Δίσεκτο έτος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Δίσεκτο ονομάζεται το έτος στο οποίο προσμετράται μία παραπάνω ημέρα, με σκοπό τη διόρθωση σφαλμάτων που προκαλούνται από τον μη ακριβή υπολογισμό της διάρκειας της ημέρας, πλήρους περιφοράς της Γης, στη μέτρηση του ηλιακού έτους.

Προσδιορισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με το σύστημα μέτρησης του χρόνου που χρησιμοποιείται σήμερα στον Δυτικό κόσμο (Γρηγοριανό ημερολόγιο), κάθε έτος διαρκεί 365 ημέρες και 6 ώρες ή περίπου 1/4 της ημέρας, για την ακρίβεια 365,242199 ημέρες,[1] με αποτέλεσμα κάθε τέσσερα έτη να δημιουργείται σφάλμα της τάξεως της μιας πλήρους ημέρας. Έτσι, στο ίδιο σύστημα έχει καθιερωθεί να προστίθεται μια ημέρα στο έτος ανά τέσσερα έτη (εκτός από τα έτη που διαιρούνται με το εκατό αλλά όχι και με το τετρακόσια και εκτός από τα έτη που διαιρούνται και με το εκατό και με το τέσσερις χιλιάδες), ώστε το σφάλμα των έξι ωρών να απορροφάται. Η ημέρα που προστέθηκε αρχικά ήταν η έκτη ημέρα πριν από τις καλένδες του Μαρτίου, η bis sextus ή bisextus, δηλ. η έκτη ημέρα που καταμετριόταν δυο φορές, απ΄ όπου και η ονομασία «δίσεκτο» (δις + έκτο) έτος.[2]

Αλγόριθμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ακόλουθος ψευδοκώδικας καθορίζει αν ένα έτος είναι δίσεκτο έτος ή συνηθισμένο έτος στο Γρηγοριανό ημερολόγιο (και στο προληπτικό Γρηγοριανό ημερολόγιο πριν το 1582). Η μεταβλητή έτος που ελέγχεται είναι ο ακέραιος που αναπαριστά τον αριθμό του έτους στο Γρηγοριανό ημερολόγιο.

if (έτος δεν είναι διαιρετό με 4) then (είναι ένα συνηθισμένο έτος)
else if (έτος δεν είναι διαιρετό με 100) then (είναι ένα δίσεκτο έτος)
else if (έτος δεν είναι διαιρετό με 400) then (είναι ένα συνηθισμένο έτος)
else (είναι ένα δίσεκτο έτος)

Ο αλγόριθμος εφαρμόζεται στα έτη πριν από το 1 του προληπτικού Γρηγοριανού ημερολογίου, αλλά μόνο αν το έτος εκφράζεται με αρίθμηση αστρονομικού έτους. Δεν είναι έγκυρος για σημειογραφία BC ή BCE. Ο αλγόριθμος δεν είναι απαραίτητα έγκυρος για έτη στο Ιουλιανό ημερολόγιο, όπως τα έτη πριν το 1752 στην Βρετανική Αυτοκρατορία. Το έτος 1700 ήταν δίσεκτο έτος στο Ιουλιανό ημερολόγιο, αλλά όχι στο Γρηγοριανό ημερολόγιο.

Υπολογισμός δίσεκτων ετών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για να προσδιορίσουμε αν ένα έτος είναι δίσεκτο εφαρμόζουμε τα εξής:

  1. Ελέγχουμε το υπόλοιπο της ακέραιας διαίρεσης του έτους με το 4. Αν είναι μηδέν ελέγχουμε το υπόλοιπο της ακέραιας διαίρεσης του έτους με το 100. Αν αυτό το υπόλοιπο είναι διαφορετικό του μηδενός τότε το έτος είναι δίσεκτο.
  2. Αν από τον έλεγχο 1 δεν προκύψει ότι το έτος είναι δίσεκτο ελέγχουμε το υπόλοιπο της ακέραιας διαίρεσης του έτους με το 400. Αν είναι μηδέν τότε το έτος είναι δίσεκτο, άσχετα από το αποτέλεσμα του ελέγχου 1.

