Νεοέλληνες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ως Νεοέλληνες χαρακτηρίζονται συνήθως οι Έλληνες που έζησαν από την ίδρυση του ελληνικού κράτους και μετά (Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη). Παλαιότερα πιστευόταν ότι είναι νεολογισμός που εμφανίστηκε μετά τη δεκαετία του 1830. Όμως ο όρος "νεοέλληνες" και "νεοελληνικό γένος" ευρίσκεται σε επιστολή του Παναγιώτη Σοφιανόπουλου προς τον Ιωάννη Βηλαρά το 1815. Σύγχρονη (2005) έρευνα έδειξε ότι ο όρος, με τη μορφή "νέοι Έλληνες", αναφέρεται σε βιβλίο του 1675 για τους Έλληνες της εποχής. Ο συγγραφέας του βιβλίου Γεώργιος Κονταρής, θεωρεί ότι οι "νέοι Έλληνες" ανήκουν στο αυτό γένος με τους "παλαιούς Έλληνες". Συναφής αλλά όχι ταυτόσημος είναι ο όρος "νεώτεροι Έλληνες" που ευρίσκεται σε κείμενα του Ιανού Λάσκαρη τον 15ο αιώνα, όπου όμως δεν αναφέρεται σε Έλληνες της εποχής του αλλά σε προγενέστερους, του 12ου και 13ου αιώνα. Τον ίδιο όρο χρησιμοποιούν και οι Γρηγόριος Κωνσταντάς και ο Δανιήλ Φιλιππίδης (Δημητριείς) στη "Γεωγραφία Νεωτερική" που εκδόθηκε το 1791 στη Βιέννη, αλλά αυτοί αναφέρονται στους Έλληνες της εποχής τους.[1] Υπήρξαν επίσης κατά τη διάρκεια της επανάστασης πολλοί οι οποίοι αμφισβητούσαν τη σχέση των νεοελλήνων με τους αρχαίους Έλληνες και απέδιδαν τον όρο ΝεοΈλληνας και ΝεοΕλληνισμός. Πολλοί απ'αυτούς ισχυρίζοταν ότι το ελληνικό γένος εξέλιπε ήδη με την έλευση του Χριστιανισμού πριν από τον Μεσαίωνα, συμφωνώντας έτσι και με τη γνωστή θεωρία του Φαλμεράιερ, ότι δηλαδή δεν υπήρξε βιολογική συνέχεια ανάμεσα στους Αρχαίους Έλληνες και τους Νεοέλληνες. Απλώς ονομαστήκαμε «Έλληνες» διότι οι Επαναστάτες μιλούσαν μια γλώσσα παρόμοια με την αρχαία ελληνική, και για αυτόν τον λόγο μάς αποκάλεσαν έτσι οι Φιλέλληνες. Οι γνωστοί Καρλ Μαρξ και Φρίντριχ Ένγκελς, ακολουθώντας τον Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράυερ, του οποίου το έργο γνωρίζουν και εκτιμούν ιδιαιτέρως, πιστεύουν ότι ο σύγχρονός τους ελληνικός πληθυσμός είναι σλαβικής καταγωγής, που διατήρησε όμως την ελληνική γλώσσα. «Οι Έλληνες της Τουρκίας είναι ως επί το πλείστο σλαβικής καταγωγής, όμως υιοθέτησαν την σύγχρονη ελληνική γλώσσα. Πράγματι, με εξαίρεση λίγες ευγενικές οικογένειες της Κωνσταντινούπολης και της Τραπεζούντας, είναι τώρα γενικά αποδεκτό ότι πολύ λίγο καθαρό ελληνικό αίμα υπάρχει ακόμα και στην Ελλάδα». [2][3] Όπως σχολιάζει ο Παύλος Τζερμιάς, μια τέτοια θέση συνιστά «υποτίμηση του νεοελληνικού εθνισμού» και φτάνει και στην υιοθέτηση φυλετικών επιχειρημάτων.