Βασικό άνευ όρων εισόδημα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το βασικό άνευ όρων εισόδημα είναι ένα εισόδημα που πληρώνεται από μια πολιτική κοινότητα σε όλα της τα μέλη, χωρίς επιπλέον απαιτήσεις ή έλεγχο πόρων. Χορηγείται ατομικά στον καθένα, καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του και είναι αναφαίρετο. Μπορεί να συνδυαστεί με άλλα εισοδήματα, αλλά, καταρχήν, ορίζεται ως αρκετό ώστε να εξασφαλίσει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, περιλαμβάνοντας τα βασικά έξοδα, όπως η στέγη, η διατροφή και οι βασικές ανάγκες.

Ορισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το βασικό (άνευ όρων) εισόδημα είναι μια πρωτοβουλία που προτείνει την κατοχύρωση ενός καθολικού επιδόματος το οποίο θα πληρώνεται από μια πολιτική κοινότητα σε όλα της τα μέλη χωρίς κριτήρια ή απαιτήσεις, έτσι ώστε να επιτρέπει στο σύνολο του πληθυσμού να ζει αξιοπρεπώς και να συμμετέχει στα κοινά.

Το ποσό που θα δίνεται αναμένεται να καθοριστεί από τους νόμους που θα διέπουν την παροχή του. Ωστόσο, σε αντίθεση με τα επιδόματα που δίνονται σήμερα, πρέπει να τονιστεί ότι δεν απαιτεί αντίκτυπο και συγκεκριμένες προϋποθέσεις, αλλά θα αποδίδεται καθολικά (όλοι το δικαιούνται με την ιδιότητα του πολίτη), θα είναι ατομικό (δίνεται στον καθένα ατομικά και όχι σε νοικοκυριά ή οικογένειες) και θα είναι ισότιμο (όλος ο κόσμος δικαιούται το ίδιο ποσό). Θα διατίθενται στον καθένα καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του και θα είναι αναφαίρετο.

Το βασικό εισόδημα δεν αποτελεί ένα εισόδημα που θα αναπληρώνει την απώλεια μισθού ή άλλου εισοδήματος. Αντίθετα, αναμένεται να αντικαταστήσει όλα τα σύγχρονα επιδόματα που χορηγούνται μ’ αυτό το σκοπό (επίδομα ανεργίας, επίδομα στέγης, σύνταξη κτλ.), των οποίων θα είναι ανώτερο.

Η χρηματοδότησή του προβλέπεται μέσω του άμεσου φόρου περιουσίας, το φόρο εισοδήματος, το Φ.Π.Α., το φόρο συναλλαγών, αλλά κυρίως από τα ποσά που ως τώρα διαθέτονταν σε άλλα επιδόματα, αλλά και χρηματοδοτούσαν τις υπηρεσίες διάθεσής τους.

Κυρίως στην ξενόγλωσση βιβλιογραφία αναφέρεται επίσης με τους όρους: βασικό εισόδημα, επίδομα ύπαρξης, εισόδημα πολίτη, καθολικό εισόδημα, εγγυημένο κοινωνικό εισόδημα, μερίσματα καθολικού εισοδήματος κτλ.


Ποσό Βασικού Εισοδήματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τον fr:Liem Hoang-Ngoc δύο κλάδοι υπάρχουν όσον αφορά το βασικό εισόδημα: ο μαρξιστικός και ο φιλελεύθερος. Ο μαρξιστικός κλάδος βασίζεται σε κείμενα (Grundrisse) του Μαρξ, όπου ο συγγραφέας περιγράφει μια κοινωνία όπου η ανθρωπότητα θα βγει από την ανάγκη της μισθωτής εργασίας και όπου οι μηχανές, από μόνες τους, θα εξασφαλίζουν την παραγωγή των αγαθών, τα οποία θα αποπληρώνονται ως ένα παγκόσμιο κοινωνικό εισόδημα, κάτι το οποίο περιγράφεται και από τον Όσκαρ Ουάιλντ στο «Η ψυχή του Ανθρώπου στο Σοσιαλισμό». Η φιλελεύθερη άποψη θεωρεί ότι «βολεύει» να παρέχεται ένα βασικό χρηματικό ποσό στους πολίτες έτσι ώστε αυτοί να μπορούν να καταναλώνουν και να συμμετέχουν στην κοινωνική ζωή. Είναι, επομένως, στην δικαιοδοσία του καθενός η διαχείριση των χρημάτων.

