Μιχαήλ Ροντζιάνκο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Μιχαήλ Ροτζιάνκο)
Μιχαήλ Ροντζιάνκο
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση21  Φεβρουαρίου 1859
Popasne
Θάνατος24  Ιανουαρίου 1924[1]
d:Q12748850
Τόπος ταφήςΝέο Κοιμητήριο Βελιγραδίου
Χώρα πολιτογράφησηςΡωσική Αυτοκρατορία
ΘρησκείαΡωσική Ορθόδοξη Εκκλησία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΡωσικά
ΣπουδέςΣώμα Ακολούθων
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαΟκτωβριστές
Οικογένεια
ΣύζυγοςAnna Golitsyna
ΤέκναMikhail Rodzyanko
ΓονείςVladimir Rodzyanko και Mariya Vitovtova
ΟικογένειαHouse of Rodzianko
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαμέλος της Κρατικής Δούμας της Ρωσικής Αυτοκρατορίας
member of the State Council of the Russian Empire
ΒραβεύσειςΤάγμα της Αγίας Άννης, Α΄ Τάξη
Αξιωματικός της Λεγεώνας της Τιμής
Commons page Σχετικά πολυμέσα
Μιχαήλ Ροντζιάνκο

Ο Μιχαήλ Βλαντίμιροβιτς Ροντζιάνκο (Ρωσικά: Михаи́л Влади́мирович Родзя́нко, Ουκρανικά: Михайло Володимирович Родзянко, 21 Φεβρουαρίου 1859, Κυβερνείο του Εκατερίνοσλαβ – 24 Ιανουαρίου 1924, Μπέοντρα, Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας) ήταν Ρώσος πολιτικός, Σύμβουλος Επικρατείας και αρχιθαλαμηπόλος της Αυτοκρατορικής οικογένειας, Πρόεδρος της Κρατικής Δούμας και ένας από τους ηγέτες της Φεβρουαριανής Επανάστασης του 1917, κατά την οποία ηγήθηκε της Προσωρινής Επιτροπής της Κρατικής Δούμας. Ήταν άνθρωπος κλειδί στα γεγονότα που οδήγησαν στην παραίτηση του Νικόλαου Β΄ της Ρωσίας στις 15 Μαρτίου 1917.[2]

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ροντζιάνκο γεννήθηκε στην Ποπασνάγια. Προήλθε από μια παλιά και πλούσια Ουκρανική οικογένεια ευγενών και σπούδασε στο Corps des Pages. Από το 1877 μέχρι το 1882 υπηρέτησε στο Σύνταγμα Ιππικού της Φρουράς της Αυτής Μεγαλειότητος. Το 1884 ο Ροντζιάνκο παντρεύτηκε την Άννα Νικολάεβνα Γκαλιτζίνε (1859-1929)· το ζευγάρι είχε τρία παιδιά. Το 1885 παραιτήθηκε και έζησε στα κτήματά του στο Νοβγκορόντ Όμπλαστ. Διορίστηκε Τελετάρχης των τιτλούχων ευγενών. Ο Ροντζιάνκο υπηρέτησε σαν Τελετάρχης το 1899. Το 1900 εξελέγη στο Κυβερνείο του Εκατερίνοσλαβ. Από το 1903 μέχρι το 1905 εξέδιδε μια εφημερίδα, που λεγόταν “Herald Katerinoslav zemstvos”.[3] Το 1906 εξελέγη στα Ζέμστβο ως Εκτελεστικός των Επαρχιακών Ζέμστβο.[4]

Το 1905 ο Ροντζιάνκο ήταν ένας από τους ιδρυτές και ηγέτες του κόμματος των Οκτωβριστών. Έγινε βουλευτής στην Τρίτη Δούμα (1907), αντιπρόεδρος το 1909 και εξελέγη Πρόεδρος στις 22 Μαρτίου 1911 μετά την παραίτηση του Αλεξάντρ Γκουτσκόφ, τον οποίο μισούσαν στην Αυλή σαν “Νεότουρκο”.[3] Συνέχισε μετά σαν Πρόεδρος της Τέταρτης Δούμας από 15 Νοεμβρίου 1912 μέχρι τη διάλυσή της στις 6 Οκτωβρίου 1917 (πριν την Οκτωβριανή Επανάσταση).