[4] Όταν ο Φρανσουά-Ρενέ ντε Σατωμπριάν ταξίδεψε στην σύγχρονη Ελλάδα, απελπίστηκε. Η μελαγχολία της τωρινής κατάντιας των Ελλήνων τον θλίβει, καθώς αναλογίζεται το αρχαίο μεγαλείο με το οποίο επιχειρεί τη σύγκριση. Το Βυζάντιο γι' αυτόν δεν υπάρχει, τον αφήνει ασυγκίνητο, αδυνατεί να κατανοήσει την ορθόδοξη πίστη. "Οι νεοέλληνες είναι σκλάβοι, αμόρφωτοι, χωρίς συναίσθηση του τόπου όπου ζουν". Ο Σατωβριάνδος «δεν είδε με εμπιστοσύνη τους σύγχρονους Έλληνες, δεν πρόσεξε την πολιτική τους ωρίμανση, δεν επισήμανε το αντιστασιακό τους πνεύμα, δεν προφήτεψε ούτε συνηγόρησε την εθνική τους χειραφέτηση». [5][6] Ο πασίγνωστος ποιητής και φιλέλληνας Λόρδος Βύρων μετά το πρώτο του ταξίδι στην Ελλάδα, το οποιό κράτησε 10 εβδομάδες, έκανε τον Βύρωνα να δει τους Έλληνες όπως πραγματικά ήταν την περίοδο εκείνη, και όχι όπως τους είχες γνωρίσει στο Πανεπιστήμιο και στις σπουδές του. Ο Βύρωνας επίσης μόλις ήρθε για πρώτη φορά αντιμέτωπος με τα αρχαιοελληνικά ερείπια, του προκάλεσε ανάμεικτα συναισθήματα. Από την μία δέος και χαρά για την δόξα της Αρχαίας Ελλάδας, αλλά και την μεγάλη του στενοχώρια για την κατάσταση των ΝεοΕλλήνων. Τα αισθήματα αυτά καταγράφτηκαν στα ποιήματα τα οποία έγραψε ύστερα για την επίσκεψή του στην ΝεοΕλλάδα, που παρ'όλες τις επιφυλάξεις του άσκησαν τεράστια επιρροή και στο κίνημα Φιλλεληνισμού άλλων χωρών. Ο Βύρων θα συνεχίσει για όλη του την πορεία να έχει ανάμεικτα συναισθήματα για την σύγχρονη Ελλάδα και τους ΝεοΈλληνες, κι ας έδωσε εν τέλει ακόμα και την ζωή του για την Ελληνική Επανάσταση και τον Ελληνισμό.[7][8]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Δ.Γ. Αποστολόπουλος, "Νέοι Έλληνες", Ο Ερανιστής, 25 (2005), σ. 87-93 και υποσημ. 24
  2. K. Marx-Fr. Engels, Η Ελλάδα, η Τουρκία και το ανατολικό ζήτημα, εισ. μτφρ. υπομνηματισμός Παναγιώτης Κονδύλης, εκδ. Γνώση, Αθήνα, 1985, σελ.55
  3. Το απόσπασμα σε: Ορφέα Οικονομίδη (Πετράνου), Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν για την Ελλάδα, εκδ.Ορφέας, Αθήνα, 1986, σελ.28-29 και στο: K. Marx-Fr. Engels, Η Ελλάδα, η Τουρκία και το ανατολικό ζήτημα, εισ. μτφρ. υπομνηματισμός Παναγιώτης Κονδύλης, εκδ. Γνώση, Αθήνα, 1985, σελ. 98
  4. Παύλος Τζερμιάς, Μαρξισμός και ιστοριογραφία στην Ελλάδα. Μια κριτική θεώρηση, εκδ. Ελληνική ευρωεκδοτική, Αθήνα, 1987, σελ.170
  5. Γιώργου Φρέρη, «Ο μισελληνισμός του Σατωβριάνδου», Ηπειρωτικό Ημερολόγιο, τομ. 7 (1985), σελ.284-285
  6. Γιώργου Φρέρη, «Ο μισελληνισμός του Σατωβριάνδου», Ηπειρωτικό Ημερολόγιο, τομ. 7 (1985), σελ.294
  7. Ο πόλεμος του Μπαιρον, Beaton Roderick
  8. Λόρδος Βύρων, Η ζωή και το έργο του,ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ Κ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