Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μνημείο Ηρώων της Αυστραλίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μνημείο Ηρώων της Αυστραλίας
Shrine of Remembrance
Χάρτης
Είδοςμνημείο μνήμης για τον πόλεμο
Αρχιτεκτονικήνεοκλασική αρχιτεκτονική
ΔιεύθυνσηBirdwood Avenue, Melbourne, Victoria, Australia[1][2]
Γεωγραφικές συντεταγμένες37°49′50″S 144°58′24″E
Διοικητική υπαγωγήCity of Melbourne[2]
ΤοποθεσίαΜελβούρνη
ΧώραΑυστραλία[2]
Έναρξη κατασκευής1918
Ολοκλήρωση11  Νοεμβρίου 1934[3]
ΑρχιτέκτοναςHudson and Wardrop
ΠροστασίαVictorian War Heritage Inventory listing[4], listed on the Victorian Heritage Register[5] και Military Memorial of National Significance in Australia[6]
Ιστότοπος
Επίσημος ιστότοπος
Commons page Πολυμέσα

Το Shrine of Remembrance (Μνημείο των Ηρώων), βρίσκεται στο Kings Domain στην οδό St Kilda στη Μελβούρνη της Αυστραλίας και έχει χτιστεί στη μνήμη των αντρών και γυναικών της Victoria που υπηρέτησαν κατά τον A΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πλέον αποτελεί μνημείο για όλους τους Αυστραλούς που έχουν πολεμήσει. Είναι το μέρος όπου γίνονται οι ετήσιες εκδηλώσεις, ANZAC Day (25 Απριλίου) και Remembrance Day (11 Νοεμβρίου) και είναι ένα από τα μεγαλύτερα μνημεία που υπάρχουν στην Αυστραλία. Σχεδιαστές του ήταν οι αρχιτέκτονες Phillip Hudson και James Wardrop, οι οποίοι ήταν και βετεράνοι του A΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Το Μνημείο είχε μεγάλη διάρκεια χτισίματος, η οποία ξεκίνησε το 1918, με την αρχική ιδέα να χτιστεί ένα Βικτωριανό μνημείο. Δημιουργήθηκαν δυο επιτροπές, εκ των οποίων η μια είχε προκηρύξει διαγωνισμό για τον σχεδιασμό του μνημείου. Ο νικητής ανακηρύχτηκε το 1922. Ωστόσο, οι αντίθετοι σε αυτή την πρόταση (υπό την αρχηγία του Keith Murdoch και της εφημερίδας Ο Κήρυκας), ανάγκασε τους κυβερνήτες να ξανασκεφτούν τα επί του σχεδίου και προτάθηκαν εναλλακτικές λύσεις, εκ των οποίων η πιο σημαντική ήταν το τετράγωνο του ANZAC το 1926. Σε ανταπόκριση αυτού, ο Στρατηγός Sir John Μonash, χρησιμοποίησε το 1927 το μέρος του Shrine για να κάνει την παρέλαση της ANZAC Day, κάτι που κέρδισε και την υποστήριξη του κυβερνήτη της Victoria αργότερα την ίδια χρονιά. Ο θεμέλιος λίθος στήθηκε στις 11 Νοεμβρίου του 1927 και το Shrine εγκαινιάστηκε επίσημα στις 11 Νοεμβρίου του 1934.

Μόλις τελείωσε ο πόλεμος τον Νοέμβριο του 1918, προτάθηκε η ανέγερση ενός μνημείου ηρώων στη Μελβούρνη. Στα τέλη της δεκαετίας του '20 η κυβέρνηση της πολιτείας της Βικτώρια διόρισε τη Συμβουλευτική Επιτροπή Μνημείων Ηρώων, η οποία πρότεινε για μια "αψίδα θριάμβου" πάνω από την οδό St Kilda, η οποία είναι η κύρια λεωφόρος που οδηγεί έξω από τη Μελβούρνη με κατεύθυνση προς τον νότο. Τον Αύγουστο του 1921 σχηματίστηκε μια εκτελεστική επιτροπή, με τον πρώην διοικητή των Αυστραλιανών δυνάμεων στον πόλεμο, τον Στρατηγό Σερ Τζον Μόνας, ως ηγετική της δύναμη. Η επιτροπή εγκατέλειψε σύντομα την ιδέα της αψίδας και πρότεινε ένα τεράστιο μνημείο στα ανατολικά της λεωφόρου St Kilda, μια θέση που θα το έκανε ξεκάθαρα ορατό από το κέντρο της πόλης. Ξεκίνησε ένας διαγωνισμός τον Μάρτιο του 1922 για να βρεθεί ο σχεδιασμός του νέου μνημείου, ανοιχτός και στα δύο θέματα, ένα από Βρετανούς υπηκόους που διέμεναν στην Αυστραλία και το άλλο από οποιονδήποτε Αυστραλό πολίτη που κατοικούσε εκτός χώρας. Συνολικά υποβλήθηκαν 83 αιτήσεις και τον Δεκέμβριο του 1923 το σχέδιο ανατέθηκε σε δύο Μελβουρνιανούς αρχιτέκτονες (και βετεράνους πολέμου), τον Φίπ Χάντσον και τον Τζέημς Γουόντροπ, που είχαν ανακοινωθεί ως νικητές.

