Ρωσική ιθαγένεια

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η ρωσική υπηκοότητα ρυθμίζεται από το ομοσπονδιακό δίκαιο για την ιθαγένεια της Ρωσικής Ομοσπονδίας (από το 2002, με τις τροποποιήσεις του 2003, 2004, 2006), το Σύνταγμα της Ρωσικής Ομοσπονδίας (από το 1993), και διεθνείς συνθήκες που καλύπτουν τα ερωτήματα ιθαγένειας, στις οποίες έχει υπογράψει η Ρωσική Ομοσπονδία. Σύμφωνα με τη ρήτρα υπεροχής του Συντάγματος, οι διεθνείς συνθήκες της Ρωσικής Ομοσπονδίας, έχουν προτεραιότητα έναντι στη ρωσική εγχώρια νομοθεσία.

Ορολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη ρωσική γλώσσα, υπάρχει μια διάκριση μεταξύ των πολιτών της Ρωσίας, που αναφέρονται ως Ροσιγιάνε (θηλυκή μορφή ροσιγιάνκα) και των μελών του έθνους των Ρώσων που ονομάζονται Ρώσοι. Η λέξη Ροσιγιάνε χρησιμοποιείται πολύ συχνότερα από το Ρώσος (ρούσκι) στα επίσημα έγγραφα και τα ΜΜΜΕ. Όσοι έχουν λάβει τη ρωσική υπηκοότητα μέσω πολιτογράφησης, είναι γνωστοί και ως Ροσιγιάνε, ανεξάρτητα από την εθνοτική καταγωγή και τη μητρική τους γλώσσα (όπως ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ ή Βίκτορ Αχν). Η λέξη Ροσιγιάνε επινοήθηκε από τον Μιχαήλ Λομονόσοφ τον 18ο αιώνα.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Βασίλειο της Ρωσίας έγινε πολυεθνικό κράτος το 16ο αιώνα. Η λέξη Ροσιγιάνε, επινόηση του Λομονόσοφ, έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως από τότε. Μετά την πτώση της ρωσικής Αυτοκρατορίας, η έκφραση "Σοβιετικός λαός" χρησιμοποιήθηκε για τον πληθυσμό της Σοβιετικής Ένωσης, ανεξαρτήτως εθνικότητας. Μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, η λέξη Ροσιγιάνε επανήλθε στην συχνή χρήση.