Ρέυμοντ Άνγουιν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ρέυμοντ Άνγουιν
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση2  Νοεμβρίου 1863[1][2][3]
Whiston[4]
Θάνατος29  Ιουνίου 1940[1][2][3] ή 28  Ιουνίου 1940[4]
Old Lyme[4]
Χώρα πολιτογράφησηςΗνωμένο Βασίλειο
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΑγγλικά[5]
ΣπουδέςΚολλέγιο Μάγκνταλεν[6]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααρχιτέκτονας[4]
πολιτικός μηχανικός
μηχανικός[4]
πολεοδόμος[4]
ΕργοδότηςΠανεπιστήμιο Κολούμπια
Αξιοσημείωτο έργοThe Town Extension Plan
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΒασιλικό Χρυσό Μετάλλιο του Βασιλικού Ινστιτούτο Βρετανών Αρχιτεκτόνων (1937)[6]
Knight Bachelor (1932)[6]
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο σερ Ρέυμοντ Άνγουιν (Sir Raymond Unwin, 2 Νοεμβρίου 186329 Ιουνίου 1940) ήταν εξέχων Άγγλος πολιτικός μηχανικός, αρχιτέκτονας και κυρίως πολεοδόμος, ο οποίος επεξεργάσθηκε τα σχέδια πολλών πόλεων της Μεγάλης Βρετανίας, με έμφαση στη βελτίωση της στεγάσεως της εργατικής τάξεως.

Γεννήθηκε στο Ρόδεραμ του Νότιου Γιόρκσιρ, αλλά μεγάλωσε στην Οξφόρδη, αφού ο πατέρας του πούλησε την επιχείρησή του και εγκαταστάθηκε εκεί. Ο Ρεύμοντ επέστρεψε στη βόρεια Αγγλία το 1884, διοριζόμενος ως μαθητευόμενος μηχανικός στην εταιρεία Staveley Iron & Coal Company, κοντά στο Τσέστερφηλντ του Ντέρμπισιρ.

Ο Άνγουιν είχε ενδιαφερθεί από τη νεαρή ηλικία του για κοινωνικά θέματα, και εμπνεύσθηκε από τις διαλέξεις και τα ιδεώδη των Τζον Ράσκιν και Ουίλιαμ Μόρις. Το 1885 εγκαταστάθηκε στο Μάντσεστερ, όπου έγινε γραμματέας της τοπικής Σοσιαλιστικής Ενώσεως (Socialist League) του Μόρις, γράφοντας άρθρα στην εφημερίδα της, αλλά και μιλώντας στους δρόμους για τους σκοπούς της. Επίσης έγινε στενός φίλος του σοσιαλιστή φιλοσόφου Έντουαρντ Κάρπεντερ, οι ουτοπικές ιδέες του οποίου περί κοινότητας ενέπνευσαν την ανάπτυξη μιας μικρής κοινότητας στο Μίλθορπ, κοντά στο Σέφιλντ.

Το 1887 επέστρεψε στη Staveley Iron ως πολιτικός μηχανικός και εργάσθηκε για την ανάπτυξη οικισμών εργατών ορυχείων και άλλων κτισμάτων.

Το 1893 ο Άνγουιν πήρε ως σύζυγό του την Έθελ, αδελφή του αρχιτέκτονα και πολεοδόμου Ρίτσαρντ Μπάρυ Πάρκερ, με τον οποίο το 1896 συνέστησε κοινοπραξία με έδρα το Μπάξτον του Ντέρμπισιρ. Προτιμούσαν το απλό σχέδιο κατοικίας και έθεσαν ως στόχο να βελτιώσουν το επίπεδο στη στέγαση των μελών της εργατικής τάξεως. Αμφότεροι συνδέονταν φιλικά με τον Έντγκαρ Γουντ (1860-1935) τον κορυφαίο αρχιτέκτονα του Κινήματος Arts and Crafts στη βόρεια Αγγλία.

Στα κείμενά τους, όπως στο βιβλίο τους The Art of Building a Home (1901), οι Πάρκερ και Άνγουιν αποσκοπούν στο να καταστήσουν γνωστό το Κίνημα Arts and Crafts. Ως αποτέλεσμα της επιτυχίας τους, χιλιάδες κατοικίες κτίσθηκαν σύμφωνα με τα σχέδιά τους στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα.

Το 1902 τους ζητήθηκε να σχεδιάσουν ένα πρότυπο χωριό, το New Earswick, κοντά στην Υόρκη, για λογαριασμό του ευεργέτη Τζόζεφ Ράουντρη (Rowntree) και του Μπέντζαμιν Σήμπομ Ράουντρη. Το επόμενο έτος τους δόθηκε η ευκαιρία να συμμετάσχουν στη δημιουργία της νέας πόλεως του Λέτσγουερθ όταν η «Πρώτη Εταιρεία Κηπουπόλεων» τους ζήτησε να υποβάλουν ένα σχέδιο.