Οι χαμηλές καταβολές αποδίδονται κυρίως τις φιλελεύθερες αντιλήψεις και μπορούν να συνδεθούν με την ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης, της υγείας και άλλων δημόσιων υπηρεσιών. Επιπλέον, σύμφωνα με τον Jean-Pierre Mon:

“Ένα βασικό εισόδημα πολύ χαμηλό είναι στην πραγματικότητα μια χορηγία στους εργοδότες. Τους επιτρέπει να αποκτήσουν μια εργασία κάτω του μισθού της διατροφής. Αλλά αυτό που επιτρέπει στους εργοδότες, το επιβάλει στους εργαζόμενους. Εξαιτίας αυτών των εξασφαλίσεων ενός επαρκούς βασικού εισοδήματος, αυτοί θα είναι συνεχώς στην αναζήτηση μιας πρόσκαιρης εργασίας...., οπότε ανίκανους για ένα σχέδιο....»

Μεγάλες καταβολές βασικού εισοδήματος θα επέτρεπαν στον καθένα να ζει αξιοπρεπώς αρκούμενος στο επίδομα. Ωστόσο, πολλοί ανησυχούν ότι αυτό θα επηρέαζε τη συμμετοχή στην εργασία κι έτσι θα δημιουργούσε προβλήματα χρηματοδότησης. Για τον Jacques Marseille:

«Το στοίχημα του καθολικού επιδόματος είναι να αποδείξει ότι η κοινωνική ένταξη δε μπορεί να εδραιωθεί στον καταναγκασμό, αλλά στην εμπιστοσύνη ανάμεσα στους επωφελούμενους αυτού του καινούριου δικαιώματος. Μια ουτοπία, χωρίς αμφιβολία, γι’ αυτούς που δεν έχουν καμία εμπιστοσύνη στους ανθρώπους ατομικά και σκέφτονται ότι η αναγκαιότητα «να κερδίζουμε το ψωμί μας με τον ιδρώτα μας» είναι το σημαντικότερο προπύργιο ενάντια στην τεμπελιά. Είναι ένα στοίχημα που αφορά το ανθρώπινο ενδιαφέρον και την ανθρώπινη φύση, γι‘ αυτούς που σκέφτονται ότι το άτομο δε θα προτιμά πάντοτε να ζει μ‘ αυτό το επίδομα έναντι άλλου μισθού, κυρίως αν ο άλλος μισθός αναφέρεται σε μια εργασία που θα έχει διαλέξει με ελεύθερη βούληση»

Οι οπαδοί του βασικού εισοδήματος οι οποία υποστηρίζουν την απόδοση ενός χαμηλού ποσού, θεωρούν ότι πρέπει να είναι πανομοιότυπο για όλους, ενώ εκείνοι που επιθυμούν την απόδοση ενός μεγαλύτερου ποσού θεωρούν ότι θα πρέπει να αφορά μόνο τους ενήλικες ή το ποσό να διαβαθμίζεται ανάλογα με τις ηλικίες.

Στη Γαλλία, υπάρχουν διάφορες προτάσεις όσον αφορά το ποσό:

Χρηματοδότηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με αναδιανομή-ανακατανομή εισοδήματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη Γερμανία, σύμφωνα με μοντέλο του προηγούμενου προέδρου των συμβούλων υπό των υπουργών του Thuringe, Dieter Althaus (CDU), η χορήγηση του βασικού εισοδήματος θα κόστιζε στο κράτος ετησίως 583 εκατομμύρια ευρώ. Ωστόσο, αυτό το σύστημα προβλέπεται να αντικαταστήσει το υπάρχων σύστημα κοινωνικής βοήθειας, το οποίο κοστίζει στο κράτος 735 εκατομμύρια ευρώ ετησίως. Οπότε, είναι προφανές ότι το καθολικό επίδομα σύμφωνα με το μοντέλο του Althaus απαιτεί λιγότερες δημόσιες δαπάνες από το υπάρχον σύστημα.

Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι το βασικό επίδομα θα πρέπει να τροφοδοτείται από ένα ουδέτερο σύστημα οικονομικών κρατήσεων, ώστε να μην βαραίνει με στοχευόμενο τρόπο στο κόστος εργασίας, με σκοπό να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα της ζώνης στην οποία αναφέρεται.

Μία άλλη πρόταση χρηματοδότησης του βασικού εισοδήματος είναι μέσω φορολογίας των εισοδημάτων και μέσω του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ). Έτσι, όλα τα νοικοκυριά, συμπεριλαμβανομένων των πιο φτωχών, θα πληρώνουν κάποιο φόρο. Σε γενικές γραμμές, δε χρειάζεται να δημιουργηθεί ένας ιδιαίτερος φόρος για να χρηματοδοτηθεί το καθολικό επίδομα. Αρκεί να χρηματοδοτείται από το κράτος σύμφωνα με το αξίωμα ότι οι πόροι δε θα προορίζονται στις δαπάνες.

