Εξευγενισμός (πολεοδομία)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τα κτήρια της Mainzer Straße στο Βερολίνο.

Ο εξευγενισμός (αγγλικά: gentrification) από την άποψη της πολεοδομίας είναι ένα κοινωνικοοικονομικό φαινόμενο. Χαρακτηρίζεται από την αγορά και ανακαίνιση κατοικιών και καταστημάτων σε υποβαθμισμένες αστικές γειτονιές, η οποία με τη πάροδο του χρόνου οδηγεί στην αναβάθμιση της συνοικίας και στην αύξηση της αξίας των ακινήτων και των ενοικιών. Συνεπώς η έννοια του εξευγενισμού είναι αλληλένδετη με τη μετατόπιση των αρχικών κατοίκων όπως επίσης και των μικρών επιχειρήσεων, των οποίων το εισόδημα δεν είναι πλέον βιώσιμο για την εν λόγω περιοχή[1].

Χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Είναι κοινό και διαδεδομένο αμφιλεγόμενο θέμα στον πολεοδομικό σχεδιασμό[2]. Αναφέρεται σε μετατοπίσεις σε μια αστική κοινότητα ως προς τον τρόπο ζωής, την αύξηση του ποσοστού πλουσιότερων κατοίκων ή/και των επιχειρήσεων και την τοπική αύξηση των τιμών προϊόντων -συμπεριλαμβανομένων των κτηματομεσιτικών- στη σχετική περιοχή[3].

Εξευγενισμός είναι συνήθως το αποτέλεσμα του αυξημένου ενδιαφέροντος σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον. Πρώιμοι εξευγενιστές ήταν πιθανώς καλλιτέχνες με χαμηλό εισόδημα και μποέμ κοινότητες, οι οποίες αύξαναν την ελκυστικότητα και την αίσθηση ενός συγκεκριμένου αστικού τοπίου μέσω της τέχνης τους. Ο εξευγενισμός περιλαμβάνει στοιχεία τοπικής ανάπτυξης, αυξημένη προσέλκυση επιχειρήσεων και τα χαμηλότερα ποσοστά εγκληματικότητας. Ο εξευγενισμός δεν προκύπτει σε όλες τις υποβαθμισμένες συνοικίες αλλά κυρίως σε αυτές που παρουσιάζουν ελκυστικά χαρακτηριστικά όπως μικρή απόσταση από κάποιο αξιοθέατο, καλή θέα, πράσινο, αρχιτεκτονική και που γενικά αποτελούν έναν εναλλακτικό τόπο κατοικίας ή εργασίας. Παραδείγματα συνοικιών στην Ελλάδα που έχουν εξευγενιστεί ή εξευγενίζονται επί του παρόντος είναι στην Αθήνα το Γκάζι, το Ψυρρή και το Μεταξουργείο και στη Θεσσαλονίκη τα Λαδάδικα.

Ωστόσο, εκτός από αυτά τα δυνητικά οφέλη, ο εξευγενισμός μπορεί να οδηγήσει σε εσωτερική πληθυσμιακή μετανάστευση[4][5][6].

Κοινωνιολογικές προεκτάσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ενίοτε η απομάκρυνση συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων είναι στόχος του εξευγενισμού και όχι παρενέργειά του. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά από την κοινωνιολόγο Ρουθ Γκλας (Ruth Glass) το 1964[7], προκειμένου να χαρακτηρίσει τις κοινωνικές μεταβολές που επήλθαν εξαιτίας αυτής της διαδικασίας στην εργατική τότε συνοικία Ίσλινγκτον του Λονδίνου[8].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Gentrification». Dictionary.com. 
  2. Chris Hamnett: The blind men and the elephant: the explanation of gentrification. Transactions of the Institute of British Geographers 1991, v. 16, p. 173–189., (French Les aveugles et l'éléphant: l'explication de la gentrification. In: Strates. Nr.9, 1996-97, Crises et mutations des territoires)
  3. Lees, Loretta, Tom Slater, and Elvin K. Wyly. Gentrification. New York: Routledge/Taylor & Francis Group, 2008. Print. Defines gentrification as "the transformation of a working-class or vacant area of the central city to a middle class residential and/or commercial use".
  4. «Health Effects of Gentrification». Centers for Disease Control. Centers for Disease Control. 24 Μαρτίου 2015. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2015. 
  5. Lesley Williams Reid and Robert M. Adelman, Georgia State University (Απριλίου 2003). «The Double-edged Sword of Gentrification in Atlanta». American Sociological Association. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Οκτωβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2015. 
  6. Benjamin Grant (17 Ιουνίου 2003). «PBS Documentaries with a point of view: What is Gentrification?». Public Broadcasting Service. 
  7. Smith, Neil (1996). The new urban frontier: gentrification and the revanchist city. NY: Routledge. σελ. 31. ISBN 0-415-13254-1. 
  8. «Το φαινόμενο του Εξευγενισμού (gentrification)» (PDF). Αθήνα: Εθνικό Τεχνικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. 2007. Ανακτήθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2015. 

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]