Πρόεδρος της Τέταρτης Δούμας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ροντζιάνκο είχε τη γνώμη, μετά τη συνάντηση μεταξύ Γκριγκόρι Ρασπούτιν και Τσάρου Νικολάου Β΄ ότι αυτή: “Σηματοδότησε την αρχή της παρακμής της Ρωσικής κοινωνίας και της απώλειας του γοήτρου του θρόνου και του ίδιου του Τσάρου”. Ο Ροντζιάνκο συγκέντρωσε πληροφορίες για τον Ρασπούτιν και τις παρέδωσε στον Τσάρο. Ο Ροντζιάνκο ζήτησε ο Ρασπούτιν να εγκαταλείψει την πρωτεύουσα,[5] και ο Θεοφάνης της Πολτάβα κράτησε τον Ρασπούτιν για τη σέκτα των Πιστών του Χριστού (Khlysts).[6] “Ο αυτοκράτορας δεν έλαβε υπόψη του την έκθεση, η οποία, ωστόσο, αποδείκνυε χωρίς αμφιβολία ότι ο Ρασπούτιν δεν ήταν ο άγιος άνθρωπος που ισχυριζόταν ότι είναι”. Στις 21 Φεβρουαρίου 1913 ο Ροντζιάνκο εκδίωξε τον Ρασπούτιν από τον Καθεδρικό της Παναγίας του Καζάν λίγο πριν τον εορτασμό των 300 ετών διακυβέρνησης των Ρομανόφ πάνω στη Ρωσία. Είχε τοποθετήσει τον εαυτό του μπροστά από τα καθίσματα τα οποία ο Ροντζιάνκο, μετά από μεγάλη δυσκολία, είχε εξασφαλίσει για τη Δούμα. Σύμφωνα με τον Ορλάντο Φίντζις “… τα μέλη επρόκειτο να καθίσουν πίσω, πολύ πίσω από τις θέσεις που κρατήθηκαν για τους συμβούλους επικρατείας και τους γερουσιαστές. Αυτό, παραπονέθηκε στον τελετάρχη, ‘δεν ήταν σύμφωνο με το αξίωμα’ του κοινοβουλίου.[7] Ο Ρασπούτιν θεωρούσε τον Ροντζιάνκο προσωπικό εχθρό και τον κατήγγειλε σαν ‘χοντρή γάτα’ ”.

Μιχαήλ Ροντζιάνκο, 1910

“Ο Ροντζιάνκο είπε στον Τσάρο τον Μάρτιο του 1913: ‘Ένας πόλεμος θα είναι ευπρόσδεκτος με χαρά και θα ανορθώσει το κύρος της κυβέρνησης’ ”.[8] Τον Απρίλιο του 1915 ο Ροντζιάνκο ταξίδεψε στα Ρωσικά στρατεύματα, τα οποία είχαν καταλάβει την Αυστριακή Γαλικία. Η κυβέρνηση είχε απομονωθεί από όλα τα πολιτικά κόμματα όταν ο Ροντζιάνκο ανέλαβε δράση. Έγινε ο επικεφαλής της Στρατιωτικής-Βιομηχανικής Επιτροπής, ενός οργάνου που δημιουργήθηκε από τους βιομηχανικούς μεγιστάνες προκειμένου να προμηθεύουν τον στρατό. Το κράτος χρηματοδότησε αυτές τις δραστηριότητες, είπαν όμως στον λαό ότι οι επιτροπές ήταν αυτό-διαχειριζόμενες. Τα όπλα και τα πυρομαχικά που παρήγοντο από την Επιτροπή ήταν τουλάχιστον δύο φορές ακριβότερα από τα εργοστάσια που έλεγχε το κράτος. (Οι συνθήκες για τον Ρωσικό Στρατό στο Ανατολικό Μέτωπο βελτιώθηκαν το 1916).

Η Προσωρινή Επιτροπή της Κρατικής Δούμας το 1917

Η 11η Αυγούστου 1915, ήταν η ημέρα που ο Τσάρος ανακοίνωσε ότι θα αναλάμβανε την Ανωτάτη Διοίκηση από τον Μέγα Δούκα Νικόλαο. Σύμφωνα με τον Μ. Νελίπα ο Ροντζιάνκο έπαθε έμφραγμα.[9] Κατά κάποιον τρόπο ο Ροντζιάνκο συνέβαλε στη δημιουργία του Προοδευτικού Μπλοκ.[3]

