Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ιταλική αποικιοκρατία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιταλική αποικιοκρατία
Τοποθεσία της χώρας στον κόσμο
Η ιταλική αποικιοκρατία στη μέγιστη ακμή της (1940 - 1943)

Η ιταλική αποικιοκρατία[1] (ιταλικά: colonialismo italiano) δημιουργήθηκε αφότου το Βασίλειο της Ιταλίας ακολούθησε τις άλλες Ευρωπαϊκές δυνάμεις στην ίδρυση υπερπόντιων αποικιών κατά τον "αγώνα για την Αφρική". Η σύγχρονη Ιταλία ως ένα ενοποιημένο κράτος υπήρχε μόνο από το 1861. Αυτήν την εποχή η Γαλλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Βρετανία, και οι Κάτω Χώρες, είχαν ήδη δημιουργήσει μεγάλες αυτοκρατορίες για αρκετές εκατοντάδες χρόνια. Μια από τις τελευταίες απομένουσες περιοχές ανοικτές για αποικιοποίηση βρίσκονταν στην Αφρικανική ήπειρο.

Με την έκρηξη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου το 1914, η Ιταλία είχε προσαρτήσει την Ερυθραία και τη Σομαλία, και είχε αποσπάσει τον έλεγχο τμημάτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, συμπεριλαμβανομένου της Λιβύης, μολονότι απέτυχε στην προσπάθειά της να κατακτήσει την Αιθιοπία. Η φασιστική κυβέρνηση υπό τον Ιταλό δικτάτορα Μπενίτο Μουσσολίνι, η οποία ήρθε στην εξουσία το 1922, επεδίωξε να αυξήσει περαιτέρω το μέγεθος της αυτοκρατορίας. Η Αιθιοπία πάρθηκε επιτυχώς τέσσερις δεκαετίες ύστερα από την προηγούμενη αποτυχία και τα ευρωπαϊκά σύνορα της Ιταλίας επεκτάθηκαν. Μία επίσημη "Ιταλική Αυτοκρατορία" ανακηρύχθηκε στις 9 Μαΐου 1936 μετά την κατάκτηση της Αιθιοπίας.[2] Η Ιταλία συμμάχησε με τη Ναζιστική Γερμανία κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και αρχικά απέλαβε επιτυχίες. Ωστόσο, οι Συμμαχικές Δυνάμεις κατέλαβαν, εν τέλει, τις Ιταλικές υπερπόντιες αποικίες και από τη στιγμή που η ίδια η Ιταλία δέχθηκε εισβολή το 1943, η αυτοκρατορία της έπαψε να υπάρχει πια.

Η ενοποίηση των Ιταλικών κρατιδίων και ο αγώνας για μία αυτοκρατορία (1861-1914)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Φραντσέσκο Κρίσπι προώθησε την ιταλική αποικιοκρατία στην Αφρική κατά τα τέλη του 19ου αιώνα.

Η ενοποίηση της Ιταλίας το 1861 έφερε την πεποίθηση ότι η Ιταλία άξιζε τη δική της υπερπόντια αυτοκρατορία, παράλληλα με αυτές των άλλων Δυνάμεων της Ευρώπης, και μια αναζωπύρωση της ιδέας Mare Nostrum'[3]. Ωστόσο, η Ιταλία μπήκε αργά στον αποικιακό αγώνα, και η σχετική της αδυναμία στις διεθνείς υποθέσεις σήμαινε ότι οι προσπάθειές της για το χτίσιμο μίας αυτοκρατορίας ήταν εξαρτημένες από τη συναίνεση της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας[4].

Μασάουα το 1890

Από καιρό η Ιταλία θεωρούσε την οθωμανική επαρχία της Τυνησίας, όπου ζούσε μία μεγάλη κοινότητα Τυνήσιων Ιταλών, εντός της οικονομικής σφαίρας επιρροής της. Δεν ελάμβανε υπ' όψιν την προσάρτησή της μέχρι το 1879 όταν έγινε προφανές ότι η Βρετανία και η Γερμανία ενθάρρυναν τη Γαλλία να την προσθέσει στις αποικιακές κτήσεις της στη Βόρεια Αφρική[5]. Μία προσφορά της τελευταίας στιγμής από την Ιταλία, να χωριστεί η Τυνησία ανάμεσα στις δύο χώρες, απορρίφθηκε. Η Γαλλία, με σιγουριά από τη γερμανική υποστήριξη, διέταξε τα στρατεύματά της από τη Γαλλική Αλγερία να μπουν, επιβάλλοντας προτεκτοράτο στην Τυνησία το Μάιο του 1881 στο πλαίσιο της συνθήκης του Μπάρντο[6]. Ο Κλομισμός της "Τυνησιακή Βόμβας", όπως αναφέρθηκε στον ιταλικό Τύπο, και η αίσθηση της απομόνωσης της Ιταλίας στην Ευρώπη, οδήγησε στην υπογραφή της Τριπλής Συμμαχίας το 1882 με τη Γερμανία και Αυστροουγγαρία[7].

