Βακλοφαίνη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η βακλοφαίνη, διαθέσιμη υπό την εμπορική ονομασία Lioresal μεταξύ άλλων, είναι φάρμακο το οποίο χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της μυϊκής σπαστικότητας, η οποία μπορεί να προκύψει π.χ. από μια κάκωση νωτιαίου μυελού ή από σκλήρυνση κατά πλάκας.[1][2] Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για την θεραπεία του λόξυγκα και των μυϊκών σπασμών σε ηλικιωμένα άτομα. Λαμβάνεται από το στόμα ή μέσω χορήγησης μέσω ενδορραχιαίας αντλίας

Οι κοινές παρενέργειες από την χορήγηση βακλοφαίνης περιλαμβάνουν την υπνηλία, την αδυναμία και την ζάλη. Αν σταματήσει ξαφνικά η χορήγηση της βακλοφαίνης μπορεί να εμφανιστούν σοβαρά συμπτώματα όπως είναι οιεπιληπτικές κρίσεις και η ραβδομυόλυση. Δεν είναι ξεκάθαρα γνωστό αν είναι ασφαλής η χρήση της κατά την εγκυμοσύνη, ενώ κατά τον θηλασμό η χρήση της είναι μάλλον ασφαλής.[3] Είναι πιστεύεται ότι δρα μειώνοντας τους νευροδιαβιβαστές.[1]

Η βακλοφαίνη εγκρίθηκε για ιατρική χρήση στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1977.[1] Είναι διαθέσιμη ως γενόσημα φάρμακα.[2] Το 2017, ήταν το 140ο πιο συνταγογραφούμενο φάρμακο στις Ηνωμένες Πολιτείες, με περισσότερα από τέσσερα εκατομμύρια συνταγογραφήσεις.[4][5]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 «Baclofen Monograph for Professionals». Drugs.com (στα Αγγλικά). American Society of Health-System Pharmacists. Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2019. 
  2. 2,0 2,1 British national formulary : BNF 76 (76 έκδοση). Pharmaceutical Press. 2018. σελ. 1092. ISBN 9780857113382. 
  3. «Baclofen Pregnancy and Breastfeeding Warnings». Drugs.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 3 Μαρτίου 2019. 
  4. «The Top 300 of 2020». ClinCalc. Ανακτήθηκε στις 11 Απριλίου 2020. 
  5. «Baclofen - Drug Usage Statistics». ClinCalc. Ανακτήθηκε στις 11 Απριλίου 2020.