Για τον Ροντζιάνκο ο Αλεξέι Κβοστόφ είχε κάνει ό,τι καλύτερο μπορούσε για την καταπολέμηση της κλίκας Ρασπούτιν και ο Πρωθυπουργός Μπόρις Στούρμερ θα γινόταν δικτάτορας με πλήρεις εξουσίες στις αρχές του 1916.[10] Το καλοκαίρι του 1916 υπήρξε και άλλη κρίση στην κυβέρνηση: Ο Αλεξάντρ Προτοπόποφ προτάθηκε από τον Ροντζιάνκο στον Τσάρο και ο Προτοπόποφ έκανε νύξη για τον Ροντζιάνκο σαν Πρωθυπουργό και Υπουργό Εξωτερικών. Αλλά αφού ο Προτοπόποφ έγινε Υπουργός Εσωτερικών και είχε εκφράσει τον θαυμασμό του για την κυβερνώσα οικογένεια, η Δούμα του επιτέθηκε και απαίτησε αμέσως την απόλυσή του. Ο Ροντζιάνκο απαίτησε την εξορία της Αυτοκράτειρας στην Κριμαία μέχρι το τέλος του πολέμου. Η Τσαρίνα απαίτησε να αφαιρεθεί από τον Ροντζιάνκο η θέση του στην Αυλή.[11] Αναφερόταν σε αυτόν στα γράμματά της σαν ο παλιάνθρωπος.[3]

Η Ζινάιντα Γιουσούποβα, η αδελφή της Αλεξάνδρας, Ελισάβετ, η Μεγάλη Δούκισσα Βικτώρια και η μητέρα του Τσάρου προσπάθησαν να επηρεάσουν τον Αυτοκράτορα ή την πεισματάρα σύζυγό του[12] να απομακρύνουν τον Ρασπούτιν, χωρίς όμως επιτυχία.[13] Ο Ροντζιάνκο είπε στον Νικόλαο την αλήθεια, αφού πιέστηκε από τη μητέρα του Τσάρου και τις αδελφές του. Γι’ αυτόν ήταν σαφές ότι δεν έπρεπε να επιτρέπεται στην Αλεξάνδρα να αναμιγνύεται στις κρατικές υποθέσεις μέχρι το τέλος του πολέμου· φερόταν στον σύζυγό της σαν να ήταν μικρό παιδί, σχεδόν ανίκανο να φροντίσει τον εαυτό του.[14]

Στις 7 Ιανουαρίου 1917 ο Ροντζιάνκο είπε στον Τσάρο όσον αφορά την κυβέρνησή του: “Όλοι οι καλύτεροι έχουν απομακρυνθεί ή παραιτηθεί. Παραμένουν αυτοί με χαμηλή εκτίμηση”.[15]

Φεβρουαριανή Επανάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μιχαήλ Ροντζιάνκο το 1917

Ο Μιχαήλ Ροντζιάνκο ήταν ένας από τους κεντρικούς πολιτικούς κατά τη Ρωσική Φεβρουαριανή Επανάσταση. Στις 26 Φεβρουαρίου ο Ροντζιάνκο πίεσε σε ένα τηλεγράφημα τον Τσάρο να ανακοινώσει μεταρρυθμίσεις.[16] “Σοβαρή κατάσταση στην πρωτεύουσα, όπου η αναρχία βασιλεύει. Γενική δυσαρέσκεια αυξάνεται. Στους δρόμους συνεχείς πυροβολισμοί, και ένα μέρος των στρατευμάτων βάλει κατά του άλλου. Είναι αναγκαίο να ορίσετε χωρίς καθυστέρηση ένα πρόσωπο που κατέχει την εμπιστοσύνη του λαού, που θα σχημάτιζε μια νέα Κυβέρνηση. Το να περιμένουμε είναι αδύνατο”.[17] Ο Νικόλαος αρνήθηκε να απαντήσει, και σε μια συζήτηση με τον Κόμη Βλαντιμίρ Φρίντερικς αναφέρθηκε σε αυτόν, όχι με πολύ σεβασμό, σαν ο “χοντρο-κοιλιάς Ροντζιάνκο”.[15][18] Στις 27 Φεβρουαρίου παραιτήθηκε από Αρχηγός της Φρουράς. Στις 28 Φεβρουαρίου προήδρευσε της Προσωρινής Επιτροπής της Κρατικής Δούμας και συνέστησε τις τοπικές κυβερνήσεις να παραμείνουν ήρεμες. Την 1η Μαρτίου η εξουσία πέρασε πλήρως στα χέρια του Σοβιέτ της Πετρούπολης.[15] Εκείνη την ημέρα ο Ροντζιάνκο διαβεβαίωσε τον στρατηγό Μιχαήλ Αλεξέγιεφ ότι οι ηγέτες της Δούμας μάλλον παρά αυτοί του Σοβιέτ, θα σχημάτιζαν τη νέα κυβέρνηση στην Πετρούπολη. Ο Ροντζιάνκο συζήτησε την κατάσταση με τον Στρατηγό Νικολάι Ρούζσκι, ο οποίος είχε το Αυτοκρατορικό τρένο σταματημένο στο Πσκοβ. Ο Νικόλαος Β΄ δεν είχε άλλη επιλογή, παρά να ακολουθήσει τη συμβουλή του Ροντζιάνκο. Στις 2 Μαρτίου σχηματίστηκε η Ρωσική Προσωρινή Κυβέρνηση, που περιελάμβανε μέλη του Σοσιαλ-Επαναστατικού Κόμματος. Ο Ροντζιάνκο διόρισε τον στρατηγό Λαβρ Κορνίλοφ επικεφαλής των στρατευμάτων στην Πετρούπολη. Το βράδυ ο Ροντζιάνκο έκανε τις συνομιλίες της παραίτησης με τον Τσάρο, για να ικανοποιήσει τα πλήθη.

