Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αλεμάνο Αντιμάρι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αλεμάνο Αντιμάρι
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1362[1]
Φλωρεντία
Θάνατος17  Σεπτεμβρίου 1422
Τίβολι
ΘρησκείαΡωμαιοκαθολική Εκκλησία[2]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητακαθολικός ιερέας
καθολικός επίσκοπος[3]
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαarchbishop of Taranto (από 1401)[3][4]
Archbishop of Pisa (από 1406)[3][5]
Roman Catholic Bishop of Florence (από 1400)[3]
καρδινάλιος (από 1411)[6]
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Αλεμάνο Αντιμάρι (Alamanno Adimari) (Φλωρεντία, 1362 - Τίβολι, 17 Σεπτεμβρίου 1422) ήταν Ιταλός καθολικός αρχιεπίσκοπος και ψευδοκαρδινάλιος που διορίστηκε από τον αντίπαπα Ιωάννη XXIII.

Γεννημένος στη Φλωρεντία, ανήκε στην ευγενή οικογένεια Αντιμάρι, ήταν ιερέας της ενορίας του Αγίου Στεφάνου στη Μοντιγκλιάνα. Το 1400 διορίστηκε επίσκοπος Φλωρεντίας[7] από τον Πάπα Βονιφάτιο Θ΄, αλλά αποτυγχάνοντας να καταλάβει την επισκοπή, τον επόμενο χρόνο μετατέθηκε στην αρχιεπισκοπική εκκλησία του Τάραντα[7]. Το 1406 στάλθηκε ως αρχιεπίσκοπος στην Πίζα[7]. Θα παραμείνει στο τιμόνι αυτής της αρχιεπισκοπής μέχρι το 1411[7]. Την περίοδο αυτή, το 1409, έγινε η Σύνοδος της Πίζας.

Έγινε καρδινάλιος ("ψευδοκαρδινάλιος") από τον αντίπαπα Ιωάννη ΚΓ΄ στις 6 Ιουνίου 1411[7]. Ο Πάπας τον έστειλε πρεσβεία στη Γαλατία με το προνόμιο να παραχωρήσει τη γιορτή του Αγίου Ιωσήφ σε όλες τις πόλεις και τις επαρχίες που υπάγονται στην πρεσβεία του.

Στη συνέχεια πήγε στην Ισπανία, για να αποκαταστήσει στο βασίλειο την ενότητα της Ρωμαϊκής Εεκκλησίας, από την οποία είχε χωριστεί υπακούοντας στον αντίπαπα Βενέδικτο ΙΓ'. Ο Πάπας Μαρτίνος Ε΄ τον έκανε αρχιερέα της βασιλικής του Βατικανού και του ανέθεσε ένα νέο ταξίδι στην Αραγονία, για να συναντήσει τον αντίπαπα Βενέδικτο ΙΓ'. Το 1422[7], στο ταξίδι της επιστροφής του, αρρώστησε από την πανώλη και πέθανε στο Τιβολι Κηδεύτηκε στην εκκλησία της Σάντα Μαρία Νουόβα στη Ρώμη.

  • La chiesa fiorentina, Curia arcivescovile, Firenze 1970.
  • Gaetano Moroni, Dizionario di erudizione storico-ecclesiastica, 1, pp. 90-91