Μπέικιν πάουντερ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αντίδραση μπέικιν πάουντερ με νερό

Το μπέικιν πάουντερ είναι χημικός διογκωτικός παράγοντας σε σκόνη.[1] Αποτελείται από μαγειρική σόδα, ένα ασθενές οξύ και έκδοχα. Δρα με την απελευθέρωση αερίου διοξειδίου του άνθρακα στη ζύμη ή το κουρκούτι μέσω μιας αντίδρασης οξέος-βάσεως, και οι φυσαλίδες διογκώνουν τη νωπή ζύμη με αποτέλεσμα ένα φουσκωτό και αφράτο αρτοπαρασκεύασμα .

Τα έκδοχα του μπέικιν πάουντερ μπορεί να είναι άμυλο καλαμποκιού ή άμυλο πατάτας. Χρησιμοποιείται ως απορροφητικό της υγρασίας, παρατείνοντας τη διάρκεια ζωής του προϊόντος στο ράφι, αφού η σκόνη πρέπει να διατηρείται ξηρή. Το μπέικιν πάουντερ συχνά διατίθεται εμπορικά συσκευασμένο σε χαρτοσυσκευασία και ισχύει ότι η σκόνη πρέπει να προστατεύεται από την υγρασία, αφού τα συστατικά της παρουσία νερού θα αντιδράσουν πρόωρα και θα χαλάσει το προϊόν. Σε βιομηχανική κλίμακα το άμυλο διευκολύνει τη ροή και μίξη των συστατικών. [2]

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Σόδα και Μπέικιν!». Άκης Πετρετζίκης. Ανακτήθηκε στις 17 Αυγούστου 2018. 
  2. McGee, Harold (2004). On Food and Cooking (revised έκδοση). Scribner-Simon & Schuster. σελ. 534. Ανακτήθηκε στις 12 Αυγούστου 2009.