Καζουάριος της Νέας Γουινέας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Καζουάριος της Νέας Γουινέας
Καζουάριος της Νέας Γουινέας
Καζουάριος της Νέας Γουινέας
Κατάσταση διατήρησης
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Πτηνά (Aves)
Τάξη: Καζουαριόμορφα (Casuariiformes)
Οικογένεια: Καζουαριίδες (Casuariidae)
Γένος: Καζουάριος (Casuarius) (Brisson, 1760) M
Είδος: C. casuarius
Διώνυμο
Casuarius unappendiculatus (Καζουάριος ο μονολείριος)
Blyth, 1860

Ο καζουάριος της Νέας Γουινέας είναι παλαιόγναθο ατροπιδοφόρο πτηνό της οικογενείας των Καζουαριιδών, που απαντά αποκλειστικά στις βόρειες περιοχές της Νέα Γουινέας [i] και των γύρω νησιών. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Casuarius unappendiculatus και δεν περιλαμβάνει υποείδη. [1]

Τάση πληθυσμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Καθοδική ↓ [2]

Ονοματολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η επιστημονική ονομασία Casuarius προέρχεται από τη λέξη kasuari, όπως αποκαλείται στη μαλαισιανή γλώσσα το πτηνό. [3]. Ωστόσο, είναι ακόμη πιθανότερη η προέλευση –πάλι από τα μαλαισιανά- από παράφραση της λέξης suwari (Crawfurd, Gramm. and Dic. Malay Language, ii. pp. 178 and 25), που πρωτοδημοσιεύθηκε ως Casoaris, από τον Bontius, το 1658 (Hist. Nat. et med. Ind. Orient. p. 71[4] Την ίδια προέλευση έχει η ονομασία του γένους σε όλες τις γλώσσες.

Ο όρος unappendiculatus στην επιστημονική ονομασία του είδους, προέρχεται από τη λατινική λέξη pendeo «ζυγίζω, κρεμιέμαι, εξαρτώμαι» [5] και αναφέρεται στο μοναδικό (σε αντίθεση με το διπλό στον καζουάριο της Αυστραλίας) λειρί του πτηνού.

Ο καζουάριος της Νέας Γουινέας αποκαλείται, επίσης, με τις ονομασίες βόρειος καζουάριος (northern cassowary), επειδή η γεωγραφική του εξάπλωση είναι πιο βόρεια από εκείνην του καζουάριου της Αυστραλίας, χρυσόλαιμος καζουάριος (gold(en)-neck(ed) cassowary) και καζουάριος με ένα λειρί (single (one)-wattled cassowary).

Στο νησί Γιαπέν αποκαλείται από τους ντόπιους ως, Orawei ή Orawai. [6]

Συστηματική ταξινομική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Καζουάριος

Το είδος περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον Άγγλο ζωολόγο και φαρμακοποιό Ε. Μπλάιθ (Edward Blyth, 1810-1873), υπό τη σημερινή του ονομασία, το 1860, χωρίς locus classicus. Στο παρελθόν, αναγνωρίζονταν 4 υποείδη (unappendiculatus, occipitalis, aurantiacus και philipi) ή περισσότερα. Ωστόσο, η εκτεταμένη ποικιλομορφία, μαζί με τη σύγχυση λόγω των πολλών και εκτεταμένων εισαγωγών κατά τη διάρκεια των αιώνων, της ανεπάρκειας μουσειακών δειγμάτων και των αξιόπιστων δεδομένων σχετικά με τα χρώματα των γυμνών -άπτερων- μερών των ενήλικων ατόμων, εμποδίζουν την ακριβή εικόνα της πραγματικής γεωγραφικής διαφοροποίησης. Σήμερα, ταξινομείται ως μονοτυπικό taxon. [7][8]

Γεωγραφική εξάπλωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεωγραφική εξάπλωση του είδους Casuarius unappendiculatus

Όπως υπονοεί και η ονομασία του, το πτηνό περιορίζεται στα βόρεια πεδινά της Νέας Γουινέας, τόσο στον δυτικό, ινδονησιακό τομέα Παπούα (πρώην Irian Jaya), όσο και στον ανεξάρτητο ανατολικό τομέα, Παπούα Νέα Γουινέα. Η κατανομή του στη σημαντική Χερσόνησο Φόχελκοπ (Vogelkop) είναι ελάχιστα γνωστή, αλλά είναι γνωστό από τα νησιά Γιαπέν (Yapen), Μπατάντα (Batanta) και Σαλαβάτι (Salawati). [9][10][11] Υπάρχουν μερικά περαιτέρω στοιχεία, όμως αυτές οι περιοχές είναι απόμακρες και σπάνια επισκέψιμες, ενώ πολλές άλλες έρευνες στην Παπούα έχουν αποτύχει στην εύρεση του πτηνού. [12][13][14] Είναι συνήθως λιγότερο κοινό στις περιοχές όπου θηρεύεται, [15] αλλά μεγάλες περιοχές του φάσματος κατανομής του είναι απομακρυσμένες, με λίγους κυνηγούς και, υπάρχει η υποψία ότι, είναι αρκετά κοινό στους πρόποδες των βουνών Foja της δυτικής Νέας Γουινέας. [16]

