Καταγραφέας δεδομένων ταξιδίου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Εισαγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κάθε χρόνο σε όλον τον κόσμο γίνονται πολλά ατυχήματα σε πλοία, και τις πιο πολλές φορές δεν μπορούμε να μάθουμε τα αίτια που το προκάλεσαν, γεγονός το οποίο δυσκολεύει, και πολλές φορές κάνει αδύνατη, τη διαδικασία της εύρεσης του ενόχου για το ατύχημα . Οι λόγοι που προκαλείται ένα ναυτικό ατύχημα είναι πολλοί. Όπως μηχανικέ βλάβες, οι οποίες μπορούν να αφορούν βλάβη στις κύριες μηχανές προώθησης του πλοίου, βλάβη στις ηλεκτρογεννήτριες του πλοίου, ή ακόμα και βλάβη στο πηδάλιο, βλάβες οι οποίες εάν προκληθούν καθιστούν το πλοίο ακυβέρνητο. Ατυχήματα μπορούν να προκληθούν επίσης από δυσμενείς καιρικές συνθήκες, οι οποίες αφορούν τις περιοχές στις οποίες κινείται το πλοίο, όπως για παράδειγμα ισχυροί άνεμοι, τυφώνες, κυκλώνες και ομίχλη. Ατύχημα μπορεί να προκληθεί επίσης και από τη σύγκρουση του πλοίου με άλλο πλοίο, είτε με σταθερό σημείο, όπως ύφαλοι, σκόπελοι και άλλα, με αποτέλεσμα να έχουμε εισροή υδάτων στο πλοίο ή ακόμα και σε λάθη ή αμέλεια του πληρώματος που είναι επιφορτισμένο με την πλοήγηση του πλοίου. Γι’ αυτό το λόγο η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο Διεθνής Οργανισμός Ναυτιλίας (International Maritime Organization – IMO) αποφάσισαν ότι, πρέπει κάθε επιβατηγό πλοίο, το οποίο κατασκευάστηκε από την 1η Ιουλίου 2002 και μετά να φέρει εγκατεστημένο επάνω του ένα Voyage Data Recorder (VDR), δηλαδή έναν Καταγραφέα Δεδομένων Ταξιδίου. Ενώ τα δεξαμενόπλοια (Tankers) και τα φορτηγό πλοίο φορτηγά πλοία (Bulk Carriers) μπορούν να φέρουν είτε ένα Voyage Data Recorder είτε ένα Simplified Voyage Data Recorder (Απλοποιημένος Καταγραφές Δεδομένων Ταξιδίου), το οποίο έχει μόνο τις απαραίτητες λειτουργίες για ένα εμπορικό πλοίο και συνεπώς είναι πιο οικονομικό τόσο στην εγκατάσταση όσο και στην προμήθευση σε σύγκριση με το τυπικό μοντέλο VDR. Τα Voyage Data Recorders. Στα επιβατηγά πλοία τα VDR πρέπει να εγκατασταθούν στην πρώτη επισκευή του πλοίου από την 1η Ιουλίου 2006, ενώ στα δεξαμενόπλοια τα VDR(ή S-VDR) θα εγκατασταθούν ανάλογα με το μέγεθος των πλοίων, δηλαδή αρχικά θα εγκατασταθούν VDR στα δεξαμενόπλοια που ανήκουν στην πιο ογκώδη κατηγορία(από 30.000 τόνους και άνω) ύστερα στα πιο «ελαφριά» πλοία και ούτω καθ εξής. Το Voyage Data Recorder μπορεί εύκολα να παρομοιαστεί με το «Μαύρο Κουτί» που φέρουν τα αεροσκάφη, εφ’όσον ο σκοπός τους είναι ο ίδιος, δηλαδή η διευκόλυνση των ανακριτών ατυχημάτων να βρουν ποιο ήταν το αίτιο ή τα αίτιά του ατυχήματος, γεγονός το οποίο θα συμβάλει αρκετά στην βελτίωση των μέτρων ασφαλείας στη θάλασσα. Το VDR δεν παράγει απόβλητα και είναι πάντα συνοδευόμενο από πιστοποιητικό που το παρέχουν οι επίσημες εταιρίες παροχής ναυτιλιακού εξοπλισμού.

