Τζόρτζο Βαζάρι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Τζόρτζιο Βαζάρι)
Τζόρτζο Βαζάρι
Αυτοπροσωπογραφία του Βαζάρι
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Giorgio Vasari (Ιταλικά)
Γέννηση30 Ιουλίου 1511
Αρέτσο, Τοσκάνη, Ιταλία
Θάνατος27 Ιουνίου 1574
Φλωρεντία, Ιταλία
ΕθνικότηταΙταλική
Ιδιότηταζωγράφος[1][2][3], αρχιτέκτονας[1][2][3], ιστορικός της τέχνης[2], συγγραφέας[1][4], βιογράφος, θεωρητικός της τέχνης[2], aesthetician[2] και σχεδιαστής[3]
ΣύζυγοςNiccolosa Bacci
ΓονείςAntonio Vasari και Maddalena Tacci
ΣυγγενείςΛούκα Σινιορέλλι (πρωτοξάδερφος)
ΚίνημαΑναγέννηση[5]
Είδος τέχνηςΖωγραφική, Αρχιτεκτονική
Καλλιτεχνικά ρεύματαΑναγέννηση
Σημαντικά έργαΒιογραφίες Ιταλών καλλιτεχνών
ΒραβεύσειςΤάγμα του Χρυσού Σπιρουνιού
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Τζόρτζο Βαζάρι (Giorgio Vasari, 30 Ιουλίου 1511 - 27 Ιουνίου 1574) ήταν Ιταλός ζωγράφος, αρχιτέκτονας, συγγραφέας και ιστορικός, γνωστός κυρίως για το έργο του Οι βίοι των πλέον εξαίρετων ζωγράφων, γλυπτών και αρχιτεκτόνων, με βιογραφικά στοιχεία διακεκριμένων καλλιτεχνών, που θεωρείται η ιδεολογική βάση της συγγραφής της ιστορίας της τέχνης[6].

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τζόρτζο Βαζάρι γεννήθηκε στο Αρέτσο, γιος του αγγειοπλάστη Αντόνιο Βαζάρι και της Μαντελένα Τάτσι. Οι πληροφορίες που διαθέτουμε για την εκπαίδευσή του προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από την αυτοβιογραφία του. Την περίοδο 1520-1524 μαθήτευσε κοντά στους Αντόνιο ντα Σακόνε και Τζοβάνι Πολάστρα (1465-1540), αποκτώντας γνώσεις λατινικών. Ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τη ζωγραφική κάτω από την επίβλεψη του Γκιγιώμ ντε Μαρσιγιά (Guillaume de Marcillat), ενώ αργότερα υπήρξε μαθητής του Καρδινάλιου της Κορτόνα, Σίλβιο Πασερίνι (Silvio Passerini, 1469-1529), τον οποίο συνόδευσε στη Φλωρεντία. Εκεί μαθήτευσε κοντά στον Πιέριο Βαλεριάνο (Pierio Valeriano, 1477-1558), ο οποίος ήταν επίσης δάσκαλος στην αυλή των Μεδίκων, και κατόπιν συνέχισε τις σπουδές του στο εργαστήριο του Αντρέα ντελ Σάρτο και του Μπάτσιο Μπαντινέλλι. Το 1529 μαθήτευσε στο εργαστήριο του Ραφαέλλο ντα Μπρέσια, ενώ παράλληλα ξεκίνησε να ασχολείται με τη χρυσοτεχνία, κάτω από την επίβλεψη του Βιττόριο Γκιμπέρτι.

