Ξυλούρης Γεώργιος ή Αδοντάρος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ξυλούρης Γεώργιος, καπετάν Αδοντάρος
Καπετάν Αδοντάρος

Ο καπετάν Γεώργιος Ξυλούρης ή Αδοντάρος (1837-1907, Κρουσώνας Μαλεβιζίου) ήταν Έλληνας επαναστάτης του 19ου αιώνα που έδρασε στις περιοχές Μαλεβιζίου-Τεμένους.

Από μικρός ακολούθησε τον πατέρα του και είχε ενεργό συμμετοχή στον ένοπλο αγώνα για την απελευθέρωση της Κρήτης από τους Τούρκους και την ένωση της με την Ελλάδα. Τον συνέδεε στενή φιλία με τον Ηρακλή Κοκκινίδη από το Κεραμούτσι και μάλιστα λέγονταν «συναδερφοί» καθώς ο Νικόλαος Κοκκινίδης, πατέρας του Ηρακλή, είχε βαπτίσει μια από τις πέντε αδελφές του Γεώργιου Ξυλούρη δίνοντάς της το όνομα Ελευθερία.

Επανασταστική δράση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν ξεκίνησε η προετοιμασία της επανάστασης το 1866, ο Γεώργιος Ξυλούρης εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία και συμμετείχε στις μάχες που ακολούθησαν μαζί με άλλους Κρουσανιώτες. Την 21η Αυγούστου 1866 η Γενική Συνέλευση των επαναστατών ψήφισε και ανέδειξε αρχηγό τον Παύλο Ντεντιδάκη και στη συνέχεια κοινοποίησε το ψήφισμα των οπλαρχηγών για επανάσταση με έδρα το χωριό του Αγίου Μύρωνα. Ο Σαχλή Πασάς του Ηρακλείου κατευθύνθηκε προς το Μαλεβίζι με ισχυρό στρατό και κατέστρεψε διάφορα χωριά της ευρύτερης περιοχής. Την 23η Αυγούστου 1866 ο στρατός του ενισχύθηκε περεταίρω με την προσθήκη του ιππικού του Ρεσίτ Πασά με αποτέλεσμα να δεχθούν ισχυρό χτύπημα οι επαναστάτες που δρούσαν στην περιοχή του χωριού Πυργού και στα πέριξ. Η μάχη ήταν σκληρή και άνιση με μεγάλες αμφίπλευρες απώλειες. Ανάμεσα στους τραυματίες συγκαταλέγονταν οι οπλαρχηγοί από τον Κρουσώνα, Μπαμπουκομανώλης, Τζουλιαδοδράκος, Χριστοδουλάκης και άλλοι.

Τον Σεπτέμβριο του 1866 και ενώ οι Κρουσανιώτες είχαν επιδοθεί σε πολεμικές επιχειρήσεις μακριά από τον Κρουσώνα, ο Ρεσίτ Πασάς έδραξε την ευκαιρία και εξαπέλυσε επίθεση με στρατό 3500 πολεμιστών ενάντια στο ανυπεράσπιστο χωριό του Κρουσώνα. Τότε ο αρχηγός Ντεντιδάκης μαζί με 300 θαρραλέα παλληκάρια προσπάθησαν να φέρουν αντίσταση αλλά δίχως αποτέλεσμα. Οι Τούρκοι λεηλατούσαν και πυρπολούσαν επί τρία μερόνυχτα τον Κρουσώνα. Οι Τούρκοι κατά την οπισθοχώρησή τους προς το Ηράκλειο συνέλαβαν 30 γέροντες Κρουσανιώτες και τους χρησιμοποίησαν ως ασπίδα στο τελευταίο τμήμα του στρατού τους ώστε να αποφύγουν τα πυρά των επαναστατών. Μετά την άφιξη των Τούρκων στο Ηράκλειο οι τριάντα γέροντες, ανάμεσα στους οποίους βρισκόταν και ο πατέρας του Γεώργιου Ξυλούρη, Κωνσταντής, σφαγιάστηκαν. Το γεγονός αυτό τροφοδοτεί περισσότερο τον θυμό και τη μανία του Γεώργιου Ξυλούρη για τους Τούρκους και ως ορκισμένος εκδικητής για τον θάνατο του πατέρα του βρίσκεται διαρκώς στην πρώτη γραμμή κάθε πολεμικής συμπλοκής με τον εχθρό.