Βιότοπος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο καζουάριος της Νέας Γουινέας, διαβιοί στα πεδινά δάση του μεγάλου νησιού και των γύρω μικρότερων νησιών, συμπεριλαμβανομένων των δασικών βάλτων, μέχρι τα 700 μ. [17][18]

Μορφολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Καζουάριος

Η κάσκα είναι χαμηλή, πολύ πεπλατυσμένη στο πίσω μέρος, μαύρη. Το ράμφος είναι κοντό, παχύ και μαύρο, επίσης. Το κεφάλι και το πάνω μέρος του τραχήλου έχουν ανοικτοκυανό χρώμα με πρασινωπή απόχρωση. Τα πλαϊνά του προσώπου είναι βαθυκυανά, όπως και το πάνω μέρος του λαιμού και το σαγόνι. Το μεγαλύτερο μέρος του λαιμού είναι έντονο πορτοκαλί με χρυσαφί απόχρωση, με δύο λεπτές ταινίες του ιδίου χρώματος στα πλαϊνά του λαιμού, δίνοντας εντυπωσιακό παρουσιαστικό στο είδος. Το λειρί είναι ένα (1), με «βρώμικο» μωβ χρώμα.

Το εντυπωσιακό κεφάλι του καζουάριου της Νέας Γουινέας

Είναι το δεύτερο μεγαλύτερο είδος καζουαρίου μετά τον καζουάριο της Αυστραλίας, αν και υπάρχουν άτομα ισομεγέθη με εκείνον.

Οι νεοσσοί και τα νεαρά άτομα μοιάζουν με του καζουάριου της Αυστραλίας, αλλά είναι αρκετά πιο ανοικτόχρωμα.

Βιομετρικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μήκος σώματος: 120 έως 150 εκατοστά
  • Ύψος: 150 έως 180 εκατοστά
  • Μήκος ράμφους: 10 έως 13 εκατοστά
  • Μήκος ταρσού: 28 έως 33 εκατοστά
  • Μήκος μεγάλου νυχιού: 8,5 εκατοστά
  • Βάρος: Αρσενικό 30 έως 37 κιλά, θηλυκό 58 κιλά κατά μέσον όρο

Τροφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Καζουάριος

Η οικολογία του είδους είναι ελάχιστα γνωστή, αλλά θεωρείται ότι είναι παρόμοια με εκείνην του καζουάριου της Αυστραλίας. [19] Έχει αναφερθεί ως υποχρεωτικό οπωροφάγο πτηνό, με κρίσιμο οικολογικό ρόλο στη διασπορά σπερμάτων στα δάση της Νέας Γουινέας.

Ηθολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Καζουάριος

Φωνή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Καζουάριος

Αναπαραγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Καζουάριος

Σχέση με τον άνθρωπο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Καζουάριος

Απειλές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όπως όλοι οι καζουάριοι, ο καζουάριος της Νέας Γουινέας θηρεύεται εντατικά κοντά στις κατοικημένες περιοχές και είναι ιδιαίτερα ευάλωτος, καθώς έχει προτίμηση σε πλημμυρικές περιοχές ποταμών που είναι ιδιαίτερα πυκνοκατοικημένες. [20] Επίσης, το πτηνό αποτελεί σημαντική πηγή τροφής για τις κοινότητες των ιθαγενών και είναι πολύτιμο στα τελετουργικά τους, προσφερόμενο ως δώρο, ιδιαίτερα τα φτερά ως διακοσμητικό στοιχείο και τα οστά ως εργαλεία για διάφορες χρήσεις. [21][22][23] Οι νεοσσοί που συλλαμβάνονται αιχμάλωτοι εκτρέφονται σε χωριά για εμπόριο και κατανάλωση, χωρίς ωστόσο να υπάρχει οργανωμένη εκτροφή τους ως κατοικίδιων πτηνών. [24] Επειδή το κυνήγι και το εμπόριο δεν είναι βιώσιμα σε πολλούς τομείς της επικρατείας του, έχουν οδηγήσει στην εξάλειψή του πτηνού από ορισμένες τοποθεσίες, καθώς είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε υπο-εθνικό επίπεδο για τον εφοδιασμό των αγορών σε πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές. [25] Οι αυξανόμενοι ανθρώπινοι πληθυσμοί και η διάδοση των κυνηγετικών όπλων που χρησιμοποιούνται έχουν επιδεινώσει την κατάσταση. [26]

