Μετάβαση στο περιεχόμενο

Η μάχη του Μάλντον (ποίημα)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η μάχη του Μάλντον
Αναμνηστική πλακέτα στον τόπο της μάχης του Μάλντον το 991
ΓλώσσαΑρχαία αγγλική γλώσσα
Μορφήποίημα
ΘέμαΜάχη του Μάλντον

Η μάχη του Μάλντον (αγγλικά: The Battle of Maldon) είναι παλαιοαγγλικό ηρωικό ποίημα που αναφέρεται στην πραγματική μάχη του Μάλντον του 991, κατά την οποία ο αγγλοσαξονικός στρατός απέτυχε να αποκρούσει μια επιδρομή των Βίκινγκς. Μόνο 325 στίχοι του ποιήματος σώζονται, η αρχή και το τέλος έχουν χαθεί. Ο ποιητής και ο αντιγραφέας είναι ανώνυμοι, όπως συχνά στα έργα της παλαιάς αγγλικής λογοτεχνίας.[1]

Συγγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια γλωσσολογική μελέτη προτείνει ότι ολόκληρο το ποίημα μεταδόθηκε αρχικά προφορικά και στη συνέχεια καταγράφηκε σε ένα χαμένο χειρόγραφο στην ανατολικοσαξονική διάλεκτο. Το διασωθέν κείμενο είναι στη δυτικοσαξονική διάλεκτο, πιθανόν γραμμένο από μοναχό αντιγραφέα στο μοναστήρι του Γουόρτσεστερ στα τέλη του 11ου αιώνα.

Άλλοι μελετητές προτείνουν την άποψη ότι το ποίημα πρέπει να γράφτηκε κοντά στα γεγονότα που απεικονίζει, δεδομένης της ακρίβειας των περιγραφών. Η έλλειψη θρυλικών στοιχείων φαίνεται να δείχνει ότι το ποίημα γράφτηκε σε μια εποχή που μάρτυρες θα μπορούσαν να βεβαιώσουν την εγκυρότητα των γεγονότων.[2]

Το χειρόγραφο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1731, το πρωτότυπο χειρόγραφο του ποιήματος - στο οποίο, όπως και στη σύγχρονη εκδοχή, έλειπε η πρώτη και η τελευταία σελίδα του (πιθανώς 50 στίχους η καθεμία) - κάηκε στη φωτιά της βιβλιοθήκης του συλλέκτη Ρόμπερτ Μπρους Κότον. Το ποίημα έφτασε σε εμάς χάρη στη μεταγραφή του που έγινε το  1724 και βρίσκεται στη βιβλιοθήκη Μπόντλιαν από τη δεκαετία του 1930. Εξαιτίας αυτής της απώλειας, λείπουν σημαντικές πληροφορίες για την ημερομηνία και τον σκοπό του ποιήματος.[3]

Περιεχόμενο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αφήγηση είναι εξ ολοκλήρου από την οπτική γωνία των Αγγλοσαξόνων και κατονομάζει πολλά άτομα που οι μελετητές θεωρούν ότι ήταν πραγματικά πρόσωπα. Η χαμένη αρχή του ποιήματος θεωρείται ότι αφηγείται πώς ο Αγγλοσάξονας άρχοντας-διοικητής του Έσσεξ Μπέρτνοθ,[4] μαθαίνοντας για την επιδρομή των Βίκινγκς, συγκέντρωσε τα στρατεύματά του και τα οδήγησε στην όχθη του ποταμού Μπλάκγουοτερ κοντά στο Μάλντον στο Έσσεξ.

