Flamen Dialis

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Στην αρχαία ρωμαϊκή θρησκεία, ο flamen Dialis ήταν ο αρχιερέας του Jupiter (Δία). Ο όρος Dialis σχετίζεται με το Diespiter, μία παλαιά λατινική μορφή του ονόματος Jupiter. Υπήρχαν 15 ιερείς, εκ των οποίων οι τρεις ήταν μεγάλοι ιερείς (flamines maiores), που υπηρετούσαν τους τρεις θεούς της Αρχαϊκής Τριάδας. Σύμφωνα με την παράδοση, οι ιερείς απαγορευόταν να αγγίζουν μέταλλο, να ιππεύουν ένα άλογο ή να βλέπουν ένα πτώμα.

Το αξίωμα του ιερέα του Δία και οι λειτουργίες των άλλων μεγάλων ιερέων λέγεται από την παράδοση, ότι δημιουργήθηκαν από τον Nουμά Πομπίλιο, δεύτερο βασιλιά της Ρώμης, αν και ο ίδιος ο Nουμάς εκτελούσε πολλές από τις τελετές του ιερέα του Δία. (1:20)

Ο διορισμός και τα προνόμια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ιερέας του Δία απολάμβανε πολλές ιδιόμορφες τιμές. Όταν προέκυπτε μία κενή θέση, τρία άτομα με καταγωγή από τους πατρικίους, των οποίων οι γονείς είχαν παντρευτεί σύμφωνα με τις τελετές του confarreatio (η πιο αυστηρή μορφή του ρωμαϊκού γάμου), προτείνοντο από τη Συνέλευση (Comitia), ένα από τα οποία επιλεγόταν (captus) και αφιερωνόταν (inaugurabatur) από τον μέγιστο αρχιερέα (pontifex maximus) (iv, 16) (xxvii, 8). Οι υποψήφιοι έπρεπε επίσης να είναι παντρεμένοι κατά το confarreatio και με παρθένα (βλ. Flamen).

Από εκείνη τη στιγμή και μετά το άτομο απελευθερωνόταν από τον έλεγχο του πατέρα του και γινόταν αυτοδίκαιος (sui juris) (i, 130) (iv.16). Μόνος του από όλους τους ιερείς φορούσε την κορυφή (apex), είχε δικαίωμα ραβδούχων (lictores), να φορεί την toga praetextνα, να κάθεται σε πτυσσόμενο κάθισμα (sella curulis) όπως οι δικαστές, και είχε μια θέση στη ρωμαϊκή Σύγκλητο· όλα αυτά λόγω του αξιώματός του (ex officio). Το τελευταίο προνόμιο, αφού έπεσε σε αχρηστία για μεγάλο χρονικό διάστημα, αναφέρεται από τον Γάιο Βαλέριο Φλάκκο (209 π.Χ.). Η χρήση επιτρεπόταν, λέει ο Λίβιος, περισσότερο από σεβασμό προς τον υψηλό προσωπικό του χαρακτήρα, παρά για το ότι θα του εζητείτο να δικάσει (xxvii, 8; cf. i, 20). Μόνο ο βασιλιάς επί των θυσιών (rex sacrificulus) ή ο ιερός βασιλιάς (rex sacrorum) είχε το δικαίωμα να ξαπλώσει σε πιο επάνω θέση σε ένα συμπόσιο. Αν κάποιος αλυσοδεμένος κατέφευγε στο σπίτι του, οι αλυσίδες κοβόταν αμέσως και αυτές μεταφέροντο μέσω του ανοίγματος του αιθρίου της οικίας (imluvium) στην οροφή και από εκεί πεταγόταν στον δρόμο (x, 15). Αν συναντούσε κάποιος εγκληματίας στον δρόμο για την τιμωρία του τον ιερέα του Δία και έπεφτε στα πόδια του παρακαλώντας τον, η τιμωρία αναβαλόταν για εκείνη την ημέρα (x, 15) (p 166). Παρόμοιο με το δικαίωμα αυτό του ασύλου είχαν τα πρόσωπα και οι κατοικίες των παπικών καρδιναλίων.