Μια φωτογραφία του Τσάρου μετά την παραίτησή του

Νωρίς το πρωί της 3ης Μαρτίου (παλαιό ημερολόγιο) ή 15 Μαρτίου (νέο ημερολόγιο) ο Τσάρος παραιτήθηκε υπέρ του γιού του Αλεξέι (αλλά ανακοινώθηκε δημόσια την επόμενη ημέρα). Καθώς ο τσάρεβιτς υπέφερε από μια ανίατη ασθένεια, αιμοφιλία Β, οι προσδοκίες για τη ζωή του ήταν μειωμένες.[16] Τότε ο Μέγας Δούκας Μιχαήλ Αλεξανδρόβιτς της Ρωσίας ήρθε στο προσκήνιο σαν ο νέος διάδοχος του θρόνου, αλλά θεωρήθηκε απορριπτέος.[15] Με τον Πρίγκιπα Λβοφ, τον Αλέξανδρο Κερένσκι και τον Πάβελ Μιλιουκόφ, ο Ροντζιάνκο επισκέφθηκε τον Μέγα Δούκα Μιχαήλ. Ο Μέγας Δούκας αρνήθηκε το στέμμα μετά από μια μακρά συζήτηση με τον Ροντζιάνκο.[15][19]

Ο Ροντζιάνκο παρέμεινε πρωθυπουργός για λίγες ημέρες. Κατάφερε να δημοσιεύσει μια διαταγή για την άμεση επιστροφή των στρατιωτών στους στρατώνες τους και δευτερευόντως για τους αξιωματικούς τους.[15] Γι’ αυτούς ο Ροντζιάνκο ήταν εντελώς ανεπιθύμητος για πρωθυπουργός και ο Πρίγκιπας Γκεόργκι Λβοφ, μέλος του Συνταγματικού Δημοκρατικού Κόμματος, έγινε ο διάδοχός του.

Μετέπειτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μαζί με τον Αλεξάντρ Γκουτσκόφ ίδρυσε ένα φιλελεύθερο δημοκρατικό κόμμα το καλοκαίρι του 1917. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση ή λίγο καιρό μετά την κατάληψη της εξουσίας από τον Λένιν, εγκατέλειψε την Πετρούπολη και πήγε στο Ροστόβ-να-Ντόνου και την Κριμαία. Ο Ροντζιάνκο υποστήριξε τον Άντον Ντενίκιν και τον Πιότρ Βράγγελ, αλλά όταν έγινε φανερό ότι ο Λευκός Στρατός είχε ηττηθεί μετανάστευσε στη Σερβία το 1920. Εκεί έγραψε τις αναμνήσεις του Η Βασιλεία του Ρασπούτιν: η κατάρρευση μιας Αυτοκρατορίας. Σύμφωνα με τον Bernard Pares απεβίωσε σε μεγάλη φτώχια.[20] Τα λείψανά του μεταφέρθηκαν στο νέο νεκροταφείο στο Βελιγράδι.

