Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ανάκτορο Μαριίνσκι

Coordinates: 59°55′51″N 30°18′34″E / 59.93083°N 30.30944°E / 59.93083; 30.30944
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ανάκτορο Μαρινίσκι
Το Μαριινικό Δωρεσί
Το Παλάτι Μαρινσκι τη νύχτα
Χάρτης
Εναλλακτικές ονομασίες Παλάτι Μαρί, Παλάτι Μάρι, Παλάτος Μαρίνσκι
Γενικές πληροφορίες
Τοποθεσία Αγία Πετρούπολη
Χώρα Ρωσία
Συντονισμοί 59°55′51′′N 30°18′34′′E30° 18′ 34′′E- Τι;Ειδικότερα59.93083° Β 30.30944° Ε / 59.93083; 30.30944
Η κατασκευή ξεκίνησε 1839
Τελείωσε 1844
Σχεδιασμός και κατασκευή
Αρχιτέκτονας (οι) Αντρέι Στάκενσνάιτερ

Το Ανάκτορο Μαριίνσκι, ρωσ.: Мариинский дворец (Μαριίνσκι ντβόριετς), γνωστό και ως Παλάτι της Μαρίας, ήταν η τελευταία νεοκλασική Αυτοκρατορική κατοικία που κτίστηκε στη Αγία Πετρούπολη. Οικοδομήθηκε μεταξύ 1839 και 1844, και σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα της Αυλής Αντρέι Στάκενσναϊντερ. Είναι η έδρα της Νομοθετικής Συνέλευσης της πόλης.

Τοποθεσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ανάκτορο Μαριίνσκι από τη Μπλε Γέφυρα. Πίνακας (του 1847) του Βασίλι Σαντοβνίκιοφ.

Το ανάκτορο βρίσκεται στη νότια πλευρά της πλατείας του Αγίου Ισαάκ, ακριβώς απέναντι από την Μπλε Γέφυρα από τον καθεδρικό ναό του Αγ. Ισαάκ. Ο χώρος ανήκε στο παρελθόν στον Ζάχαρ Τσερνίσεφ, και περιείχε το μέγαρό του σχεδιασμένο από τον Ζαν-Μπατίστ Βαλέν, το οποίο κτίστηκε μεταξύ 1762 και 1768. Ο Τσερνίσεφ έδινε περιστασιακά το σπίτι του σε ξένους αξιωματούχους που επισκέπτονταν την πρωτεύουσα, όπως ο Λουδοβίκος-Ερρίκος πρίγκιπας του Κοντέ.

Από το 1825 έως το 1839 το ανάκτορο Τσερνίσεφ, όπως ήταν γνωστό τότε, έγινε η τοποθεσία του Κολλεγίου Ιππασίας "Νικόλαος", όπου ο Μιχαήλ Λερμόντοφ ήταν γνωστό ότι είχε σπουδάσει για δύο χρόνια. Το ανάκτορο κατεδαφίστηκε το 1839, και τα υλικά επαναχρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή του Ανακτόρου Μαριίνσκι.

Το σχέδιο του κτιρίου και ο αρχιτεκτονικός ρυθμός του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

"Η Τελετουργική συνεδρίαση του Κρατικού Συμβουλίου στις 7 Μαΐου 1901". Έργο του 1904 από τον Ιλία Ρέπιν (Ρωσικό Μουσείο).

Το ανάκτορο σχεδιάστηκε από τον Νικόλαο Α΄ ως δώρο στη μεγαλύτερη κόρη του, τη Μαρία Νικολάγιεβνα, με την ευκαιρία του γάμου της με τον Μαξιμιλιανό ντε Μπωαρναί, εγγονό της Ιωσηφίνας.

