Κιρκιντζές

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 37°56′29″N 27°25′59″E / 37.94139°N 27.43306°E / 37.94139; 27.43306

Κιρκιντζές
Τοποθεσία στο χάρτη
Τοποθεσία στο χάρτη
Κιρκιντζές
37°56′29″N 27°25′59″E
ΧώραΤουρκία
Διοικητική υπαγωγήΣελτσούκ
Πληθυσμός530 (2012)
Ταχ. κωδ.35920
Ζώνη ώραςUTC+03:00
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Κιρκιντζές (τουρκικά: Şirince) είναι χωριό 600 περίπου κατοίκων στην επαρχία Σμύρνης στην Τουρκία, 8 περίπου χιλιόμετρα ανατολικά της πόλης Σελτζούκ και επίσης 8 χιλιόμετρα από την Έφεσο. Η περιοχή γύρω από το χωριό έχει ιστορία που χρονολογείται από την ελληνιστική περίοδο (323-31 π.Χ.). Ευρήματα κοντά στο χωριό μεταξύ του 2001 και του 2002 μαρτυρούν την παρουσία επτά χωριών και εννέα αγροικιών στην περιοχή που χρονολογούνται στους αρχαίους και μεσαιωνικούς χρόνους. Στον δρόμο που οδηγεί στο χωριό υπάρχουν ερείπια πολλών ρωμαϊκών υδραγωγείων, καθώς το χωριό αποτελούσε σημαντική πηγή νερού για την αρχαία Έφεσο.

Σήμερα το χωριό βιοπορίζεται μέσω της γεωργίας (ελαιόλαδο, ροδάκινα, κρασί) και του τουρισμού. Είναι καλά προστατευμένο και συνιστά σπάνιο και όμορφο παράδειγμα χριστιανικής αρχιτεκτονικής της οθωμανικής περιόδου.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κιρκιντζές άκμασε όταν εγκαταλείφθηκε η Έφεσος τον 15ο αιώνα, αλλά τα περισσότερα σημερινά κτίσματα χρονολογούνται από τον 19ο αιώνα. Υπάρχει μια ιστορία ότι το χωριό ιδρύθηκε από απελευθερωμένους Έλληνες σκλάβους, οι οποίοι ονόμασαν το χωριό έτσι (Çirkince σημαίνει «άσχημο» στα τουρκικά) για να αποτρέψουν άλλους να τους ακολουθήσουν.[1] Μια άλλη εκδοχή αποδίδει την ονομασία του στη νομαδική τουρκομανική φυλή που εμφανίζεται στα Οθωμανικά μητρώα ως Cirkin, Cirkinlu, Cirkinoglu, Cirkitali και Cirkitulu. Όπως προκύπτει από οθωμανικά κατάστιχα και από μαρτυρίες των κατοίκων του, το χωριό ονομαζόταν Τσιρκιντζέ, αλλά με το πέρασμα του χρόνου μετατράπηκε από τους κατοίκους σε Κιρκιντζέ. Σε ελληνικά έγγραφα το χωριό αναφερόταν ως «Ορεινή Έφεσος».[2]

Σύμφωνα με Οθωμανικά κατάστιχα του 1650, στον Κιρκιντζέ υπήρχαν μόνο 18 φορολογούμενοι, όλοι τους Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Το 1699 ένας Άγγλος ιερέας, ο Έντμουντ Τσίσουλ επισκέφθηκε το χωριό και λέει ότι ολόκληρος ο πληθυσμός ήταν χριστιανικός. Το 1747 αναφέρεται ότι ο Κιρκιντζές κατοικούνταν από χριστιανούς ορθόδοξους, χωρίς ωστόσο να προσδιορίζεται ο αριθμός τους.[2]

Κτιτορική επιγραφή του ναού του Τιμίου Προδρόμου (1805)

