Ρίχαρντ Σένε

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Για τον βαθύτονο της όπερας, δείτε: Βόλφγκανγκ Σένε.
Ρίχαρντ Σένε
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Richard Schöne (Γερμανικά)
Γέννηση5  Φεβρουαρίου 1840[1][2]
Δρέσδη[3]
Θάνατος5  Μαρτίου 1922[1][2]
Grunewald[4]
Τόπος ταφήςνεκροταφείο Γκρίνεβαλντ
Χώρα πολιτογράφησηςΒασίλειο της Σαξονίας
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςλατινική γλώσσα
αρχαία ελληνικά
Γερμανικά[5]
ΣπουδέςWeimar Princely Free Zeichenschule
Πανεπιστήμιο της Λειψίας (1858–1861)
Πανεπιστήμιο Φρίντριχ Βίλχελμ (έως 1868)
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιστορικός της τέχνης[6]
κλασικός αρχαιολόγος
διδάσκων πανεπιστημίου
έφορος
κλασικιστής
κλασικός φιλόλογος
ΕργοδότηςΠανεπιστήμιο Μαρτίνου Λούθηρου του Χάλλε-Βιτεμβέργης (1869–1872)
Prussian Ministry of Spiritual, Educational and Medical Affairs (1872–1878)
Κρατικά μουσεία Βερολίνου (1878–1905)
Οικογένεια
ΤέκναHermann Schöne
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαGeheimrat
διευθυντής μουσείου
Βραβεύσειςεπίτιμο μέλος (1900)
d:Q19283714
Τάξη του Στέμματος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Ρίχαρντ Σένε (γερμανικά: Richard Schöne, 5 Φεβρουαρίου 1840 - 5 Μαρτίου 1922) υπήρξε Γερμανός κλασικός αρχαιολόγος και διευθυντής του τότε Βασιλικού Αρχαιολογικού Μουσείου του Βερολίνου.

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου του 1840 στη Δρέσδη. Άρχισε να σπουδάζει κλασική φιλολογία και φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας το 1858, και αναγορεύτηκε διδάκτωρ το 1861. Αφού στράφηκε για λίγο καιρό προς τη ζωγραφική στη Βαϊμάρη, επέστρεψε στην αρχαιολογία και περιόδευσε το 1864 την Ιταλία. Από τότε αφοσιώθηκε στην μελέτη της αρχαίας τέχνης. Επέστρεψε στη Γερμανία το 1868 και αναγορεύτηκε καθηγητής (habilitation) στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Λίγο αργότερα διορίστηκε έκτακτος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Χάλε το 1869. Επέστρεψε στο Βερολίνο το 1872 για να εργαστεί στο Υπουργείο Πολιτισμού της Πρωσίας. Διετέλεσε διευθυντής του βασιλικού αρχαιολογικού μουσείου επί εικοσιπενταετίας. Την εποχή της υπηρεσίας του αναβάθμισε και λάμπρυνε το αρχαιολογικό μουσείο, ενίσχυσε τις αρχαιολογικές συλλογές και ανανέωσε τα εκθέματα με αγορές και ανασκαφές. Ανήγειρε επίσης καινούργια οικοδομήματα για την στέγαση των εκθεμάτων. Απεβίωσε στις 5 Μαρτίου 1922 στο Βερολίνο. Προς τιμή της μνήμης του λειτουργεί η εταιρεία Richard-Schöne-Gesellschaft für Museumsgeschichte e. V., η οποία ιδρύθηκε το 1994.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Claudia Bohm: Richard Schöne. In: Reinhard Lullies, Wolfgang Schiering (Hgg.): Archäologenbildnisse. Porträts und Kurzbiographien von Klassischen Archäologen deutscher Sprache. Mainz 1988. ISBN 3-8053-0971-6
  • Ludwig Pallat: Richard Schöne – Generaldirektor der Königlichen Museen zu Berlin: Ein Beitrag zur Geschichte der preußischen Kunstverwaltung 1872–1905. Berlin 1959

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]