Ανταπόκριση και αντιπαράθεση: 1922-1927

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το νικητήριο σχέδιο είχε έναν αριθμό υποστηρικτών, συμπεριλαμβανομένου εκδοτικών οίκων, όπως τους "The Age" και "George Taylor" μερικούς με βάση το Σίδνεϋ, διακεκριμένους πολίτες, όπως στον καλλιτέχνη Μόρμαν Λίντσεϊ και τον Κοσμήτορα της Αρχιτεκτονικής από το Πανεπιστήμιο του Σίδνεϋ, Λέσλι Γουίλκινσον και το Βασιλικό Αυστραλιανό Ινστιτούτο των Αρχιτεκτόνων (οι οποίοι ενεπλάκησαν σοβαρά στον διαγωνισμό). Παρόλα αυτά, ο σχεδιασμός επικρινόταν άγρια από μερικούς -ιδίως από την εφημερίδα "Κήρυκας" του Κηθ Μέρντοχ, όπου ο Μέρντοχ περιέγραφε το Μνημείο ως υπερβολικά δύσκαμπτο και βαρύ, ότι δεν υπάρχει χάρη και ομορφιά πάνω του και πως είναι ένας τάφος του σκότους"- με βάση τη μεγαλοπρέπειά του, την αυστηρότητα του σχεδίου του και των δαπανών του. Ως μέρος της καμπάνιας ενάντια στην πρόταση του Μνημείου, ο Κήρυκας, έψαξε για εναλλακτικά σχέδια, υποστηρίζοντας πως τα έξοδα θα μπορούσαν να δαπανηθούν σε πιο πρακτικά θέματα, όπως νοσοκομεία ή στην κατασκευή σπιτιού μιας χήρας πολέμου. Επιπλέον, μερικές Χριστιανικές εκκλησίες, επιτέθηκαν και αυτές στον σχεδιασμό κατηγορώντας τον για παγανισμό μιας και δεν είχε σταυρό ή άλλο Χριστιανικό στοιχείο.

Η νέα Βκτωριανή κυβέρνηση των Εργατών το 1924, υπό τον Τζωρτζ Πρέντεργκαστ, υποστήριξε την άποψη του Κήρυκα και κατευθύνθηκε για ένα αναμνηστικό νοσοκομείο αντί μνημείου ηρώων. Όταν η κυβέρνηση των Εργατών αντικαταστάθηκε από αυτή του Τζον Άλλαν με τον συνασπισμό Επαρχιωτών/Εθνικών, το σχέδιο άλλαξε για μια ακόμη φορά, γέρνοντας προς την αρχική πρόταση δημιουργίας μιας αψίδας θριάμβου πάνω από τη Λεωφόρο St Kilda. Ως αποτέλεσμα αυτής της διαμάχης, οι σημαντικές καθυστερήσεις ανέβαλαν την κατασκευή του νέου μνημείου και έτσι ανεγέρθηκε ένα προσωρινό κενοτάφιο από ξύλο και γύψο, για την παρέλαση της ημέρας ANZAC. Η επιτυχία του προσωρινού κενοταφίου οδήγησε τη Βικτωριανή κυβέρνηση να εγκαταλείψει το πρώτο σχέδιο το 1926 και να προτείνει αντί αυτού να χτιστεί ένα μόνιμο κενοτάφιο σε μια πλατεία με την ονομασία "Πλατεία ANZAC" στην κορυφή της οδού Burke μπροστά από τη Βουλή. Παρόλο που αυτό θα συμπεριλάμβανε την κατεδάφιση του ξενοδοχείου Windsor, ένα από τα αγαπημένα ξενοδοχεία της Μελβούρνης, το νέο σχέδιο κέρδισε την υποστήριξη του Κήρυκα, του Συνδέσμου Επαναπατρισμένων Στρατιωτών και του Συμβουλίου της Πόλης της Μελβούρνης.

Παρόλα αυτά, ο Μόνας και ο οργανισμός Legacy συνέχιζαν να υποστηρίζουν το Μνημείο. Μετά από ψηφοφορία του εκτελεστικού τους συμβουλίου υπέρ του Μνημείου, ο Legacy ξεκίνησε μια καμπάνια δημοσίων σχέσεων, κερδίζοντας την υποστήριξη πολλών από τα ΜΜΕ -αν και το συμβούλιο, η κυβέρνηση της πολιτείας και ο Κήρυκας συνέχιζαν να διαφωνούν. Το 1927, στην επίσκεψη του τότε Δούκα της Υόρκης, Πρίγκιπα Αλβέρτου, ο Μόνας μίλησε την παραμονής της Ημέρας ANZAC σε δείπνο του Συλλόγου Βετεράνων, υποστηρίζοντας το Μνημείο. Στο πλήθος είχαν σκόπιμα τοποθετηθεί υποστηρικτές που επευφημούσε πανηγυρικά κατά το πλείστον του λόγου του και βοήθησε να δημιουργηθεί μια φουσκοθαλασσιά υποστήριξης. Όταν κλήθηκε ψηφοφορία, η πλειοψηφία ψήφισε υπέρ της ανέγερσης του Μνημείου. Την επόμενη ημέρα, με τον Μόνας να οδηγεί 30.000 βετεράνους στην παρέλαση της Ημέρας ANZAC το 1927 και με τη νέα υποστήριξη του Συλλόγου Βετεράνων, των εφημερίδων Age και Argus, η πρόταση του Μνημείου είχε κερδίσει μια "νέα ώθηση". Αντιμέτωπος με τέτοια υποστήριξη και με τα επιχειρήματα του Μόνας ότι η Πλατεία ANZAC θα είναι απαγορευτικά ακριβή, η νέα κυβέρνηση των Εργατικών του Έντμοντ Χόγκαν αποφάσισε υπέρ του Μνημείου.