Ο Marc de Basquiat έχει, επίσης, αναπτύξει μια πρόταση σύμφωνα με την οποία το βασικό εισόδημα θα πάρει τη μορφή μια μεταρρύθμισης του φόρου εισοδήματος που θα μεταφέρεται σε κάτι που ονομάζεται καθολικός φόρος της ανακατανομής των εισοδημάτων. Τα 280 εκατομμύρια ευρώ της σύγχρονης αναδιανομής θα μεταφράζονται, στο εξής, σε ένα αρνητικό φόρο που θα πληρώνεται απ' όλους. Το ποσό θα ποικίλει ανάλογα με την ηλικία και θα αντιστοιχεί σε μια κράτηση 30% εφαρμοσμένη σε όλα τα εισοδήματα.

Για τον en:Philippe Van Parijs, η χρηματοδότηση του βασικού εισοδήματος πρέπει να συμβάλει στην κοινωνική δικαιοσύνη και να εξαλείψει τις ανισότητες. Πρέπει να φορολογούνται τα αγαθά και οι κληρονομιές, η μόλυνση και τα εμπορικά εισοδήματα. Στην πραγματικότητα, η μόλυνση έχει άσχημες επιπτώσεις στις μελλοντικές γενιές, ενώ εμφανίζεται ως ευθύνη των πιο ευκατάστατων ομάδων. Η εργασία έχει γίνεται όλο και πιο σπάνια και υπάρχει μεγάλη ανισότητα στο καταμερισμό της. Γενικά, παρέχει άμεσα και έμμεσα προτερήματα. Η κοινωνική δικαιοσύνη απαιτεί η αξία των προνομίων που συνδέονται με την εργασία να είναι ισότιμα διαμοιρασμένα. Εξ’ ου η φορολογία των επαγγελματικών εισοδημάτων και, σε ευρύτερο πλαίσιο όλων των εμπορικών εισοδημάτων.

Με Δημιουργία Χρήματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από τα εισοδήματα των κοινών αγαθών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για τον en:Peter Barnes τα κοινά αγαθά, όπως οι φυσικοί πόροι, οι οικολογικές υπηρεσίες, τα πολιτισμικά αγαθά, η αλληλεγγύη κ.α. Θα έπρεπε να οικειοποιηθούν, να αποτελέσουν ιδιοκτησία και η διαχείρισή τους να αποδοθεί στα fiducies. Ο στόχος αυτών των fiducies θα ήταν η διατήρηση τουλάχιστον της αξίας αυτών των αγαθών για τις μελλοντικές γενιές αλλά και η διάδοσή τους στην παρούσα.

Φιλοσοφικές Όψεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πραγματική Ελευθερία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιδέα για ένα βασικό δίχως προϋποθέσεις επίδομα βασίζεται σε ένα φιλοσοφικό συλλογισμό απέναντι στην πρόκληση που τέθηκε από την φιλελεύθερη σκέψη στη Θεωρία της Δικαιοσύνης (1971), στηριζόμενη από τον John Rawls. Ένας από τους υποστηρικτές της, ο en:Philippe Van Parijs, βεβαιώνει ότι είναι ένα μέσο να υποστηρίξουμε, από μια αριστερή θέση, μία άποψη πραγματικά φιλελεύθερη, η οποία θα προωθούσε μια πραγματική ελευθερία, και σε μέγιστο βαθμό για τους πιο αδύναμους. Σύμφωνα πάντα με τον Van Parijs, θα έδινε στον καθένα μια πλατιά ελευθερία δράσης, δίνοντάς του την ίδια στιγμή την ευκαιρία να συμμετέχει στην αγορά εργασίας, αν το προτιμά.

Άλλωστε, το βασικό εισόδημα θα δημιουργούσε τις προϋποθέσεις ανάπτυξης των σχέσεων εργαζομένων και εργοδότη, καθώς δε θα υπήρχε πλέον η αναγκαιότητα που σπρώχνει πολλούς στην αποδοχή άνευ όρων μιας οποιασδήποτε εργασίας και μεταχείρισης ώστε να κερδίσει τα προς το ζην. Παρέχει, δηλαδή, στους εργαζόμενους τη δυνατότητα να διαπραγματευτούν πιο ελεύθερα το συμβόλαιό τους, κάτι το οποίο θα οδηγήσει σταδιακά στην κατάργηση των «κακών επαγγελμάτων», θα ενεργήσει ενάντια στις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας και θα μεταμορφώσει ολοκληρωτικά την εργασία.

