Διεθνής Οικονομική Εξεταστική Επιτροπή
Η Διεθνής Οικονομική Εξεταστική Επιτροπή (International Financial Commission of Inquiry) με σκοπό την εξέταση της οικονομικής κατάστασης της Ελλάδας δημιουργήθηκε το 1857 και λειτούργησε μέχρι το 1859, με μέλη τους εκπροσώπους της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας[1][2], για να γνωμοδοτήσει για μέτρα που μπορούσε να λάβει η τότε κυβέρνηση για την αποπληρωμή του δανείου που πήρε η Ελλάδα το 1833[3] ως συνέπεια της στάσης που είχε κρατήσει η Ελλάδα κατά τον Πόλεμο της Κριμαίας[4].
Το δάνειο του 1833
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με την άφιξη του Βασιλιά Όθωνα το 1833, δόθηκε στην Ελλάδα δάνειο, το οποίο είχε συμφωνηθεί με τη Συνθήκη της 7ης Μαΐου 1832, ύψους 60.000.000 γαλλικών φράγκων[2], με την εγγύηση των τριών Μεγάλων Δυνάμεων (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) κατά ένα τρίτο από την κάθε μία. Η Ελλάδα δεν εισέπραξε την τρίτη δόση των 20.000.000 γαλλικών φράγκων, δεδομένου ότι την κράτησε η δανειοδότρια τράπεζα Rothschilds επειδή δε γινόταν αποπληρωμή των δόσεων του δανείου[4]. Παρά τη συμφωνία που έγινε to 1843 για να ξαναρχίσει η αποπληρωμή, η κυβέρνηση που προέκυψε από την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 δεν επικύρωσε τη συμφωνία και συνέχισε τη μη αποπληρωμή των δόσεων. Το 1845 και το 1846 η Αγγλία έκανε διαβήματα προς την ελληνική κυβέρνηση ότι αν δεν αρχίσει η αποπληρωμή, θα εξαναγκαστεί να επέμβει στα εσωτερικά της χώρας για να καταστήσει κάτι τέτοιο δυνατό[5].
Την 1η Ιανουαρίου 1859, το ύψος στο οποίο είχε ανέλθει το δάνειο (δεδομένου ότι είχε σταματήσει η αποπληρωμή του το 1843, κατά τη δεύτερη πτώχευση του Ελληνικού Κράτους) ήταν 56.142.304,75 γαλλικά φράγκα και την 1η Μαρτίου 1870 (ημερομηνία κατά την οποία θα έπρεπε να είχαν λήξει οι υποχρεώσεις της Ελλάδας αν είχε αποπληρωθεί το δάνειο κανονικά) θα ήταν 121.528.198,81 γαλλικά φράγκα, σύμφωνα με υπολογισμούς της Επιτροπής του 1859[2].
Ο πόλεμος της Κριμαίας, δημιουργία και σκοπός της Επιτροπής
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Κριμαίας η Ελλάδα προσπαθούσε να εκμεταλλευτεί τον πόλεμο της Ρωσίας με την Τουρκία, θέλοντας να κάνει εχθροπραξίες και να καταλάβει εδάφη βόρεια της μέχρι τότε επικράτειάς της. Η Ελλάδα εμποδίστηκε από τέτοιες πράξεις με κατάληψη του Πειραιά και της Αθήνας από Αγγλικές και Γαλλικές δυνάμεις στις 13 Μαΐου 1854 με την επίσημη δικαιολογία της προαναγγελθείσας (οκτώ χρόνια πριν, το 1846) από την Αγγλία επέμβασης στη χώρα, για να διασφαλιστεί η αποπληρωμή του δανείου. Με την παρέμβαση των δυνάμεων κατοχής, τρεις ημέρες μετά, στις 16 Μαΐου 1854, απομακρύνεται από την εξουσία η Κυβέρνηση Αντωνίου Κριεζή και αντικαθίσταται από την Κυβέρνηση Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, ηγέτη του αγγλόφιλου Κόμματος. Την κυβέρνηση αυτή αποκαλούσαν «υπουργείον της κατοχής». Λίγες ημέρες αργότερα, στις 28 Μαρτίου η Αγγλία και η Γαλλία κήρυξαν επίσημα τον πόλεμο στη Ρωσία και έσπευσαν σε βοήθεια της Τουρκίας.
Παρόλο που ο πόλεμος τελείωσε με την υπογραφή της Συνθήκης Παρισίων στις 30 Μαρτίου 1856, η παρουσία των κατοχικών στρατευμάτων συνεχίστηκε για ένα ακόμη έτος. Σε αντάλλαγμα της αποχώρησης του στρατού κατοχής, η Αγγλία και η Γαλλία ζήτησαν την επιβολή εξωτερικού οικονομικού ελέγχου. Λόγω της αντίδρασης της Ρωσίας, το σχέδιο αυτό υποκαταστάθηκε με τη δημιουργία οικονομικής επιτροπής, με στόχο όχι τον έλεγχο των οικονομικών της Ελλάδας, αλλά την εξέταση των οικονομικών της και την υποβολή αναφοράς για αυτά. Το σχέδιο αυτό έγινε αποδεκτό από την Ελλάδα (την Κυβέρνηση Βούλγαρη που είχες αναλάβει από το 1855) και λίγο πριν την αποχώρηση στις 15 Φεβρουαρίου 1857 των στρατιωτικών δυνάμεων κατοχής από την Ελλάδα, η Αγγλία και η Γαλλία μαζί με τη Ρωσία προχώρησαν σε σύσταση της Επιτροπής για να εξετάσει πως θα μπορούσε να γίνει αποπληρωμή του δανείου που είχε σταματήσει να αποπληρώνεται από την πτώχευση της χώρας το 1843[5].
