Μετάβαση στο περιεχόμενο

Νυκτυόρνις

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Νυκτυόρνις
Το είδος Nyctyornis athertoni
Το είδος Nyctyornis athertoni
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Υποσυνομοταξία: Σπονδυλωτά (Vertebrata)
Ομοταξία: Πτηνά (Aves)
Τάξη: Κορακιόμορφα (Coraciiformes)
Οικογένεια: Μεροπίδες (Meropidae)
Υποοικογένεια: Νυκτυορνιθίνες (Nyctyornithinae)
Γένος: Νυκτυόρνις
(Nyctyornis)
Jardine & Selby, 1830

Η νυκτυόρνις (επιστημονική-λατινική ονομασία Nyctyornis) είναι γένος πουλιών που ανήκει στην οικογένεια του μελισσοφάγου, τις μεροπίδες. Υπάρχουν μόνο δύο είδη νυκτυόρνιθας, που συναντώνται στην τροπική (νότια και νοτιοανατολική) Ασία[1], τα εξής:

Εικόνα Επιστημονική ονομασία Κοινή ονομασία Γεωγραφική κατανομή
Nyctyornis amictus κοκκινογένης μελισσοφάγος Νοτιοανατολική Ασία
Nyctyornis athertoni γαλαζογένης μελισσοφάγος Ινδική υποήπειρος, μέρη της Νοτιοανατολικής Ασίας

Το γένος Nyctyornis εισάχθηκε στην ταξινομική το 1830 από τους Βρετανούς φυσιοδίφες Γουίλιαμ Τζάρντιν και Πριντώ Τζων Σέλμπυ[2][3] Η ονομασία του γένους προέρχεται από τις αρχαίες ελληνικές λέξεις νυξ, που σημαίνει «νύχτα», και όρνις, που σημαίνει «πτηνό».[4] Μια μοριακή φυλογενετική μελέτη (ανάλυση DNA και/ή RNA), που δημοσιεύθηκε το 2007, έδειξε ότι το γένος αποτελεί αδελφή ομάδα ως προς τα δύο άλλα γένη της οικογένειας (τα μεροπώγων και μέροψ).[5]

Οι νυκτυόρνιθες, όπως και άλλες μεροπίδες, είναι πολύχρωμα πουλιά με μακρές ουρές, μακρά ράμφη καμπύλα προς τα κάτω και πτέρυγες με μυτερή άκρη. Είναι σχετικώς μεγάλα πουλιά (η Nyctyornis athertoni είναι το μεγαλύτερο πτηνό της όλης οικογένειας[6]), με κυρίαρχο χρώμα το πράσινο, και χρώμα προσώπου και λαιμού που υποδεικνύεται από την κοινή ονομασία του κάθε είδους.[7]

Οι νυκτυόρνιθες είναι οι μόνες μεροπίδες που δεν έχουν λωρίδα ξεχωριστού χρώματος στο ύψος των ματιών, αλλά και οι μόνες που έχουν δίχρωμα ράμφη.[5] Οι ήχοι τους διαφέρουν επίσης από εκείνους των άλλων δύο γενών της οικογένειας και μοιάζουν κάπως με τους ήχους που παράγουν οι κορακιίδες.[8] Το μεγαλύτερο μέγεθός τους και το σχήμα των πτερύγων τους δίνουν μια «βαρύτερη» πτήση, που δεν έχει τη χάρη των πτήσεων των πουλιών του γένους μέροψ.[8]

Όπως και οι άλλες μεροπίδες, οι νυκτυόρνιθες τρέφονται κυρίως με έντομα, ιδίως μέλισσες, σφήκες και σέρσεγκες, τα οποία συλλαμβάνουν στον αέρα. Ωστόσο έχουν μια μάλλον διαφορετική στρατηγική: κυνηγούν μόνες ή κατά ζεύγη αντί σε ομάδες, και κάθονται ακίνητες για μεγάλα χρονικά διαστήματα προτού καταδιώξουν τη λεία τους.[8] Ο γαλαζογένης μελισσοφάγος επιπλέον θα «πλατσουρίσει» κάποτε μέσα στα φυλλώματα σε αναζήτηση εντόμων, ενώ οι μέλισσες προσελκύονται μερικές φορές από την έντονα γαλάζια «γενειάδα» ενός ενεδρεύοντος πουλιού του είδους, προφανώς νομίζοντας πως πρόκειται για άνθος.[9] Οι νυκτυόρνιθες φωλιάζουν σε μικρά λαγούμια, που σκάβουν στις πλαγιές αμμωδών όχθεων, αλλά δεν σχηματίζουν αποικίες.[10]


  1. Gill, Frank· Donsker, David, επιμ. (2016). «Todies, motmots, bee-eaters, hoopoes, wood hoopoes & hornbills». World Bird List Version 6.4. International Ornithologists' Union. Ανακτήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 2016. 
  2. Peters, James Lee, επιμ. (1945). Check-list of Birds of the World. Volume 5. Cambridge, Massachusetts: Harvard University Press. σελ. 238. 
  3. Jardine, William· Selby, Prideaux John (1830). Illustrations of Ornithology. 2. Εδιμβούργο: W.H. Lizars. Addenda. 
  4. Jobling, James A. (2010). The Helm Dictionary of Scientific Bird Names. Λονδίνο: Christopher Helm. σελ. 277. ISBN 978-1-4081-2501-4. 
  5. 5,0 5,1 Marks, B.D.; Weckstein, J.D.; Moyle, R.G. (2007). «Molecular phylogenetics of the bee-eaters (Aves: Meropidae) based on nuclear and mitochondrial DNA sequence data». Molecular Phylogenetics and Evolution 45 (1): 23-32. doi:10.1016/j.ympev.2007.07.004. PMID 17716922. 
  6. Fry, Fry & Harris 1992, σελ. 242.
  7. Fry, Fry & Harris 1992, σελίδες 241-244.
  8. 8,0 8,1 8,2 Fry, Hilary (2001). «Family Meropidae (Bee-eaters)»Απαιτείται δωρεάν εγγραφή. Στο: del Hoyo, J.· Elliott, A.· Sargatal, J. Handbook of the Birds of the World. 6: Mousebirds to Hornbills. Βαρκελώνη: Lynx Edicions. σελίδες 286–325. ISBN 978-84-87334-30-6. 
  9. Fry, Fry & Harris 1992, σελ. 243.
  10. Fry, Fry & Harris 1992, σελίδες 242, 244.
  • Fry, C. Hilary· Fry, Kathie· Harris, Alan (1992). Kingfishers, Bee-eaters, and Rollers. Λονδίνο: Christopher Helm. ISBN 978-0-7136-8028-7.