Είναι αυτονόητο ότι, μέσω αυτού του εισοδήματος, αμφισβητείται πλέον η ταύτιση εργασίας και θέσης εργασίας που έχει επικρατήσει στα πλαίσια του σύγχρονου συστήματος. Εάν ο άνθρωπος δε γίνεται πλέον, έχοντας εξασφαλίσει τις βασικές του ανάγκες, έρμαιο της αναγκαιότητας συμβιβασμού σε μια πιθανώς δυσάρεστη θέση εργασίας, έχει πλέον την ευκαιρία να ασχοληθεί με κάτι που τον ευχαριστεί και που μπορεί ταυτόχρονα να είναι ωφέλιμο κοινωνικά, ακόμη κι αν στο παρόν μπορεί να απορρίπτεται ως μη αποδοτικό. Απαλλάσσει, λοιπόν, τον άνθρωπο από το φόβο της ανεργίας και άλλα ψυχολογικά προβλήματα που δημιουργεί το συνεχές κυνήγι αναγνώρισης μέσω της θέσης εργασίας.

Αυτοσεβασμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η απουσία προϋποθέσεων και όρων όσων αφορά την πληρωμή του βασικού εισοδήματος είναι σύμφωνη με την αρχή του Rawls έναντι στο στιγματισμό των δικαιούχων. Επιδόματα όπως αυτό της ανεργίας σαφώς διευκολύνουν τις συνθήκες διαβίωσης. Ωστόσο, υποχρεώνουν τον άνεργο να βρει δουλειά σε περιορισμένο διάστημα, κάτι το οποίο πλήττει τον αυτοσεβασμό και την ελευθερία του δικαιούχου, κι επίσης προϋποθέτει ότι έχει ήδη εργαστεί, σε δραστηριότητες αποδοτικές και πληρωτέες στα πλαίσια της αγοράς εργασίας. Το βασικό εισόδημα, αντίθετα, δίνει τη δυνατότητα επένδυσης του ατόμου σε δραστηριότητες εθελοντικές, καλλιτεχνικές, στην εκπαίδευση ή στην οργάνωση επιχειρήσεων και στην ανάληψη ρίσκου.

Επιμένοντας στο παράδειγμα του επιδόματος ανεργίας, το βασικό εισόδημα θέτει τέλος στην παρακολούθηση των ατόμων στα οποία παρέχεται, για το αν το άτομο ψάχνει πραγματικά για εργασία, κάτι το οποίο μπορούμε να θεωρήσουμε ότι προσβάλει την ιδιωτική ζωή και θα μπορούσε να προκαλέσει αισθήματα ταπείνωσης και άγχους.

Το ίδιο επιχείρημα χρησιμοποιείται από τον επιχειρηματία de:Gotz Werner ο οποίος μιλά για την απώλεια κάποιου μέρους των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τους δικαιούχους του επιδόματος ανεργίας στο γερμανικό σύστημα, το οποίο εξαναγκάζει μετά από κάποιο διάστημα τα άτομα που λαμβάνουν το επίδομα να δεχτούν οποιαδήποτε προσφορά εργασίας.

Επιπτώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα εισοδήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χαμηλά Εισοδήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο συνδυασμός του βασικού εισοδήματος με τα άλλα εισοδήματα προϋποθέτει ότι ένα μέρος του πληθυσμού θα επωφελείται από αυτή τη βοήθεια, ενώ ταυτόχρονα θα δουλεύει, αλλά αυτό δε θα φορολογείται ή θα φορολογείται σε μικρό βαθμό. Σύμφωνα με την προηγούμενη κατάσταση και σύμφωνα με τον τύπο της χρηματοδότησης.

Αυτό θα οδηγούσε σε μια αύξηση σε σχέση με τα χαμηλά εισοδήματα και λίγο-λίγο στην κατάργηση της ιεραρχίας των μισθών. Μία μείωση του ορίου της φορολογικής εξαίρεσης θα μπορούσε να περιορίσει αυτό το γεγονός.

Υψηλά εισοδήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εφαρμογή του βασικού εισοδήματος μπορεί, σύμφωνα με τα γραφήματα, να προετοιμάσει μια αύξηση των φόρων που θα αφορούν τους πιο πλούσιους, κι έτσι, τελικά, δε θα υπάρξει πραγματική αύξηση των εισοδημάτων τους.

