Απόρρητο της επικοινωνίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Προστασία από το Σύνταγμα της Ελλάδας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το απόρρητο της επικοινωνίας είναι όρος που συναντιέται στο ισχύον ελληνικό Σύνταγμα (1975/1986/2001/2008/2019) και στην ελληνική νομοθεσία. Αποτελεί έννομο αγαθό με αυξημένη συνταγματική προστασία.

Το άρθρο 19 του ισχύοντος Συντάγματος ορίζει :

"Το απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας με οποιονδήποτε άλλο τρόπο είναι απολύτως απαραβίαστο. Νόμος ορίζει τις εγγυήσεις υπό τις οποίες η δικαστική αρχή δεν δεσμεύεται από το απόρρητο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για τη διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων".

Κατά την αναθεώρηση του Συντάγματος από την Ζ' Αναθεωρητική Βουλή προστέθηκε παράγραφος 2 στο άρθρο 19 σύμφωνα με την οποία "Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες ανεξάρτητης αρχής που διασφαλίζει το απόρρητο της παραγράφου 1", καθώς επίσης παράγραφος 3 σύμφωνα με την οποία "Απαγορεύεται η χρήση αποδεικτικών μέσων που αποκτήθηκαν κατά παράβαση του άρθρου αυτού και των άρθρων 9 και 9α").

Με τις παραπάνω διατάξεις που έχουν στην Ελλάδα συνταγματική ισχύ, δηλαδή την ανώτατη τυπική ισχύ, προστατεύονται τα μυστικά που διαβιβάζονται κατά την επικοινωνία οποιασδήποτε μορφής : λ.χ. με επιστολές, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής ή διαδικτυακής επικοινωνίας, ακόμη και οι συνομιλίες που γίνονται χωρίς τη χρήση μηχανικών μέσων (προφορική συνομιλία διά ζώσης, επικοινωνία εκ του σύνεγγυς με νεύματα κ.λπ.). Απόρρητο της επικοινωνίας και ελευθερία της επικοινωνίας δεν ταυτίζονται ούτε ως έννοιες ούτε ως θεμελιώδη δικαιώματα, μολονότι βεβαίως υπάρχει στενή σύνδεση μεταξύ τους. Η ελευθερία της επικοινωνίας συνίσταται στο δικαίωμα καθενός να τελεί επικοινωνίες, ενώ το δικαίωμα απορρήτου της επικοινωνίας συνίσταται στη μη παραβίαση των επικοινωνιακών απορρήτων. Κατά το ελληνικό Σύνταγμα προβλέπεται ευρύτερη δυνατότητα επιβολής περιορισμών στην ελευθερία της επικοινωνίας (η οποία προστατεύεται από τις διατάξεις των άρθρων 5, 5Α και 14 του Συντάγματος), από ότι στο απόρρητο των επικοινωνιών.

Το απαραβίαστο του απορρήτου της επικοινωνίας αποτελεί αυτόνομο θεμελιώδες δικαίωμα στην ελληνική έννομη τάξη. Η προστασία του δικαιώματος αυτού είναι ιδιαίτερα ενισχυμένη, λόγω αφενός της γραμματικής επιτάσεως (επίρρημα "απολύτως"), αλλά και των αυστηρών προϋποθέσεων, που θέτει το εδάφιο β' του άρθρου 19 του ισχύοντος Συντάγματος, για την επιβολή περιορισμών σε αυτό.

Μία από τις πέντε συνταγματικώς προβλεπόμενες ανεξάρτητες διοικητικές αρχές στην Ελλάδα είναι αυτή που θεσπίζεται από το Σύνταγμα για την προστασία του απορρήτου της επικοινωνίας (άρθρο 19§2Σ). Ο κοινός νομοθέτης, υλοποιώντας τη συνταγματική πρόβλεψη, συγκρότησε την ανεξάρτητη αυτή αρχή διά του ν. 3115/2003 με την επωνυμία Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών.

Θέσπιση εγγυήσεων για την άρση του απορρήτου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με τον ν. 2225/1994 (ο οποίος έχει υποστεί κάποιες μεταγενέστερες τροποποιήσεις) θεσπίζεται διαδικασία περιορισμού του απορρήτου της επικοινωνίας σύμφωνα με τις συνταγματικώς προβλεπόμενες προϋποθέσεις και υπό τον όρο "άρση του απορρήτου". Δεν προβλέπεται δυνατότητα άρσεως του απορρήτου της άμεσης επικοινωνίας (προφορική συνομιλία εκ του σύνεγγυς κ.λπ), παρά μόνο της επικοινωνίας με χρήση μηχανικών μέσων. Αρμόδιος είναι ο Εισαγγελέας Εφετών, όταν η άρση του απορρήτου απαιτείται για λόγους εθνικής ασφαλείας, ή το δικαστικό συμβούλιο Εφετών ή Πρωτοδικών, όταν η άρση του απορρήτου απαιτείται για τη διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων. Προβλέπεται δυνατότητα να διατάξει προσωρινώς την άρση του απορρήτου ο Εισαγγελέας σε επείγουσες περιπτώσεις άρσεως για τη διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων, υπό τον όρο να εισαγάγει την υπόθεση στο αρμόδιο συμβούλιο εντός 24 ωρών. Στον ν. 2225/1995 υπάρχει κατάλογος των εγκλημάτων για τα οποία επιτρέπεται να διαταχθεί άρση του απορρήτου. Τα εγκλήματα αυτά είναι κυρίως κακουργήματα, αλλά πρέπει να επισημανθεί ότι δεν είναι εύστοχη η διεύρυνση του καταλόγου αυτού με νεότερες νομοθετικές ρυθμίσεις.

Ενισχυμένη νομική προστασία στην Ελλάδα και παραβιάσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Ελλάδα, το απόρρητο της επικοινωνίας έχει αυξημένη συνταγματική και νομοθετική προστασία έναντι των περισσοτέρων χωρών. Μελανά σημεία πραγματικών παραβιάσεων του απορρήτου της επικοινωνίας στην Ελλάδα παρουσιάσθηκαν με την εμπλοκή ξένων παραγόντων και υπηρεσιών, με αφορμή γεγονότα διεθνούς σημασίας: δολοφονία Βρετανού αξιωματικού Στήβεν Σόντερς από την τρομοκρατική οργάνωση "17 Νοέμβρη", Ολυμπιακοί Αγώνες 2004, μαζική παρακολούθηση κινητών τηλεφώνων κυβερνητικών στελεχών και απλών πολιτών από τις εγκαταστάσεις παρόχου κινητής τηλεφωνίας 2004-2005.

Διεθνής Προστασία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το απόρρητο της επικοινωνίας προστατεύεται και από διεθνείς συμβάσεις προστασίας θεμελιωδών δικαιωμάτων. Προστατεύεται από το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και από το άρθρο 17 του Διεθνούς Συμφώνου Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων ως πτυχή του δικαιώματος κάθε ανθρώπου για σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του, της κατοικίας του και της αλληλογραφίας του.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Νικόλαος Κ. Παπαδόπουλος : Προστασία του απορρήτου της επικοινωνίας-Ερμηνευτική Προσέγγιση του άρθρου 19 του Συντάγματος της Ελλάδας. Νομική Βιβλιοθήκη 2008.
  • Παναγιώτης Τσίρης : Η συνταγματική κατοχύρωση του δικαιώματος απορρήτου της επικοινωνίας. Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλας 2002.