Η χαρακτηριστικη πορτοκαλί ταινία στα πλαϊνά του λαιμού του καζουάριου της Νέας Γουινέας

Μπορεί, πιθανότατα, να επιβιώσει σε επιλεκτικά υλοτομημένα δάση, αλλά οι δρόμοι που ανοίγονται γι’ αυτόν τον σκοπό, προσφέρουν πρόσβαση στους κυνηγούς. [27] Αν και φαίνεται να επιβιώνουν σε ορισμένες περιοχές θήρας, αυτό εξαρτάται από την τοπική κουλτούρα, τη διαθεσιμότητα κυνηγετικών όπλων και των εναλλακτικών πηγών κρέατος. [28][29][30]

Κατάσταση πληθυσμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το είδος έχει χαρακτηριστεί ως Τρωτό (VU) με βάση τον -κατ' εκτίμησιν- μικρό, διαρκώς μειούμενο πληθυσμό. Ωστόσο, υπάρχουν λίγα δεδομένα και, παρόλο που το είδος είναι γενικά σπάνιο, είναι συχνά «ντροπαλό», δηλαδή δύσκολα κάνει την εμφάνισή του. Αυτό σημαίνει ότι, περαιτέρω έρευνα μπορεί να οδηγήσει σε ανακατάταξη στη λίστα της IUCN. Ωστόσο, πέρα από κάποια διάσπαρτες αναφορές (βλ. Γεωγραφική εξάπλωση), δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία για τον πληθυσμό του, αν και εκτιμάται στα 3.500-15.000 άτομα. [31]

Μέτρα διαχείρισης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τρέχοντα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρόγραμμα με βάση την κοινότητα έχει εκπονηθεί στην Παπούα Νέα Γουινέα, για τη διερεύνηση της βιωσιμότητας της άγριας ζωής και του εμπορίου. [32]

Προτεινόμενα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Έρευνα της δυναμικής του πληθυσμού του είδους, (μαζί με εκείνην του καζουάριου της Αυστραλίας) στη βιογεωγραφικά σημαντική Χερσόνησο Φόχελκοπ, χρησιμοποιώντας φωτογραφικές κάμερες-παγίδευσης.
  • Συγκέντρωση δεδομένων για ενημέρωση βιώσιμων πληθυσμικών τάσεων.
  • Έρευνα και ποσοτικοποίηση των επιπτώσεων του κυνηγιού και εκμετάλλευση των πληροφοριών για ενημέρωση των τοπικών κοινοτήτων που βασίζονται στο κυνήγι.
  • Έρευνα και ποσοτικοποίηση των επιπτώσεων της υλοτομίας.
  • Έρευνα σε απόμακρες, εκτεταμένες περιοχές με τη βοήθεια ιθαγενών κυνηγών.
  • Ανάπτυξη επαναλαμβανόμενης τεχνικής παρακολούθησης σε προστατευόμενες περιοχές.
  • Εκστρατεία για απαγόρευση του κυνηγιού σε προστατευόμενες περιοχές στην Παπούα Νέα Γουινέα, όπως στις θέσεις April-Saulemei και στα πεδινά του Ramu.
  • Εκμετάλλευση του είδους ως εικονικής φιγούρας για εγκαθίδρυση οικοτουρισμού που θα χρηματοδοτεί τις προστατευόμενες περιοχές.

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

i. ^ Παρόλο που, τυπικά, το δυτικό τμήμα του νησιού ανήκει στην Ινδονησία, η βιογεωγραφική/οικογεωγραφική ζώνη αναφοράς είναι η νήσος της Νέας Γουινέας εν συνόλω, επειδή τα taxa που απαντούν εκεί, είναι ιδιαίτερα από κάθε άποψη.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Howard and Moore, p. 35
  2. http://www.iucnredlist.org/details/full/22678114/0
  3. Gotch
  4. Newton
  5. Valpy
  6. Rothchild
  7. http://ibc.lynxeds.com/species/southern-cassowary-casuarius-unappendiculatus
  8. Howard and Moore, p. 35
  9. Coates 1985
  10. Eastwood
  11. Beehler in litt., 2000
  12. Eastwood
  13. Bishop in litt., 1999
  14. Mack & Alonso
  15. Bishop in litt., 1999
  16. Beehler in litt., 2012
  17. Coates
  18. Beehler, 1986
  19. http://www.iucnredlist.org/details/full/22678114/0
  20. Β. Whitney in litt., 2000
  21. Coates
  22. Beehler et al., 1986
  23. Βishop in litt. 1999
  24. Ι. Burrows in litt., 1994
  25. Johnson et al
  26. Beehler, 1985
  27. Βishop in litt. 1999
  28. Coates
  29. Beehler et al., 1986
  30. Βishop in litt. 1999
  31. http://www.iucnredlist.org/details/full/22678114/0
  32. Johnson et al., 2004