Σχεδόν μετά από ένα χρόνο, την 6η Νοεμβρίου του 1867 αποφασίστηκε από τον Ηρακλή Κοκκινίδη να πραγματοποιηθεί επίθεση στον Άγιο Μύρωνα και όπως ήταν αναμενόμενο ο καπετάν Γεώργιος Ξυλούρης τάχθηκε στο πλευρό του και εισχώρησε στο στράτευμά του έχοντας συγκεντρώσει τουλάχιστον 60 μάχιμους Κρουσανιώτες. Στη μάχη που διεξήχθει γύρω από το χωριό Πυργού, τραυματίστηκε ο αρχηγός Ηρακλής Κοκκινίδης και στην προσπάθειά του να ανέβει στο άλογό του πληγωμένος, ένας Τούρκος τον αναγνωρίζει και τον σημαδεύει με το όπλο του. Ο Γεώργιος Ξυλούρης που ήταν πλησίον, αντιλήφθηκε το περιστατικό, αντέδρασε ταχύτατα και επιτέθηκε μανιωδώς στον Τούρκο και παλεύοντας σώμα με σώμα στο έδαφος κατάφερε και τον δάγκωσε με λύσσα στον λαιμό, κόβοντας του το λαρύγγι. Αυτό το περιστατικό στάθηκε η αφορμή και του αποδόθηκε το προσωνύμιο «Αδοντάρος» όπως τον αποκάλεσε ο συναδερφός του Ηρακλής. Στη συνέχεια του αφιέρωσε και την ακόλουθη μαντινάδα:

«Θέλω συντρόφους μπιστικούς, να μην φοβούνται Χάρο,

να κόβγουν τω Τουρκώ λαιμούς οσάν τον Αδοντάρο

Εκείνη η μάχη στοίχισε αρκετά και στις δύο πλευρές με σωρεία θυμάτων. Την 2η Μαρτίου 1868 ο Ηρακλής Κοκκινίδης με δεκαπέντε ιππείς και εκατόν πενήντα πεζούς εθελοντές, οι μισοί εκ των οποίων ήταν ωκύποδες Κρουσανιώτες, ανάμεσά τους και ο καπετάν Τσαφαντής από την Κιθαρίδα, Μπαμπουκογιάννης, κ.α, επιτέθηκαν εναντίον του τούρκικου στρατού στην τοποθεσία Βαγιδάκια-Γαζανή Καμάρα. Οι ιππείς καταδίωξαν τους Τούρκους και τους εξώθησαν στην παλιά πέτρινη γέφυρα. Ωστόσο κατά την οπισθοχώρηση τραυματίστηκε θανάσιμα ο Ηρακλής Κοκκινίδης και έπεσε στο έδαφος. Σύσσωμος ο στρατός των επαναστατών υπό τις διαταγές του Αδοντάρου εξαπέλυσε επίθεση εναντίον των Τούρκων για να αποτρέψει τη βεβήλωση του σώματος του νεκρού αρχηγού τους ωστόσο το όλο εγχείρημα έληξε ανεπιτυχώς λόγω της τουρκικής υπεροχής. Έχει σωθεί και σχετικό δημώδες ποίημα για το συμβάν:

“… Τα όπλα του τα έπηρε ο Στεφανής Μαράκης,

που τη φοράδα έπηρε ο Μ. Καλημεράκης.

Ετούτοι ετρομάξανε και στη φυγή το ρίξαν

Κερκέζοι τρέξαν με ορμή τον Ηρακλή τυλίξαν.

Και τον εκρεοκόβγανε και ήσανε σωριασμένοι.

Οι Κρουσανιώτες ήσανε κάτω κατεβασμένοι

Και παίξασιν τος στο σωρό όλοι μια παταρία

Του Ηρακλή οι σύντροφοι είδανε σωτηρία.

Οι εθελοντές σταθήκανε θέσεις καλές βαστούνε

Οι Κρουσανιώτες με ορμή Κερκέζους κυνηγούνε.

Κερκέζοι σκοτωθήκανε πίσω πισθοχωρούνε

Τέσσερις ίππους πήρανε Κρουσώνα τσι οδηγούνε…»

Η βεβήλωση του σώματος του Ηρακλή ήταν φρικτή καθώς οι Τούρκοι πετσόκοψαν το σώμα του και αφού αφαίρεσαν το κεφάλι, την καρδιά και τα εντόσθια, τα εξέθεσαν στη Χανιώπορτα για τρεις συνεχόμενες ημέρες.

Μάχες κατά το 1878[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις αρχές του 1878, οι Κρουσανιώτες καπετάνιοι αρχηγοί: Γεώργιος Ξυλούρης, Μπαμπουκογιάννης, Μακατουναντρέας, Λιαντροκωνσταντής ύψωσαν το λάβαρο της επανάστασης και ορκίστηκαν στο σύνθημα «Ένωσις ή Θάνατος» ξεκινώντας τις μάχες με σημαντικότερη εκείνη στο Πετροκέφαλο όπου αργηγός των Τουρκοκρητικών ήταν ο Μουλά΄Ντεμίρ Αγά. Στη μάχη αυτή ο Αδοντάρος σκότωσε ένα Γάλλο αξιωματικό εξωμότη παίρνοντας ως λάφυρα τα άρματά του τα οποία διασώζονται μέχρι και σήμερα και βρίσκονται στην κατοχή των απογόνων του Αδοντάρου.

