Λαϊκή Δημοκρατία της Αρμενίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Λαϊκή Δημοκρατία της Αρμενίας
28  Μαΐου 19182  Δεκεμβρίου 1920

Σημαία
ΠρωτεύουσαΓερεβάν
ΓλώσσεςAρμενικά
ΘρησκείαΑρμενική Αποστολική Εκκλησία
Πολίτευμακοινοβουλευτική δημοκρατία
Γεωγραφικές συντεταγμένες40°10′34″N 44°30′51″E

Η Πρώτη Δημοκρατία της Αρμενίας ήταν μια κρατική οντότητα η οποία συστάθηκε μετά την νίκη των Συμμάχων στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν το πρώτο ανεξάρτητο αρμενικό κράτος από το 1375. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία υποχρεώθηκε να αναγνωρίσει την ανεξαρτησία της Αρμενίας με την Συνθήκη του Μπατούμ, μετά από πολλές στρατιωτικές ήττες που ανέκοψαν την προέλαση των Τούρκων στο Κυβερνείο του Γερεβάν, γνωστό επίσης ως Ανατολική Αρμενία. Στις 28 Μαΐου 1918, η Αρμενία έγινε ανεξάρτητη χώρα. Ωστόσο, η ανεξαρτησία αυτή σημαδεύτηκε από πολλά προβλήματα, με κορύφωση την εισβολή των Τούρκων στην Αρμενία από τα δυτικά και την ταυτόχρονη εισβολή των Σοβιετικών από τα ανατολικά. Στις 2 Δεκεμβρίου, ο Σοβιετικός στρατός εισήλθε στο Γερεβάν, σημαίνοντας και το τέλος της Δημοκρατίας της Αρμενίας.

Πρώτα βήματα προς την ανεξαρτησία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η στρατιωτική επέμβαση της Ρωσικής αυτοκρατορίας στην Οθωμανική αυτοκρατορία κατά την εκστρατεία του Καυκάσου στον Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου έδωσε ελπίδες στους γηγενείς αρμενικούς πληθυσμούς για αποδέσμευση της Δυτικής Αρμενίας από την υπόλοιπη Οθωμανική αυτοκρατορία. Σχηματίστηκαν αρκετά αρμενικά τάγματα στον ρωσικό στρατό, κάτι που ήταν αποτέλεσμα προσέλευσης Αρμενίων εθελοντών. Τα αρμενικά τάγματα συνέβαλαν στην πρόοδο που σημείωσε ο ρωσικός στρατός, ο οποίος προέλασε μέχρι και το Ερζερούμ το 1916. Η προέλαση των ρωσικών στρατευμάτων ανεκόπη το 1917, όταν και έγινε η Ρωσική Επανάσταση, οπότε ο ρωσικός στρατός αποσύρθηκε από την ανατολική Ανατολία και οι θέσεις τους αντικαταστάθηκαν από ένοπλες ομάδες Αρμενίων εθελοντών, γνωστοί και ως Φενταγίν.

Πρώτη Δημοκρατία της Αρμενίας το 1918-1920

Ανεξαρτησία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 5 Δεκεμβρίου 1917 υπεγράφη η Συνθήκη του Ερζιντζάν μεταξύ της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και του Υπερκαυκάσιου Κομισαριάτου, η οποία τερμάτιζε τις εχθροπραξίες μεταξύ των δύο πλευρών. Μετά την παύση των εχθροπραξιών, Αρμένιοι, Γεωργιανοί και Μουσουλμάνοι ηγέτες ενώθηκαν για τον σχηματισμό της Υπερκαυκασιανής Ομοσπονδίας. Στις 22 Απριλίου 1918 ανακηρύχθηκε η Υπερκαυκασιανή Ομοσπονδία, η οποία διήρκεσε μόλις μέχρι τον Μαιο του 1918, όταν τα συμβαλλόμενα μέλη αποφάσισαν την διάλυσή της. Αποτέλεσμα της διάλυσης αυτής ήταν τρία νέα κράτη, η Λαϊκή Δημοκρατία της Αρμενίας (28 Μαΐου 1918-2 Δεκεμβρίου 1920), η Λαϊκή Δημοκρατία της Γεωργίας (26 Μαΐου 1918-25 Φεβρουαρίου 1921) και η Λαϊκή Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν (28 Μαΐου 1918-28 Απριλίου 1920).

Προκλήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν και το πολίτευμα της χώρας ήταν δημοκρατικό, τα ηνία ανέλαβε ο Άραμ Μανουκιάν, ο οποίος ανακηρύχθηκε σε λαοφιλή δικτάτορα του Γερεβάν. Κυβέρνησε την χώρα δικτατορικά με την βοήθεια του σκληροτράχηλου Ντραστάματ Καναγιάν, ο οποίος ουσιαστικά ήταν συγκυβερνήτης. Ο Άραμ Μανουκιάν έμεινε στην εξουσία μέχρι τις 2 Ιουλίου, όταν το Αρμενικό Εθνικό Συμβούλιο έφτασε από την Τιφλίδα στο Γερεβάν. Η κατάσταση στη νεαρή δημοκρατία ήταν χαοτική. Οι ένοπλες συγκρούσεις με τους Τούρκους την περίοδο 1890-1918 ερήμωσαν την περιοχή. Οι ελάχιστες επιχειρήσεις που είχαν απομείνει στην περιοχή και εξακολουθούσαν να λειτουργούν εθνικοποιήθηκαν. Επρόκειτο κυρίως για μονάδες παραγωγής κρασιού και κονιάκ. Η αναρχία ήταν διάχυτη σε όλη τη χώρα, όπως επίσης και η φτώχεια. Αν και η Αρμενία εξασφάλισε την αναγνώριση της ανεξαρτησία της από τον σουλτάνο, οι όροι της συνθήκης του Μπατούμ ήταν σκληροί για την αρμενική πλευρά. Η Αρμενία δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μια ερημωμένη και βραχώδης έκταση 11.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων με πληθυσμό 500.000 ανθρώπων. Ως αποτέλεσμα της μαζικής μετανάστευσης ανθρώπων που επέζησαν της Γενοκτονίας των Αρμενίων, ο πληθυσμός πολύ γρήγορα έφτασε τους 700.000 ανθρώπους. Από αυτούς, οι 600.000 ήταν Αρμένιοι και οι 300.000 από αυτούς πρόσφυγες που είχαν έρθει από την Δυτική Αρμενία, ενώ οι υπόλοιποι 100.000 ήταν Κούρδοι και Τατάροι του Καυκάσου (Αζέροι). Επίσης, η χώρα είχε έναν νέο γείτονα στα ανατολικά, που ήταν το Αζερμπαϊτζάν. Οι στενοί πολιτισμικοί, γλωσσικοί και θρησκευτικοί δεσμοί των Αζέρων με τους Τούρκους συνείσφεραν στην επιδείνωση των διμερών σχέσεων των δύο χωρών, με αποτέλεσμα σύντομα να ξεκινήσουν εχθροπραξίες. Πολύ σύντομα, ξέσπασε πόλεμος μεταξύ των δύο χωρών, με αφορμή τον έλεγχο μιας σειράς αμφισβητούμενων περιοχών. Οι περιοχές του Ορεινού Καραμπάχ, του Ναχιτσεβάν, του Ζανγκέζουρ και του Καζάχ κατοικούνταν στην πλειοψηφία από Αρμένιους, αλλά βρίσκονταν στην επικράτεια του Αζερμπαϊτζάν.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]