Από το καλοκαίρι του 1532, πρόσφερε τις υπηρεσίες του ως ζωγράφος της αυλής των Μεδίκων και ακολουθώντας την επιθυμία του δούκα της Φλωρεντίας Αλέξανδρου για έργα οχύρωσης της πόλης, ο Βαζάρι ξεκίνησε να ασχολείται εντατικά με την αρχιτεκτονική. Μετά τη δολοφονία του προστάτη του το 1537, εγκατέλειψε την αυλή των Μεδίκων με σκοπό να εργαστεί ως αυτόνομος καλλιτέχνης. Τα επόμενα χρόνια ολοκλήρωσε έργα κατά παραγγελία, κυρίως στη Φλωρεντία, στη Ρώμη, και στη Νάπολη. Από το 1554 ήταν υπεύθυνος για την ανακαίνιση και διακόσμηση του Παλάτσο Βέκιο στη Φλωρεντία, έργο που τον απασχόλησε μέχρι το 1572, μέσα από το οποίο φρόντισε να προβάλει τη συμβολή της οικογένειας των Μεδίκων στην αναγέννηση των τεχνών. Αρκετοί από τους πίνακες του Βαζάρι, που θα χρησιμοποιούνταν για διακοσμητικούς σκοπούς, ολοκληρώθηκαν από βοηθούς του. Σε όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του είχε την βοήθεια πολυάριθμων βοηθών, οι οποίοι συνέβαλαν καθοριστικά στην ολοκλήρωση των έργων του. Για την πλειοψηφία των πινάκων και των νωπογραφιών του, ο ίδιος ήταν αποκλειστικά υπεύθυνος για τα σχέδιά τους, τα οποία θεωρούσε ως μέρος της αληθινής δημιουργικής διαδικασίας. Συνήθιζε ακόμα να επαναλαμβάνει τις ίδιες μορφές σε περισσότερα έργα του, γεγονός που συνέβαλε στην ικανότητά του να ολοκληρώνει απαιτητικές παραγγελίες σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Την περίοδο από το 1559 μέχρι το 1562, ο Βαζάρι ανέλαβε τις πιο σημαντικές παραγγελίες για αρχιτεκτονικές κατασκευές. Ίσως το σπουδαιότερο αρχιτεκτονικό έργο του, υπήρξε η κατασκευή του παλατιού Ουφίτσι, το οποίο σχεδιάστηκε αρχικά για τη στέγαση δικαστικών γραφείων, σύμβολο της πολιτικής ενότητας που είχε διαμορφώσει ο Κόζιμο Α΄. Τα πρώτα σχέδια για το παλάτι χρονολογούνται από το 1559. Το 1561 ξεκίνησε να εργάζεται για την ανάπλαση του κέντρου της Πίζας, κυρίως ανακαινίζοντας παλαιότερα παλάτια της περιοχής. Σχεδίασε επίσης την εκκλησία του Αγίου Στεφάνου (1565-69) καθώς και την εσωτερική της διακόσμηση, ζωγραφίζοντας το ιερό της. Την ίδια περίπου περίοδο, άρχισε να ασχολείται με τη συγκέντρωση πληροφοριών για τη δεύτερη έκδοση των Βίων, ο πρώτος τόμος της οποίας τυπώθηκε το 1564 για να ακολουθήσει η έκδοση ακόμα δύο τόμων το 1568. Το Μάιο του 1563 ταξίδεψε στο Αρέτσο, στην Κορτόνα, στην Ασίζη, στην Ανκόνα και στη Βενετία, όπου συνάντησε τον Τιτσιάνο, ενώ την άνοιξη του 1566 επισκέφτηκε πόλεις της βόρειας Ιταλίας, συλλέγοντας στοιχεία και πηγές.

Το Φεβρουάριο του 1570 επισκέφτηκε τη Ρώμη για να επιθεωρήσει τρία παρεκκλήσια στο Βατικανό, τα οποία ανέλαβε να διακοσμήσει με παραγγελιοδότη τον Πάπα Πίο Ε΄, ξεκινώντας τις εργασίες για το έργο το Δεκέμβριο του ίδιου έτους. Οι νωπογραφίες ολοκληρώθηκαν σε μεγάλο βαθμό από συνεργάτες του Βαζάρι όπως ο Αλεσάντρο Φέι, ενώ ο ίδιος φιλοτέχνησε επιμελώς το ιερό για κάθε παρεκκλήσι. Τον επόμενο χρόνο ανακηρύχθηκε ιππότης από τον πάπα και επέστρεψε στη Φλωρεντία όπου παράλληλα με τις εργασίες για το Παλάτσο Βέκιο, ανέλαβε τη διακόσμηση του καθεδρικού ναού της πόλης, έργο που έμεινε όμως ημιτελές εξαιτίας του θανάτου του, στις 27 Ιουνίου του 1574.