Άλλο ένα παλιό σημείο διαμάχης (αν και όχι ρητά σχετισμένο με τη φύση του μνημείου) αφορούσε την πιθανότητα ενσωμάτωσης κάποιου "Τάφου του Άγνωστου Στρατιώτη" μέσα στο Μνημείο -μια προσέγγιση που προασπίστηκε ο Σύλλογος Βετεράνων του St Kilda και που είχε σχέδια ταφής ενός στρατιώτη, είτε από την Καλλίπολη ή τη Γαλλία την Ημέρα ANZAC στις 25 Απριλίου 1922. Αυτή η πρόταση έλαβε μια τεράστια δημόσια διαμάχη, μεταξύ της διαφωνίας ότι ο Άγνωστος Στρατιώτης στο Westminster Abbey εκπροσωπούσε όλους τους νεκρούς της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Ο Μόνας ήταν στο πλευρό αυτών που ήταν εναντίον μιας τέτοιας ταφής, μιας και παρόλο που έβλεπε το μέρος για έναν Άγνωστο Στρατιώτη σε ένα εθνικό μνημείο, δεν αισθανόταν ότι θα ήταν κατάλληλο για Μνημείο της Βικτώρια. Ο Λίθος της Μνήμης τοποθετήθηκε αργότερα σε σημείο όπου θα μπορούσε να αναπαυθεί ο Άγνωστος Στρατιώτης. Ένας Αυστραλός Άγνωστος Στρατιώτης τελικά θάφτηκε στο Αυστραλιανό Μνημείο Πολέμου από τον Πρωθυπουργό Πολ Κίτινγκ στις 11 Νοεμβρίου του 1993.

Κατασκευή και αφιέρωση: 1927-1934

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο θεμελιώδης λίθος τοποθετήθηκε στις 11 Νοεμβρίου του 1927, από τον Κυβερνήτη της Βικτώρια, Λόρδο Σόμερς. Αν και οι δύο κυβερνήσεις (της Βικτόρια και της Κοινοπολιτείας) συνέβαλαν, το μεγαλύτερο κόστος του Μνημείου (160.000 λίρες Αγγλίας από το σύνολο των 250.000 λιρών, κάτι που ισοδυναμεί με 8,5 εκατομύρια και 13,3 εκατομύρια λίρες αντίστοιχα για το 2016) μαζεύτηκαν σε λιγότερο από 6 μήνες από εισφορές του κοινού, έχοντας το Μόνας ως επικεφαλής του εράνου.

Ο Μόνας που ήτν επίσης και μηχανικός, ανέλαβε προσωπική πρωτοβουλία επί της κατασκευής, η οποία ξεκίνησε το 1928 και διαχειρίστηκε από τους εργολάβους Βόγκαν και Λοτζ. Ο Μόνας πέθανε το 1931, πριν το Μνημείο τελειώσει, αλλά το μνημείο ήταν ο "στενότερος σκοπός" της καρδιάς του τα τελευταία χρόνια. Οι εργασίες τελικά τελείωσαν τον Σεπτέμβριο του 1934 και το Μνημείο αφιερώθηκε επίσημα στις 11 Νοεμβρίου του 1934 από τον Δούκα του Γκλοσέστερ, μπροστά σε ένα πλήθος 300.000 ανθρώπων -μια "μαζική προέλευση" δεδομένου του τότε πληθυσμού της Μελβούρνης που ήταν περίπου 1 εκατομύριο και, σύμφωνα με τον Καρλ Μπριτζ, το "μεγαλύτερο πλήθος ποτέ που μαζεύτηκε στην Αυστραλία εκείνες τις μέρες".

Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: 1945-1985

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κρίθηκε αναγκαία να προστεθεί στο Μνημείο ένα στοιχείο που θα τιμούσε τη μνήμη των Αυστραλών νεκρών του πολέμου που έπεσαν στη δεύτερη μεγαλύτερη διαμάχη. Για μια φορά ακόμη υπήρξε διαγωνισμός, με τους Α. Σ. Φολλ και Ε. Ε. Μίλστον να είναι ισόπαλοι νικητές. Τελικά το σχέδιο του Μίλστον επιλέχθηκε ως αυτό που θα προχωρούσε και το αποτέλεσμα ήταν το Προαύλιο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μια ευρεία έκταση πέτρας εμπρός από το βόρειο τμήμα του Μνημείου: την Αιώνια Φλόγα, μια μόνιμη φλόγα από αέριο, τοποθετημένη δυτικά του βόρειου τμήματος και το Μνημείο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ένα κενοτάφιο ύψους 12,5 μέτρων (41 πόδια) λίγο δυτικότερα. Το Προαύλιο αντικατέστησε μια τεχνητή λίμνη που καθρέφτιζε το Μνημείο και ήταν ακριβώς μπροστά του. Οι διευρύνσεις εγκαινιάστηκαν από τη Βασίλισσα Ελισάβετ Β΄ στις 28 Φεβρουαρίου 1954. Οι μετέπειτα εμπλοκές της Αυστραλίας σε πολέμους, όπως τον Πόλεμο της Κορέας, την Εκστρατεία του Βόρνεο (1945), τα Έκτατα Περιστατικά του Μαλέι, την Ινδονησιακή Αναμέτρηση, το Βόρειο Βόρνεο και το Σαράουακ, τον Πόλεμο του Βιετνάμ και τον Πόλεμο του Κόλπου, τιμώνται με επιγραφές.