Τι είναι ο καταγραφέας δεδομένων ταξιδίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Καταγραφέας δεδομένων ταξιδίου ή κατά το διεθνή όρο Voyage Data Recorder είναι ένα σύστημα, το οποίο εγκαθίσταται στη γέφυρα του πλοίου, και μπορεί και αναγιγνώσκει και να καταγράψει όλες τις πληροφορίες οι οποίες αφορούν το ταξίδι του πλοίου, έτσι ώστε να διευκολύνονται οι ερευνητές του ατυχήματος να βρουν τα αίτια του γεγονότος. Δηλαδή μπορεί και καταγράφει συνομιλίες της γέφυρας, τις επικοινωνίες της γέφυρας μέσω της συχνότητας VHF, την ημερομηνία, την ώρα και τη θέση του πλοίου, την κατεύθυνση του πλοίου, την ταχύτητα που έχει αναπτύξει, την εικόνα του Radar, το βύθισμα του πλοίου(δηλαδή πόσο τμήμα το πλοίου βρισκόταν κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας κατά τη διάρκεια του ταξιδιού), την κατάσταση των μηχανών του πλοίου και την ανταπόκρισή τους στις εντολές του πλοιάρχου τους, συναγερμούς οι οποίοι τέθηκαν σε λειτουργία, την ανταπόκριση του πηδαλίου στις εντολές που δέχεται από το χειριστή και την ταχύτητα του πλοίου. Εκτός από τα δεδομένα του πλοίου το VDR έχει τη δυνατότητα και αναγιγνώσκει και δεδομένα εξωτερικά του πλοίου, όπως η κατεύθυνση και η δύναμη του ανέμου και η κατάσταση της θάλασσας. Όλες αυτές οι πληροφορίες μπορούν να βελτιώσουν τα μέτρα προστασίας στη θάλασσα, και να ενισχύσουν τον οργανισμό Ασφάλεια της Ζωής στη Θάλασσα (Safety of Life at Sea – SOLAS). To Voyage Data Recorder αποτελείται από την Κύρια Ηλεκτρονική Μονάδα, από την Κάψουλα Προστασίας Δεδομένων, από τη Μονάδα Παροχής Ενέργειας, από τη μονάδα Απόκτησης Δεδομένων, από ένα έως εννέα μικρόφωνα και από μία Μονάδα Ειδοποίησης (δηλαδή από έναν συναγερμό).

Η Νομοθεσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 2000 η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο Διεθνής Οργανισμός Ναυτιλίας, ψήφισαν τη νομοθεσία, σύμφωνα με την οποία κάθε πλοίο οφείλει να φέρει εγκατεστημένο επάνω του ένα Voyage Data Recorder ή ένα Simplified Voyage Data Recorder, ανάλογα με τον τύπο του. Η νομοθεσία έχει ως εξής:

Όσο αναφορά τα Voyage Data Recorders «Τα επιβατηγά πλοία και τα δεξαμενόπλοια μικτής χωρητικότητας 3000 τόνων και άνω κατασκευασμένα από την 1η Ιουλίου 2002 πρέπει να φέρουν εγκατεστημένο ένα Voyage Data Recorder για να βοηθήσουν στις έρευνες ατυχήματος, στο πλαίσιο των κανονισμών που εξεδόθησαν το 2000, οι οποίοι τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιουλίου 2002. Οι υποχρεωτικοί κανονισμοί περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο Β σχετικά με την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας της διεθνούς Συνθήκης για την Ασφάλεια της Ζωής στη Θάλασσα, το 1974 (SOLAS). Όπως τα μαύρα κουτιά που φέρουν τα αεροσκάφη, τα VDR επιτρέπουν στους ανακριτές ατυχήματος κατά τις διαδικασίες επανεξέτασης να ανακτούν πληροφορίες για τις χρονικές στιγμές πριν από ένα γεγονός και βοηθούν να προσδιορίσουν την αιτία οποιουδήποτε ατυχήματος.»*

Απαιτήσεις VDR[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

«Στο πλαίσιο του κανονισμού 20 του SOLAS του κεφαλαίου Β σχετικά με τα όργανα καταγραφής στοιχείων ταξιδιών (VDR), τα ακόλουθα σκάφη απαιτούνται για να φέρουν VDR: • επιβατηγά πλοία που κατασκευάζονται από την 1ης Ιουλίου 2002 • οχηματαγωγά επιβατηγά πλοία που κατασκευάζονται πριν από την 1η Ιουλίου 2002 το αργότερο έως την πρώτη επιθεώρησή τους από την 1ης Ιουλίου 2002 • επιβατηγά πλοία εκτός από τα οχηματαγωγά επιβατηγά πλοία που κατασκευάζονται πριν από την 1η Ιουλίου 2002 το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2004 και • σκάφη, εκτός από τα επιβατηγά πλοία, δηλαδή φορτηγά, μικτής χωρητικότητας 3.000 τόνων και προς τα πάνω κατασκευασμένα από την 1η Ιουλίου 2002.

