Κύριλλος Βογάσαρης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Λαρίσης Κύριλλος
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταχριστιανός ιερέας
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαμητροπολίτης

Ο Κύριλλος Βογάσαρης ήταν ιερωμένος και αγωνιστής του 1821. Διετέλεσε Μητροπολίτης Λαρίσης και αργότερα Αργολίδος.

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η καταγωγή του ήταν από την Δημητσάνα και η οικογένειά του ζούσε στην Σμύρνη[1]. Εκάρη μοναχός στην Μονή Δοχειαρίου[2] και και διετέλεσε Μέγας Πρωτοσύγκελλος του Πατριαρχείου[3].

Τον Ιούλιο του 1819 εξελέγη Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου[α]. Τον Ιούνιο του 1820 παραιτήθηκε και επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί, όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση μετέβη στην Πελοπόννησο. Φαίνεται μάλιστα πως απεστάλη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως έξαρχος για την ειρήνευση των επαναστατημένων.

Το 1822 το Εκτελεστικό Σώμα της Προσωρινής Διοίκησης τον όρισε τοποτηρητή της χηρεύουσας επισκοπής Ωλένης. Παρακίνησε τους κατοίκους να συμμετάσχουν στην πολιορκία των Πατρών και να ενισχύσουν το Μεσολόγγι. Κινδύνεψε επί Ιμπραήμ και κυνηγήθηκε χάνοντας όλα του τα υπάρχοντα. Στην Ηλεία έμεινε, με μικρές διακοπές, ως το 1833.

Το 1836 εξελέγη επίσκοπος Αργολίδος. Την περίοδο 1840-1842 διετέλεσε πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου.

Απεβίωσε στην Αθήνα στις 21 Αυγούστου 1842.

Υποσημειώσεις και παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υποσημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Τῆς ἁγιωτάτης Μητροπόλεως Λαρίσσης καί Τυρνάβου ἀπροστατεύτου διαμεινάσης, ἄτε δή τοῦ ἐν αὐτή ἀρχιερατεύοντος κύρ Θεοδοσίου τό ζῆν ἐκμετρήσαντος, καί εἰς τάς οὐρανίους μονάς μεταστάντος, ἡμεῖς οἱ ἐνδημοῦντες ἀρχιερεῖς, προτροπῇ καί ἀδείᾳ τοῦ παναγιωτάτου καί σεβασμιωτάτου ἡμῶν αὐθέντου καί δεσπότου τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου κυρίου κυρίου Γρηγορίου, συνελθόντες ἐν τῷ πανσέπτῳ πατριαρχικῷ ναῷ τοῦ ἁγίου ἐνδόξου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ τροπαιοφόρου καί ψήφους κανονικάς προβαλόμενοι εἰς εὕρεσιν καί ἐκλογήν ἀξίου καί ἁρμοδίου προσώπου, τοῦ ἀναδεξομένου τήν ἀρχιερατικήν προστασίαν, καί ποιμαντικήν ράβδον τῆς ἁγιωτάτης αὐτῆς μ(ητ)ροπόλε(ως), αον μέν ἐθέμεθα τόν πανοσιολογιώτατον μέγαν πρωτοσύγκελλον τῆς ἁγίας του Χ(ριστο)ῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας κύρ Κύριλλλον, βον δέ τόν Δαβίδ (;) καί γον τόν Παρθένιον ὧν καί τά ὀνόματα κατεστρώθη ἐν τῷ ἱερῶ κώδικι τῆς ἁγίας καί Μεγάλης Ἐκκλησίας, εἰς διηνεκῆ ἔνδειξιν καί μόνιμον παράστασιν: αωιθω κατά μήν Ἰούλιον [...] [ἀκολουθοῦν οἱ ὑπογραφές 7 ἀρχιερέων, οἱ μισές δυσανάγνωστες][4]».

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Σπανός 2021, σελ. 173.
  2. Σπανός 2021, σελ. 172.
  3. Μητροπολίτης από Μ.Πρωτοσυγκέλλων, Αθηναγόρας (1932). «Ο θεσμός των συγκέλλων εν τω Οικουμενικώ Πατριαρχείω». Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών: 277. https://ir.lib.uth.gr/xmlui/bitstream/handle/11615/19053/article.pdf?sequence=1&isAllowed=y. Ανακτήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 2022. 
  4. Κώδικας Α/9 του Οἰκουμενικού Πατριαρχείου, σελ. 408

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]