Το 1951 το σώμα του Αρχιστράτηγου Σερ Τόμας Μπλέιμι, που ήταν ο Αυστραλός στρατιωτικός διοικητής κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, παρέμεινε στο Μνημείο για τρεις ημέρες για δημόσια θέα και ακολούθησε κηδεία στο ίδιο μέρος. 20.000 άνθρωποι επισκέφτηκαν το Μνημείο κατά την παραμονή του.

Κατά τη διάρκεια του Πολέμου του Βιετνάμ το Μνημείο έγινε κέντρο διαμάχης αντι-πολεμικοί διαδηλωτές διαδήλωσαν την Ημέρα ANZAC κατά της ανάμειξης της Αυστραλίας στον πόλεμο. Το 1971 το Μνημείο καταστράφηκε όταν κάποιοι έβαψαν τη λέξη ΕΙΡΗΝΗ! με μεγάλα άσπρα γράμματα στις κολώνες της βόρειας στοάς.

Το 1985 προστέθηκε ο Κήπος του Μνημείου κάτω από το δυτικό πρόσωπο του Μνημείου εις μνήμη αυτών που υπηρέτησαν στις μάχες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ανάπλαση: 2002- σήμερα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εργασίες αποκατάστασης στις ταράτσες περιτριγυρίζουν το Μνημείο κατά τη δεκαετία του '90 και για άλλη μια φορά ανοίγουν οι πιθανότητες εκμετάλλευσης στον χώρο κάτω από το Μνημείο. Επειδή το Μνημείο είχε χτιστεί σε ένα κούφιο τεχνητό λόφο, το τμήμα αυτό (αν και γεμάτο μπάζα από την κατασκευή του) μπορούσε να γίνει ένας τεράστιος χώρος για ανάπτυξη. Σε ένα σχέδιο κόστους 5,5 εκατομμυρίων δολαρίων, η νέα εξέλιξη σκόπευε να δημιουργήσει ένα κέντρο επισκεπτών, εγκαταστάσεις διαχείρισης και βελτιωμένη πρόσβαση στην κρύπτη του Μνημείου, καθώς πολλοί από τους εναπομείναντες βετεράνους και οι οικογένειές τους, έβρισκαν δύσκολο το να ανεβούν τις σκάλες της παραδοσιακής εισόδου στις τελετές. Στην ανακατασκευή, δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στην τοποθεσία της νέας εισόδου. Το αρχικό σχέδιο ήταν η χρήση ενός τούνελ από τα ανατολικά, αλλά απορρίφθηκε καθώς "δεν είχε την έννοια της τελετής". Αντί αυτού, αποφασίστηκε να δημιουργηθούν δύο νέες αυλές και να τοποθετηθεί η νέα στοά κάτω από τις βόρειες σκάλες. Η κατασκευή άρχισε το 2002, με το σχέδιο Μελβουρνιανών αρχιτεκτόνων της Ashton Raggatt McDougall και τα καινούρια τμήματα άνοιξαν τον Αύγουστο του 2003. Το ολοκληρωμένο σχέδιο βραβεύτηκε με το Μετάλλιο Βικτωριανής Αρχιτεκτονικής από το Βασιλικό Αυστραλιανό Ινστιτούτο Αρχιτεκτόνων το 2004.

Μετά την ολοκλήρωση αυτής της κατασκευής, υπήρχαν ακόμα μερικές ανάγκες για περαιτέρω βελτίωση του τοπίου και κυρίως για τη δημιουργία εγκαταστάσεων για την εκπαίδευση πάνω στους πολέμους. Παρουσιάστηκε μια πρόταση 62 εκατομμυρίων δολαρίων το 2006, για την ενσωμάτωση ενός μουσείου και ενός υπόγειου πάρκινγκ. Για άλλη μια φορά ο σχεδιασμός έγινε από την Ashton Raggatt McDougall, αλλά η πρόταση αντικρούσθηκε από ντόπιους κατοίκους και μερικά μέλη του συμβουλίου και είχε σημαντικά προβλήματα χρηματοδότησης όταν η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση αποφάσισε να μη διαθέσει κονδύλια.

Το 2012 η Βικτωριανή Κυβέρνηση ανακοίνωσε πως 22,5 εκατομμύρια δολάρια θα παρέχονταν για την ανάπλαση του υπόγειου τμήματος του Μνημείου και την επέκτασή του προς τα νότια. Ο νέος εκθεσιακός χώρος, γνωστός με το όνομα "Galleries of Remembrance", άνοιξε την Ημέρα της Ενθυμίσεως το 2014. Το επίκεντρο της νέας ανάπτυξης είναι μια σωστική λέμβο από το πλοίο SS Devanha, η οποία χρησιμοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της απόβασης του Αυστραλιανού Στρατού στην αρχή της εκστρατείας της Καλλίπολης το 1915.

Αρχιτεκτονική και χαρακτηριστικά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα υλικά κατασκευής του Μνημείου πάρθηκαν από την Αυστραλία: η πέτρα που επιλέχθηκε για το κτίριο ήταν γρανοδιορίτης που λατομήθηκε από το Tynong. Για τους εσωτερικούς τοίχους χρησιμοποιήθηκε αμμόλιθος από το Redesdale και οι μαύρες μαρμάρινες κολώνες χρησιμοποίησαν πέτρα από το Buchan. Υπήρξαν μερικές ανησυχίες κατά την αναδημιουργία του Μνημείου, μιας και το λατομείο του Tynong δεν ήταν πλέον σε λειτουργία και ήταν απαγορευτικά ακριβό το να ξανανοίξει. Ευτυχώς, ένα άλλο λατομείο στην περιοχή ήταν διαθέσιμο και μπόρεσε να παρέχει την απαραίτητη πέτρα.