Τα VDRs πρέπει για να ανταποκρίνονται στα πρότυπα απόδοσης "μη κατώτερα των κανονισμών που υιοθετούνται από τον Διεθνή Οργανισμό Ναυτιλίας". Τα πρότυπα απόδοσης για VDR υιοθετήθηκαν το 1997 και δίνουν τις λεπτομέρειες στα στοιχεία που καταγράφονται και τις προδιαγραφές VDR. Δηλώνουν ότι το VDR πρέπει συνεχώς να διατηρήσει τα διαδοχικά αρχεία των επιλεγμένων εκ των προτέρων στοιχείων σχετικά με τη θέση και την κατασκευή του εξοπλισμού, των εντολών και τον έλεγχο του σκάφους. Το VDR πρέπει να εγκατασταθεί σε μια προστατευτική κάψα που είναι λαμπρά χρωματισμένη και εγκατεστημένη με μια κατάλληλη συσκευή για να βοηθήσει την ασφαλή απόσπασή του από το πλοίο. Πρέπει να είναι εξ ολοκλήρου αυτόματο σε κανονική λειτουργία. Οι εξουσιοδοτημένες αρχές μπορούν να απαλλάξουν τα σκάφη, εκτός από τα οχηματαγωγά επιβατηγά πλοία, που κατασκευάζονται πριν από την 1η Ιουλίου 2002, από την εγκατάσταση με ένα VDR όταν μπορεί να καταδειχθεί ότι η διασύνδεση ενός VDR με τον υπάρχοντα εξοπλισμό στο σκάφος είναι αδικαιολόγητη και ανέφικτη. Σύμφωνα με τον 18ο κανονισμό του SOLAS του κεφαλαίου Β σχετικά με την έγκριση, οι έρευνες και τα πρότυπα απόδοσης του οργάνου καταγραφής πλοήγησης συστημάτων και στοιχείων εξοπλισμού και ταξιδιών δηλώνουν ότι:

Το σύστημα οργάνων Voyage Data Recorder (VDR), συμπεριλαμβανομένων όλων των αισθητήρων, υποβάλλεται σε ετήσια δοκιμή απόδοσης. Η δοκιμή θα γίνεται από εγκεκριμένες εταιρίες με δυνατότητα δοκιμών ή συντηρήσεων και θα ελέγχει την ακρίβεια, τη διάρκεια και την ικανότητα ανάκτησης των καταγραμμένων στοιχείων. Επιπλέον, οι δοκιμές και οι επιθεωρήσεις θα διευθυνθούν για να καθορίσουν τη χρησιμότητα όλων των προστατευτικών συνημμένων και των συσκευών που εγκαθίστανται στη θέση λειτουργίας. Ένα αντίγραφο το πιστοποιητικό της συμμόρφωσης που εκδίδεται από την εταιρία, η οποία επιθεωρεί το σύστημα και δηλώνει την ημερομηνία της συμμόρφωσης και των εφαρμόσιμων προτύπων απόδοσης, θα διατηρείται στο σκάφος.

Όσο αναφορά τα S-VDR[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το MSC στην 79η σύνοδό του τον Δεκέμβριο του 2004 υιοθέτησε τις τροποποιήσεις στον κανονισμό 20 SOLAS του κεφαλαίου Β (ασφάλεια της ναυσιπλοΐας) σχετικά με μια εναλλακτική απαίτηση εγκατάστασης για ένα Simplified – Voyage Data Recorder (S-VDR). Η τροποποίηση τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουλίου 2006. Ο κανονισμός απαιτεί ένα VDR, για τα επιβατηγά πλοία, ενώ για τα εμπορικά πλοία ένα S-VDR, το οποίο θα εγκατασταθεί στα υπάρχοντα φορτηγά πλοία μικτής χωρητικότητας 3.000 τόνων και άνω, εντάσσοντας μέσα την απαίτηση πρώτα για τα σκάφη φορτίου μικτής χωρητικότητας 20.000 τόνων και προς τα πάνω πρώτα, για να ακολουθηθεί με τα σκάφη φορτίου της μικτής χωρητικότητας 3.000 τόνων και άνω. Το S-VDR δεν χρειάζεται για να αποθηκεύσει το ίδιο επίπεδο λεπτομερών στοιχείων με ένα τυποποιημένο VDR, το οποίο μπορεί και αποθηκεύει έως 13 είδη πληροφοριών, ενώ το S-VDR έως 5, αλλά εν τούτοις πρέπει να διατηρήσει ένα πεδίο, σε μια ασφαλή και ανακτήσιμη μορφή, πληροφοριών σχετικά με τη θέση, τη μετακίνηση, τη φυσική θέση, την εντολή και τον έλεγχο ενός σκάφους κατά τη διάρκεια της περιόδου πριν και μετά από ένα γεγονός. Η εσωτερική φάση είναι ως εξής:

• στην περίπτωση των σκαφών φορτίου της μικτής χωρητικότητας 20.000 τόνων και προς τα πάνω κατασκευασμένος πριν από την 1η Ιουλίου 2002, θα εγκατασταθεί στον πρώτο δεξαμενισμό μετά από την 1η Ιουλίου 2006 αλλά όχι αργότερα από την 1η Ιουλίου 2009 • στην περίπτωση των πλοίων μικτής χωρητικότητας 3.000 τόνων και άνω και λιγότερα από 20.000 τόνων που κατασκευάστηκε πριν από την 1η Ιουλίου 2002, στον πρώτο δεξαμενισμό μετά από την 1η Ιουλίου 2007 αλλά όχι αργότερα από την 1η Ιουλίου 2010 και • τέλος ο κανονισμός αναφέρει, ότι οι εξουσιοδοτημένες αρχές μπορούν να απαλλάξουν τα φορτηγά πλοία από την εφαρμογή των απαιτήσεων, εάν πρόκειται να παροπλιστούν μόνιμα, μέσα σε δύο έτη μετά από την καθορισμένη ημερομηνία εφαρμογής των ανωτέρω .