Στην Εργασία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα επιχειρήματα υπέρ του βασικού εισοδήματος είναι μερικές φορές αντικρουόμενα: ορισμένοι επιχειρούν να διευκολύνουν την πρόσβαση όλων στην εργασία καταργώντας την παγίδα της αεργίας, ενώ άλλοι διακηρύσσουν την απελευθέρωση του ανθρώπου από την αναγκαιότητα της εργασίας. Ο Καναδός Groulx συμπεραίνει: «Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα παράδοξο, όπου το βασικό επίδομα δικαιολογείται από αντίθετα ιδεολογικά πλαίσια. Φαίνεται, άλλωστε, ικανό να δημιουργήσει πλεονεκτήματα αντίθετα, αν όχι αντικρουόμενα».

Κατάργηση των παγίδων προς την αεργία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένα από τα από τα αποτελέσματα του επιδόματος αυτού θα είναι η μείωση των αποτρεπτικών συνεπειών των κλασσικών συστημάτων των κοινωνικών ασφαλειών ή των κοινωνικών παροχών οι οποίες οδηγούν σε παγίδες αεργίας, αποθαρρύνοντας τα άτομα να ψάξουν κάποια αμειβόμενη εργασία από τη στιγμή που το επίδομα είναι κατώτερο του salaire de reserve. Στην πραγματικότητα, οι κοινωνικές παροχές σήμερα μειώνονται, ή μάλιστα καταργούνται ενώ τα εισοδήματα της εργασίας αυξάνονται., γεγονός που μπορεί να οδηγήσει ορισμένες χώρες σε παράλογες καταστάσεις όπου τα άτομα έχουν οικονομικό όφελος να μη δεχτούν μία εργασία, ειδικά τις μερικής απασχόλησης. Αυτές οι υποτιθέμενες παγίδες προς τη μη απασχόληση, ωστόσο, αμφισβητούνται, καθώς το οικονομικό ενδιαφέρον δεν αποτελεί το κυβερνόν κίνητρο αναζήτησης εργασίας. , η οποία υπακούει επίσης στα στοιχήματα της κοινωνικής αναγνώρισης. Το ένα τρίτο, για παράδειγμα, των δικαιούχων του RMI στη Γαλλία βρίσκουν μια εργασία από την οποία δεν αντλούν ιδιαίτερο όφελος, οικονομικά μιλώντας, ενώ φαίνεται ότι το αποφασίζουν για άλλες αίτιες. Ο μονομερής συλλογισμός του οικονομικού οφέλους κρύβει άλλες παραμέτρους του προβλήματος, όπως οι οικογενειακοί καταναγκασμοί, κυρίως μέσω της απουσίας συνοδείας προς και μέσα στην εργασία, σε δυσκολίες των μορφών επιφυλακής και σε αναγκαιότητες υγείας και μεταφορών.

Παρότρυνση προς το λανσάρισμα σχεδίων και την ανάληψη ρίσκου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αλλά μειώνοντας την αβεβαιότητα σχετικά με τα μελλοντικά εισοδήματα, το βασικό εισόδημα θα αποτελέσει, σύμφωνα με ορισμένους από τους οπαδούς τους, δίχτυ ασφαλείας ευνοώντας την ανάληψη επιχειρηματικού ρίσκου, την επένδυση του ατόμου σε επιστημονικές και καλλιτεχνικές δραστηριότητες, στην ενασχόληση με τον εθελοντισμού και την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων του ελεύθερου χρόνου. Στο τέλος μερικών μηνών πειραματισμού του βασικού εισοδήματος στη Ναμίμπια, σε ένα χωριό, η ανεργία μειώθηκε και τα εισοδήματα των κατοίκων του χωριού αυξήθηκαν κατά 29 %, περισσότερο από το επιπλέον εισόδημα που χορηγήθηκε μέσω του προγράμματος, χάρη στις μικροεπιχειρήσεις που δημιουργήθηκαν[1].

