακρύτερων ταράμπ, με 5-6 χορδές στο δεξιό σετ και 6-7 χορδές στο αριστερό. Περνάνε από τη βασική γέφυρα σε δύο μικρές, επίπεδες, ευρείες σαν τραπέζια γέφυρες προς το δεύτερο σετ κουμπιών στην κορυφή του οργάνου. Αυτές συντονίζονται στους σημαντικούς τόνους (σβάρα) της ράγκα.

Ένα σωστά συντονισμένο σαράνγκι θα βοΐζει και θα κλαίει και θα ακούγεται σαν ένα μελωδικό νιαούρισμα, με τους ήχους που παίζονται σε οποιαδήποτε από τις βασικές χορδές να προκαλούν αντηχήσεις σαν ηχώ. Μερικά σαράνγκι χρησιμοποιούν χορδές κατασκευασμένες από τα εντόσθια κατσικιών.

Επιπλέον μελέτη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Bor, Joep, 1987: "The Voice of the Sarangi", comprising National Centre for the Performing Arts Quarterly Journal 15 (3–4), December 1986 and March 1987 (special combined issue), Bombay: NCPA
  • Magriel, Nicolas, 1991 Sarangi Style in North Indian Music (unpublished Ph.D. thesis), London: University of London
  • Qureshi, Regula Burckhardt, 1997: “The Indian Sarangi: Sound of Affect, Site of Contest”, Yearbook for Traditional Music, pp. 1–38
  • Sorrell, Neil (with Ram Narayan), 1980: Indian Music in Performance, Bolton: Manchester University Press

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Resham Firiri A popular Nepali folk music with a Sarangi and madal.
  • sarangi.info – downloadable sarangi and vocal music, including the integral of two important books, The Voice of the Sarangi by Joep Bor and Indian Music in Performance and Practice by Ram Narayan and Neil Sorrell.
  • Growing into Music – includes several films by Nicolas Magriel on Indian musical enculturation including films about the sarangi players, Farooq Latif Khan (b. 1975), Sarwar Hussain Khan (b. 1981), Mohammed Ali Khan (d. 2002), Ghulam Sabir Qadri (1922-), Vidya Sahai Mishra (d. 2019), Siddiqui Ahmed Khan (1914-), Ghulam Sabir Khan (b. 1948), Murad Ali (b. 1977), Faiyaz Khan, Zakan Khan and Kanhaiyalal Mishra.