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Howard and Moore, Checklist of the Birds of the World, 2003
  • Helm Dictionary of Scientific Bird Names
  • Alfred Newton A Dictionary of Birds, 1896
  • Bertel Bruun, Birds of Britain and Europe, Hamlyn 1980.
  • Bob Scott and Don Forrest, The Birdwatcher’s Key, Frederick Warne & Co, 1979
  • Christopher Perrins, Birds of Britain and Europe, Collins 1987.
  • Colin Harrison & Alan Greensmith, Birds of the World, Eyewitness Handbooks, London 1993
  • Colin Harrison, Nests, Eggs and Nestlings Of British and European Birds, Collins, 1988.
  • Dennis Avon and Tony Tilford, Birds of Britain and Europe, a Guide in Photographs, Blandford 1989
  • Detlef Singer, Field Guide to Birds of Britain and Northern Europe, The Crowood Press, Swindon 1988
  • Hermann Heinzel, RSR Fitter & John Parslow, Birds of Britain and Europe with North Africa and Middle East, Collins, 1995
  • Jim Flegg, Field Guide to the Birds of Britain and Europe, New Holland, London 1990
  • Mary Taylor Gray, The Guide to Colorado Birds, Westcliffe Publishers, 1998
  • Peter Colston and Philip Burton, Waders of Britain and Europe, Hodder & Stoughton, 1988
  • Killian Mullarney, Lars Svensson, Dan Zetterström, Peter J. Grant, Τα Πουλιά της Ελλάδας Της Κύπρου και της Ευρώπης, ΕΟΕ, 2007
  • R. Grimmett, C. Inskipp, T. Inskipp, Birds of Nepal, Helm 2000
  • Handrinos & Akriotis, The Birds of Greece, Helm 1997
  • Γιώργος Σφήκας, Πουλιά και Θηλαστικά της Κρήτης, Ευσταθιάδης, 1989
  • Γιώργος Σφήκας, Πουλιά και Θηλαστικά της Κύπρου, Ευσταθιάδης, 1991
  • Πάπυρος Λαρούς, εκδ. 1963 (ΠΛ)
  • Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, εκδ. 1996 (ΠΛΜ)
  • Ιωάννη Όντρια (I), Πανίδα της Ελλάδας, τόμος Πτηνά.
  • Ιωάννη Όντρια (II), Συστηματική Ζωολογία, τεύχος 3.
  • Ντίνου Απαλοδήμου, Λεξικό των ονομάτων των πουλιών της Ελλάδας, 1988.
  • Σημαντικές Περιοχές για τα Πουλιά της Ελλάδας (ΣΠΕΕ), ΕΟΕ 1994
  • «Το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλουμένων Σπονδυλοζώων της Ελλάδας», Αθήνα 1992
  • Ιωάννου Χατζημηνά, Επίτομος Φυσιολογία, εκδ. Γρ. Παρισιάνου, Αθήνα 1979
  • Βασίλη Κλεισούρα, Εργοφυσιολογία, εκδ. Συμμετρία, Αθήνα 1990
  • Γεωργίου Δ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα 2002
  • Valpy, Francis Edward Jackson, An Etymological Dictionary of the Latin Language
  • Linnaeus, Carolus (1758). Systema naturae per regna tria naturae, secundum classes, ordines, genera, species, cum characteribus, differentiis, synonymis, locis. Tomus I. Editio decima, reformata (in Latin). Holmiae (Laurentii Salvii).

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Beehler, B. 1985. Conservation of New Guinea rainforest birds. In: Diamond, A.W.; Lovejoy, T.E. (ed.), Conservation of tropical forest birds, pp. 233-247. International Council for Bird Preservation, Cambridge, U.K.
  • Beehler, B. M.; Pratt, T. K.; Zimmerman, D. A. 1986. Birds of New Guinea. Princeton University Press, Princeton.
  • Coates, B. J. 1985. The birds of Papua New Guinea, 1: non-passerines. Dove, Alderley, Australia.
  • Eastwood, C. 1996. A trip to Irian Jaya. Muruk 8(1): 12-23.
  • IUCN. 2012. IUCN Red List of Threatened Species (ver. 2012.1). Available at:http://www.iucnredlist.org. (Accessed: 19 June 2012).
  • Johnson, A.; Bino, R.; Igag, P. 2004. A preliminary evaluation of the sustainability of cassowary (Aves: Casuariidae) capture and trade in Papua New Guinea. Animal Conservation 7(2): 129-137.
  • Mack, A. L.; Alonso, L. E. 2000. A biological assessment of the Wapoga River Area of Northwestern Irian Jaya, Indonesia. Conservation International, Washington, DC.
  • Rothchild, H. W., Monograph of the genus Casuarius, 1900
CC-BY-SA
Μετάφραση
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Northern cassowary της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες).