Βομβάρδα (κανόνι)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βομβάρδα του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ, Ρόδος, 1480–1500.

Η βομβάρδα είναι ιστορικό είδος εμπροσθόγεμου κανονιού για τη βολή στης πέτρινες σφαίρες μεγάλου διαμετρήματος. Χρησιμοποιήθηκε στις πολιορκίες τον καιρό του Μεσαίωνα. Η αρχαιότερη γραπτή αναφορά γίνεται σε ένα γαλλικό κείμενο του 1380. Το όνομά του προέρχεται από το ελληνικό βόμβος, ενώ ο όρος βομβαρδισμός επικράτησε μέχρι σήμερα από το όπλο αυτό.

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Είχε σχετικά μικρό μήκος και μεγάλο διάτρημα. Το γέμισμα γινόταν από μπροστά, ενώ τα βλήματα ήταν σφαιρικά, λίθινα, ή μεταλλικά, γεμάτα εύφλεκτο ή φλεγόμενο υλικό, ή υγρό πυρ. Μεγάλη βομβάρδα είναι το κανόνι Mons Meg, που κατασκευάστηκε το 1449 από τον βασιλιά Ιάκωβο Β΄ της Σκωτίας, και χρησιμοποιήθηκε για την καταστροφή οχυρών κάστρων. Μια άλλη περίφημη βομβάρδα ήταν το οθωμανικό Κανόνι των Δαρδανελίων, κατασκευής του 1464.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Schmidtchen, Volker (1977a), «Riesengeschütze des 15. Jahrhunderts. Technische Höchstleistungen ihrer Zeit», Technikgeschichte 44 (2): 153–173 
  • Schmidtchen, Volker (1977b), «Riesengeschütze des 15. Jahrhunderts. Technische Höchstleistungen ihrer Zeit», Technikgeschichte 44 (3): 213–237 
  • Smith, Robert Douglas; DeVries, Kelly (2005), The artillery of the Dukes of Burgundy, 1363–1477, Boydell Press, ISBN 978-1-84383-162-4 
Αυτό το λήμμα βασίζεται ή περιλαμβάνει κείμενο από λήμμα της Encyclopædia Britannica του 1911 που αποτελεί κοινό κτήμα.