Το σχέδιο του Μνημείου, είναι βασισμένο στο αρχαίο Μαυσωλείο της Αλλικαρνασού ενός από τα Επτά Θαύματα του Κόσμου και του Παρθενώνα στην Αθήνα. Είναι μια κατασκευή τετράγωνης κάτοψης που έχει σκεπή μια βαθμιδωτή πυραμίδα και έχει εισόδους στον βορρά και στον νότο μέσω κλασσικών στοών, έχοντας η κάθε μια οχτώ αυλακωτές κολώνες Δωρικού ρυθμού οι οποίες βαστάζουν ένα αέτωμα που περιέχει γλυπτά άριστης γλυπτικής. Οι στοές προσεγγίζονται από πλατύσκαλα που ανεβαίνουν ανά στάδια ως την εξέδρα στην οποία κάθεται το Μνημείο. Η δυτική και ανατολική όψη είναι σημειωμένες στις γωνίες από τέσσερις ομάδες αγαλμάτων του Πολ Ράφαελ Μόντφορντ, που αναπαριστούν την Ειρήνη, τη Δικαιοσύνη, τον Πατριωτισμό και τη Θυσία. Το στυλ Art Deco και τα μοτίβο είναι σχεδιασμένα με Ελληνική και Ασσυριακή γλυπτική. Ο συμβολισμός είναι Νεο-Κλασσικός.

Γύρω από το εξωτερικό πέτρινο κιγκλίδωμα που σηματοδοτεί τα εξωτερικά σύνορα του Μνημείου βρίσκονται οι 16 πέτρινοι δίσκοι "τιμής των μαχών". Αντιπροσωπεύουν τις τιμητικές μάχες που κερδήθηκαν από τον Βασιλιά Γεώγιο Ε' και τιμούν τη μνήμη στη συμβολή της Αυστραλίας στις παρακάτω μάχες: Απόβαση των ANZAC (Καλλίπολη), Sari Bair, Rumani, Gaza-Beersheba, τη Νότια Θάλασσα, τα Νησιά Κόκος, Megiddo, Δαμασκός, Villers Bretonneux, τη Μάχη της Αμιένης, Mont St Quentin, τη Γραμμή του Χίντενμπεργκ, τη Μάχη του Πασεντάλε, τη Μάχη της Μεσσίν, Pozieres και Bullecour.

Μέσα στο Μνημείο υπάρχει το Ιερό, ένας μεγάλος θολωτός χώρος που έχει τέσσερις ψηλές εισόδους Κλασσικού σχεδιασμού. Ένας απλός θργκός βαστάζεται από δεκαέξι αυλακωτές κολώνες Ιονικού ρυθμού και στηρίζει ένα διάζωμα με δώδεκα ανάγλυφους πίνακες σκαλισμένους από τον Lyndon Dadswell, που απεικονίζουν στρατιωτικά τμήματα εν ώρα εργασίας και εν ώρα δράσης κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Στο κέντρο του Ιερού, υπάρχει ο Λίθος της Ενθυμίσεως. Είναι μια μαρμάρινη πέτρα βυθισμένη σε ένα λιθόστρωτο, ώστε οι επισκέπτες να πρέπει να σκύψουν το κεφάλι τους για να καταφέρουν να διαβάσουν την επιγραφή πάνω της:

GREATER LOVE HATH NO MAN

Η επιγραφή είναι μέρος του στίχου από τη Βίβλο (Ιωάννης 15:13) "Κανείς άνθρωπος δεν έχει μεγαλύτερη αγάπη από αυτό, που κάποιος μπορεί να δώσει και τη ζωή του για τους φίλους του". Η πέτρα είναι ευθυγραμμισμένη με μια οπή στην οροφή του Ιερού, έτσι ώστε μια ακτίνα ηλιακού φωτός να πέφτει πάνω στη λέξη ΑΓΑΠΗ που είναι χαραγμένη στην Πέτρα της Ενθυμίσεως, ακριβώς στις 11πμ στις 11 Νοεμβρίου, σηματοδοτώντας την ώρα και τη μέρα της ανακωχής η οποία έληξε τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Από την ημέρα που η Βικτώρια μπήκε στο σύστημα θερινής ώρας η αχτίδα φωτός σταμάτησε να πέφτει στο ακριβές σημείο στις 11πμ. Τοποθετήθηκε ένας καθρέφτης για να κατευθύνει την αχτίδα φωτός πάνω στην πέτρα τις 11πμ. Τον υπόλοιπο χρόνο, το φως χρησιμοποιείται για λόγους προσομοίωσης.

Ο Μόνας, με τη συμβουλή του Καθηγητού T. G. Tucker και τη βοήθεια του Μπέρναρντ Ο'Ντόουντ και του Φέλιξ Μέιερ, βράβευσαν την επιγραφή του Φίλιπ Χάντσον, η οποία υπάρχει στο δυτικό τοίχος του Μνημείου:

LET ALL MEN KNOW THAT THIS IS HOLY GROUND. THIS SHRINE, ESTABLISHED IN THE HEARTS OF MEN AS ON THE SOLID EARTH, COMMEMORATES A PEOPLE'S FORTITUDE AND SACRIFICE. YE THEREFORE THAT COME AFTER, GIVE REMEMBRANCE.