Τα τμήματα του VDR[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρχικά να αναφέρουμε ότι το VDR αποτελείται από 7 τμήματα. Από την Κάψουλα Προστασίας Δεδομένων, από την Κύρια Ηλεκτρονική Μονάδα, από τη Μονάδα Ειδοποίησης, από την υποδοχή μικροφώνων, από την Μονάδα Απόκτησης Δεδομένων και από τη Μονάδα Παροχής Ενέργειας.

Η Κάψουλα Προστασίας Δεδομένων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

"Κάψουλα Προστασίας Δεδομένων"

Η Κάψουλα Προστασίας Δεδομένων είναι το τμήμα του Voyage Data Recorder, στο οποίο καταγράφονται και αποθηκεύονται, όλες οι πληροφορίες οι οποίες σχετίζονται με το ατύχημα. Είναι κατασκευασμένο από ανθεκτικά μέταλλα, έτσι ώστε να είναι ανθεκτικό στις κακουχίες. Ζυγίζει από 36,8 κιλά έως 37,2 κιλά. Η διάμετρος της κάψουλας(η κάψουλα έχει κυλινδρικό σχήμα) είναι 220mm, ενώ το ύψος της είναι 400mm. Η κάψουλα στηρίζεται πάνω σε μία βάση, η οποία έχει τετράγωνο σχήμα και η κάθε πλευρά της είναι 340mm. Η κάψουλα μπορεί να αντέξει συνεχή πρόσκρουση 11ms με επιτάχυνση 50 φορές μεγαλύτερη από εκείνη της βαρύτητας. Μπορεί επίσης να αντέξει απόπειρα διάτρησης από αιχμηρό αντικείμενο βάρους 250kg με διάμετρο αιχμής 100mm, ρίψη από ύψος 3 μέτρων. Η κάψουλα είναι επίσης πυρίμαχη, εφ’ όσον μπορεί να παραμείνει ανέπαφη για δέκα ώρες, κάτω από θερμοκρασία 260ο C και για μία ώρα κάτω από θερμοκρασία 1100ο C και τέλος μπορεί να αντέξει πιέσεις στο βυθό της θάλασσας ίσες με 60MPa, δηλαδή πιέσεις ίσες με αυτές που παρατηρούνται σε βάθος 6000 μέτρων, για 1 συνεχόμενη ώρα, και πιέσεις ίσες με αυτές που παρατηρούνται σε βάθος 3 μέτρων για 30 συνεχόμενες ημέρες. Η Κάψουλα προστασίας Δεδομένων πρέπει να έχει χωρητικότητα σκληρού δίσκου από 1.5GB έως και 3GB, και μπορεί να αποθηκεύσει σε 1.5GB δεδομένα, ήχο και εικόνα για 12 συνεχόμενες ώρες(συνεπώς μπορεί να αποθηκεύσει δεδομένα, εικόνα, και ήχο σε 3GB για 24 συνεχόμενες ώρες). Η συχνότητα μετάδοσης των δεδομένων όταν η κάψουλα βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας είναι από 36.5kHz έως 38.5kHz, με ελάχιστο όριο συνεχόμενης εργασίας 30 ημέρες. Όταν ο σκληρός δίσκος γεμίσει με δεδομένα, αυτόματα διαγράφει εκείνα με την παλαιότερη ημερομηνία και ώρα εγγραφής και στη θέση τους εγγράφει τα νέα δεδομένα(αυτή η διαδικασία γίνεται επί απεριορίστου).

Τα στοιχεία εγγραφής της Κάψουλας Προστασίας Δεδομένων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ημερομηνία και Ώρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το στοιχείο αυτό βοηθάει κυρίως τους επιθεωρητές ατυχημάτων να διαπιστώσουν την ακριβή ώρα και ημερομηνία που συνέβη το ατύχημα. Η ώρα και η ημερομηνία εγγράφονται στην Κάψουλα Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με το διεθνές σύστημα GMT (UTC), δηλαδή την ώρα Γρίνουιτς. Τα στοιχεία αποκτώνται είτε από μία πηγή εξωτερική του πλοίου (π.χ. δορυφόρος) είτε από ένα εσωτερικό ρολόι. Η εγγραφή εκτός από την ώρα και την ημερομηνία εγγράφει και την πηγή των δεδομένων (π.χ. δορυφόρος). Η μέθοδος εγγραφής είναι τέτοια έτσι ώστε κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγής των δεδομένων να μπορεί να φανεί ο συγχρονισμός και όλων των άλλων στοιχείων εγγραφής της Κάψουλας Προστασίας Δεδομένων. Μέσα από αυτά τα δεδομένα (ημερομηνία και ώρα) μπορεί ο αναγνώστης των δεδομένων να δει και το ιστορικό της καταγραφής με ακρίβεια ενός δευτερολέπτου.