Περιορισμοί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για να αντισταθμίσει αυτές τις υψηλές τιμές, ο ιερέας του Δία υποβαλλόταν σε πολλούς περιορισμούς και στερήσεις, πολλές με ινδοευρωπαϊκή προέλευση. Ένας μακρύς κατάλογος αυτών συντάχθηκε από τον Aύλο Γέλλιο (x, 15) από τα έργα των Φαβίου Πίκτορα και Mασούριου Σαβίνου.

  • Ήταν παράνομο γι' αυτόν να είναι έξω από την πόλη για μία μόνο νύκτα. (v, 52) Ο κανονισμός φαίνεται να έχει τροποποιηθεί από τον Aύγουστο, έτσι ώστε του επιτρεπόταν η απουσία δύο διανυκτερεύσεων. (iii, 58, 71)
  • Του απαγόρευσαν να κοιμάται μακριά από το κρεβάτι του για τρεις συνεχόμενες νύχτες. Έτσι, του ήταν αδύνατο να αναλάβει τη διακυβέρνηση μίας επαρχίας.
  • Δεν μπορούσε να
    • ανεβεί ή ακόμη και να αγγίξει ένα άλογο,
    • αγγίξει σίδηρο, ή
    • να κοιτάξει έναν στρατό, στρατευμένο έξω από το όριο της πόλης (pomerium).
  • Δεν μπορούσε να εκλεγεί ως ύπατος. Πράγματι, φαίνεται ότι αρχικά αποκλειόταν εντελώς από το να αναζητήσει ή να αποδεχτεί οποιοδήποτε αστικό δικαστή (p 169), αλλά αυτή η τελευταία απαγόρευση σίγουρα δεν επιβαλλόταν σε μεταγενέστερους χρόνους.
  • Ο ιερέας του Δία έπρεπε να φορεί ορισμένα ασυνήθιστα ενδύματα, όπως η κορυφή, έναν πίλο υτερό προς τα επάνω και μία laena, έναν βαρύ, μάλλινο μανδύα.
  • Δεν του επιτρεπόταν να ορκιστεί (xxxi, 50),
  • ούτε να φορά δαχτυλίδι, nisi pervio et casso (εκτός αν είναι απλό και χωρίς πέτρες).
  • ούτε να ξεγυμνωθεί στο ύπαιθρο,
  • ούτε να βγαίνει έξω χωρίς τον κατάλληλο πίλο του,
  • ούτε να έχει κόμπο σε κάποιο σημείο της ενδυμασίας του,
  • ούτε να περπατήσει σε ένα μονοπάτι, που σκεπάζεται από αμπέλια.
  • Δεν μπορεί να αγγίζει αλεύρι, ούτε προζύμι, ούτε ζυμωτό ψωμί.
  • Δεν μπορεί να αγγίξει ένα νεκρό σώμα, ούτε να μπει σε χώρο ταφής, αλλά του επιτρεπόταν να παραστεί σε μία κηδεία.
  • Του απαγορευόταν να αγγίξει ή να ονομάσει σκύλο, κατσίκα, κισσό, φασόλια ή ωμό κρέας.
  • Κανείς -εκτός από έναν ελεύθερο άνθρωπο- δεν μπορούσε να κόψει τα μαλλιά του. Τα αποκόμματα της κόμης του, μαζί με τα κοψίματα των νυχιών του, θάπτοντο κάτω από ένα arbor felix (ευοίωνο δέντρο, πχ δρυ).
  • Κανείς δεν μπορούσε να κοιμηθεί στο κρεβάτι του. Τα πόδια της κλίνης του ήταν αλειμμένα με λεπτό πηλό.
  • Ήταν παράνομο να τοποθετηθεί ένα κουτί, που να περιείχε άρτο για θυσίες, σε επαφή με το κρεβάτι του.
  • Δεν του επιτρεπόταν να είναι παρών σε τραπέζι χωρίς φαγητό, έτσι δεν θα ζητούσε.

Το αντικείμενο αυτών των κανόνων ήταν ξεκάθαρα να τον κάνουν κυριολεκτικά Jovi adsiduum sacerdotem (διαρκή ιερέα του Δία), να εξαναγκάσουν τη συνεχή προσοχή στα καθήκοντα της ιεροσύνης και να τον αφήσουν ουσιαστικά χωρίς κανέναν πειρασμό να τα παραμελήσει.