Αυτή η επιγραφή και πάλι, προκάλεσε τις επικρίσεις, σύμφωνα με τον Τέιλορ "επειδή δεν είχε Χριστιανικά (ή λοιπά θρησκευτικά) στοιχεία", αλλά λαμβάνει υπόψη την Αυστραλιανή παράδοση και "τον στωικό πατριωτισμό". Η επιγραφή στο ανατολικό τοίχος, δεν είναι γραμμένη από τον Μόνας γράφει:

THIS MONUMENT WAS ERECTED BY A GRATEFUL PEOPLE TO THE HONOURED MEMORY OF THE MEN AND WOMEN WHO SERVED THE EMPIRE IN THE GREAT WAR OF 1914–1918.

Το Ιερό περιβάλλεται από ένα πέρασμα που μαζί με σαράντα δύο χάλκινα φέρετρα περιέχουν χειρόγραφα φωτεινά Βιβλία της Ενθυμίσεως με τα ονόματα κάθε Βικτωριανού που στρατολογήθηκε για ενεργή υπηρεσία με τις Αυστραλιανές Αυτοκρατορικές Δυνάμεις (AIF) ή με την Ααυστραλιανή Ναυτική και Στρατιωτική Εξερευνητική Δύναμη στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ή αυτών που πέθαναν πριν την επιβίβαση. 

 Κάτω από το Ιερό, υπάρχει η Κρύπτη που έχει ένα χάλκινο άγαλμα ενός πατέρα και υιού, που αναπαριστούν τις δύο γενιές που υπηρέτησαν στους δύο πολέμους. Γύρω στους τοίχους, υπάρχουν πίνακες με τη λίστα ξεκινώντας από μονάδες του AIF, μέχρι και τάγματα και συντάγματα, μαζί με τα χρώματα των σημάτων των μονάδων. Στην Κρύπτη υπάρχουν κρεμασμένες οι σημαίες των διάφορων ταγμάτων και συνταγμάτων, με λίστες των τιμόμενων μαχών τους. 

Κέντρο επισκεπτών

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι επισκέπτες μπορούν να μπουν στο Μνημείο από την Είσοδο της Αυλής, που έχει την επιγραφή "Lest we forget" στον ένα τοίχο και μια παράθεση από τον πρώην Γενικό Κυβερνήτη Σερ Γουίλιαμ Ντιν στον άλλο. Η Αυλή του Κήπου που είναι στην ίδια παράταξη, χαρακτηρίζεται από την Ελιά του Θρύλου και μια περιοχή με καθίσματα. και οι δύο αυλές έχουν τελείωμα από γρανίτη. 

Η έκθεση των μεταλλίων έχει έναν τοίχο μήκους 40 μέτρων (130 πόδια) και περιέχει γύρω στα 4000 μετάλλια, πυο το καθένα συμβολικά αντιπροσωπεύει 100 Βικτωριανούς που υπηρέτησαν σε επιχειρήσεις πολέμου και ειρήνης, καθώς και έξι που πέθαναν. Χαρακτηριστικό της έκθεσης είναι ο Βικτωριανός Σταυρός που απονεμήθηκε στον Λοχαγό Ρόμπερτ Γκριβ κατά τη διάρκεια της Μάχης της Μεσσίν το 1917. Ο Σταυρός είναι δανεισμένος στο Μνημείο από το Κολέγιο Γουέσλεϊ της Μελβούρνης.

Η Αυλή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κενοτάφιο είναι μια ψηλή κολόνα κατασκευασμένη από γρανίτη. Χαραγμένα στην επιφάνειά του είναι τα ονόματα των ενόπλων δυνάμεων, μαζί με τα θέατρα του πολέμου στα οποία υπηρέτησαν. Στην κορυφή του κενοτάφιου υπάρχει ένα γλυπτό από μελανόλιθο αποτελούμενο από έξι στρατιώτες που κουβαλούν ένα φορείο με ένα πτώμα σκεπασμένο με την Αυστραλιανή σημαία. Το γλυπτό συμβολίζει "το χρέος των ζωντανών προς τους νεκρούς". Η Αιώνια Φλόγα είναι τοποθετημένη εκεί κοντά, αναπαριστώντας την αιώνια ζωή. Η φλόγα έκαιγε διαρκώς με ελάχιστες διακοπές από όταν πρωτοάναψε. Στην άλλη μεριά της αυλής, υπάρχουν τρεις ιστοί σημαίας. Η συνήθης διάταξη περιέχει την Αυστραλιανή σημαία στα αριστερά, τη Βικτωριανή σημαία στη μέση και μια από τις σημαίες των τριών ενόπλων δυνάμεων στα δεξιά. Άλλες σημαίες μπορεί να ανεμίζουν σε ιδιαίτερες περιστάσεις, κάτι που κανονίζεται σύμφωνα με αυστηρά πρωτόκολλα.

Ο Κήπος της Ενθυμίσεως

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κήπος της Ενθυμίσεως περιλαμβάνει μια πισίνα, έναν καταρράκτη και έναν τοίχο από γρανίτη, που φέρει όλα τα ονόματα των ειρηνευτικών και πολεμικών επιχειρήσεων στις οποίες πήρε μέρος η Αυστραλία μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως το Κουβέιτ (Περσικός Κόλπος) και το Ανατολικό Τιμόρ.