Το 1904 άνοιξαν ένα δεύτερο γραφείο στη μικρή πόλη Μπόλντοκ. Το 1905 η Χενριέτα Μπάρνετ τους ζήτησε να σχεδιάσουν το νέο προάστιο-κηπούπολη στο Χάμπστηντ του Λονδίνου, το σημερινό «Hampstead Garden Suburb». Ο ίδιος ο Άνγουιν μετακόμισε από το Λέτσγουερθ στο Χάμπστηντ το 1906 και έζησε εκεί την υπόλοιπη ζωή του, στο υποστατικό του Wyldes Farm.[7] Το 1907 η Ealing Tenants Ltd., ένας προοδευτικός συνεταιρισμός στο δυτικό Λονδίνο, του ανέθεσε να προχωρήσει την ανάπτυξη του προαστίου-κηπουπόλεως του Μπρένταμ.[8]

Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1915, εργάσθηκε για λογαριασμό του Υπουργείου Πολεμοφοδίων (Ministry of Munitions) στον σχεδιασμό των οικισμών Γκρέτνα και Ήστριγκς (Eastriggs) στη νότια Σκωτία, και στο να επιβλέψει τον σχεδιασμό άλλων. Το 1919 διορίσθηκε επικεφαλής αρχιτέκτονας στο νεοϊδρυμένο Υπουργείο Υγείας. Μέχρι την αφυπηρέτησή του τον Νοέμβριο του 1928, η θέση αυτή είχε μετεξελιχθεί σε αυτή του «Επικεφαλής τεχνικού αξιωματούχου για τη Στέγαση και την Πολεοδομία» (Chief Technical Officer for Housing and Town Planning).

Η επίδειξη από τον Άνγουιν κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο των αρχών της ταχείας και οικονομικής αναγέρσεως κατοικιών, με την ταυτόχρονη διατήρηση ικανοποιητικών προδιαγραφών για κήπους, ιδιωτικότητα των οικογενειών και εσωτερικούς χώρους, τού χάρισαν μεγάλη επιρροή στην κρατική επιτροπή για τη στέγαση των εργαζόμενων (όπου είχε διαδραματίσει σημαντικό ρόλο από το 1917 έως το 1919) και εξ αυτού, εμμέσως, μεγάλου μέρους της δημόσιας στεγάσεως στη Μεγάλη Βρετανία κατά τον Μεσοπόλεμο. Η αναφορά αυτής της επιτροπής το 1919 σημειώνει την οριστική εγκατάλειψη από τον Άνγουιν της έννοιας της παραδοσιακής «κηπούπολης», καθώς προτείνει ότι οι νέες αναπτύξεις οικισμών θα έπρεπε να είναι περιφερειακοί «δορυφόροι» αντί πλήρως ανεπτυγμένες κηπουπόλεις.[9] Το 1929 ο πολεοδόμος έγινε τεχνικός σύμβουλος στην Περιφερειακή Επιτροπή Σχεδιασμού του Μείζονος Λονδίνου και σε αυτόν οφείλονται κατά μεγάλο μέρος οι δύο αναφορές της επιτροπής αυτής, το 1929 και το 1933.

Ο Άνγουιν διετέλεσε πρόεδρος του Βασιλικού Ινστιτούτου Πολεοδομίας (Royal Town Planning Institute, RTPI) το 1915-1916, πρόεδρος του Βασιλικού Ινστιτούτου Βρετανών Αρχιτεκτόνων (RIBA) το 1931-1933. Το 1932 έγινε ιππότης (σερ) και το 1933 τον συμβουλεύθηκε ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Φραγκλίνο Ρούζβελτ σχετικώς με το New Deal. Το 1936 διετέλεσε επισκέπτης καθηγητής της Πολεοδομίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, ενώ το 1937 βραβεύθηκε με το Βασιλικό Χρυσό Μετάλλιο Αρχιτεκτονικής της RIBA. Εκτός αυτών, είχε αναγορευθεί σε επίτιμο διδάκτορα από το Νορβηγικό Ινστιτούτο Τεχνολογίας το 1935 και από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ το 1937.

Ο Ρέυμοντ Άνγουιν πέθανε στην κωμόπολη Λάυμ του Κονέκτικατ (ΗΠΑ) σε ηλικία 76 ετών.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Το λήμμα «Άνγουιν Ραϋμόνδος» στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμ. 5, σελ. 539

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]