Ιερό του Ανούβιδος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιερό του Ανούβιδος
Το Ιερό του Ανούβιδος από ξύλο, σοβά, λούστρο, και φύλλο χρυσού
Διαστάσεις118 εκ ύψος, 270 εκ μήκος, 52 εκ πλάτος
ΔημιουργήθηκεΒασιλεία του Τουταγχαμών, 18η Δυναστεία, Νέο Βασίλειο
Τοποθεσία ανακάλυψηςΤάφος του Τουταγχαμών: KV62, Κοιλάδα των Βασιλέων
Παρούσα τοποθεσίαΑιγυπτιακό Μουσείο, Κάιρο
ΤαυτοποίησηJE 61444
Κάτοψη του KV62

Το Ιερό του Ανούβιδος (ή Ιερό του Άνουβη) ήταν μέρος των κτερισμάτων του Τουταγχαμών (18η Δυναστεία, Νέο Βασίλειο). Ο τάφος ανακαλύφθηκε όντας σχεδόν ανέπαφος στις 4 Νοεμβρίου 1922 στην Κοιλάδα των Βασιλέων στις δυτικές Θήβες από τον Χάουαρντ Κάρτερ. Σήμερα το αντικείμενο, με τον αριθμό εύρεσης 261, αποτελεί έκθεμα στο Αιγυπτιακό Μουσείο στο Κάιρο, με τον αριθμό απογραφής JE 61444.

Ανακάλυψη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Ιερό του Ανούβιδος βρέθηκε πίσω από την ατείχιστη είσοδο που οδηγεί από τον ταφικό θάλαμο (J) στον λεγόμενο "Αποθηκευτικό Χώρο" (Ja). Το ιερό, με μια εικόνα του Ανούβιδος στην κορυφή, κοιτούσε προς τα δυτικά. Πίσω του ήταν το Κανωπικό κιβώτιο με τα κανωπικά αγγεία του Φαραώ μέσα. Κατά τη διάρκεια της εργασίας στον ταφικό θάλαμο, η είσοδος στον Αποθηκευτικό Χώρο φράχθηκε με ξύλινες σανίδες, έτσι ώστε οι εργασίες εκκαθάρισης στον ταφικό θάλαμο να μην βλάψουν τα αντικείμενα στον Αποθηκευτικό Χώρο. Η έρευνα και εκκαθάριση του Αποθηκευτικού Χώρου ξεκίνησε την πέμπτη περίοδο ανασκαφής (22 Σεπτεμβρίου 1926 - 3 Μαΐου 1927) και ο Κάρτερ περιέγραψε για πρώτη φορά το Ιερό του Ανούβιδος στο βιβλίο καταγραφής του για τις ανασκαφές στις 23 Οκτωβρίου 1927.

Φωτογραφία του 1922 του τάφου του Τουταγχαμών. Φωτογραφία από τον Χάρι Μπάρτον (1879–1940)

Άγαλμα Ανούβιδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το άγαλμα του Ανούβιδος, απεικονιζόμενο εντελώς σε ζωική μορφή ως ξαπλωμένο τσακάλι, ήταν προσαρτημένο στην οροφή του ιερού. Το άγαλμα είναι κατασκευασμένο από ξύλο, καλυμμένο με μαύρη βαφή. Το εσωτερικό των αυτιών, τα φρύδια και ο περίγυρος των ματιών, και το κολάρο και η λωρίδα δεμένη με κόμπο γύρω από το λαιμό, εκτελέστηκαν σε λεπτό φύλλο χρυσού. Τα ασπράδια των ματιών είναι κατασκευασμένα από ασβεστίτη και οι κόρες από οψιανό. Τα νύχια είναι από ασήμι, το οποίο ήταν πολυτιμότερο από τον χρυσό στην αρχαία Αίγυπτο.

Το άγαλμα του Ανούβιδος ήταν τυλιγμένο σε μια λινή μπλούζα η οποία ήταν από το έβδομο βασιλικό έτος του Φαραώ Ακενατόν, σύμφωνα με τα ιερογλυφικά από μελάνι σε αυτό. Κάτω του ήταν μια πολύ λεπτή λινή γάζα δεμένη στο μπροστινό μέρος του λαιμού.[1] Ένα φουλάρι τυλιγμένο γύρω από το λαιμό της φιγούρας, με νούφαρο και κυανή κενταύρια υφασμένα σ'αυτό, δεμένα σε θηλιά πίσω από το κεφάλι.

Μεταξύ των μπροστινών του ποδιών ήταν μια χαραγμένη πλάκα με το όνομα της μεγαλύτερης κόρης του Ακενατόν, Μεριτατέν.

Το άγαλμα του Ανούβιδος διαχωρίστηκε από την οροφή του ιερού στις 25 Οκτωβρίου 1926 έτσι ώστε να μεταφερθεί δια μέσου του ταφικού θαλάμου άθικτο, έξω από τον τάφο και στο εργαστήριο την επόμενη μέρα, μαζί με το ιερό στο παλανκίνο.

Ένα άγαλμα Ανούβιδος που βρέθηκε στον τάφο του Φαραώ Χορεμχέμπ (KV57) είναι παρόμοιο, εκτός του ότι τα ενθέματά του είναι κατασκευασμένα με πολύτιμους λίθους.[2]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Howard Carter, Das Grab des Tut-ench-Amun. p. 170.
  2. Theban Mapping Project: KV57, Wooden statue of Anubis jackal (Ref.: 12656) Αρχειοθετήθηκε 2013-12-15 στο Wayback Machine.