Περίγυρος και Εφεδρεία Μνημείου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν και οι πρώτοι αρχιτέκτονες είχαν προτείνει να συμπεριλάβουν τέσσερα αγάλματα αρχηγών πολέμου, ο Μόνας απέρριψε αυτό το σχέδιο. Δεν θα υπήρχαν αγάλματα που θα αναπαριστούν συγκεκριμένα άτομα των Αυστραλιανών Ενόπλων Δυνάμεων στο μνημείο αυτό καθ' εαυτό, αλλά ένας αριθμός αγαλμάτων θα προσθέτονταν στα τριγύρω πάρκα. Το πρώτο από αυτά ήταν "Ο Άντρας με το Γαϊδούρι", που αναπαριστούσε τον Τζον Σίμπσον Κιρκπάτρικ, αν και το όνομά του δεν αναφέρεται στο άγαλμα. Επίσημα, έχει ειπωθεί ότι αναπαριστά "την ανδρεία και τη συμπόνια του Αυστραλού στρατιώτη". Το άγαλμα, από τον Γουάλας Άντερσον, τοποθετήθηκε το 1936 με πρωτοβουλία γυναικών που χρηματοδότησαν ένα "Φόρο Μητέρας". Διατάχθηκε επίσης ένα άγαλμα του Μόνας το οποίο σχεδιάστηκε από τον Λέσλι Μπόουλς. Η χύτευση επρόκειτο να ξεκινήσει το 1938, αλλά η επίθεση του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου καθυστέρησε τις εργασίες και έτσι δεν τοποθετήθηκε μέχρι το 1950 και, όπως και με το Σίμπσον και το γάιδαρό του, τοποθετήθηκαν μακρύτερα από το μνημείο.

Το Μνημείο βρίσκεται σε μια τεράστια έκταση πάρκων που επίσημα ονομάζεται Kings Domain. Με το πέρασμα των χρόνων πολλά άλλα μνημεία έχουν χτιστεί σε αυτή την περιοχή, μεταξύ των οποίων και του Αυστραλο-Ελληνικού Μνημείου, για τους νεκρούς Αυστραλούς και Έλληνες νεκρούς κατά τις Μάχες της Ελλάδας και της Κρήτης το 1941 και αγάλματα του Μόνας και του Μπλέιμι. Τα περισσότερα δέντρα που είναι σε ευθυγράμμιση με το Μνημείο, έχουν πλάκες που τιμούν τη μνήμη συγκεκριμένων μονάδων Στρατού, ναυτικών πλοίων ή σμηνών Αεροπορίας, και έχουν τοποθετηθεί από ομάδες βετεράνων. Ένα παλαιότερο μνημείο για τους Βικτωριανούς που έχουν σκοτωθεί στον Β΄ πόλεμο του Μποέρ το 1899-1902 υπάρχει κοντά στη γωνία των οδών St Kilda και Domain.

Το Μνημείο του Οδηγού και Μαστιγωτών (Γουάιπερς), βρίσκεται επίσης στην εφεδρεία του Μνημείου, τιμώντας τη μνήμη των χιλιάδων Αυστραλιανών ψυχών που χάθηκαν κατά τη διάρκεια των μαχών στο Πασεντάλε (Υπρές - παράφραση Γουάιπερς) είναι ο τρόπος με τον οποίο οι στρατιώτες το προσφωνούσαν κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι χάλκινοι στρατιώτες είναι έργο του Βρετανού γλύπτη Τσαρλς Σάρτζεντ Τζάγκερ και αρχικά είχε τοποθετηθεί έξω από το μουσείο και τη Βιβλιοθήκη της Πολιτείας της Βικτώρια στη Μελβούρνη. Μεταφέρθηκαν στο Μνημείο το 1998. Ο οδηγός είναι ένας στρατιώτης που κρατά ένα καμουτσίκι και χαλινάρια, φοράει πανωφόρι, προστατευτικές γκέτες, σπιρούνια και σιδερένιο κράνος. Η φιγούρα είναι ένας επανασχεδιασμός μιας από τις φιγούρες του Μνημείου του Βασιλικού Πυροβολικού στο Χάιντ Παρκ του Λονδίνου. Η άλλη χάλκινη φιγούρα "Γουάιπερς", είναι ένας Βρετανός στρατιώτης πεζικού που στέκεται σκοπός με στάνταρ εξοπλισμό 0,303 τυφέκιο, ξιφολόγχη στο όπλο και ένα Γερμανικό κράνος στα πόδια του. Είναι και αυτό ένας επανασχεδιασμός, παρμένος από το Hoylake and West Kirby War Memorial στο Μέρσεϊσαϊντ της Αγγλίας.

Στις 19 Ιουλίου 2008, που ήταν η 92η επέτειος της Μάχης του Φρομέλ, έγιναν τα αποκαλυπτήρια μιας ρέπλικας του 1998 του γλυπτού του Πίτερ Κόρλετ στο Australian Memorial Park. Απεικονίζει τον Λοχία Σάιμον Φρέιζερ του 57ου Τάγματος, (ενός αγρότη από Byaduk της Βικτώρια), να σώζει ένα πληγωμένο συμπατριώτη από τη γη του κανενός μετά τη μάχη.

