Άνθρακας (νόσος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Δερματική βλάβη από άνθρακα

O άνθρακας είναι λοιμώδης νόσος η οποία προκαλείται από το βακτήριο Βάκιλλος του άνθρακα.[1] Μπορεί να διαδοθεί με τέσσερις τρόπους: μέσω δέρματος, με την εισπνοή, μέσω της γαστρεντερικής οδού και με ενοφθαλμισμό.[2]

Συμπτωματολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα συμπτώματα αρχίζουν μια μέρα μέχρι και δύο μήνες μετά τη μόλυνση. Το δέρμα παρουσιάζει μικρές φουσκάλες οι οποίες περιβάλλονται από πρήξιμο το οποίο συχνά μετατρέπεται σε ανώδυνο έλκος με μαύρο κέντρο. Η εισπνεόμενη μορφή εμφανίζεται με πυρετό, πόνο στον θώρακα και δυσκολία αναπνοής. Η γαστρεντερική μορφή παρουσιάζει ναυτία, εμετό, διάρροια ή κοιλιακό πόνο. Στην περίπτωση ενοφθαλμισμού, υπάρχει πυρετός και απόστημα στο σημείο εισόδου του βακτηρίου.[3] Στα φυτοφάγα ζώα, η μόλυνση γίνεται όταν εισπνεύσουν ή καταπιούν σπόρια, ενώ βόσκουν. Τα σαρκοφάγα μπορεί να μολυνθούν με την κατανάλωση μολυσμένων ζώων.[4]

Μετάδοση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο άνθρακας διαδίδεται μέσω των σπορίων των βακτηρίων, τα οποία βρίσκονται συχνά σε μολυσμένα ζωικά προϊόντα. Η επαφή γίνεται με την εισπνοή, κατάποση ή από κάποια βλάβη στο δέρμα. Συνήθως δεν μεταδίδεται άμεσα από άνθρωπο σε άνθρωπο.[5] Ομάδες κινδύνου περιλαμβάνουν ανθρώπους οι οποίοι δουλεύουν με ζώα ή ζωικά προϊόντα, ταξιδιώτες, εργάτες ταχυδρομίου και στρατιωτικό προσωπικό.[6] Η διάγνωση επιβεβαιώνεται με την ανίχνευση αντισωμάτων ή της τοξίνης στο αίμα ή με καλλιέργεια με δείγμα από το μολυσμένο σημείο.[7]

Πρόληψη-Εμβολιασμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο εμβολιασμός έναντι του άνθρακα συνιστάται για ανθρώπους οι οποίοι είναι υψηλού κινδύνου.[6] Ο εμβολιασμός των ζώων συνιστάται σε περιοχές όπου έχει συμβεί προηγουμένως λοίμωξη. Η λήψη αντιβιοτικών, όπως δοξυκυκλίνη ή σιπροφλοξασίνη, για δύο μήνες μετά την έκθεση μπορεί να προλάβει τη μόλυνση.[8] Αν συμβεί λοίμωξη, η θεραπεία περιλαμβάνει αντιβιοτικά και πιθανόν χορήγηση αντιτοξίνης.[9] Ο τύπος και ο αριθμός αντιβιοτικών εξαρτάται από τον τύπο της μόλυνσης. Η αντιτοξίνη συνίσταται σε όσους έχουν εκτεταμένη λοίμωξη.[8]

Επιδημιολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο άνθρακας στους ανθρώπους είναι συχνότερος στην Αφρική και στην κεντρική και νότια Ασία.[4] Επίσης, απαντά συχνά στην νότια Ευρώπη, αλλά είναι ασυνήθης στη βόρεια Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική.[10] Παγκοσμίως, καταγράφονται τουλάχιστον 2.000 περιστατικά κάθε χρόνο, με περίπου 2 περιστατικά τον χρόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες.[11][12] Η δερματική μόλυνση περιλαμβάνει πάνω από το 95% των περιπτώσεων. Χωρίς θεραπεία, η θνητότητα από δερματικό άνθρακα είναι 24%.[8] Για την γαστρεντερική μορφή, ο κίνδυνος θανάτου είναι 25% με 75%, ενώ για τον αναπνευστικό άνθρακα η θνητότητα είναι 50-80% ακόμη και με θεραπεία.[8] Μέχρι τον 20ό αιώνα, οι λοιμώξεις από άνθρακα ευθύνονταν για εκατοντάδες χιλιάδες θανάτους ανθρώπων και ζώων κάθε χρόνο.[13] Κάποιες χώρες έχουν αναπτύξει βιολογικά όπλα με άνθρακα.[14]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Basic Information What is anthrax?». CDC. 1 Σεπτεμβρίου 2015. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Μαΐου 2016. Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2016. 
  2. «Types of Anthrax». CDC. 21 Ιουλίου 2014. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Μαΐου 2016. Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2016. 
  3. «Symptoms». CDC. 23 Ιουλίου 2014. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Μαΐου 2016. Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2016. 
  4. 4,0 4,1 Turnbull, Peter (2008). Anthrax in humans and animals (PDF) (4 έκδοση). Geneva, Switzerland: World Health Organization. σελίδες 20, 36. ISBN 9789241547536. Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 30 Νοεμβρίου 2016. 
  5. «How People Are Infected». CDC. 1 Σεπτεμβρίου 2015. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Δεκεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2016. 
  6. 6,0 6,1 «Who Is At Risk». CDC. 1 Σεπτεμβρίου 2015. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Μαΐου 2016. Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2016. 
  7. «Diagnosis». CDC. 1 Σεπτεμβρίου 2015. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Μαΐου 2016. Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2016. 
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 Hendricks, KA; Wright, ME; Shadomy, SV; Bradley, JS; Morrow, MG; Pavia, AT; Rubinstein, E; Holty, JE και άλλοι. (February 2014). «Centers for disease control and prevention expert panel meetings on prevention and treatment of anthrax in adults». Emerging Infectious Diseases 20 (2). doi:10.3201/eid2002.130687. PMID 24447897. 
  9. «Treatment». CDC. 14 Ιανουαρίου 2016. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Μαΐου 2016. Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2016. 
  10. Schlossberg, David (2008). Clinical Infectious Disease. Cambridge University Press. σελ. 897. ISBN 9781139576659. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Σεπτεμβρίου 2017. 
  11. Anthrax: Global Status. GIDEON Informatics Inc. 2016. σελ. 12. ISBN 9781498808613. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Σεπτεμβρίου 2017. 
  12. «Anthrax». CDC. National Center for Emerging and Zoonotic Infectious Diseases. 26 Αυγούστου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Δεκεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2016. 
  13. Cherkasskiy, B. L. (1999). «A national register of historic and contemporary anthrax foci». Journal of Applied Microbiology 87 (2): 192–195. doi:10.1046/j.1365-2672.1999.00868.x. PMID 10475946. https://archive.org/details/sim_journal-of-applied-microbiology_1999-08_87_2/page/192. 
  14. «Anthrax». FDA. 17 Ιουνίου 2015. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Μαΐου 2016. Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2016.