Κατά την άποψη του Ντουμέζιλ αυτές οι απαγορεύσεις σηματοδοτούν τον ιερέα του Δία ως υπηρέτη σε έναν ουράνιο θεό, με τις ιδιότητες της απόλυτης αγνότητας και ελευθερίας, αλλά και ως χειριστή της αστραπής και της βασιλείας. Μέσα στο πεδίο δράσης του υπάρχουν οι τομείς της πολιτικής εξουσίας και του δικαιώματος, αλλά όχι η μάχη, που ανήκει στον Άρη και στον ιερέα του Άρη (flamen Martialis). Η αντιστοιχία του προς τον βασιλιά μοιάζει με αυτή του επίγειου ομολόγου του, του ιερού βασιλιά (rex sacrorum). Παρόμοιες αντιστοιχίες, με παρόμοιους τελετουργικούς περιορισμούς, φαίνονται να υπάρχουν σε άλλους ινδοευρωπαϊκούς πολιτισμούς, όπως αυτή του Βεδικού rajan (βασιλιά) με τον purohita (ιερέα του οίκου), και ο αρχαίος ιρλανδικός rig με τον επικεφαλής δρυΐδη.

Η ιέρεια του Δία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η flaminica Dialis ήταν η σύζυγος του flamen Dialis. Ήταν υποχρεωμένη να είναι παρθένα την ώρα του γάμου τους, ο οποίος έπρεπε να γίνει σύμφωνα με τις τελετές του confarreatio, δηλ. της παραδοσιακής μορφής γάμου για τους πατρικίους. (Αυτός ο κανονισμός ίσχυε και για τους γάμους των δύο άλλων μεγάλων ιερέων) (iv, 104, 374) (i, 112). Το ζευγάρι δεν επιτρεπόταν να χωρίσει και αν η ιέρεια του Δία απεβίωνε, ο ιερέας του Δία ήταν υποχρεωμένος να παραιτηθεί.

Η βοήθεια της ιέρειας του Δία ήταν απαραίτητη στην εκτέλεση ορισμένων τελετουργιών. Σε κάθε ένα από τα οκταήμερα (nundinae), θυσίαζε ένα κριάρι στον Δία στη Regia. (i, 16)

Στην ιέρεια του Δία είχε προσδιοριστεί μία ειδική τελετουργική ενδυμασία. Τα μαλλιά της ήταν πλεγμένα με μία μωβ ταινία σε κωνική μορφή (tutulus), αλλά όταν πήγαινε να συμμετάσχει στο τελετουργικό των Argei δεν χτένιζε, ούτε τακτοποιούσε τα μαλλιά της. (i, 16) Η ιέρεια του Δία και η ιερή βασίλισσα (regina sacrorum) ήταν οι μόνες, που θα μπορούσαν να φέρουν την κόμμωση με το όνομα τοξωτή ([in]arculata). (IV, 137)

Η ιέρεια του Δία φορούσε ένα βαμμένο κάλυμμα (venenato operitur) και ένα μικρό τετράγωνο ύφασμα με περίγραμμα (ρίκα), στο οποίο ήταν προσαρτημένη μία ταινία από το ευοίωνο δένδρο (felix arbor), τη δρυ που ήταν υπό την προστασία των ουράνιων θεών.[1] Η rica μπορεί να ήταν ένας κοντός μανδύας, ή λιγότερο πιθανό ένα είδος κασκόλ ή πέπλο ριγμένο επάνω από το κεφάλι.

Οι περιορισμοί που επιβάλλοντο στη ιέρεια του Δία, ήταν παρόμοιοι με αυτούς που επιβάλλοντο στον σύζυγό της. Της απαγορευόταν να ανεβαίνει μία σκάλα, που αποτελείται από περισσότερα από τρία σκαλοπάτια, (x, 15) ίσως για να μην φανούν οι αστράγαλοί της.