Αποτροπή από τη μισθωτή δουλειά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια αναλογία, λίγοτερο ή περισσότερο σημαντική, του πληθυσμού, αναμένεται να αποφασίσει ότι το βασικό εισόδημα τους επαρκεί και θα σταματήσει την αναζήτηση εργασίας ή θα αφήσει αυτή που ήδη κατέχει, ευνοώντας λοιπόν τον ελεύθερο χρόνο, τις καλλιτεχνικές δραστηριότητες, όπως και τη φιλοσοφία, την επιστήμη, καθώς και τον εθελοντισμό. Αυτό θα επιτρέψει επίσης, καθώς η δουλειά θα είναι μια αναγκαιότητα λιγότερο έντονη, μείωση του χρόνου εργασίας γι’ αυτούς που το επιθυμούν και την εφαρμογή πιο ελαστικών και μικρότερων ωραρίων. Μερικές δραστηριότητες όντας μη αποδοτικές σε όρους παραγωγής σε μια επιχείρησης, αλλά ωστόσο ωφέλιμες για μια κοινωνία, δεν υπόκεινται στο νόμο της προσφοράς και της ζήτησης. Σύμφωνα με τους οπαδούς του βασικού επιδόματος, η κοινωνία θα μπορούσε να στοιχηματίσει στην συμμετοχή των ατόμων στην πρόοδο, ελευθερώνοντας το χρόνο εργασίας για την προώθηση των προσωπικών του δραστηριοτήτων και εγγυώμενη τους τα μέσα επιβίωσης, θεωρώντας ότι η μισθωτή δραστηριότητα δεν είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη της κοινωνίας. Ορισμένοι οπαδοί υποστηρίζουν ακόμη πώς στην ιστορία της ανθρωπότητας, δεν έχουμε σχεδόν ποτέ δει μεγάλες ομάδες ανθρώπων εντελώς άπραγων, και τονίζουν ότι μερικές απασχολήσεις, αν και αποδοτικές οικονομικά, μπορούν να είναι ολέθριες, όπως το εμπόριο αλκοόλ, η κατασκευή όπλων, η εκμετάλλευση του πετρελαίου, κτλ. Αυτοί που εναντιώνονται στο βασικό επίδομα υποστηρίζουν ότι ο καθένας έχει την υποχρέωση να συνεισφέρει στα πλαίσια των πιθανοτήτων και των προσωπικών ικανοτήτων στην κοινωνία και βλέπουν στο βασικό εισόδημα, εάν αυτό είναι πολύ αυξημένο, μια προτροπή προς την αεργία και τον εγωισμό. Μερικοί φιλελεύθεροι κρίνουν λοιπόν ανήθικο το θέμα του εισοδήματος που θα δίνεται χωρίς ανταπόδοση.

Στο πρόγραμμα en:Mincome που εφαρμόστηκε στον Καναδά, μόνο το 1% των αντρών, το 3% των παντρεμένων γυναικών και 5% των μη παντρεμένων γυναικών σταμάτησαν να δουλεύουν μετά την απόδοση του επιδόματος. Σε μια δημοσκόπηση που διεξήχθη στη Γερμανία το 60% των ερωτηθέντων λένε πως δε θα άλλαζε τίποτα στον τρόπο ζωής τους αν παίρνανε το βασικό εισόδημα., το 30% δήλωσε ότι θα δούλευαν λιγότερο ή θα έκαναν κάτι άλλο και το 10% απάντησε επί λέξει «Πρώτα θα κοιμηθώ, μετά βλέπουμε». Αντίθετα, το 80% είναι βέβαιο πως ο άλλοι θα σταματούσαν να δουλεύουν.

Απλοποίηση των Γραφειοκρατικών Διατυπώσεων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το βασικό επίδομα, σύμφωνα με κάποιους από τους υποστηρικτές τους, θα αντικαταστήσει όλες τις κοινωνικές βοήθειες. Η χορηγία του βασικού εισοδήματος μας επιτρέπει να αποφεύγουμε αναρίθμητες γραφειοκρατικές δυσκολίες των ήδη υπαρχόντων κοινωνικών βοηθειών, όπως ο ορισμός μιας περιόδου υπολογισμού των πόρων. Κανένα κριτήριο δε θα απαιτείται για να επωφεληθούμε του επιδόματος, θα καταργηθούν πολλές θέσεις δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν αλλού.

Κοινωνική δικαιοσύνη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δυνατότητα κοινωνικής δικαιοσύνης μέσω της απλότητας του συστήματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η συνεχώς αυξανόμενη πολυπλοκότητα του κοινωνικό-φορολογικού συστήματος δημιουργεί αντιθέσεις με την έννοια της δημοκρατίας: ότι κυβερνάει ο λαός, όπως υποτίθεται, είναι εκ των πραγμάτων εκτός παιχνιδιού. Ωστόσο, η απλοποίηση που επιφέρει ο μηχανισμός του βασικού εισοδήματος, επικεντρώνοντας σε παραμέτρους του συστήματος όπως το επίπεδο του επιδόματος και το ποσοστό της παρακράτησης, δημιουργεί τις συνθήκες ενός διαλόγου για τη δημοκρατία. «Ο δημοκρατικός χαρακτήρας της κοινωνίας αποδυναμώνεται καθώς λιγοστεύουν οι ευκαιρίες διεξαγωγής μιας συζήτησης σχετικά με τη δημοκρατία, βασισμένη στα κριτήρια της δικαιοσύνης... Η ματιά των πολιτών είναι πολύ ακονισμένη στο να αξιολογούν τη διαφορά της κατάστασής τους από αυτή των διπλανών του. Υπάρχουν, λοιπόν, δύο πιθανές επιλογές: είτε αυτή της διαφάνειας (κι αυτή είναι η επιλογή πολλών κοινωνιών που υιοθετούν πολιτικές μείωσης φόρου,τις οποίες υποστηρίζουν προβάλλοντας τα οφέλη που υποθέτονται από τη μακροοικονομία) είτε, αντίθετα, την επιλογή που θα ονομάζαμε επιλογή «της δημοκρατικής ανάπτυξης» . Μεταρρύθμιση της φορολογία δεν είναι απαραίτητα αναθεώρηση των παρακρατήσεων. Μπορεί να σημαίνει τελικά κι ενίσχυση της δημοκρατίας».