Τον Οκτώβριο του 1878 μετά την υπογραφή της Σύμβασης της Χαλέπας σταμάτησαν οι περισσότερες εχθροπραξίες στην Κρήτη με τους Κρουσανιώτες να αποτελούν εξαίρεση και να συνεχίζουν τις ένοπλες επιθέσεις εναντίον των Τούρκων. Η στάση τους αυτή ανάγκασε τον πασά του Ηρακλείου να στείλει απεσταλμένο του με ένα απόσπασμα για να τους συναντήσει. Το τουρκικό απόσπασμα έφθασε μέχρι τη ρίζα του βουνού Κουδούνι στην τοποθεσία Αρολίθοι. Οι Κρουσανιώτες μόλις αντιλήφθηκαν τους Τούρκους ξεκίνησαν αμέσως την επίθεση. Οι Τούρκοι όμως υψώνοντας τη λευκή σημαία ως ένδειξη συμβιβασμού φώναξαν: «Ετάνε μπρε ο Αδοντάρος, πέτε του να’ρθει παέ να μιλήσομε, δεν θέμε πόλεμο». Τότε ο καπετάν Αδοντάρος εμφανίστηκε και συναντήθηκε με τον απεσταλμένο Τούρκο στη θέση Χαράκους, στα Σώπατα του Άη Γιαννιού. Και οι δύο πλευρές συμφώνησαν να σταματήσει ο ένοπλος αγώνας από την πλευρά των Κρουσανιωτών αφού άλλωστε ήταν μάταιος μιας και σε όλο το νησί της Κρήτης επικρατούσαν πλέον συνθήκες ειρήνης.

Μάχες κατά το 1896-1898[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την επανάσταση του 1896-1898 ο Αδοντάρος συμμετείχε ενεργά παρά τη μεγάλη ηλικία του. Πούλησε ακόμη και την περιουσία του, 400 αιγοπρόβατα και ένα αλευρόμυλο στη θέση Άσπρη Βρύση, στην προσπάθειά του να προμηθεύσει με όπλα το χωριό του Κρουσώνα. Μάλιστα τον Απρίλιο του 1896, μετέβηκε στο Παλιόκαστρο μαζί με τέσσερις από τους έξι γιούς του (Μιχελή,Γιάννη,Κωσταντή,Αντώνη) και αγόρασε από έναν Άγγλο λαθρέμπορα ογδόντα όπλα τύπου Chassepot και πλήθος φυσιγγίων. Στη συνέχεια τα μετέφερε στην τοποθεσία Ποροφάραγγο του Κρουσώνα και τα έκρυψε σε μια τρύπα με σκοπό να τροφοδοτήσει τον Κρουσώνα με την έναρξη της επανάστασης. Όμως η τοποθεσία των όπλων έγινε αντιληπτή από ένα αντιεπαναστάτη Κρουσανιώτη, τον Ιωάννη Κοκολ..., ο οποίος κατά τη διάρκεια μιας νύχτας με τη βοήθεια του οκτάχρονου γιού του, Εμμανουήλ Κ., έκλεψε όλα τα όπλα και τα μετέφερε στο χωριό Κεραμούτσι όπου τα παρέδωσε στους Τούρκους. Για την πράξη του αυτή έτυχε ευνοϊκής μεταχείρισης και μετά το τέλος της επανάστασης οι Τούρκοι του χάρισαν τεράστια κτηματική περιουσία στην περιοχή του Κεραμουτσίου. Το ευτύχημα γι’ αυτόν ήταν ότι μόνο μετά το τέλος της επανάστασης αποκαλύφθηκε η ταυτότητα του ατόμου που είχε κλέψει τα όπλα και τα είχε παραδώσει στους Τούρκους γλιτώνοντας τον θάνατο, αλλά δίνοντας στο θέμα μεγάλες πολιτικές διαστάσεις. Ως εκ τούτου επί του θέματος επιλήφθηκε η τότε Κρητική Βουλή στα Χανιά, η οποία μετά από δίκη κήρυξε τον Ι.Κ και τον γιό του εθνικό μειοδότη. Ο Αδοντάρος μετά την κλοπή των όπλων συνεργάστηκε με τους Μακατουνανδρέα, Λιαντροκωνσταντή και Ανδρεαδάκη Γεώργιο ώστε να προμηθεύσουν εκ νέου το χωριό με οπλισμό, δίνοντας και πολλές μάχες σε διάφορες τοποθεσίες όπως Γούρνες, Γιοφυράκια, Σκαφιδαρά, Ξερολιά, μέχρι τη λήξη του πολέμου το 1898.

Θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αδοντάρος πέθανε το 1907 με έντονους πόνους στον θώρακα και στην κοιλιακή χώρα εξαιτίας των πολλαπλών τραυμάτων που έφερε από τις μάχες χωρίς να καταφέρει να δει το όνειρο και συνάμα σκοπό της ζωής του να υλοποιείται, την ελευθερία της Κρήτης και την ένωσή της με την υπόλοιπη Ελλάδα.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Πηγές-Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Γιώργης Μ. Ξυλούρης, Κρουσώνας. Ιστορικές Αναφορές, εκτύπωση: «Τυποκρέτα», Ηράκλειο Κρήτης 1993
  • Ο Καπετάν Μιχάλης Κόρακας και οι συμπολεμιστές του, Ν Σταυρινίδη, Ηράκλειο 1974
  • Μιχάλης Κόρακας, Αναγνώστης Χ Ζαχαριάδης, έκδοση Δήμου Τυμπακίου
  • Ι.Δ.Μουρέλλου. Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