Αδελαΐδα της Βαϊμάρης-Όρλαμυντε

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αδελαΐδα της Βαϊμάρης-Ορλαμύντε
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Adelheid von Weimar-Orlamünde (Γερμανικά)
Γέννηση1055 (περίπου)
Θάνατος28  Μαρτίου 1100
Echternach
Τόπος ταφήςSpingiersbach Monastery
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααριστοκράτης
Οικογένεια
ΣύζυγοςΑδαλβέρτος Β΄ του Μπάλενστετ (1068–1080)
Χέρμαν Β΄ της Λοθαριγγίας (1080–1085)
Henry of Laach (1089–1095)
ΤέκναΌθων του Μπάλενστετ
Ζίγκφριντ του Μπάλενστετ
ΓονείςΌθων Α΄ του Μάισσεν και Αδέλα του Λουβαίν (απεβ. 1083)
ΑδέλφιαΚουνιγούνδη της Βαϊμάρης-Ορλαμύντε
ΟικογένειαΟίκος της Βαϊμάρης
Θυρεός

Η Αδελαΐδα, γερμ.: Adelaide von Weimar-Orlamünde (π. 1055 - 28 Μαρτίου 1100) από τον Οίκο της Βαϊμάρης ήταν κόρη του μαργράβου του Μάισσεν και με τους γάμους της έγινε πρώτα κόμισσα του Μπάλενστετ, μετά παλατινή κόμισσα της Λοθαριγγίας και έπειτα παλατινή κόμισσα του Ρήνου.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ήταν η τρίτη κόρη και κληρονόμος του Όθωνα Α΄ μαργράβου του Μάισσεν και της Αδέλας των Ρέγκιναρ, κόρης του Λάμπερτ Β΄ κόμη του Λουβαίν. [1] Είχε δύο μεγαλύτερα αδέλφια: την Όντα σύζυγο του Έγκμπερτ Β΄ των Μπρουνονιδών μαργράβου του Μάισσεν και την Κουνιγκγούντα, σύζυγο πρώτα του Γιαροπλούκ των Ρουρικιδών, γιο του Iζιασλάβ Α΄ μεγάλο πρίγκιπα του Κιέβου, μετά του Kούνo του Nόρντχαϊμ, και τέλος του Βίπρεχτ φον Γκόιτς μάργραβου του Μάισσεν.

Πρώτος γάμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πρώτος σύζυγος της Aδελαΐδας ήταν ο Aδαλβέρτος Β΄ των Ασκάνια κόμης του Μπάλενστετ. [1] Γύρω στο 1079 ο Aδαλβέρτος Β΄ δολοφονήθηκε από τον Έγκενο Β΄ ιππότη του Κόνραντσμπουργκ το 1079. [2] Με τον Aδαλβέρτο Β΄ η Αδελαΐδα είχε τέκνα:

Δεύτερος γάμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά το τέλος του Aδαλβέρτου Β΄, η Αδελαΐδα παντρεύτηκε για δεύτερη φορά περί το 1080, τον Χέρμαν Β΄ των Ετσονιδών παλατινό κόμη της Λοθαριγγίας. [4] Αυτός σκοτώθηκε σε μονομαχία με τον Aλβέρτο Γ΄ κόμη του Ναμύρ, σε μάχη κοντά στο Ντάλεμ στις 20 Σεπτεμβρίου 1085. Με τον Χέρμαν Β΄ η Αδελαΐδα είχε δύο παιδιά, τα οποία και τα δύο απεβίωσαν νωρίς πριν από το 1085, των οποίων τα ονόματα είναι άγνωστα.

Τρίτος γάμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά το τέλος του Χέρμαν Β΄ το 1085, η Αδελαΐδα παντρεύτηκε ξανά. Τρίτος σύζυγός της ήταν ο Ερρίκος του Λάαχ παλατινός κόμης του Ρήνου, από τον Οίκο του Αρντέν-Λουξεμβούργου. [5] Από τουλάχιστον το 1097 και μετά, ο Ερρίκος ήταν ο διάδοχος ορισμένων από τα εδάφη και τους τίτλους του προηγούμενου συζύγου της Αδελαΐδας, τού Χέρμαν Β΄, αποκαλώντας τον εαυτό του «παλατινό κόμη του Ρήνου». Ο γάμος της Αδελαΐδας και του Ερρίκου ήταν χωρίς παιδιά. Ο Ερρίκος υιοθέτησε τον Ζήγκφρηντ, τον μικρότερο γιο της Aδελαΐδας από τον πρώτο γάμο της με τον Aδαλβέρτο Β΄, ως κληρονόμο του. Πράγματι μετά το τέλος του Ερρίκου Α΄ το 1099, ο Ζήγκφρηντ τον διαδέχθηκε ως παλατινός κόμης του Ρήνου. [6]

