Μετάβαση στο περιεχόμενο

Κελτικές γλώσσες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από ISO 639:cel)

Οι κελτικές γλώσσες είναι δυτικός κλάδος της οικογένειας των Ινδοευρωπαϊκών γλωσσών, εντοπισμένη κατά τους ιστορικούς χρόνους σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης από την Ισπανία και την Ιρλανδία μέχρι τα Βαλκάνια και τη Μικρά Ασία, δηλαδή σε περιοχές στις οποίες αναπτύχθηκε ο κελτικός πολιτισμός. Ο όρος "Κέλτικες" χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά για να χαρακτηρίσει αυτή την ομάδα γλωσσών από τον Έντουαρν Λούιντ (Edward Lhuid) το 1707.

Οι κέλτικες γλώσσες μιλιούνται και πέρα από την Ευρώπη από μετανάστες σε Καναδά, ΗΠΑ, Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία. Ακόμη υπάρχει μια μικρή ομάδα ομιλητών Ουαλικά στην Παταγονία της Αργεντινής. Τα Ουαλικά είναι η μόνη κέλτικη γλώσσα που δεν θεωρείται ότι κινδυνεύει να εξαφανιστεί.

Ανάμεσά τους διακρίνονται η κελτιβηρική γλώσσα στην Ισπανία, η γαλατική γλώσσα στη Γαλλία και τη Βόρεια Ιταλία. Η Γαελική γλώσσα, μαρτυρημένη στις επιγραφές Όγκχαμ, επιβιώνει έως σήμερα ως Ιρλανδική γλώσσα, Σκωτική Γαελική και (μέχρι πρόσφατα) ως Μανξ. Η Βρετανική πιστοποιήθηκε αρχικά σε επιγραφές Όγκχαμ (ή ογαμικές) του 5ου και 6ου αιώνα και επιβιώνει σήμερα ως Ουαλική γλώσσα και Βρετονική γλώσσα. Δύο βόρειες παραλλαγές των Βρετανικών, η Πικτική γλώσσα και η Κυμβρική εξαφανίστηκε κατά τον πρώιμο μεσαίωνα, ενώ η Κορνουαλική γλώσσα επεβίωσε έως τον 18ο αιώνα.

Η Πρωτοκελτική διαιρέθηκε σε τέσσερις υποοικογένειες:

Οι κελτικές γλώσσες συνδέονται στενότερα με την ιταλική ομάδα γλωσσών και πιο απόμακρα με τη Γερμανική. Συχνά κατατάσσονται σε q-Κελτικές και p-Κελτικές, ανάλογα με το αν διατήρησαν τον ινδοευρωπαϊκό ήχο 'q' ΄ή τον άλλαξαν σε 'p'. Οι q-Κελτικές γλώσσες είναι η Κελτοϊβηρική και η Γαελική. Όλες οι άλλες είναι p-Κελτικές. Τα περασμένα 2.000 χρόνια οι κελτικές γλώσσες βρέθηκαν υπό την πίεση του γλωσσικού ηγεμονισμού των Γερμανικών και Λατινογενών γλωσσών. Στη Βρετανία και την Ιρλανδία οι γλώσσες επιβίωσαν έως τη σύγχρονη εποχή, αλλά σε διαρκώς μειούμενες γεωγραφικές περιοχές.