Θέση του πλοίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτό το στοιχεί καταγραφής δίνει στον επιθεωρητή του ατυχήματος, ακριβείς πληροφορίες για τον τόπο που έγινε το ατύχημα. Τα δεδομένα αυτά καταγράφονται από ένα Ηλεκτρονικό Σύστημα Εντοπισμού Θέσης (EPFS – Electronic Position-Fixing System) ή από ένα Σύστημα Παγκόσμιας Εύρεσης Θέσης (GPS – Global Positioning System). Η εγγραφή αυτών των στοιχείων, εγγυάται πάντα ότι η πηγή καταγραφής μπορεί να βρεθεί κατά την αναπαραγωγή των σχετικών καταγεγραμμένων στοιχείων. Η θέση του πλοίου καταγράφεται σύμφωνα με τις συντεταγμένες του στην υδρόγειο με ακρίβεια 0.0001 λεπτού της μοίρας.

Κατεύθυνση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κατεύθυνση του πλοίου είναι και αυτή ένα πολύ χρήσιμο στοιχείο. Καταγράφεται μέσω ενός γυροσκοπικού συστήματος του πλοίου (δηλαδή της πυξίδας). Η κατεύθυνση του πλοίου καταγράφεται με ακρίβεια 0.1 μοιρών σύμφωνα με το αντίστοιχο σύστημα του πλοίου.

Ταχύτητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ταχύτητα του πλοίου μπορεί μέσα από συναρτήσεις και να μας υποδείξει και την αντοχή του πλοίου, γι’ αυτό είναι ένα απ’ τα πιο χρήσιμα στοιχεί καταγραφής του Voyage Data Recorder. Η ταχύτητα του πλοίου μετριέται από κάποιο συγκεκριμένο όργανο μέτρησης ταχύτητας (δρομόμετρο), μέσω μίας σύγκρισης με την αντίσταση και την επιβράδυνση που φέρει στο πλοίο το νερό (εάν είναι υποστηρίξιμο τόσο από το πλοίο όσο και απ’ το χρησιμοποιούμενο Voyage Data Recorder, μπορεί να καταγραφεί τόσο η οριζόντια όσο και η κάθετη κατεύθυνση της ταχύτητας). Η ταχύτητα καταγράφεται με ακρίβεια που αγγίζει τα 0.1 knots (Ναυτικά Μίλια).

Δεδομένα ήχου της Γέφυρας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η γέφυρα είναι ο χώρος απ’ όπου κυβερνάται το πλοίο. Έτσι τα δεδομένα ήχου της γέφυρας είναι ίσως στα πιο σημαντικά στοιχεία καταγραφής του Voyage Data Recorder, εφ’ όσον από τις συνομιλίες που καταγράφονται, μπορούν να δείξουν εάν υπήρχε κάποιο πρόβλημα τεχνικό ή ανθρωπίνου δυναμικού στη γέφυρα ή ακόμα και αν το ατύχημα ήταν αποτέλεσμα οργανωμένης τρομοκρατικής επιχείρησης. Τα στοιχεία αυτά καταγράφονται από τις εισόδους μικροφώνων που τοποθετούνται στη γέφυρα και τους γύρω χώρους και γενικώς από συστήματα που λαμβάνουν δεδομένα ήχου. Η συχνότητα απόκρισης που υποστηρίζει το Voyage Data recorder κυμαίνεται από τα 150Hz έως τα 6KHz.

Συνομιλίες και ήχος ασυρμάτου επικοινωνίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ήχοι επικοινωνίας καταγράφουν κάθε είδους συνομιλία που προέρχεται από εξωτερικές πηγές που έχουν έρθει σε επικοινωνία με το πλοίο μέσω της συχνότητας VHF (Very High Frequency). Το VHF είναι μία συσκευή ασύρματης επικοινωνίας του πλοίου με άλλους χειριστές VHF (λιμενικές αρχές ή πλοία). Το Voyage Data Recorder υποστηρίζει την καταγραφή ήχων μέσω της συχνότητας VHF με απόκρισή από 150Ηz έως τα 3.5KHz.