Ίδρυμα της μονής Μαρίας Λάαχ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1093 η Αδελαΐδα και ο τρίτος σύζυγός της Ερρίκος, ίδρυσαν το αβαείο Μαρία Λάαχ, με ιδιοκτησίες που είχε κληρονομήσει η Αδελαΐδα από τον πατέρα της Όθωνα. [7] Το μοναστήρι ήταν αφιερωμένο στην Παρθένο Μαρία και στον Άγιο Νικόλαο. Οι κατασκευαστικές εργασίες στο μοναστήρι διακόπηκαν με το τέλος της Αδελαΐδας το 1100. Το 1112 ο γιος της Αδελαΐδας, ο Ζήγκφρηντ, συνέχισε και ολοκλήρωσε τις οικοδομικές εργασίες.

Η σφραγίδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μία από τις πρώτες γυναικείες σφραγίδες (σιγίλλια) που σώζονται, συνδέεται με ένα καταστατικό που εκδόθηκε από την Αδελαΐδα το 1097. [8] Η επιγραφή της σφραγίδας (γύρω από την άκρη της σφραγίδας) αναφέρεται στην Αδελαΐδα ως «Αδελαΐδα, παλατινή κόμισσα» (Adelheit palatina comitissa). Η εικόνα στη σφραγίδα απεικονίζει το προφίλ της προτομής μίας γυναικείας μορφής που φέρει πέπλο, κρατεί ένα ανοιχτό βιβλίο και ένα σκήπτρο σε μορφή κρίνου (fleur-de-lis), που καταλήγει σε τετράφυλλο. [9]

Το τέλος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αδελαΐδα απεβίωσε το 1100, ένα χρόνο μετά τον Ερρίκο, ενώ ήταν σε προσκύνημα στη Ρώμη..

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Jackman 2012, σελ. 33.
  2. Reuter 2010, σελ. 364.
  3. 3,0 3,1 Loud & Schenk 2017, σελ. xxvi.
  4. Thiele, Erzählende genealogische Stammtafeln, table 167.
  5. Bixton 2001, σελ. 653.
  6. Arnold 1991, σελ. 139.
  7. Beyer, Elester, and Goerz, Urkundenbuch zur Geschichte, no. 388, p. 444.
  8. Heino Struck, Quellen zur Geschichte, no. 9, p. 9.
  9. Vogelsang, Herrscherin, p. 51; Stieldorf, Frauensiegel, pp. 75-6.

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Wolf Heino Struck, Quellen zur Geschichte der Klöster und Stifte im Gebeit der mittleren Lahn bis zum Ausgang des Mittelalters 1 (1956).
  • H Beyer, L Elester, A Goerz, Urkundenbuch zur Geschichte der jetzt die preußischen Regierungsbezirke Coblenz und Trier bildenden mittelrheinischen Territorien 1 (1860).
  • T. Vogelsang, Die Frau als Herrscherin im hohen Mittelalter (1950).
  • A. Stieldorf, Rheinische Frauensiegel. Studien zur rechtlichen und sozialen Stellung weltlicher Frauen im 13. και 14. Jahrhundert (Κολωνία, 1999).
  • A. Thiele, Erzählende genealogische Stammtafeln zur europäischen Geschichte "Band I, Teilband 1 Deutsche Kaiser-, Königs-, Herzogs- und Grafenhäuser I
  • Loud, Graham A., επιμ. (2017). The Origins of the German Principalities, 1100-1350: Essays by German Historians. Routledge. 
  • Reuter, Timothy (2010). Nelson, Janet L., επιμ. Medieval Polities and Modern Mentalities. Cambridge University Press. 
  • Arnold, Benjamin (1991). Princes and Territories in Medieval Germany. Cambridge University Press. 
  • Jackman, Donald C. (2012). The Kleeberg Fragment of the Gleiberg County. Editions Enlaplage.