Γκέοργκ Μπεμ
Γκέοργκ Μπεμ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Georg Böhm (Γερμανικά) |
Γέννηση | 2 Σεπτεμβρίου 1661[1][2][3] Χόχενκιρχεν[4] |
Θάνατος | 18 Μαΐου 1733[1][2][3] Λύνεμπουργκ[5][6] |
Χώρα πολιτογράφησης | Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γερμανικά[7] |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο της Ιένας |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | συνθέτης οργανίστας |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Γκέοργκ Μπεμ (Georg Böhm, Χόχενκίρχεν 2 Σεπτεμβρίου 1661 - Λύνεμπουργκ 18 Μαΐου 1733), ήταν Γερμανός συνθέτης και οργανίστας του Μπαρόκ. Επικεντρώθηκε κυρίως στην δημιουργία και εξέλιξη της χορωδιακής (κοράλ) παρτίτας και, μέσω τού έργου του, επηρέασε σημαντικά τον Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ.
Βιογραφικά στοιχεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Μπεμ γεννήθηκε το 1661 στο Χόχενκίρχεν (Höhenkirchen) της Θουριγγίας. Έλαβε τα πρώτα μαθήματα μουσικής από τον πατέρα του, δάσκαλο και εκτελεστή εκκλησιαστικού οργάνου, ο οποίος πέθανε το 1675. Μπορεί επίσης να είχε πάρει μαθήματα από τον Γιόχαν Χάινριχ Χίλντεμπραντ (Johann Heinrich Hildebrand), κάντορα στο Όρντρουφ ο οποίος, με τη σειρά του, ήταν μαθητής των Χάινριχ Μπαχ (Heinrich Bach) και Γιόχαν Κρίστιαν Μπαχ (Johann Christian Bach). Μετά τον θάνατο τού πατέρα του, ο Μπεμ πήγε να σπουδάσει στην Λατινική Σχολή του Γκόλντμπαχ και, αργότερα, στο Γυμνάσιο της Γκότα στην Θουριγγία, από όπου αποφοίτησε το 1684. Μάλιστα, και οι δύο πόλεις είχαν κάντορες διδαγμένους από τα ίδια μέλη της οικογένειας Μπαχ που μπορεί να επηρέασαν τον συνθέτη. Στις 28 Αυγούστου 1684 μπήκε στο Πανεπιστήμιο της πόλης Ιένα. Λίγα είναι γνωστά για τα πανεπιστημιακά του χρόνια ή την ζωή μετά την αποφοίτησή του. Εμφανίζεται και πάλι μόλις το 1693, στο Αμβούργο. Δεν γνωρίζουμε, επίσης, κάτι για το πώς ζούσε εκεί, αλλά προφανώς είχε επηρεαστεί από τη μουσική ζωή της πόλης και της γύρω περιοχής. Γαλλικές και ιταλικές όπερες παρουσιάζονταν τακτικά στο Αμβούργο, ενώ στον τομέα της θρησκευτικής μουσικής, ο περίφημος Γιόχαν Άνταμ Ράινκεν ένας από τους κορυφαίους εκτελεστές και συνθέτες του εκκλησιαστικού οργάνου της εποχής του, έπαιζε στην Εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης (Katharinenkirche) της πόλης. Πιθανόν να είχε πάει να ακούσει τον Βίνσεντ Λίμπεκ (Vincent Lübeck) στην κοντινή πόλη Στάντε (Stade) ή, ενδεχομένως, ακόμη και τον Ντήτριχ Μπουξτεχούντε στην πόλη Λίμπεκ, η οποία ήταν επίσης κοντά.[8]
Το 1698 ο Μπεμ διαδέχθηκε τον Κρίστιαν Φλορ (Christian Flor) στην θέση του οργανίστα της κύριας εκκλησίας του Λύνεμπουργκ, τον Άγιο Ιωάννη (Johanniskirche). Συγκεκριμένα, λίγο μετά τον θάνατο του Φλορ, το 1697, ο Μπεμ έκανε αίτηση για ακρόαση, αναφέροντας ότι δεν είχε κανονική απασχόληση εκείνο το διάστημα. Η αίτηση έγινε αμέσως αποδεκτή από το τότε δημοτικό συμβούλιο της πόλης και ο Μπεμ κράτησε την θέση αυτή μέχρι τον θάνατό του. Παντρεύτηκε και απέκτησε πέντε γιους.[8]
Μπεμ και Μπαχ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Από το 1700 μέχρι το 1702, πιθανόν, συνάντησε και έκανε μαθήματα στον -δεκαπεντάχρονο τότε- Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, ο οποίος έφτασε στο Λύνεμπουργκ το 1700 και σπούδασε στην Σχολή του Αγ. Μιχαήλ (Michaelischule), η οποία ανήκε στην ομώνυμη εκκλησία (Michaeliskirche). Λέγεται ότι, ο Μπαχ δεν έκανε ποτέ, επισήμως, μάθημα με τον Μπεμ. Λαμβάνοντας όμως υπ’όψιν το μουσικό οικογενειακό ιστορικό του Μπαχ, την φιλομάθειά του, την εμπειρία του ως τραγουδιστή, εκτελεστή οργάνων και οργανίστα, σίγουρα θα επωφελήθηκε πολύ από τον επαγγελματισμό τού Μπεμ.