Τα δεδομένα του Radar[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Radar αποτελεί βασικό εξοπλισμό στη γέφυρα του πλοίου και ανιχνεύει διαρκώς, μέσω μίας περιστρεφόμενης κεραίας, εμπόδια που βρίσκονται στην περιοχή που ταξιδεύει το πλοίο, δηλαδή την πλησιέστερη στεριά, ή το πλησιέστερο παραπλέον πλοίο. Οι πληροφορίες αυτές αντλούνται από τα Radar της γέφυρας του πλοίου και καταγράφουν τους ηλεκτρονικούς χάρτες ή τα ηλεκτρονικά αποτυπώματα, στο «πλάνο» του ταξιδιού, ακόμη δεδομένα πλοήγησης, συναγερμούς πλοήγησης, ακόμα και τη φυσική κατάσταση του radar κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Όλα αυτά τα στοιχεία μπορούν να φανούν πολύ χρήσιμα εφ’ όσον βοηθούν τον επιθεωρητή του ατυχήματος να διαπιστώσει, εάν το γεγονός είναι αποτέλεσμα απροσεξίας του καπετάνιού, ή οποιουδήποτε άλλου παράγοντα.

Δεδομένα Βυθόμετρου (Sonar)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το βυθόμετρο είναι εγκατεστημένο στη γέφυρα του πλοίου, όπου μέσω μιας κεραίας εκπομπής σημάτων που είναι εγκατεστημένη στα ύφαλα του πλοίου, ανιχνεύει την απόσταση του βυθού από την καρίνα του πλοίου. Τα δεδομένα αυτά, που παρέχει το βυθόμετρο, παρ’ όλο που δεν χρησιμεύουν πολύ μπορούν πολλές φορές να διευκολύνουν τους ερευνητές του ατυχήματος να βγάλουν συμπεράσματα για το γεγονός. Αυτά τα δεδομένα απαρτίζονται από πληροφορίες σχετικά με αντικείμενα τα οποία βρίσκονται κάτω από το πλοίο, τα οποία ανιχνεύονται από το βυθόμετρο που έχει εγκατεστημένο το πλοίο, που μπορεί να οδήγησαν σε πιθανή πρόσκρουση του πλοίου. Τα αντικείμενα αυτά μπορούν και ανιχνεύονται με ακρίβεια 0.1m.

Κύριος Συναγερμός (Main Alarm)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτά τα στοιχεία είναι πολύ σημαντικά, εφ’ όσον μπορούν να μας δώσουν πληροφορίες για τη φυσική κατάσταση του πλοίου και γενικώς για ζημιές, οι οποίες μπορεί πολύ πιθανόν να ενεργοποίησαν οποιοδήποτε από τους όλους συναγερμούς του πλοίου. Οι πληροφορίες οι οποίες αντλούνται από τον κύριο συναγερμό, μπορούν να αφορούν, μηχανική βλάβη, εντόπιση πυρκαγιάς, υψηλή στάθμη νερού εντός του πλοίου, βλάβη στα πρωτεύοντα ή τα δευτερεύοντα συστήματα πηδαλιούχησης, απώλεια ενέργειας από τις ηλεκτρογεννήτριες, ανίχνευση καπνού και ανίχνευση έκλυσης διοξειδίου του άνθρακα.

Θέση και ανταπόκριση πηδαλίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πηδάλιο είναι ο κύριος μηχανισμός φροντίδας της κατεύθυνσης του πλοίου και συνήθως είναι τοποθετημένο στην πρύμνη και κάτω από την ισαλογραμμή. Ο χειρισμός του πηδαλίου γίνεται είτε από άτομο του πληρώματος (τον καπετάνιο συνήθως) είτε μέσω αυτόματου πιλότου. Τα δεδομένα αυτά είναι πολύ χρήσιμα, διότι μας υποδεικνύουν εάν υπάρχει όντως κάποια βλάβη στο πηδάλιο του πλοίου, ή εάν οι χειρισμοί δεν είναι κατάλληλοι για την πλοήγηση του συγκεκριμένου πλοίου. Τα δεδομένα αυτά περιέχουν πληροφορίες σε σχέση με την θέση και την ανταπόκριση του πηδαλίου στις εντολές που δέχεται, με ακρίβεια μίας μοίρας. Επίσης μέσα σε αυτές της καταγεγραμμένες πληροφορίες συμπεριλαμβάνεται και το αν υπήρχε χρήση αυτόματου πιλότου, οι ρυθμίσεις που είχαν καταχωρηθεί στον αυτόματο πιλότο και η φυσική κατάστασή του.

Πληροφορίες του Μηχανοστασίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πληροφορίες αυτές περιέχουν στοιχεία τα οποία μπορούν να βοηθήσουν τον επιθεωρητή του ατυχήματος να διαπιστώσει εάν για το ατύχημα ευθύνεται η πλημμελής συντήρηση του πλοίου, ή εάν το συμβάν οφείλεται σε ένα αναπάντεχο γεγονός, το οποίο οδήγησε σε γενική δυσλειτουργία της μηχανής του πλοίου. Το Voyage Data Recorder καταγράφει τη φυσική κατάσταση των μηχανών πρόωσης και τα στοιχεία λειτουργίας.. Η ταχύτητα περιστροφής της προπέλας καταγράφεται σε ανάλυση n r/min, ενώ η καταγραφή της ώθησης που δίδεται στο πλοίο, σε σχέση με τη θέση και τη ροπή της προπέλας, γίνεται με ακρίβεια 1ας μοίρας.