Ένας επισκέπτης του δέκατου ένατου αιώνα, ο Άρουντελ, ο οποίος ήρθε στο χωριό δύο φορές το 1832 και το 1833, σημειώνει ότι «το χωριό είναι σημαντικό, με τουλάχιστον 300 σπίτια, όλα ελληνικά: η κύρια γλώσσα του χωριού είναι τα τουρκικά, αν και γνωρίζουν κάτι και από την δική τους γλώσσα». Συμπληρώνει ότι οι γυναίκες είναι «ντυμένες με τον τουρκικό τρόπο και καλύπτουν τα πρόσωπά τους», ενώ οι άντρες «είναι όλοι οπλισμένοι όπως οι Τούρκοι, με πιστόλια και γιαταγάνια και είναι γνωστοί για το ότι σκότωσαν πολλούς πειρατές από το νησί της Σάμου». Υπολόγισε τον πληθυσμό σε «πιθανώς χίλια πεντακόσια άτομα». To 1892 αναφέρεται ότι στον Κιρκιντζέ κατοικούσαν περισσότερα από 4.000 άτομα, ενώ στις αρχές του 20ού αιώνα μαρτυρίες ανεβάζουν τα σπίτια σε 1.600 και τους κατοίκους σε 8.000, ωστόσο ο αριθμός αυτός φαίνεται υπερβολικός. Οθωμανικός σαλναμές του 1908/1909 αναφέρει ότι το χωριό είχε περισσότερα από 1.000 σπίτια, όλα κατοικημένα από Έλληνες Ορθόδοξους Χριστιανούς. «Η μητρική τους γλώσσα είναι τουρκική και την μιλούν με αρχαία διάλεκτο». Από το 1914 ως το 1917 έφτασαν στο χωριό Τουρκοκρητικοί πρόσφυγες.[2]

Αγιογραφίες στον ναό του Τιμίου Προδρόμου

Η οθωμανική διοίκηση στην περιοχή συνεχίστηκε μέχρι το 1919, οπότε ο ελληνικός στρατός κατέλαβε την περιοχή μέχρι το 1922. Το 1919 οι κάτοικοι ανέρχονταν σε 7.000 (όλοι χριστιανοί ορθόδοξοι), ενώ το 1921 μειώθηκαν σε 3.500 (3.491 ορθόδοξοι και 9 ξένοι).

Η πιο δραστική αλλαγή στην περιοχή συνέβη με την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ της Ελλάδας και της νεοσύστατης Τουρκικής Δημοκρατίας, αν και πολλοί από τους κατοίκους είχαν ήδη φύγει. Το χωριό ήταν ανέκαθεν μια αγροτική κοινότητα που καλλιεργούσε αμπέλια, καπνό, σύκα, ελιές και λαχανικά. Είχαν αιγοπρόβατα, αγελάδες γαλακτοπαραγωγής και κυψέλες μελισσών. Οι Μουσουλμάνοι που εγκαταστάθηκαν στο χωριό ήρθαν από την Ελλάδα και δεν είχαν εμπειρία στην καλλιέργεια σύκων ή ελιών, παρά μόνο καπνού. Ως εκ τούτου, πολλοί έκοψαν τις ελιές και τα οπωροφόρα δέντρα για καυσόξυλα ή τα πούλησαν. Οι πρόσφυγες μιλούσαν ελληνικά και έτσι η ένταξη στον τοπικό μουσουλμανικό πληθυσμό χρειάστηκε χρόνο. Το όνομα του χωριού άλλαξε σε Şirince (που σημαίνει «ευχάριστο») το 1926 από τον έπαρχο της Σμύρνης.

Αν υπάρχει αυτό που λένε παράδεισος, το χωριό μας, ο Κιρκιντζές, ήταν ένα δείγμα του. Κοντά στο Θεό ζούσαμε, ψηλά, ανάμεσα σε κατάφυτα βουνα, και ξαγναντεύαμε ολόκληρο τον καρπερό κάμπο της Έφεσος, που ήτανε δικός μας ίσαμε τη θάλασσα, ώρες δρόμο, όλο συκομπαχτσέδες και λιόδεντρα, καπνά, μπαμπάκια, στάρια, καλαμπόκια και σουσάμια. Μεγαλοτσιφλικάδες δεν είχαμε στον Κιρκιντζέ να ρουφούν το μεδούλι μας. Δύσκολο να μας φάει εμάς, κείνη την εποχή, τα’ αμανάτι. Ο κάθε χωριανός ήτανε νοικοκύρης στη γη του. Είχε το δίπατο σπίτι του, είχε και τον εξοχικό κούλα του, με μποστάνια, καρυδιές, μυγδαλιές, μηλιές, αχλαδιές και κερασιές. Και δεν ξεχνούσε να φυτεύει κι ανθόκηπους για το κέφι του. Τι του στοίχιζε σαν είχε εκείνα τα γάργαρα νερά και τα πηδηχτά ρυάκια, που κελάριζαν χειμώνα – καλοκαίρι!… Διδώ Σωτηρίου, «Ματωμένα χώματα»