[9][10] Μέσω αυτού, ήλθε σε επαφή με το είδος της στυλιζαρισμένης χορευτικής φόρμας, με την Γαλλική σουίτα, αλλά και με τα πρελούδια και φούγκες του ίδιου του Μπεμ, των βορειογερμανών συναδέλφων του, και με τις αριστοτεχνικές κοράλ παραλλαγές του. Δεν είναι καθόλου τυχαίο, ότι οι πρώτες συνθέσεις τού ίδιου τού Μπαχ σ’αυτές τις φόρμες, χρονολογούνται από το Λύνεμπουργκ και δημιουργήθηκαν λόγω της επιρροής τού Μπεμ. Επίσης, ο Καρλ Φίλιπ Εμάνουελ Μπαχ, γιος τού μεγάλου κάντορα, γράφοντας στον Γιόχαν Νικολάους Φόρκελ (Johann Nikolaus Forkel), βιογράφο του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, το 1775, υποστήριξε ότι ο πατέρας του αγαπούσε και σπούδασε την μουσική τού Μπεμ, και μια υποσημείωσή του δείχνει ότι η πρώτη σκέψη του ήταν ότι, ο Μπεμ υπήρξε δάσκαλος του Γιόχαν Σεμπάστιαν.[9] Στις 31 Αυγούστου 2006 κατά την ανακάλυψη των πιο πρώιμων αυτόγραφων χειρογράφων του Μπαχ, σε ένα (1) από αυτά αποδεικνύεται ότι ο Μπαχ γνώριζε τον Μπεμ προσωπικά.[11] Η σύνδεση αυτή πρέπει να είχε γίνει στενή φιλία που κράτησε για πολλά χρόνια, καθώς ο ίδιος ο Μπαχ το 1727 ορίζει τον Μπεμ ως αποκλειστικό υπεύθυνο για να αναλάβει την διακίνηση και πώληση των έργων του Παρτίτες αρ. 2 και 3 για κλειδοκύμβαλο, στην Β. Γερμανία.[12]
Ο Μπεμ πέθανε το 1733. Ένας από τους γιους του, ο Γιάκομπ Κρίστιαν, που θα κληρονομούσε την θέση του, πέθανε νέος, οπότε αυτή πήγε τελικά στον γαμπρό του Λούντβιχ Ερνστ Χάρτμαν.[8]
Εργογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κλειδοκύμβαλο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παρτίτες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Ach wie nichtig, ach wie flüchtig
- Auf meinen lieben Gott
- Aus tiefer Not schrei ich zu dir
- Christe der du bist Tag und Licht
- Freu dich sehr, o meine Seele
- Gelobet seist du, Jesu Christ
- Herr Jesu Christ, dich zu uns wend
- Jesu du bist allzu schöne
- Treüer Gott, ich muß dir klagen
- Vater unser im Himmelreich
- Wer nur den lieben Gott lässt walten
Χορωδιακά πρελούδια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Allein Gott in der Höh sei Ehr
- Christ lag in Todesbanden (fantasia)
- Christ lag in Todesbanden
- Christum wir sollen loben schon
- Erhalt uns, Herr, bei deinem Wort (αμφισβητείται, πιθανόν του Μπουξτεχούντε)
- Gelobet seist du, Jesu Christ
- Nun bitten wir den Heiligen Geist
- Vater unser im Himmelreich (two versions)
- Vom Himmel hoch, da komm ich her
Διάφορα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πρελούδια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Σε Ντο Μείζονα
- Σε Ρε Ελάσσονα
- Σε Λα Ελάσσονα
- Σε Φα Μείζονα
- Σε Σολ Ελάσσονα (Πρελούδιο, Φούγκα και Ποστλούδιο)
Σουίτες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Σε Ντο Ελάσσονα
- Σε Ρε Μείζονα
- Σε Ρε Ελάσσονα
- Σε Ρε Ελάσσονα
- Σε Μιb Μείζονα (αμφισβητείται)
- Σε Μιb Μείζονα
- Σε Φα Μείζονα
- Σε Φα Ελάσσονα
- Σε Φα Ελάσσονα
- Σε Σολ Μείζονα
- Σε Λα Ελάσσονα
Άλλα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Καπρίτσιο σε Ρε Μείζονα
- Chaconne σε Σολ Μείζονα (αμφισβητείται)
- Μινουέτο σε Σολ Μείζονα στο (Clavierbuchlein ΙΙ, για την Anna Magdalena Bach)
Καντάτες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Ach Herr, komme hinab und hilfe meinem Sohne
- Das Himmelreich ist gleich einem Könige
- Ich freue mich (χαμένο)
- Jauchzet Gott, alle Land
- Mein Freund ist mein
- Nun komm der Heiden Heiland
