Γίνδαρος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γίνδαρος is located in Συρία
Γίνδαρος
Γίνδαρος
Η θέση της Γινδάρου στον χάρτη

Η Γίνδαρος (ή Γένδαρρος όπως συχνά αναφέρεται σε παλαιότερα γραπτά) ήταν αρχαία ελληνιστική κωμόπολη της αρχαίας Συρίας, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η κωμόπολη Τζεντιρές της Συρίας.

Ήταν κτισμένη στα νότια μέρη της Κυρρηστικής [1]. Ο Στέφανος Βυζάντιος την ταύτισε, εσφαλμένα, με την ακρόπολη της αρχαίας Κύρρου. Κατά τον Στράβωνα, η Γίνδαρος ήταν διαβόητο άντρο ληστών[2].

Ισχυρή ένδειξη της μακεδονικής προέλευσης της Γινδάρου ήλθε για πρώτη φορά στο φως το 1977, με την ανακάλυψη, στην Αραβισσό του Νομού Πέλλας, επιγραφής, η οποία αναφέρει οικισμό Γένδερρο, ο οποίος βρισκόταν κοντά στη μακεδονική Κύρρο. Ο Θεοδώρητος Κύρρου περιγράφει τη Γίνδαρο ως μεγάλο χωριό υπό τον έλεγχο της Αντιόχειας. Η αναφορά του Θεοδωρήτου, σε συνδυασμό με επιγραφή του 106/7 μ.Χ. που βρέθηκε στη Τζεντιρές, δείχνει πως, ακόμη κι αν η Γίνδαρος ανήκε αρχικά στην Κυρρηστική, φαίνεται πως κατά τη ρωμαϊκή περίοδο περιήλθε στην επικράτεια της Αντιόχειας.[2]

Εκεί σε μάχη που διεξήχθη το 38 π.Χ. ο Πάρθος πρίγκηπας Πάκορος Α' σκοτώθηκε από τον Ρωμαίο στρατηγό Βεντίδιο Βάσσο. Το 253 ο Σασσανίδης βασιλιάς Σαπώρ Α' κατέλαβε τη Γίνδαρο. Οχυρώθηκε στην εποχή του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α΄.

Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια κατέστη έδρα επισκόπου, από τους οποίους ο μόνος γνωστός μάς είναι ο Πέτρος, ο οποίος συμμετείχε στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας (325) και τη Σύνοδο της Αντιόχειας (341). Στις πρώτες δεκαετίες του 5ου αιώνα μόνασε σε στύλο έξω από την Γίνδαρο ο άγιος Συμεών ο Στυλίτης. Προς τιμήν του ιδρύθηκε εκκλησία (σημ. Καλαάτ Σεμαάν, Kal'at Semaan) το 475 από τον αυτοκράτορα Ζήνωνα. Η επισκοπική έδρα της κώμης δεν αναφερόταν ούτε στο Notitia Episcopatuum της Αντιόχειας του 6ου αιώνα, ούτε σε αυτό του 10ου αιώνα. Στα χρόνια του αυτοκράτορα Ιουστινιανού, όταν μεταφέρθηκαν τα οστά του αγίου Μαρίνου από την Γίνδαρο στην Αντιόχεια, η πόλη δεν είχε πια επίσκοπο αλλά περιοδευτή. Επίσης απουσιάζει από τον κατάλογο (Συνέκδημο) των συριακών πόλεων του Ιεροκλέους (αρχές 6ου αιώνα) και του Κυπρίου Γεωργίου (αρχές 7ου αιώνα).

Πρόκειται για τη σημερινή Jendires που υπάγεται στο Πατριαρχείο Αντιοχείας και είναι έδρα ρωμαιοκαθολικού επισκόπου. Ανασκαφές που διεξήχθησαν στην Γίνδαρο έφεραν στο φως πήλινα όστρακα, λυχνάρια, νομίσματα, θραύσματα γυαλιού καθώς και ανάγλυφη προτομή του Διονύσου από τερακότα η οποία χρονολογείται στην ύστερη ελληνιστική περίοδο[2].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Βρισκόταν κατά τον Πλίνιο στην επαρχία της Κυρρηστικής, ενώ κατά τον Πτολεμαίο στην επαρχία της Σελεύκειας.
  2. 2,0 2,1 2,2 Cohen 2006, Gindaros, σσ.170-1.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]