Ειπώθηκε για τον Ροντζιάνκο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • “Ο Μ. Ροντζιάνκο ήταν ένας εξαιρετικά ψηλός και ισχυρός άνδρας”.[21] Όταν ο Ροντζιάνκο συνάντησε τον Τσάρεβιτς Αλεξέι για πρώτη φορά, συστήθηκε ως “ο πιο χοντρός άνθρωπος στη Ρωσία”.[3]
  • Ο Ροντζιάνκο ήταν ένας ευσεβής άνθρωπος, ένας ειδικός στους ύμνους και είχε μελωδική μπάσα (βαθειά) φωνή.[3]
  • Μέχρι τον θάνατό του δεχόταν επιθέσεις από τους Ρώσους Μοναρχικούς, οι οποίοι τον θεωρούσαν υπεύθυνο για την ανατροπή του τσαρικού καθεστώτος.[3]
  • Ανιψιός του ήταν ο Αλεξάντερ Ροντζιάνκο, ο οποίος έπαιξε σημαντικό ρόλο στον Λευκό Στρατό κατά τον Ρωσικό Εμφύλιο Πόλεμο.
  • Ο Ροντζιάνκο ήταν φίλος με τον Τζορτζ Μπιουκάναν, τον Βρετανό Πρέσβη στην Αγία Πετρούπολη.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 28  Σεπτεμβρίου 2015.
  2. Richard Pipes. The Russian Revolution. ISBN 978-0679736608. 
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 3,5 3,6 Leon Trotsky (1932). «The History of the Russian Revolution». www.marxists.org. Ανακτήθηκε στις 26 Μαρτίου 2016. 
  4. Bernard Pares' introduction to Rodzianko (1927), at p.v.
  5. G. King (1994) The Last Empress. The Life & Times of Alexandra Feodorovna, tsarina of Russia, p. 188; B. Moynahan (1997) Rasputin. The saint who sinned, p. 168; A. Spiridovich (1935) Raspoutine (1863-1916), p. 286; J.T. Fuhrmann (2013) Rasputin, the untold story, p. 92.
  6. E. Radzinsky (2000) Rasputin: The Last Word, p. 230.
  7. O. Figes (1996) A People's Tragedy: The Russian Revolution, 1891–1924, p. 9.
  8. O. Figes (1996) A People's Tragedy: The Russian Revolution, 1891–1924, p. 248.
  9. Margarita Nelipa (2010). The Murder of Grigorii Rasputin. A Conspiracy That Brought Down the Russian Empire. Gilbert's Books. σελ. 95. ISBN 978-0-9865310-1-9. 
  10. Margarita Nelipa (2010). The Murder of Grigorii Rasputin. A Conspiracy That Brought Down the Russian Empire. Gilbert's Books. σελίδες 63–64. ISBN 978-0-9865310-1-9. 
  11. B. Pares (1939), "The Fall of the Russian Monarchy", p. 381, 395.
  12. Madame Lili Dehn. «The Real Tsaritsa». www.alexanderpalace.org. Ανακτήθηκε στις 26 Μαρτίου 2016. 
  13. Robert Paul Browder,Aleksandr Fyodorovich Kerensky (1961). «volume 1». The Russian Provisional Government, 1917: Documents. Ca, USA: Stanford University Press. σελ. 18. 
  14. Frank Alfred Golder (2008). Documents of Russian History 1914–1917. Read Books. ISBN 443730297 Check |isbn= value: length (βοήθεια). 
  15. 15,0 15,1 15,2 15,3 15,4 15,5 Leon Trotsky, Max Eastman. History of the Russian Revolution. 
  16. 16,0 16,1 «February 1917». www.alexanderpalace.org. Ανακτήθηκε στις 26 Μαρτίου 2016. 
  17. Through the Russian Revolution : Notes of an Eye -Witness, from 12th March - 30th May. LONDON: HUTCHINSON & CO. 1917. 
  18. Abraham Ascher (2014). The Russian Revolution: A Beginner's Guide. London: Oneworld Publications. ISBN 978-1-78074-387-5. 
  19. O. Figes (1996) A People's Tragedy: The Russian Revolution, 1891–1924, p. 341-342, 345.
  20. Bernard Pares' introduction to Rodzianko (1927), at p.viii.
  21. Explanatory footnote at Rodzianko (1927), p. 51, supplied by the Russian-to-English translator Catherine Zvegintzoff.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Figes, O. (1996) A People's Tragedy: the Russian Revolution, 1891–1924.
  • Rodzianko, M. V. (1927) The Reign of Rasputin: an empire's collapse: Memoirs of M. V. Rodzianko, A. M. Philpot, (London).