- Sanctus est Dominus Deus Sabaoth (αμφισβητείται, πιθανόν είναι του Friedrich Nicolaus Bruhns)
- Satanas und sein Getümmel (αμφισβητείται, πιθανόν είναι του Friedrich Nicolaus Bruhns)
- Warum toben die Heiden (αμφισβητείται)
- Wie lieblich sind deine Wohnungen
Μοτέτα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Αuf, ihr Völker, danket Gott
- Jesus schwebt mir in Gedanken (χαμένο)
- Jesu, teure Gnadensonne (χαμένο)
- Nun danket alle Gott
Διάφορα θρησκευτικά έργα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Κατά Λουκά Πάθη (περ. 1711, χαμένο)
- 23 Ιερά τραγούδια (in Geistreiche Lieder (H.E. Elmenhorst)...auch in gewissen Abtheilungen geordnet von M. Johann Christoph Jauch (Lüneburg, 3/1700); ed. in DDT, xlv (1911/R)
- Μουσική για τα εγκαίνια του Οίκου των Barmherzigkeit, Grahl, Lüneburg, (5 Δεκεμβρίου 1708, χαμένο)
- Κατά Ιωάννη Πάθη (θεωρείτο παλαιότερα έργο του Γκέοργκ Φρήντριχ Χαίντελ)
Μουσικολογική προσέγγιση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Μπεμ είναι κυρίως γνωστός για τις συνθέσεις του για εκκλησιαστικό όργανο και τσέμπαλο. Πολλά από τα έργα του έχουν σχεδιαστεί με την ευελιξία του οργάνου στο μυαλό: ένα συγκεκριμένο κομμάτι θα μπορούσε να εκτελεστεί στο όργανο, το τσέμπαλο ή το τσέμπαλο, ανάλογα με την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο ίδιος ο ερμηνευτής. Η μουσική του Μπεμ είναι αξιοσημείωτη για τη χρήση τού stylus phantasticus (φανταστικό ύφος), που βασίζεται στον αυτοσχεδιασμό του εκτελεστή.
Ωστόσο, η σημαντικότερη συμβολή τού Μπεμ στη Βόρεια γερμανική μουσική για το πληκτρολόγιο, είναι η Χορωδιακή ή Κοράλ Παρτίτα, σύνθεση μεγάλης κλίμακας που αποτελείται από διάφορες παραλλαγές πάνω σε ένα συγκεκριμένο κοράλ. Αυτός ουσιαστικά εφηύρε την συγκεκριμένη φόρμα, γράφοντας πολλές παρτιτούρες διαφορετικής διάρκειας και μελωδίας. Αργότερα, διάφοροι συνθέτες θα εξελίξουν την κοράλ παρτίτα, με αποκορύφωμα τον Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Οι παρτίτες του Μπεμ διαθέτουν σοφιστικέ πολυφωνική επεξεργασία πάνω στο κοράλ του θέματος. Έχουν, γενικά, κάποιον «ρουστίκ» χαρακτήρα και μπορούν να εκτελεστούν με την ίδια επιτυχία είτε στο εκκλησιαστικό όργανο είτε στο τσέμπαλο.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2014.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 13891633p. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015.
- ↑ 3,0 3,1 3,2 (Αγγλικά) SNAC. w6g73n4c. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 2014.
- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 30 Δεκεμβρίου 2014.
- ↑ Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. xx0012067. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2019.
- ↑ «Identifiants et Référentiels» (Γαλλικά) Agence bibliographique de l'enseignement supérieur. 119243229. Ανακτήθηκε στις 20 Μαΐου 2020.
- ↑ 8,0 8,1 8,2 McLean
- ↑ 9,0 9,1 Wolf, 2000, p. 61
- ↑ Neumann, W. & Schulze
- ↑ Williams
- ↑ Wolf
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- «Λεξικό Μουσικής και Μουσικών» (Dictionary of Music and Musicians) του George Grove, D.C.L (Oxford, 1880)
- McLean, Hugh J. "Böhm, Georg", Grove Music Online, ed. L. Macy, grovemusic.com (subscription access)
- Neumann, W. & Schulze, H.-J. (eds.) (1969). Fremdschriftliche und gedruckte Dokumente zur Lebensgeschichte Johann Sebastian Bachs 1685–1750, Bach-Dokumente, ii. Leipzig
- Williams, Peter F. 2007. J.S. Bach: A Life In Music. Cambridge University Press. 9780521870740
- Wolff, Christoph (2000a). Bach: The Learned Musician. New York: W. W. Norton & Company.