Μαρτίνος Μεδιολάνων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μαρτίνος
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση4ος αιώνας
Μιλάνο
Θάνατος29  Δεκεμβρίου 435
Μιλάνο
Τόπος ταφήςΚαθεδρικός Ναός του Μιλάνο
ΘρησκείαΡωμαιοκαθολική Εκκλησία
Eορτασμός αγίου29 Δεκεμβρίου
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητακαθολικός ιερέας
καθολικός επίσκοπος
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμααρχιεπίσκοπος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Μαρτίνος ή Μαρτινιανός[α] (λατ.: Martino, Martiniano) ήταν επίσκοπος Μεδιολάνων από το 423 έως το θάνατό του. Η Καθολική Εκκλησία τιμά την μνήμη του ως αγίου στις 29 Δεκεμβρίου.

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μαρτίνος τεκμηριώνεται ιστορικά μεταξύ των ετών 430 και 431 στη διαμάχη μεταξύ των υποστηρικτών της θεολογίας του Κυρίλλου Αλεξανδρείας και του Νεστόριου. Κατά τη διάρκεια αυτής της θεολογικής διαμάχης, μετά τον Οκτώβριο / Νοέμβριο του 430, ένας ανώνυμος επίσκοπος του Μιλάνου, πιθανότατα ο ίδιος ο Μαρτίνος, ήταν ο παραλήπτης, μαζί με τους ανώνυμους επισκόπους της Ακουιλείας και της Ραβέννας[β], μιας επιστολής των Αντιοχειανών που κατήγγειλε τα γραπτά του Κύριλλου τα οποία, σύμφωνα με αυτούς, ήταν εμποτισμένα με τον Απολιναρισμό[γ].

Πριν από τον Σεπτέμβριο-Οκτώβριο του 431, και πιθανότατα ως απάντηση στην επιστολή της αντιοχειανής παράταξης, ο Μαρτίνος έγραψε μια επιστολή, χαμένη πλέον, στον Ιωάννη της Αντιοχείας και στους αντικυρίλλιους επισκόπους και ταυτόχρονα έστειλε αντίγραφο της πραγματείας του Αγίου Αμβρόσιου προς τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β. με τίτλο De incarnatione dominicae sacramento. Ωστόσο, δεν είναι δυνατό να ανακατασκευαστεί η θεολογική θέση του Μαρτίνου στη διαμάχη του Νεστοριανισμού[2].

Ο Μαρτίνος τεκμηριώνεται σε ελληνικές πηγές και σε τρίτη περίπτωση. Συγκεκριμένα, στις διαπραγματεύσεις που έγιναν μετά τη σύνοδο της Εφέσου στη Χαλκηδόνα μεταξύ 11 Σεπτεμβρίου και 25 Οκτωβρίου 431, ο Μαρτίνος αναφέρεται από τον Ιωάννη Αντιοχείας και τους εκπροσώπους της παραταξής του, επιθυμώντας να κερδίσουν υπέρ τους τον επίσκοπο Θεσσαλονίκης Ρούφο για τον σκοπό τους. Για την αποστολή των δύο αυτών γραπτών που, σύμφωνα με τους Αντειοχικούς, υποδηλώνουν την αντίθεση των Ιταλών στη Χριστολογία του Κυρίλλου[2].

Ο Φήλιξ Εννόδιος αφιερώνει στον Μιλανέζο επίσκοπο ένα από τα Carmina του[3], γραμμένο πριν από το 521, στο οποίο ο επίσκοπος χαρακτηρίζεται ως δούλος του Θεού και επαινείται για τη σύνεση και την απλότητά του. Στο ποίημα αυτό του Εννοδίου φαίνεται ότι ο Μαρτίνος εξελέγη ομόφωνα στην έδρα του Μιλάνου, παρά την αντίθεσή του και τη συνυποψηφιότητα και άλλου για την επισκοπή[4]. Η ίδια σύνθεση υπαινίσσεται το γεγονός ότι κατά τη βραχύβια επισκοπή του[5] έκτισε δύο εκκλησίες[6].

Σύμφωνα με τον Catalogus archiepiscoporum Mediolanensium[7], που χρονολογείται από τους μεσαιωνικούς χρόνους, η επισκοπεία του Μαρτίνου τοποθετείται μεταξύ αυτών του Μαρόλου και του Γλυκέριου. Ο ίδιος κατάλογος του αποδίδει 30 χρόνια διακυβέρνησης και λέει ότι ετάφη στις 29 Σεπτεμβρίου[8] στη βασιλική του Αγίου Στεφάνου. Ωστόσο, η παράδοση αναφέρει επισκοπεία 12 ετών, από το 423 έως το 435[9].

Η μνήμη του εορταζόταν στις 2 Ιανουαρίου, αλλά μεταφέρθηκε στις 29 Δεκεμβρίου με τη μεταρρύθμιση της ρωμαϊκής μαρτυρολογίας το 2004[10]. Το 1988 τα λείψανά του μεταφέρθηκαν στον καθεδρικό ναό του Μιλάνου και θάφτηκαν κάτω από τον βωμό της Αγίας Αγάθης[11].

Υποσημειώσεις και παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υποσημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Στις σύγχρονες ελληνικές πηγές, αλλά και στις Βυζαντινές, μαρτυρείται με το όνομα Μαρτίνος, ενώ στις λατινικές πηγές του έκτου αιώνα και σε μεταγενέστερες είναι γνωστός με το όνομα Μαρτινιανός[1].
  2. τον Ιανουάριο και τον Πέτρο Χρυσόλογο, αντιστοίχως.
  3. Σύμφωνα με τον Pietri, η επιστολή των Αντιοχειανών εγράφη μεταγενέστερα του Οκτωβρίου/Νοεμβρίου του 430, ενώ σύμφωνα με την Élisabeth Paoli εγράφη κατά τη διάρκεια της Συνόδου της Εφέσου, δηλαδή μεταξύ Ιουνίου και Αυγούστου του 431.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Pietri, Prosopographie de l'Italie chrétienne, II, σελ. 1419, σημ. 1.
  2. 2,0 2,1 Ep. mandatariorum Orientalium ad Rufum, Collecio Vaticana 97, Acta Conciliorum Oecumenicorum I, 1,3, σελ. 41-42.
  3. Magno Felice Ennodio, Carmina, nº 199 Αρχειοθετήθηκε 2017-04-18 στο Wayback Machine., στο Monumenta Germaniae Historica, Auctores antiquissimi, τόμ. VII, Βερολίνο 1885, σελ. 164.
  4. Pietri, Prosopographie de l'Italie chrétienne, II, σελ. 1418.
  5. Lanzoni, Le diocesi d'Italia dalle origini al principio del secolo VII, σελ. 1019.
  6. Paoli, Les notices sur les évêques de Milan (IVe-VIe siècle), σελ. 220.
  7. «Catalogus Archiepiscoporum Mediolanensium». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Απριλίου 2017. Ανακτήθηκε στις 24 Απριλίου 2017. , Monumenta Germaniae Historica, Scriptores, τόμ. VIII, Ανόβερο 1848, σελ. 103.
  8. Depositus 4 kalendas ianuariis.
  9. Pius Bonifacius Gams (1931). Series episcoporum Ecclesiae Catholicae. Λειψία. σελ. 795. 
  10. Dal sito Santi e Beati.
  11. Fausto Ruggeri, I vescovi di Milano, 1991, σελ. 14-15.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


τίτλοι της Καθολικής Εκκλησίας
Προκάτοχος
Μαρόλος
Επίσκοπος Μεδιολάνων
423-435
Διάδοχος
Γλυκέριος