Ισοτιμία (οικονομία)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ταμπλό ονομαστικών συναλλαγματικών ισοτιμιών σε ανταλλακτήριο συναλλάγματος στην Ταϊλάνδη

Στη σύγχρονη Οικονομία ο όρος ισοτιμία, στις εμπορικές συναλλαγές, μπορεί να αφορά τιμές προϊόντων, συναλλάγματος, αγοραστική δύναμη, καθώς ακόμα και μισθούς.

Ιδιαίτερα στις διεθνείς συναλλαγές η ισοτιμία αναφέρεται στην ανταλλαγή νομισμάτων των διαφόρων χωρών η οποία και καθιστά την μεταξύ τους αγοραστική δύναμη ουσιαστικά ίση, καλούμενη συναλλαγματική ισοτιμία. Θεωρητικά καθώς μεταβάλλονται οι οικονομικές συνθήκες, οι συναλλαγματικές αξίες των νομισμάτων συνεχώς προσαρμόζονται προκειμένου να διατηρούν την ισοτιμία τους. Οι αναπροσαρμογές αυτές επιτυγχάνονται με τις μεταβολές των τιμών τους ακολουθώντας τις μεταβολές της προσφοράς και ζήτησης, εφόσον βεβαίως οι τιμές αυτών είναι ελεύθερες σε διαμόρφωση ή σε διακύμανση εντός ενός ευρύτερου διαστήματος.
Σε αντίθετη περίπτωση όπου οι τιμές μπορεί να καθορίζονται αυθαίρετα και με μικρές διακυμάνσεις (περιορισμένα όρια), τότε οι ισοτιμίες επιτυγχάνονται είτε με κρατικό παρεμβατισμό των κυβερνήσεων των διαφόρων χωρών είτε με παρέμβαση διεθνών οργανισμών όπως για παράδειγμα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Η ισοτιμία υπολογίζεται λαμβάνοντας ως βάση τιμής ένα διεθνές νόμισμα ή παγκόσμιο νόμισμα όπως π.χ. το αμερικανικό δολάριο από την οποία και υπολογίζεται η αγοραστική δύναμη στο ΑΕΠ.

Παλαιότερα πριν τον Α' Π.Π., όπου υπήρχε η λεγόμενη αρμονία στο πρότυπο των ισοζυγίων για τις κύριες εμπορικές χώρες της εποχής, ήταν δυνατόν για τις ίδιες να επιβάλλουν ένα μεταξύ τους σύστημα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών, ενώ για τις ασθενέστερες χώρες να επιβάλλουν σκληρά μέτρα περιορισμού των πιστώσεων. Όταν όμως μετά τον Α΄ Π.Π. αναπτύχθηκε μια μεγάλης κλίμακας δυσαρμονία ανάμεσα στις χώρες αυτές το υφιστάμενο σύστημα δεν μπορούσε να διατηρηθεί με συνέπεια έκτοτε οι συναλλαγματικές ισοτιμίες να γίνουν όργανο της οικονομικής πολιτικής.

Ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία είναι η τιμή στην οποία γίνεται ανταλλαγή δύο νομισμάτων, για παράδειγμα στο κασέ ενός ανταλλακτηρίου ή για παράδειγμα η ανταλλαγή ενός ποσού καταθέσεων σε ευρώ με ένα ποσό καταθέσεων σε δολάρια μέσω τράπεζας. Μία συνήθης διεθνής σύμβαση είναι οι ισοτιμίες να σημειώνονται όπως στο παρακάτω παράδειγμα: 1.2500 EUR/USD . Αυτό σημαίνει ότι 1,25 ευρώ ανταλλάσσονται με 1,00 δολάρια. Ένας άλλος συνήθης τρόπος είναι η ισοτιμία να σημειώνεται για παράδειγμα ως εξής: EUR 0.80 = USD 1.00. Αυτό σημαίνει ότι 1,00 δολάριο ανταλλάσσεται με 0,80 ευρώ και το πρώτο νόμισμα ονομάζεται «ονομαστικό νόμισμα» (σε αυτό το παράδειγμα είναι το ευρώ) ενώ το δεύτερο νόμισμα ονομάζεται «νόμισμα βάσης» (σε αυτό το παράδειγμα το δολάριο). Συνήθως ως ονομαστικό χρησιμοποιείται το νόμισμα του τόπου στον οποίο γίνεται η συναλλαγή.

Πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία είναι το γινόμενο της ονομαστικής συναλλαγματικής ισοτιμίας επί το λόγο του δείκτη τιμών μεταξύ των δύο χωρών. Για παράδειγμα, αν η ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία δολαρίου-ευρώ είναι e = 1.36 (δηλαδή 1,36 δολάρια ανταλλάσσονται με 1,00 ευρώ) και P*/P είναι ο λόγος των δεικτών τιμών, όπου P* είναι ο δείκτης τιμών στην ευρωζώνη και P είναι ο δείκτης τιμών στις ΗΠΑ, τότε η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία είναι RER = e × P*/P.

Η σημασία της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας γίνεται κατανοητή με το γνωστό παράδειγμα του Big Mac. Αν για παράδειγμα ένα Big Mac στη Γερμανία κοστίζει 2,50 ευρώ και στις ΗΠΑ κοστίζει 3,40 δολάρια, ενώ η ονομαστική ισοτιμία είναι e = 1.36, τότε η πραγματική ισοτιμία ισούται με τη μονάδα: RER = 1.36 × 2.50/3.40 = 1. Ενώ αν η τιμή στη Γερμανία είναι 3,00 ευρώ και στις ΗΠΑ 3,40 δολάρια τότε η πραγματική ισοτιμία είναι RER = 1.36 × 3.00/3.40 = 1.20. Το οποίο σημαίνει ότι στο τελευταίο παράδειγμα το γερμανικό-ευρώ είναι στην πραγματικότητα ανατιμημένο, δηλαδή ακριβότερο, κατά 20% σε σχέση με το δολάριο.[1]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • "Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Larousse Britannica" τομ.30ος, σελ.251.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]