Οριζόντια κοινωνική δικαιοσύνη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι σύγχρονες κοινωνικές βοήθειες απευθύνονται κυρίως σε άτομα τα οποία βρίσκονται σε οικονομική δυσχέρεια, λόγω του γεγονότος ότι δε μπορούν πλέον να είναι παραγωγικά (οι ηλικιωμένοι και οι άρρωστοι). Αντίθετα, δεν υπάρχει κάποιο δίκτυο βοήθειας εκείνων που είναι φτωχοί λόγω του ότι δεν είναι ακόμη παραγωγικοί (οι νέοι και οι μη εξειδικευμένοι μετανάστες). Θα ήταν λοιπόν, σύμφωνα με τους οικονομολόγους, ωφέλιμο για μια χώρα να επιτρέψει την είσοδό τους στην αγορά εργασίας. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι τα επιδόματα που χορηγούνται σήμερα ποικίλουν ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες κάθε ατόμου. Καθώς η βοήθεια που θα παρέχεται μέσω του βασικού επιδόματος δε θα υπόκειται σε προϋποθέσεις τέτοιου είδους, δε θα έχει τις ανώμαλες επιπτώσεις όλων των σύγχρονων συστημάτων, δηλαδή την ύπαρξη ατόμων που δικαιούνται επιδόματος αλληλεγγύης, αλλά δεν το λαμβάνουν καθώς αγνοούν την ύπαρξή του ή δε γνωρίζουν ότι έχουν δικαίωμα, ή ακόμη είναι ανίκανοι να αποδείξουν ότι η κατάστασή τους τούς δίνει το δικαίωμα στη βοήθεια. Εξάλλου, μ’ αυτόν τον τρόπο, η ιδιωτική ζωή θα προστατευόταν από όλους τους ελέγχους κατάστασης των δικαιούχων ή μη. Είναι ο παγκόσμιος χαρακτήρας του βασικού εισοδήματος, όπως και το γεγονός ότι θα δίνεται ατομικά και χωρίς προϋποθέσεις που το ξεχωρίζουν του αρνητικού φόρου που προτάθηκε από τον Milton Friedman.

“Ως συνέπεια, είναι σημαντικό ότι το βασικό εγγυημένο εισόδημα θα μπορεί να εξασφαλίσει τη μεγιστοποίηση της πραγματικής ελευθερίας σε ότι αφορά το εισόδημα και την εξουσία χωρίς να προσβάλλει τον αυτοσεβασμό, όπως περιγράφεται πιο λεπτομερώς στη Θεωρία της Δικαιοσύνης (κεφάλαιο 67) σαν το αντίθετο της ντροπής. Γι’ αυτό, είναι απαραίτητο να αποδοθεί με μια μορφή που δε θα στιγματίζει, δε θα ταπεινώνει τους δικαιούχους και η οποία θα γίνεται χωρίς έλεγχο των πόρων (αντίθετα μ’ αυτό που συμβαίνει εξ ορισμού στην περίπτωση του αρνητικού φόρου) και χωρίς έλεγχο της ιδιωτικής ζωής (απαραίτητος σήμερα για να εξακριβώσει, για παράδειγμα, την συγκατοίκηση).»

Το επίδομα αυτό θα επέτρεπε, για παράδειγμα, μια μεγαλύτερη ισότητα μεταξύ των φοιτητών, καθώς κάποιοι αναγκάζονται να δουλεύουν κατά τη διάρκεια των σπουδών τους.

Κοινωνική δικαιοσύνη όσον αφορά την οικογενειακή κατάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πολλές χώρες εφαρμόζουν την παροχή μιας οικονομικής βοήθειας σε φτωχά άτομα λαμβάνοντας υπόψη την οικογενειακή κατάσταση του ατόμου που βρίσκεται σε δυσχέρεια. Συνεπώς, ποσοτικά, το άτομο που ζει σε ζευγάρι, αγγίζει λιγότερη βοήθεια από εκείνον που ζει μόνος, λόγω του διαμοιρασμού των οικονομικών μες στο νοικοκυριό.