Έργο της Επιτροπής: Η αναφορά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα μέλη της επιτροπής ήταν οι:
- Τόμας Γουάιζ (Thomas Wyse), ο Άγγλος πρέσβης
- Σάρλ ντε Μοντερό (Charles de Montherot), ο Γάλλος επιτετραμμένος
- Α. Οζερόφ (A. Ozeroff), πρέσβης της Ρωσίας
Πρώτη της συνεδρίαση ήταν στις 18 Φεβρουαρίου 1857 και η τελευταία στις 24 Μαΐου 1859[1][2].
Τα συμπεράσματα της Επιτροπής ήταν ότι:
- η οικονομική διαχείριση δε γίνεται με τάξη
- οι προσπάθειες των διαφόρων υπηρεσιών δεν επαρκούν για να τη σοβαρή τήρηση των νόμων
- η δημοσιοποίηση και ο έλεγχος της διοίκησης που είναι η εγγύηση της χώρας και των Προστάτιδων Δυνάμεων, δεν υφίσταται
Πρότεινε δε η χώρα να αποπληρώνει 900.000 γαλλικά φράγκα το έτος ως ελάχιστη πληρωμή, ποσό που θα μπορούσε να αυξάνεται όταν η χώρα θα είχε τη δυνατότητα.
Μετά την Επιτροπή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η διερευνητική αυτή Επιτροπή έπαψε να υφίσταται μετά τις 24 Μαΐου 1859, οπότε υπέβαλε στις Μεγάλες Δυνάμεις την αναφορά της. Οι Μεγάλες Δυνάμεις την ενέκριναν και η Ελληνική Κυβέρνηση αποδέχτηκε να αποπληρώνει το ποσό των 900.000 φράγκων το χρόνο. Η πρώτη πληρωμή έγινε το 1860, αλλά στη συνέχεια η Κυβέρνηση κήρυξε ξανά χρεοκοπία και σταμάτησε να εξυπηρετεί το χρέος. Το 1864, η Ελληνική κυβέρνηση αναδιαπραγματεύτηκε το χρέος και ζήτησε να της επιτραπεί (α) να συνεχίσει τη συμφωνία του 1859 παρά το ότι δεν έγιναν πληρωμές το 1861, 1862, 1863, (β) να μην γίνει αύξηση του ποσού των 900.000 γαλλικών φράγκων για πέντε έτη και (γ) να περιληφθεί στη συμφωνία το χρέος του 1824 και 1825 με αποπληρωμή 900.000 το χρόνο. Οι πρώτες δυο αιτήσεις έγιναν αποδεκτές, αλλά όχι η τρίτη. Οι δανειστές ζήτησαν μια εγγύηση ως αντάλλαγμα της συμφωνίας και η Ελλάδα πρόσφερε την υποθήκη του ενός τρίτου των εισπράξεων του Τελωνείου της Σύρας, κάτι που έγινε αποδεκτό[5].
Την επόμενη φορά που οι δανειστές της Ελλάδας δημιούργησαν αντίστοιχη επιτροπή, ήταν Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος της Ελλάδας, το 1898, αυτή τη φορά όμως, όχι με μια απλή αναφορά, αλλά με πραγματικό έλεγχο της συμφωνίας με φυσική παρουσία της Επιτροπής, η οποία έμεινε στην Ελλάδα για 81 χρόνια.
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 The Greek foreign debt and the great powers, 1821-1898, John A. Levandis, Columbia University Press, 1944 «FINANCIAL INQUIRY AND SETTLEMENT FINANCIAL INQUIRY AND SETTLEMENT The International Financial Commission of Inquiry consisted of T. L. Wyse, A. Ogeroff, and C. de Montherot, diplomatic representatives at Athens of England, Russia, and France, respectively. The investigations extended over a period of two years, from February 18, 1857, to May 24, 1859.»
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 Hertslet's Commercial Treaties: A Collection of Treaties and Conventions, Between Great Britain and Foreign Powers, and of the Laws, Decrees, Orders in Council, &c., Concerning the Same, So Far as They Relate to Commerce and Navigation, Slavery, Extradition, Nationality, Copyright, Postal Matters, &c., and to the Privileges and Interests of the Subjects of the High Contracting Parties, Volume 12, Lewis Hertslet, Sir Edward Hertslet, H.M. Stationery Office, 1871, Αναφορά της Επιτροπής 12/24 Μαΐου 1859, σελ. 1142 (Report of the Commissioners of Great Britain, France and Russia appointed to examine into the Financial Condition of Greece (Greek loan). Athens May 12/24 1859
- ↑ Greece and the Great Powers, 1863-1875, Domna N. Dontas, Institute for Balkan Studies, 1966, σελ. 6 «After the Crimean War, payments were again demanded and, in 1857, an International Financial Commission of Inquiry was formed in order to determine the capacity of Greece to make payments on the debt.»
- ↑ 4,0 4,1 Η Γενική Έκθεση της τρόικας του 1860 Αρχειοθετήθηκε 2013-07-02 at Archive.is, εφημερίδα ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ, 19 Δεκεμβρίου 2011
- ↑ 5,0 5,1 5,2 State Insolvency and Foreign Bondholders: Selected Case Histories of Governmental Foreign Bond Defaults and Debt Readjustments, William H. Wynne, εκδ. Beard Books, 2000, σελ. 289