Κοντά στην είσοδο του Μνημείου βρίσκεται ο Κήπος Κληρονομιάς της Εκτίμισης, που δημιουργήθηκε το 1978. Ο κήπος έχει σχήμα σταυρού και σκιαγραφείται από φράχτες. Κόκκινες παπαρούνες είναι σπαρμένες με τον σπόρο να προέρχεται από το Villers Bretonneux της Γαλλίας, που ανθίσει στο τέλος της άνοιξης. Ένα άγαλμα από τον Λούι Λομέν, η Χήρα και το Παιδί, τοποθετήθηκε για να σηματοδοτήσει την 75η επέτειο της Αυστραλιανης Κληρονομιάς το 1998. Ο Κήπος των Γυναικών, στα βόρεια του μνημείου, συγχωνεύει τσιμεντένιες μνημειώδης βιολέτες μέσα σε ένα δάσος από λουλούδια Τζακαράντας. Η εστίαση του κήπου είναι το Μνημείο Τύμβου των Πρώην Στρατιωτίνων (1985) που μεταφέρθηκε από το King's Domain το 2010.

Ένα Μοναχικό Πεύκο φυτεύτηκε το 1933 κοντά στη βορειοανατολική γωνία του Μνημείου από τον Αντιστράτηγο Σερ Στάνλεϋ Σάβιτζ, ιδρυτή της Κληρονομιάς της Μελβούρνης σε μια επίσημη τελετή. Ήταν ένας από τους τέσσερις σπόρους που φυτεύτηκαν στη Βικτώρια τους οποίους είχε φέρει από την Καλλίπολη ο Λοχίας Κηθ ΜακΝτάουελ. Το δέντρο απομακρύνθηκε το 2012 καθώς είχε υποκύψει σε ασθένεια που προέκυψε από μύκητα. Εν τω μεταξύ, είχε φυτευθεί ένα "εγγονό δέντρο" εκεί κοντά το 2006.

Αναμνηστικές υπηρεσίες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για τα τελευταία 70 χρόνια το Μνημείο ήταν το κέντρο πολεμικών αναμνήσεων στη Μελβούρνη. Αν και η Ημέρα Ενθυμίσεως (11 Νοεμβρίου) είναι η επίσημη ημέρα για την ανάμνηση των νεκρών πολέμου, σταδιακά έχει χάσει τη θέση της στην κοινή γνώμη από την Ημέρα ANZAC (25 Απριλίου), η οποία αντίθετα με την Ημέρα Ενθυμίσεως, είναι μια ιδιαίτερη μέρα αναμνήσεως για Αυστραλία (και Νέα Ζηλανδία). Η Ημέρα ANZAC στο Μνημείο τηρείται από ένα αριθμό τελετών. Η πρώτη από αυτές είναι η Υπηρεσία της Αυγής, ένα γεγονός που προσέλκυσε ένα ρεκόρ πλήθους περισσότερο από 35.000 άτομα, το 2007. Ακολουθείται από μια επίσημη κατάθεση στεφάνων, όπου οι επίσημοι παρελαύνουν στο Μνημείο και τοποθετούν στεφάνια στο Ιερό. Ύστερα, η Παρέλαση της Ημέρας ANZAC πλησιάζει το Μνημείο από την οδό St Kilda και την αυλή πριν σταματήσουν στα σκαλιά και ακολουθείται από έναν εορτασμό που διαρκεί μεταξύ 1:00μμ και 1:30μμ.

Την Ημέρα της Ενθυμίσεως, οι Βικτωριανοί αρχηγοί και μέλη της κοινωνίας μαζεύονται για να γιορτάσουν "τις θυσίες που έγιναν από τους Αυστραλούς σε όλους τους πολέμους και διαμάχες". Υπάρχει ενός λεπτού σιγή στις 11πμ καθώς η αχτίδα φωτός πέφτει πάνω στη λέξη ΑΓΑΠΗ πάνω στον Λίθο της Ενθυμίσεως. Τον υπόλοιπο χρόνο, υπάρχουν τελετές και καταθέσεις στεφάνων από Βικτωριανές μονάδες συνδέσμων και Τάγματα στο Ιερό, μνημόσυνα γύρω από τα πέριξ του Μνημείου και κοντά στα δέντρα της ενθυμίσεως ανάλογα με τους διάφορους συνδέσμους.

Το Μνημείο διαχειρίζεται από τους Επίτροπους του Μνημείου Ενθυμίσεως, δέκα άτομα διορισμένα από Υπουργικό Συμβούλιο, με τη συμβουλή του Υπουργού των Θεμάτων περί Βετεράνων στη Βικτωριανή Κυβέρνηση. Οι Επίτροποι είναι υπεύθυνοι για τη φροντίδα, τη διαχείριση, τη συντήρηση και τη διατήρηση του Μνημείου και των πέριξ του.

Παραδοσιακά, η ασφάλεια του Μνημείου έχει ανατεθεί στη Φρουρά του Μνημείου, της οποίας οι άντρες είχαν στρατιωτική εκπαίδευση. Όλα τα αρχικά 12 μέλη της φρουράς του Μνημείου είχαν κερδίσει μετάλλια ανδρείας κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όταν η φρουρά του Μνημείου συγχωνεύθηκε με τα Σώματα Υπηρεσιών Ασφαλείας της Αστυνομίας της Βικτώρια, μερικοί πολίτες άρχισαν να υπηρετούν και αυτοί στη φρουρά. Κατά τη διάρκεια των ωρών που το Μνημείο είναι ανοιχτό στο κοινό ή υπό λειτουργία οποιασδήποτε τελετής, φορούν στολή που αναπαριστά Αυστραλό του Ελαφρού ιππικού του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με βαθμόσημα της Αστυνομίας της Βικτώρια.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]