Η ημέρα που προστίθεται στο έτος κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο είναι η 29η Φεβρουαρίου. Τα επόμενα δίσεκτα έτη είναι: 2024, 2028, 2032, 2036, 2040, 2044, 2048, 2052, 2056, 2060, 2064, 2068, 2072, 2076, 2080, 2084, 2088, 2092, 2096, 2104 κλπ . Το 2000 ήταν δίσεκτο λόγω του ελέγχου 2. Αν ίσχυε μόνο η διαίρεση με το 4 και ο έλεγχος 1 το 2000 δε θα ήταν δίσεκτο όπως δεν είναι π.χ. το 2100, 2200, 2300.

Οι διορθώσεις στο ημερολόγιο επιβάλλονται από το γεγονός ότι η περιφορά της γης γύρω από τον ήλιο διαρκεί 365,242199 μέρες. Η κύρια διόρθωση (προσθήκη μιας μέρας κάθε 4 χρόνια) θα ήταν απόλυτα σωστή αν η περιφορά διαρκούσε 365.25 μέρες, δηλαδή περίπου 365 μέρες και 1/4 της μέρας. Όμως δε διαρκεί ακριβώς τόσο! Η διαφορά, που είναι 11 λεπτά και 14 δευτερόλεπτα κατ΄ έτος, επιβάλλει την παράλειψη της προσθήκης μιας ημέρας κάθε 129 χρόνια.[1] Ο έλεγχος 1 προβλέπει την παράλειψη της προσθήκης μιας ημέρας κάθε 100 χρόνια, οπότε για μεγαλύτερη ακρίβεια (περίπου κάθε 133 χρόνια) δεν παραλείπεται η προσθήκη μιας μέρας κάθε 400 χρόνια μέσω του ελέγχου 2. Έτσι το ημερολόγιο θα ήταν απολύτως σωστό αν η διάρκεια της περιφορά της γης ήταν 365.2425 που είναι πολύ κοντά στο πραγματικό και πλέον απαιτεί διορθώσεις σε χρόνους της τάξης των 3000-4000 χρόνων.

Προλήψεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το έτος με τις 366 μέρες λέγεται δίσεκτο. Οι σχετικές δεισιδαιμονίες ήταν πολλές και παλιές και όπως έδειξε ο λαογράφος Ν. Πολίτης αρκετές εμφανίζονταν όχι μόνο σε ελληνικές περιοχές, αλλά και στην Ιταλία.[2] Κατά τα δίσεκτα χρόνια, που θεωρούνταν κακότυχα, έπρεπε να αποφεύγονται οι γάμοι και το φύτεμα των αμπελιών. Η χρήση της έκφρασης «δίσεχτοι χρόνοι» επεκτάθηκε και πέραν των συγκεκριμένων ετών, ως γενικότερη αναφορά σε εποχές πολλών συμφορών και δεινών.[3]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Διονύσης Π. Σιμόπουλος. «Δίσεκτα έτη και Ημερολόγια». Η Καθημερινή (14 Φεβρουαρίου 2016). http://www.kathimerini.gr/849150/article/epikairothta/episthmh/disekta-eth-kai-hmerologia. Ανακτήθηκε στις 2016-03-01. 
  2. 2,0 2,1 Νίκος Σαραντάκος (29 Φεβρουαρίου 2016). «Μία μέρα κάθε τέσσερα χρόνια, και πάλι». Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία. Ανακτήθηκε στις 1 Μαρτίου 2016. 
  3. Σ[τίλπων]. Π. Κ[υριακίδης]. (1928). «δίσεκτον (το)». Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν. Δ΄. Αθήνα: Ελευθερουδάκης. σελ. 644. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Leap years στο Wikimedia Commons