Αν και η κόκκινο-καφέ πρόσοψη είναι περίτεχνα ρουστίκ, και διαθέτει κορινθιακούς κίονες που διατάσσονται σε τυπικό νεοκλασικό τρόπο, ολόκληρο το σχέδιο είναι εμπνευσμένο από τα γαλλικά Μπαρόκ μέγαρα του 17ου αι. Άλλες Εκλεκτιστικές επιρροές είναι ορατές στις αναγεννησιακές λεπτομέρειες της εξωτερικής διακόσμησης, και της εσωτερικής διακόσμησης με κάθε δωμάτιο σχεδιασμένο σε διαφορετικό ρυθμό. Το ανάκτορο είναι τώρα χρωματισμένο λευκό.

Πολιτική Επιτροπή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Ανάκτορο Μαριίνσκι επέστρεψε στην αυτοκρατορική ιδιοκτησία το 1884, και παρέμεινε μέχρι το 1917. Κατά την περίοδο αυτή το ανάκτορο φιλοξενούσε το Κρατικό Συμβούλιο, την Αυτοκρατορική Καγκελαρία και την Επιτροπή των Υπουργών, η οποία μετά το 1905 έγινε το Συμβούλιο των Υπουργών. Η μεγάλη αίθουσα για τις συνεδριάσεις του Κρατικού Συμβουλίου σχεδιάστηκε από τον Λεόν Μπενουά.

Στις 15 Απριλίου 1902 το μέλος του Σοσιαλιστικού Επαναστατικού Κόμματος Στέφαν Μπαλμάσοφ, δολοφόνησε τον Υπουργό Εσωτερικών, Ντιμίτρι Σιπιάγκιν, ενώ ο υπουργός ήταν μεταξύ συναντήσεων στο ανάκτορο.

Το 1904 ο ζωγράφος Ιλία Ρέπιν ολοκλήρωσε το έργο Η Τελετουργική συνεδρίαση του Κρατικού Συμβουλίου στις 7 Μαΐου 1901. Το ζωγραφικό έργο παραδόθηκε για να τιμήσει την εκατονταετή επέτειο του Κρατικού Συμβουλίου. Ο πίνακας είναι 4 Χ 8,77 μέτρα και περιλαμβάνει 81 ιστορικές μορφές, συμπεριλαμβανομένου του Τσάρου Νικολάου Β΄. Ο Ρέπιν κατέγραψε στο ημερολόγιό του ότι ο πίνακας εξετίθετο στο Χειμερινό Ανάκτορο για κάποιο χρονικό διάστημα, πριν την εγκατάστασή του στο Ανάκτορο Μαριίνσκι.

Χρήση από την κυβέρνηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ρωσική Προσωρινή Κυβέρνηση κατέλαβε όλο το ανάκτορο τον Μάρτιο του 1917, και το έδωσε στο Προσωρινό Συμβούλιο σύντομα μετά. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, το ανάκτορο φιλοξενούσε διάφορα Σοβιετικά υπουργεία και ακαδημίες. Κατά τη διάρκεια του Πολέμου με τη Γερμανία το ανάκτορο μετατράπηκε σε νοσοκομείο, και υπέστη έντονες βομβιστικές επιθέσεις.

Μετά τον Πόλεμο, το ανάκτορο έγινε η έδρα του Σοβιέτ του Πέτρογκραντ. Κατά τη διάρκεια της απόπειρας πραξικοπήματος του 1991, η Έκτακτη Επιτροπή χρησιμοποίησε το ανάκτορο ως βάση επιχειρήσεων. Κατασκευάστηκαν στρατώνες, και βαριές οχυρώσεις κατά μήκος της περιμέτρου τού ανακτόρου, οι οποίες παρέμειναν για κάποιο διάστημα μετά την καταστολή του πραξικοπήματος.

Το ανάκτορο είναι η έδρα της Νομοθετικής Συνέλευσης της Αγίας Πετρούπολης από το 1994.

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μπελιάκοβα Ζ.Ι. Μαρίνσκι. ΣΠΒ, 1996.
  • Πετροφ Γ.Φ. Ντοβέρτσε ν Σινέγκο Μοστα: Μαρίνσκι ν Τόβέρτζε ν Σαντ-Πετέρσμπουργκ. ΣΠβ, 2001.