Οι κάτοχοι του αξιώματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Πόπλιος Κορνήλιος Σύλλας, πιθανότατα διορισμένος ιερέας από τον μέγιστο αρχιερέα Πόπλιο Κορνήλιο Καλούσα π. 279-270 π.Χ. Μπορεί να ήταν γιος του Πόπλιου Κορνήλιου Ρουφίνου και το πρώτο μέλος της οικογένειάς του που ονομαζόταν Σύλλας. (p 644)
  • Λεύκιος Κουίνκτιος, διορισμένος στα μέσα του 3ου αιώνα π.Χ. Ήταν πιθανώς γιος του Καίσο Κουίνκτιου Κλαύδου και ο πρόγονος των Κουίνκτιι Φλαμινίνι. (p 864, notes 5 & 6)
  • Πόπλιος Κορνήλιος Σκιπίων, εγγονός του Σκιπίωνα Αφρικανού, έγινε ιερέας του Δία το 174 π.Χ. Απεβίωσε αμέσως μετά μεταξύ 170 και 168 π.Χ. (p 642)
  • Λεύκιος Κορνήλιος Μερούλα πιθανότατα επιλέχθηκε ιερέας στα τέλη του 2ου αι. π.Χ. (p 639) Είναι κυρίως γνωστός για το τέλος του το 87 π.Χ., κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου μεταξύ του Οκτάβιου και του Κίννα. Διορίστηκε αντικαταστάτης ύπατος (suffect consul) σε αντικατάσταση του Κίννα, που εκδιώχθηκε από τον Oκτάβιο, παραιτήθηκε όταν ο Κίννας επέστρεψε στη Ρώμη με στρατό. Στόχος της εκκαθάρισης του Κίννα και του Μάριου, αντ' αυτού αυτοκτόνησε στον ναό του Δία, επιρρίπτοντας κατάρες στους εχθρούς του με την ετοιμοθάνατη ανάσα του.
  • Γ. Ιούλιος Καίσαρας, ο μελλοντικός δικτάτορας, επιλέχθηκε με την υποκίνηση του πεθερού του Κίννα, στα τέλη του 87 π.Χ., ή πριν από τις 13. Ιανουαρίου 86 π.Χ., ενώ ο Μάριος ζούσε ακόμη. Πολλοί μελετητές έχουν ωστόσο συζητήσει την πιθανότητα, ότι ο Καίσαρας δεν διορίστηκε ποτέ επίσημα, λόγω θρησκευτικών τεχνικών λεπτομερειών (η μητέρα του Αυρηλία ήταν πληβεία). Ωστόσο, ο Καίσαρας έχασε την ιεροσύνη του κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Σύλλα, περίπου το 81, αλλά του επετράπη να διατηρήσει την έδρα του στον Σύλλογο των αρχιερέων και αργότερα εξελέγη μέγιστος αρχιερέας το 63 π.Χ. Κανένας ιερέας του Δία δεν διορίστηκε στη συνέχεια, για να αφεθεί να κρατήσει την έδρα του. Τότε το αξίωμα παρέμεινε κενό για περίπου 70 χρόνια. (pp 734–735)
  • Σέρβιος Κορνήλιος Λέντουλος Μαλουγινένσις, πιθανώς γιος του Γναίου Κορνήλιου Λέντουλου Οιωνοσκόπου. Γεννημένος περί το 30 π.Χ., έγινε ιερέας περί το 14 π.Χ., μετά τη μακρά παύση που ακολούθησε την απομάκρυνση του Καίσαρα. (p 638)
  • Κορνήλιος Λέντουλος Μαλουγινένσις, διαδέχθηκε τον πατέρα του ως ιερέας το 23 μ.Χ., πιθανότατα σε πολύ νεαρή ηλικία. (p 638)

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Dialia

Υποσημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Varro. De lingua latina. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Henri Etcheto, Les Scipions. Famille et pouvoir à Rome à l'époque républicaine, Bordeaux, Ausonius Éditions, 2012.
  • Friedrich Münzer, Roman Aristocratic Parties and Families, μετάφραση Thérèse Ridley, Johns Hopkins University Press, 1999 (αρχική έκδοση το 1920).
  • Jörg Rüpke, Anne Glock, David Richardson (μεταφραστής), Fasti Sacerdotum: A Prosopography of Pagan, Jewish, and Christian Religious Officials in the City of Rome, 300 π.Χ. έως 499 μ.Χ., Oxford University Press, 2008.