Σύμφωνα με τον ορισμό του βασικού εισοδήματος, αυτό παρέχεται σε κάθε άτομο χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η οικογενειακή του κατάσταση. Τα ζευγάρια, λοιπόν, θα είναι πιο ευνοημένα σε σχέση με τους εργένηδες. Αυτή η κατάληξη μπορεί να διορθωθεί από μια ρύθμιση του ποσοστού φορολογίας των νοικοκυριών σε σχέση με τα χαρακτηριστικά τους. Μπορούμε, επίσης, να θεωρήσουμε ότι ή συγκατοίκηση είναι μια επιλογή που αναφέρεται στην προσωπική ζωή και δεν πρέπει να τυχαίνει ειδικής μεταχείρισης από τις δημόσιες υπηρεσίες. Εξάλλου οι άντρες ή οι γυναίκες στο νοικοκυριό θα διαθέτουν ένα δικό τους εισόδημα το οποίο δε θα εξαρτάται από εκείνο του συντρόφου τους, συνεισφέροντας στην απόκτηση μιας ορισμένης ελευθερίας των τελευταίων μέσα στο σπίτι κι από μια πραγματική κοινωνική αναγνώριση, ακόμη και χωρίς να έχουν κάποια εργασία.

Για τις οικογένειες με παιδιά, το βασικό εισόδημα θα αντικαταστήσει τα οικογενειακά επιδόματα. Εάν οι ανήλικοι δε λαμβάνουν το βασικό εισόδημα, οι οικογένειες θα είναι σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τα άτομα χωρίς παιδιά. Αντιθέτως, αν το επίδομα ήταν ίδιο για τα παιδιά και τους ενήλικες, θα οδηγούμαστε σε υπερτίμηση της αγοραστικής δύναμης των πρώτων, καθώς τα έξοδα των παιδιών είναι μικρότερα αυτών των ενηλίκων. Το ποσό λοιπόν του επιδόματος που θα αντιστοιχεί στους ανήλικους θα πρέπει να διαμορφωθεί σύμφωνα με την οικογενειακή πολιτική που θα ακολουθηθεί. Για παράδειγμα, ένα μεγάλο ποσό θα μπορούσε να αποτελέσει κίνητρο για αύξηση της γεννητικότητας, ιδιαίτερα στις αναπτυγμένες χώρες με έντονο δημογραφικό πρόβλημα. Το επίδομα των παιδιών μπορεί, λοιπόν, να αποτελέσει μια ενίσχυση του οικογενειακού εισοδήματος. Μερικές προτάσεις του βασικού εισοδήματος αντικαθιστούν το σύστημα του. Στην πραγματικότητα, αυτό το σύστημα επιτρέπει στις οικογένειες να έχουν, για ένα συγκεκριμένο αριθμό τέκνων, μια μείωση του φόρου τους. Αυτή η μείωση θα αντιστοιχεί σε ένα επίδομα, το οποίο θα ευνοεί επιπλέον τις πλούσιες οικογένειες, ακόμη κι αν δεν είναι ανάλογο των φόρων που πληρώνουν.

Σε περίπτωση που το επίπεδο της οικονομικής βοήθειας που λαμβάνεται από ένα μονογονεϊκό νοικοκυριό δεν αλλάζει, η εφαρμογή του βασικού εισοδήματος θα αύξανε κυρίως τα εισοδήματα των φτωχών οικογενειών με δύο γονείς. Οι διγονεϊκές οικογένειες θα ήταν ευνοημένες σε σχέση με τις μονογονεϊκές.

Κριτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτοί που εναντιώνονται στο βασικό εισόδημα βλέπουν την αμφισβήτηση της αξίας της εργασίας τους και θεωρούν ανήθικο το γεγονός ότι το επίδομα αυτό θα δίνεται χωρίς κάποια απαίτηση αντίκτυπου.

Η πληρωμή του βασικού εισοδήματος θα μπορούσε να έχει αρνητικά αποτελέσματα στην αγορά εργασίας, καθώς μπορεί να παροτρύνει τους δικαιούχους να σταματήσουν την εργασία τους ή να δουλεύουν λιγότερο. Σύμφωνα με ορισμένα πειράματα που πραγματοποιήθηκαν σε περιορισμένες χρονικές περιόδους, αυτή η επίπτωση θα ήταν πραγματική, αλλά θα μπορεί να μείνει περιορισμένη, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]