Επίκεντρο
Το επίκεντρο[1] είναι το σημείο της επιφάνειας της Γης ακριβώς πάνω από ένα υπόκεντρο ή εστίαση, από το οποίο μπορεί να προέρχεται ένας σεισμός ή μια υπόγεια έκρηξη.
Ζημιά στην επιφάνεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στους σεισμούς, το επίκεντρο είναι συνήθως η περιοχή με τις περισσότερες ζημιές, αλλά το μήκος της ρήξης του ρήγματος στο υπέδαφος μπορεί να εξαπλωθεί στην επιφάνεια και να επηρεάσει μια μεγάλη περιοχή. Για παράδειγμα, στον σεισμό του Ντενάλι του 2002 με ένταση 7.9 ρίχτερ στην Αλάσκα, το επίκεντρο ήταν στο δυτικό άκρο της ρήξης αλλά η μεγαλύτερη ζημιά έγινε σε μια περιοχή 330 χιλιόμετρα ανατολικά.[2] Τα εστιακά βάθη των σεισμών που συμβαίνουν σε ηπειρωτικό φλοιό έχουν συνήθως επίκεντρο 2 με 20 χιλιομέτρων.[3] Οι ηπειρωτικοί σεισμοί με βάθος κάτω από 20 χιλιόμετρα είναι σπάνιοι, ενώ σε ζώνες υποβύθισης οι σεισμοί μπορεί να προέρχονται από βάθη βαθύτερα των 600 χιλιομέτρων.[3]
Απόσταση επικέντρου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά τη διάρκεια ενός σεισμού, τα σεισμικά κύματα διαδίδονται σε όλες τις κατευθύνσεις από το υπόκεντρο. Η σεισμική σκίαση παρουσιάζεται στην αντίθετη πλευρά της Γης από το επίκεντρο του σεισμού, διότι ο υγρός εξωτερικός πυρήνας του πλανήτη διαθλά τα διαμήκη ή συμπιεστικά κύματα (P-κύματα), ενώ απορροφά τα εγκάρσια ή διάτμητα κύματα (S-κύματα). Έξω από την σεισμική ζώνη σκιάς, μπορούν να εντοπιστούν και τα δύο κύματα, αλλά, λόγω των διαφορετικών ταχυτήτων και μονοπατιών μέσα από τη Γη, φτάνουν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές.
Η απόσταση του επικέντρου χρησιμοποιείται επίσης κατά τον υπολογισμό των σεισμικών μεγεθών, όπως αναπτύχθηκε από τον Ρίχτερ και Γκούτενμπεργκ.[4][5]
Ετυμολογία και χρήση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η λέξη προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό[6] επίθετο ἐπίκεντρος[7] Ο όρος επινοήθηκε από τον Ιρλανδό σεισμολόγο Ρόμπερτ Μάλλετ.[8]
Η λέξη επίκεντρο χρησιμοποιείται και με την έννοια του κέντρου.[6] Για παράδειγμα, το «Περιορίστηκαν οι μετακινήσεις στην Κινεζική επαρχία η οποία πιστεύεται ότι είναι το επίκεντρο της επιδημίας SARS.»[9][10]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Oxford English Dictionary: "The point over the centre: applied in Seismol. to the outbreaking point of earthquake shocks."
- ↑ Fuis, Gary· Wald, Lisa. «Rupture in South-Central Alaska—The Denali Fault Earthquake of 2002». USGS. Ανακτήθηκε στις 20 Απριλίου 2008.
- ↑ 3,0 3,1 Jordan, Thomas H.· Grotzinger, John P. (2012). The essential Earth (2nd έκδοση). New York: W.H. Freeman. σελ. 429. ISBN 9781429255240.
- ↑ Tyler M. Schau (1991). The Richter Scale (ML). USGS. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-04-25. https://web.archive.org/web/20160425121745/http://www.johnmartin.com/earthquakes/eqsafs/safs_693.htm. Ανακτήθηκε στις 2008-09-14.
- ↑ William L. Ellsworth (1991). SURFACE-WAVE MAGNITUDE (Ms) AND BODY-WAVE MAGNITUDE (mb). USGS. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2009-02-02. https://web.archive.org/web/20090202043713/http://www.johnmartin.com/earthquakes/eqsafs/safs_694.htm. Ανακτήθηκε στις 2008-09-14.
- ↑ 6,0 6,1 «epicenter». Merriam-Webster Online Dictionary. 2009. Ανακτήθηκε στις 19 Οκτωβρίου 2009.
- ↑ ἐπίκεντρος, Henry George Liddell, Robert Scott, A Greek-English Lexicon, on Perseus
- ↑ Filiatrault, A. (2002). Elements of Earthquake Engineering and Structural Dynamics (2nd έκδοση). Presses inter Polytechnique. σελ. 1. ISBN 978-2-553-01021-7.
- ↑ Rick Thompson (2004). Writing for Broadcast Journalists. Routledge. σελ. 160. ISBN 978-1-134-36915-7.
- ↑ Oltermann, P. (2009). How to Write. Random House. σελ. 246. ISBN 978-0-85265-138-4.