Βυζαντινοαβαρική σύναψη ειρήνης του 558

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Βυζαντινοαβαρική σύναψη ειρήνης του 558 ήταν μία σύναψη ειρήνης, άγνωστο εάν υπογράφηκε συνθήκη, μεταξύ της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και των Αβάρων που ζούσαν τότε στον Κάυκασο και δεν είχαν μετακινηθεί ακόμα στη Παννονία[1]]. Η σύναψη ειρήνης έγινε στην Κωνσταντινούπολη ανάμεσα στον αυτοκράτορα Ιουστινιανό και τον Άβαρο πρέσβη Κανδίχ[1].

Η διπλωματική αυτή αποστολή έγινε με πρωτοβουλία των Άβαρων και ήταν η πρώτη επαφή των δύο λαών[1]. Οι Άβαροι ζήτησαν εδάφη στα Βαλκάνια να μετεγκατασταθούν με τον όρο να είναι στο πλευρό του αυτοκράτορα στους πολέμους που διεξήγαγε[1]. Ο Ιουστινιανός αρνήθηκε τα αιτήματα τους και συμφώνησε μόνο ως προς τη σύναψη ειρήνης δίνοντας μάλιστα στους πρέσβεις πολλά δώρα, υφάσματα, άλλα αντικείμενα και χρυσό, επίσης έστειλε μαζί τους και τον σπαθάριο Βαλεντίνο[1].

Ο Ιουστινιανός ήθελε την σύναψη της ειρήνης για να διασφαλίσει τα βόρεια σύνορα του και την περιοχή της Κριμαίας, την ίδια ώρα που πολεμούσε τους Πέρσες στο ανατολικό του σύνορο[2]. Η συμφωνία αυτή βοήθησε και τους Αβάρους να κατακτήσουν πολλούς γειτονικούς τους λαούς και να ελέγξουν στη συνέχεια τη περιοχή του Βόρειου Καυκάσου και να διασφαλίσουν τα εκεί σύνορα για τους Βυζαντινούς[3]. Η κυριαρχία τους αυτή ήταν όμως βραχύβια, κράτησε έως το 562, οπότε αναγκάσθηκαν να μετακινηθούν στην περιοχή του Δούναβη και στα εκεί σύνορα των Βυζαντινών[4].


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Καρδαράς, σελ. 24
  2. Καρδαράς, σελ. 25
  3. Καρδαράς, σελ. 26
  4. Καρδαράς, σελ. 27

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]