Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ήταν όργανο του Συμβουλίου της Ευρώπης. Σκοπός του ήταν η διασφάλιση της συμμόρφωσης και η επιβολή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Ιδρύθηκε στο Στρασβούργο το 1954 και έδρευε εκεί μέχρι τη διάλυσή της το 1998.

Οργάνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το αρχικό σύστημα είχε τρία εποπτικά όργανα για την προστασία των δικαιωμάτων που κατοχυρώνονταν με την ΕΣΔΑ: την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) και την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, η οποία αποτελείται από τους υπουργούς Εξωτερικών των κρατών μελών.

Η Επιτροπή διεξήγαγε δύο τύπους διαδικασιών: την κρατική και την ατομική καταγγελία.

Στην περίπτωση κρατικής καταγγελίας, την οποία υποχρεωτικά ακολουθούσαν τα κράτη μέλη, η διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής προηγούνταν της δικαστικής διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου (ΕΔΑΔ).

Η ατομική διαδικασία καταγγελιών, για την οποία τα κράτη μέλη έπρεπε πρώτα να έχουν αναγνωρίσει την αρμοδιότητα της Επιτροπής, επιτρεπόταν μόνο στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και δεν μπορούσε να μετατραπεί σε ατομική διαδικασία ενώπιον του ΕΔΑΔ. Μόνο η Επιτροπή, το κράτος μέλος του οποίου ήταν υπήκοος ο ζημιωθείς, το καταγγέλλον κράτος μέλος και το εναγόμενο κράτος μέλος είχαν δικαίωμα να ασκήσουν προσφυγή.

Εάν η Επιτροπή αποδεχόταν μια καταγγελία, διαπίστωνε την τυχόν παραβίαση της ΕΣΔΑ και προσπαθούσε να επιτύχει φιλική διευθέτηση της διαφοράς. Έτσι, η Επιτροπή λειτουργούσε ως φίλτρο για το Δικαστήριο. Η απόφασή της δεν ήταν νομικά δεσμευτική, αλλά απλώς σύσταση. Εάν δεν μπορούσε να επιτευχθεί φιλική συμφωνία, η Επιτροπή (κατόπιν έκδοσης αντίστοιχης γνώμης προς την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης) ή ένα από τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη μπορούσε να προσφύγει στο ΕΔΑΔ, εφόσον το εναγόμενο κράτος είχε προηγουμένως αποδεχθεί τη δικαιοδοσία του. Η απόφαση του ΕΔΑΔ ήταν νομικά δεσμευτική.

Διάλυση και συνέπειες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λόγω του γρήγορα αυξανόμενου αριθμού καταγγελιών, τα όργανα παρακολούθησης της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου μεταρρυθμίστηκαν με πρόσθετο πρωτόκολλο, το οποίο τέθηκε σε ισχύ την 1η Νοεμβρίου 1998. Το πρωτόκολλο αυτό κατάργησε την Επιτροπή και μετέτρεψε το Δικαστήριο σε μόνιμο, το οποίο έκτοτε έχει αποκλειστική δικαιοδοσία επί των καταγγελιών.

Οι εκθέσεις και οι αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων βρίσκονται σε τόμους που δημοσιεύθηκαν από το Συμβούλιο της Ευρώπης με τίτλο "Decisions and reports / European Commission of Human Rights - Décisions et rapports / Commission Européenne des Droits de l'Homme".

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Klaus Schubert και Martina Klein: Πολιτικό λεξικό . 4η ενημερωμένη έκδοση. Federal Agency for Civic Education, Βόννη 2006 (σειρά δημοσιεύσεων Τόμος 497), ISBN 3-89331-618-3 .
  • Mario Oetheimer / Guillem Cano Palomares, Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ), στο: Max Planck Encyclopaedia of International Law.