Ο εμπνευσμένος λόφος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο εμπνευσμένος λόφος
Εξώφυλλο έκδοσης του 1961
ΣυγγραφέαςΜωρίς Μπαρές
ΤίτλοςLa Colline inspirée
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1913
Μορφήμυθιστόρημα

Ο εμπνευσμένος λόφος (γαλλικός τίτλος: La colline inspirée) είναι μυθιστόρημα του Γάλλου συγγραφέα Μωρίς Μπαρές που εκδόθηκε το 1913. Αφηγείται την αληθινή ιστορία τριών μοναχών που μετέτρεψαν τον λόφο της Σιόν στη Λωρραίνη σε τόπο λατρείας και την αντιπαράθεσή τους με την επίσημη καθολική εκκλησία. [1]

Το 1950, κατατάχθηκε ανάμεσα στα 12 μυθιστορήματα που τιμήθηκαν με το Μεγάλο Βραβείο των καλύτερων μυθιστορημάτων του πρώτου μισού του 20ού αιώνα.[2]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μνημείο Μπαρές στον λόφο της Σιόν

Στη δεκαετία του 1830, τρεις μοναχοί της Λωρραίνης, οι αδερφοί Μπαγιάρ, αποφάσισαν να αποκαταστήσουν τον λόφο της Σιόν, «τόπο μνήμης» της Λωρραίνης, που από αμνημονεύτων χρόνων ήταν τόπος λατρείας των Γαλατών και στη συνέχεια τόπος προσκυνήματος αφιερωμένος στην Παναγία, το προσκύνημα είχε σταματήσει από τη Γαλλική Επανάσταση. Διαδίδοντας την πίστη, ανακατασκευάζοντας παρεκκλήσια και μοναστήρια από τα ερείπιά τους και αναζωπυρώνοντας τη λαϊκή ζέση είχαν σκοπό να προσδώσουν νέα πνευματική ζωή στην περιοχή. Η επιτυχία τους ήταν μεγάλη και πλήθη προσέρχονταν στη Σιόν.

Η συνάντηση του γέροντα Λεοπόλδου Μπαγιάρ με τον αιρετικό Βαντρά, έναν ιερέα προφήτη ενός εσχατολογικού χριστιανισμού και διαφωτιστή, αφορισμένου από την Εκκλησία, μετέτρεψε τον καθεδρικό ναό σε προπύργιο της αίρεσης των Βιντρασιανών, γεγονός που ανησύχησε τους ανωτέρους τους. Οι τρεις μοναχοί αφορίστηκαν και η κοινότητα της Σιόν έχοντας πέσει στη δυσμένεια των επίσημων Καθολικών αρχών, έχασε σταδιακά πιστούς και προσκυνητές και μόνο ελάχιστοι υποστήριζαν τον Λεοπόλδο και τους αδελφούς του. Η άφιξη ενός «ορθόδοξου» Καθολικού ιερέα που έστειλε ο επίσκοπος του Νανσί απομάκρυνε και τους τελευταίους πιστούς από την εκκλησία. Ωστόσο, κυριευμένος από τύψεις και συγκινημένος από την ειλικρινή αγάπη του Λεοπόλδου για τον λόφο του, ο καθολικός ιερέας εργάστηκε για να επαναφέρει τον Λεοπόλδο στους κόλπους της Εκκλησίας και αυτός αποκήρυξε την αίρεση του.[3]

Σχολιασμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο λόφος της Σιόν στο νομό Μερτ-ε-Μοζέλ της Λωρραίνης

Το πρώτο κεφάλαιο, αρχίζει με τη φράση: «Υπάρχουν μέρη όπου φυσά το πνεύμα... Υπάρχουν μέρη που βγάζουν την ψυχή από τον λήθαργο, μέρη φυλαγμένα, λουσμένα στο μυστήριο, επιλεγμένα από την αιωνιότητα για να είναι η έδρα της θρησκευτικής συγκίνησης... Η Λωρραίνη έχει ένα από αυτά τα εμπνευσμένα μέρη.»[4]

Ο Μωρίς Μπαρές παρουσιάζει μια πολύ ρεαλιστική ατμόσφαιρα της ζωής ενός μικρού επαρχιακού χωριού της πατρίδας του Λωρραίνης, που μετά τον γαλλοπρωσικό πόλεμο του 1870, μαζί με την Αλσατία είχε προσαρτηθεί στη Γερμανία. Περιγράφει με μεγάλη ακρίβεια την ομορφιά των τοπίων, τον χαρακτήρα των ηρώων, τους προβληματισμούς τους και τους πνευματικούς τους αγώνες, μιλά για τις ρίζες του, τη γη του, τα δέντρα και τον άνεμο. [5]

Περιγράφει την αντιπαράθεση δύο θρησκευτικών κινημάτων: του φωτισμένου ρεύματος των «Βιντρασιανών» και του παραδοσιακού ρεύματος των πιστών στη Ρώμη. Το πρώτο, εκπροσωπούμενο από τον λόφο Σιόν στη Λωρραίνη, συμβολίζει την ελευθερία και την πίστη στις «ρίζες». Το δεύτερο, εκφράζοντας την επίσημη ρωμαιοκαθολική εκκλησία μέσω του επισκόπου του Νανσί, συμβολίζει την τάξη και την υποταγή στην εξουσία. Παρά την αίρεση στην οποία έπεσε ο Λεοπόλδος και παρά τη νίκη της Εκκλησίας με την αποκήρυξή του, ο Μπαρές αρνήθηκε να αποφασίσει μεταξύ τάξης και ελευθερίας και έδωσε τη γνώμη του στις τελευταίες γραμμές, με την περίφημη αντίθεση ανάμεσα στο παρεκκλήσι (τάξη) και το λιβάδι (ενθουσιασμός) τα οποία ο συγγραφέας θεωρεί εξίσου απαραίτητα.

Ο συγγραφέας εργάστηκε για σχεδόν έξι χρόνια σ' αυτό το έργο, το οποίο θεωρείται το αριστούργημά του.[6]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]