Η αναζήτηση της Ιταλίας για αποικίες συνεχίστηκε μέχρι το Φεβρουάριο του 1885, όταν με μυστική συμφωνία με τη Βρετανία προσάρτησε το λιμάνι της Μασάουα στην Ερυθραία από την καταρρέουσα Αίγυπτο. Η Ιταλική προσάρτηση της Μασσάουα αρνήθηκε την έξοδο της Αιθιοπικής Αυτοκρατορίας του Ιωάννη Δ΄ της Αιθιοπίας προς τη θάλασσα[8] και εμπόδισε οποιαδήποτε επέκταση της Γαλλικής Σομαλιλάνδης[9]. Την ίδια στιγμή, η Ιταλία κατέλαβε την περιοχή στη νότια πλευρά του κέρατος της Αφρικής, σχηματίζοντας την Ιταλική Σομαλιλάνδη[10]. Ωστόσο, η Ιταλία εποφθαλμιούσε την ίδια την Αιθιοπία, και το 1887 ο Ιταλός πρωθυπουργός Αγκοστίνο Ντεπρέτις διέταξε εισβολή. Η εισβολή αυτή σταμάτησε μετά την απώλεια πεντακοσίων Ιταλών στρατιωτών στη μάχη της Ντογκάλι[11]. Ο διάδοχος του Ντεπρέτι, ο πρωθυπουργός Φραντσέσκο Κρίσπι υπέγραψε τη συνθήκη της Wuchale το 1889 με τον Μενελίκ Β΄, τον νέο αυτοκράτορα. Αυτή η συνθήκη παραχώρησε την Αιθιοπική επικράτεια γύρω από τη Μασσάουα στην Ιταλία, για να σχηματιστεί έτσι η αποικία της Ερυθραίας, και -τουλάχιστον σύμφωνα με την ιταλική εκδοχή της συνθήκης- έκανε την Αιθιοπία ιταλικό προτεκτοράτο[12].

Ιταλικό έφιππο ιππικό στην Κίνα κατά την Εξέγερση των Μπόξερ το 1900.
  • Betts, Raymond (1975). The False Dawn: European Imperialism in the Nineteenth Century. University of Minnesota. 
  • Barker, A. J. (1971). The Rape of Ethiopia. Ballantine Books. 
  • Bosworth, R. J. B. (2005). Mussolini's Italy: Life Under the Fascist Dictatorship, 1915-1945. Penguin Books. 
  • Calvocoressi, Peter (1999). The Penguin History of the Second World War. Penguin. 
  • Dickson, Keith (2001). World War II For Dummies. Wiley Publishing, INC. 
  • Fry, Michael (2002). Guide to International Relations and Diplomacy. Continuum International Publishing Group. 
  • Howard, Michael (1998). The Oxford History of the Twentieth Century. Oxford University Press. 
  • Jowett, Philip (1995). Axis Forces in Yugoslavia 1941-45. Osprey Publishing. 
  • Jowett, Philip (2001). The Italian Army 1940-45 (2): Africa 1940-43. Osprey Publishing. 
  • Killinger, Charles (2002). The History of Italy. Greenwood Press. 
  • Lowe, C.J. (2002). Italian Foreign Policy 1870-1940. Routledge. 
  • Packenham, Thomas (1992). The Scramble for Africa: White Man's Conquest of the Dark Continent from 1876 to 1912. Harper Collins. 
  • Mauri Arnaldo,(2004) Eritrea's early stages in monetary and banking development, "International Review of Economics", Vol. LI, n. 4, pp. 547–569.


  1. Η ΑΠΟΙΚΙΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΑΣ Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ (1861-1896) σελ. 5, ikee.lib.auth.gr
  2. Lowe, p.289
  3. Betts (1975), p.12
  4. Betts (1975), p.97
  5. Lowe, p.21
  6. Lowe, p.24
  7. Lowe, p.27
  8. Packenham (1992), p.280
  9. Packenham (1992), p.471
  10. Packenham, p.281
  11. Killinger (2002), p.122
  12. Packenham, p.470

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]