Καθώς ο Κιρκιντζές παρήκμασε, το Σελτζούκ άρχισε να ακμάζει. Μέχρι την δεκαετία του 1950 ο πληθυσμός του Κιρκιντζέ παρέμεινε περί τους 2.000 - 3.000 κατοίκους, αλλά όλο και περισσότερες οικογένειες μετακόμιζαν στο Σελτζούκ.

Την δεκαετία του 1990 ο γνωστός γλωσσολόγος της Κωνσταντινούπολης Sevan Nişanyan και η σύζυγός του Müjde Tönbekici εγκαταστάθηκαν στο χωριό, το οποίο ήταν ημι-εγκαταλελειμμένο. Αυτοί έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο να κηρυχθεί το χωριό εθνική πολιτισμική κληρονομιά και ανέλαβαν να ανακαινίσουν ερειπωμένα αρχοντικά χρησιμοποιώντας τα αρχικά υλικά και τις τοπικές τεχνικές.

Έκτοτε πολλοί χωρικοί έχουν ανακαινίσει τα σπίτια τους και τα λειτουργούν ως μικρά ξενοδοχεία και ξενώνες. Υπάρχουν καταλύματα για κάθε βαλάντιο, καθώς το χωριό έχει εξελιχθεί σε τουριστικό προορισμό, με πολλά εστιατόρια.

Εκκλησίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εντός του οικισμού υπάρχουν δύο ναοί. Ο ναός του Αγίου Ιωάννη του Πρόδρομου βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του οικισμού και έχει αναστηλωθεί. Ο ναός είναι τρίκλιτος και στο κέντρο υπάρχουν δύο ημισφαιρικοί τρούλοι. Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή του ναού ο ναός χτίστηκε με τη μέριμνα του επισκόπου Ηλιουπόλεως κ. Καλλινίκου του Σιφνιού και των κατοίκων του χωριού. Η αποπεράτωση της εκκλησίας έγινε το 1805. Στην εξωτερική πλευρά του ναού υπάρχει κωδωνοστάσιο. Ο ναός του Αγίου Δημητρίου είναι μετρίων διαστάσεων κτίσμα. Έχει ορθογώνιο σχήμα και ημικυλινδρική οροφή. Στην ανατολική του πλευρά υπάρχει ημικυκλική αψίδα. Στο εσωτερικό του ναού διασώζονται μεταβυζαντινές τοιχογραφίες. Στα δυτικά του ναού υπήρχε ανοικτό πρόπυλο, που έχει ερειπωθεί. Ο ναός αυτός κατασκευάστηκε το πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Έχουν γίνει προσπάθειες αναστήλωσης του ναού.[3]

Λογοτεχνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κιρκιντζές έγινε γνωστός ως πατρίδα της Διδώς Σωτηρίου, η οποία τον ύμνησε περιγράφοντάς τον ως παράδεισο.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Turkey. Lonely Planet, 8η έκδοση, σελ. 252.
  2. 2,0 2,1 2,2 Shariat-Panahi, S. Mohammad T. (21 Οκτωβρίου 2002). «Κιρκιντζές». Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού - Μικρά Ασία. Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού. Ανακτήθηκε στις 20 Μαΐου 2021. 
  3. Βολανάκης, Ιωάννης Ηλ (1999-01-01). «Χριστιανικά μνημεία της Νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας». Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών 13: 11–64. doi:10.12681/deltiokms.142. ISSN 2459-2579. https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/deltiokms/article/view/2523.