Άγαλμα του ηρωικού Μπέρτνοθ στον τόπο της μάχης του Μάλντον

Το τμήμα του ποιήματος που σώζεται σήμερα ξεκινά με τους Αγγλοσάξονες πολεμιστές να προετοιμάζονται για μάχη, ο ηγέτης τους Μπέρτνοθ διατάζει τους άνδρες του να διώξουν τα άλογα και με ενθαρρυντικά λόγια τους οργανώνει σε σχηματισμό μάχης στις όχθες του ποταμού. Μια δύναμη Δανών Βίκινγκς έχει αποβιβαστεί και στρατοπεδεύσει σε ένα νησί στη μέση του ποταμού, χωρισμένο από τη στεριά από ένα μονοπάτι που θα μπορούσε να διασχιστεί κατά την άμπωτη. Ένας αγγελιοφόρος των Βίκινγκς έρχεται στην όχθη και προσφέρει ειρήνη στον Μπέρτνοθ εάν τους πληρώσει λύτρα. Ο Μπέρτνοθ αρνείται θυμωμένα, λέγοντάς του ότι θα πολεμήσει τους ειδωλολάτρες Βίκινγκς για να υπερασπιστεί τη γη του και γη του βασιλιά του Έθελρεντ. Οι δύο ένοπλες δυνάμεις χωρίζονται μεταξύ τους από τον ποταμό και προσεγγίζονται μόνο με εκτόξευση βελών. Έπειτα έρχεται η άμπωτη και αποκαλύπτει το μονοπάτι ξηράς που ο Μπέρτνοθ ασφαλίζει με βετεράνους. Οι Βίκινγκς, μη μπορώντας να εκμεταλλευτούν την πολεμική τους υπεροχή σε αυτή την κατάσταση, ζητούν να τους επιτραπεί να περάσουν για να πολεμήσουν στην όχθη. Από υπερβολική αυτοπεποίθηση, ο Μπέρτνοθ δέχεται το αίτημα, δίνοντάς τους χώρο για να πολεμήσουν, αντί να τους κρατήσει απομονωμένους στο νησί.[5]

Περιγράφονται μεμονωμένα επεισόδια από τη σκληρή μάχη που ακολούθησε και απεικονίζονται οι τύχες αρκετών Αγγλοσαξόνων πολεμιστών - ο Μπέρτνοθ τραυματίστηκε και πεθαίνοντας παρότρυνε τους άνδρες του να συνεχίσουν να αγωνίζονται. Ωστόσο, δεν παρουσιάζονται όλοι οι Άγγλοι ως ηρωικοί: ο Γκόντρικ, ο γιος του Όντα, φεύγει από τη μάχη με τα αδέρφια του και, το χειρότερο, φεύγει με το άλογο του Μπέρτνοθ. Αρκετούς στίχους αργότερα, ο Άγγλος λόρδος Όφα ισχυρίζεται ότι το θέαμα του αλόγου του Μπέρτνοθ να φεύγει, προκάλεσε πανικό στο στράτευμα και πολλοί έφυγαν γιατί πίστεψαν ότι έφυγε ο αρχηγός τους.

Ακολουθούν διάφορα αποσπάσματα στα οποία οι Άγγλοι πολεμιστές που παρέμειναν στη μάχη εκφράζουν το θάρρος τους και την αποφασιστικότητά τους να χάσουν τη ζωή τους ή να εκδικηθούν τον αγαπημένο τους κύριο. Εξαπολύουν μια λυσσαλέα αντεπίθεση αλλά ένας ένας πέφτουν ηρωικά στη μάχη με τους Βίκινγκς που προελαύνουν. Το ποίημα, όπως μας έχει διασωθεί, τελειώνει με έναν άλλο Γκόντρικ, αυτή τη φορά είναι ο Γκόντρικ, ο γιος του Έθελγκαρ, που μάχεται απεγνωσμένα και σκοτώνεται από τους «θαλασσινούς περιπλανώμενους». [6]

Σχόλια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η χριστιανική επίδραση στην παλαιοαγγλική ποίηση είναι εμφανής στη στάση του Μπέρτνοθ. Η αλαζονεία (και απρονοησία) με την οποία επιτρέπει στους Βίκινγκς να βγουν στην ξηρά είναι ένα παράδειγμα ύβρεως.

Οι Άγγλοι πλήρωσαν μεγάλα χρηματικά ποσά στους Δανούς Βίκινγκς μετά τη μάχη για να εξασφαλίσουν την ειρήνη κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Εκείνη την εποχή, είχαν περάσει πάνω από δύο δεκαετίες χωρίς επιθέσεις των Βίκινγκς στην Αγγλία, όταν η μάχη του Μάλντον - και τα χρήματα που πληρώθηκαν - σηματοδότησε μια ανανέωση των επιδρομών, επιθέσεων και λεηλασιών μέχρι την τελική Νορμανδική κατάκτηση της Αγγλίας το 1066.[7]

Παραπομπές και σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]