Πληροφορίες Τηλεγράφου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο τηλέγραφος αποτελείται από ένα ζεύγος συσκευών, τον εντολέα, που είναι στη γέφυρα, και τον λήπτη που είναι στη μηχανή. Ο πλοίαρχος μέσω του τηλέγραφου δίνει εντολές στο μηχανοστάσιο σχετικά με την ταχύτητα της μηχανής, καθώς και τη φορά περιστροφής – δεξιόστροφα ή αριστερόστροφα Οι εντολές αυτές καταγράφονται καθώς επίσης καταγράφεται και η ανταπόκριση των εντολών από τη μηχανή (feedback)

Άλλα στοιχεία καταγραφής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκτός από αυτά τα στοιχεία, το Voyage Data Recorder μπορεί και καταγράφει την κατάσταση και την ανταπόκριση των μπουκαπορτών του πλοίου, την στεγανότητα του πλοίου και την κατάσταση των θυρών πυρκαγιάς, τις διάφορες επιταχύνσεις που αναπτύσσει πλοίου το πλοίο, την ισχύ της γάστρας του πλοίου και τέλος την ταχύτητα και την κατεύθυνση του ανέμου. Τα δεδομένα αυτά δεν είναι πολύ σημαντικά, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις μπορούν να φανούν χρήσιμα. Το σύστημα αναπαραγωγής των δεδομένων της κάψουλας Για να μπορέσουν να αναπαραχθούν τα στοιχεία τα οποία αποθηκεύονται στην Κάψουλα Προστασίας Δεδομένων, απαιτείται ένα υπολογιστικό σύστημα, παρόμοιο σε επιδόσεις με έναν μέσο Ηλεκτρονικό Υπολογιστή της εποχής μας. Συγκεκριμένα, από πλευρά υλικού, το υπολογιστικό σύστημα θα πρέπει να έχει έναν επεξεργαστή αντάξιο ή ανώτερο ενός Intel Pentium 4, μία Μνήμη Τυχαίας προσπέλασης(RAM – Random Access Memory) χωρητικότητας 250MB ή περισσότερο, έναν σκληρό δίσκο με ελεύθερο χώρο 40GB ή και περισσότερο. Το σύστημα αυτό θα χρειάζεται επίσης να έχει μία οθόνη η οποία να υποστηρίζει ανάλυση ανώτερη αυτής των 1280×1024 και ανανέωση εικόνας ανώτερης αυτής των 85Hz. Η κάρτα γραφικών του συστήματος θα πρέπει να υποστηρίζει την ανάλυση των 1280×1024 pixels και την ανανέωση εικόνας των 85Hz. Η κάρτα ήχου θα πρέπει να μπορεί να αναπαράγει ήχους συχνότητας 150-6000Hz, και να έχει έως και 4 εισόδους μικροφώνων. Το σύστημα αυτό συνδέεται με την κάψουλα προστασίας δεδομένων μέσω καλωδίου δικτύου τύπου Ethernet. Και τέλος το υπολογιστικό σύστημα θα πρέπει να έχει και ένα τροφοδοτικό των 300Watt. Από πλευρά λογισμικού ο ηλεκτρονικός υπολογιστής θα πρέπει να έχει λειτουργικό σύστημα Microsoft Windows 2000 Professional, ενώ το λογισμικό το οποίο θα αναπαράγει τα δεδομένα, θα δοθεί από την ίδια την εταιρία που προμηθεύει το Voyage Data Recorder, στον ίδιο τον πελάτη της.

Η Κύρια Ηλεκτρονική Μονάδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Κύρια Ηλεκτρονική Μονάδα είναι το τμήμα του Voyage Data Recorder, το οποίο είναι συνδεδεμένο με όλα τα άλλα τμήματά του, και στο οποίο αποθηκεύονται και μεταφέρονται πολλές πληροφορίες. Ζυγίζει 26kg k Έχει διαστάσεις 370x203x530 mm ενώ ο χώρος που καταλαμβάνει αφού εγκατασταθεί είναι 310x489mm (εγκαθίσταται σε τοίχο). Η Κύρια Ηλεκτρονική Μονάδα, μπορεί εύκολα να παρομοιασθεί με ένα κοινό σημερινό Υπολογιστικό Σύστημα. Αποτελείται από έναν επεξεργαστή Intel Pentium III των 800ΜHz, από μία Μνήμη Τυχαίας Προσπέλασης τύπου SDRAM (Secure Digital Random Access Memory) και από ένα Σκληρό Δίσκο χωρητικότητας 40GB. Η Μονάδα Αυτή έχει επίσης 8 εισόδους μικροφώνων (6 είσοδοι για δεδομένα ήχου που προέρχονται από τη γέφυρα του πλοίου, και 2 είσοδοι για δεδομένα ήχου που προέρχονται από τις συχνότητες VHF με τις οποίες επικοινωνεί το πλοίο με εξωτερικούς παράγοντες), 1 είσοδο για δεδομένα που προέρχονται από το Radar του πλοίου, των οποίων η ποιότητα φτάνει τα 1280×1024 pixels με ρυθμό ανανέωσης 85Hz. Από πλευρά δικτύωσης της μονάδας με εξωτερικά συστήματα έχουμε μία είσοδο για καλώδιο δικτύου (Ethernet) με ταχύτητα μεταφοράς δεδομένων 10/100MB/s., με το οποίο η Κύρια Ηλεκτρονική Μονάδα Συνδέεται με την Κάψουλα Προστασίας Δεδομένων˙ επίσης η Κύρια Ηλεκτρονική Μονάδα έχει και μία θύρα CAN (DB9) από την οποία όλα τα δεδομένα λαμβάνονται σε μορφή 0183 και τέλος μία θύρα USB, η οποία προσφέρεται για ανανέωση του λογισμικού της Κύριας Ηλεκτρονικής Μονάδας. Η ταχύτητα εγγραφής των δεδομένων από το Radar του πλοίου στην Κύρια Ηλεκτρονική Μονάδα είναι 1frame/15s (1/15 fps) Από πλευρά παροχής ενέργειας η Κύρια Ηλεκτρονική Μονάδα χρειάζεται μία πηγή ενέργειας 220±20% τύπου AC, 110V±10%(50/60Hz) και τέλος μία παροχή DC 24VDC. Η ενέργεια αυτή παρέχεται από την Μονάδα Παροχής Ενέργειας, στην οποία θα αναφερθούμε αργότερα, η οποία έχει συσσωρευτή ενέργειας, με τη βοήθεια του οποίου έχει τη δυνατότητα να παρέχει στο Voyage Data Recorder αδιάλειπτα για 2 ώρες.

Η Μονάδα Απόκτησης Δεδομένων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μονάδα Απόκτησης Δεδομένων είναι το τμήμα του Voyage Data recorder, το οποίο, όπως λέει και το όνομά του, αποκτά τις πληροφορίες από την Κάψουλα Προστασίας Δεδομένων. Έχει 26 σειριακές εισόδους, είτε τύπου RS232 είτε RS485. Υπάρχει διακόπτης 5V~35V, στεγανός, ο οποίος έχει 48 κανάλια. Υπάρχουν 8 κανάλια για εισαγωγή αναλογικού σήματος, ένα κανάλι για σταδιακό σήμα, ένα κανάλι για συγχρονισμένο σήμα, ένα κουτί ενέργειας, με 15 κανάλια εισόδου και 1 εξόδου, και ένα κουτί σήματος με 1 εισόδου και 15 εξόδου.

Η Μονάδα Παροχής Ενέργειας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μονάδα Παροχής Ενέργειας είναι το τμήμα του Voyage Data Recorder, το οποίο δίνει την απαραίτητη ενέργεια σε όλα τα άλλα τμήματα του. Εκτός από την παροχή ενέργειας, η μονάδα αυτή διατελεί και την εργασία της προστασίας του Voyage Data Recorder από τυχόν απότομα ανεβοκατεβάσματα στην τάση του ηλεκτρικού ρεύματος, τα οποία πολύ πιθανόν να προκαλέσουν κάποια βλάβη στο σύστημα. Η Μονάδα Παροχής Ενέργειας έχει ενσωματωμένες μέσα τις «μπαταρίες» οι οποίες αποθηκεύουν ενέργεια με την οποία μπορεί η Μονάδα Παροχής Ενέργειας να τροφοδοτήσει το Voyage Data Recorder σε περίπτωση διακοπής παροχής ενέργειας από την κύρια ενεργειακή πηγή του πλοίου, για 120 λεπτά της ώρας.

Εγκατάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εγκατάσταση ενός Voyage Data Recorder ή ενός Simplified Voyage Data Recorder πρέπει να γίνεται από εταιρίες εξουσιοδοτημένες για αυτόν τον σκοπό. Οι κύριες μονάδες εγκαθίστανται στη γέφυρα του πλοίου και συνδέονται μέσω καλωδίων με διάφορους μεταδότες πληροφοριών, το μηχανοστάσιο, στους χώρους που παρευρίσκεται πλήρωμα του πλοίου ή επιβάτες καθώς επίσης και στα αμπάρια του πλοίου και στις δεξαμενές του.

Συντήρηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τους κανονισμούς λειτουργίας ενός Voyage Data Recorder ή ενός Simplified Voyage Data Recorder, θα πρέπει να επιθεωρείται κάθε χρόνο από εξουσιοδοτημένη εταιρία, η οποία θα παρέχει και το αντίστοιχο πιστοποιητικό που θα επιβεβαιώνει την αξιοπιστία του συστήματος.