Βίοι των πλέον εξαίρετων ζωγράφων, γλυπτών και αρχιτεκτόνων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έκδοση των Βίων

Ο Βαζάρι οφείλει τη φήμη του ως «πατέρα» της ιστορίας της τέχνης στη συγγραφή του έργου Οι βίοι των πλέον εξαίρετων ζωγράφων, γλυπτών και αρχιτεκτόνων (Le vite de più eccellenti architetti, pittori, et scultori ή απλώς Vite), καθώς δεν περιορίστηκε στην εξιστόρηση της ζωής των καλλιτεχνών αλλά προχώρησε σε μία κριτική θεώρηση της εξέλιξης των τεχνοτροπιών και του ύφους που επέβαλαν. Το έργο του ήταν αφιερωμένο στον Κόζιμο Α' των Μεδίκων και η πρώτη έκδοσή του δημοσιεύτηκε το 1550, σε δύο τόμους με συνολικά περισσότερες από χίλιες σελίδες. Περιείχε ένα προοίμιο, μία εισαγωγή στην αρχιτεκτονική, τη γλυπτική και τη ζωγραφική, καθώς και τρία κύρια μέρη με τις βιογραφίες συνολικά 133 καλλιτεχνών.

Σχετικά με τις πηγές που χρησιμοποίησε για τη συγγραφή της πρώτης έκδοσης, διαθέτουμε λίγες πληροφορίες. Ο ίδιος αναφέρεται σε κείμενα του Βιτρούβιου, σε αρχιτεκτονικές πραγματείες των Αλμπέρτι και Σεμπαστιάνο Σέρλιο, στα κείμενα του Λορέντζο Γκιμπέρτι (Commentari) καθώς και σε άλλα γραπτά του Ραφαήλ και του Ντομένικο Γκιρλαντάιο, τα οποία όμως δεν έχουν καθοριστεί. Ανάμεσα σε άλλα έργα που βρίσκονταν στη διάθεσή του Βαζάρι, περιλαμβάνονται ο οδηγός του Φραντσέσκο Αλμπερτίνι για την πόλη της Φλωρεντίας, η αλληλογραφία του Πιέτρο Αρετίνο και άλλες ανώνυμες πηγές. Μία δεύτερη εμπλουτισμένη έκδοση του έργου ολοκληρώθηκε το 1568 και αυτή αποτέλεσε τη βάση όλων των μελλοντικών εκδόσεων και μεταφράσεων. Εκδόθηκε σε τρεις τόμους, σημαντικά πιο εκτεταμένη από την πρώτη έκδοση, περιέχοντας περισσότερες από 1500 σελίδες και περίπου 30 νέες βιογραφίες. Η δεύτερη έκδοση ανέφερε επίσης πρόσθετες πηγές, μεταξύ αυτών τα ιστορικά έργα του Παύλου Διάκονου (π. 720-799), τα χρονικά των Τζοβάνι και Ματέο Βιλάνι, καθώς και την προσωπική του αλληλογραφία. Σημαντική συμβολή στη δεύτερη αναθεωρημένη και εμπλουτισμένη έκδοση είχε και ο Βιτσέντζο Μποργκίνι, ο οποίος συμβούλευσε τον Βαζάρι να μην περιοριστεί στις βιογραφικές πληροφορίες για κάθε καλλιτέχνη, αλλά να εστιάσει στο έργο τους και την αξία του.

Η έκδοσή του έργου θεωρήθηκε πολύ σημαντική στο σύνολο της Ευρώπης προκαλώντας τόσο τον άκριτο θαυμασμό όσο και την περιφρόνηση ή τα δυσμενή σχόλια από άλλους καλλιτέχνες της εποχής, μεταξύ αυτών και ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος. Ο Ελ Γκρέκο διαφώνησε με αρκετές από τις κριτικές τοποθετήσεις του Βαζάρι, χρησιμοποιώντας ιδιαίτερα υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς για το συγγραφέα των Βίων. Οι παρατηρήσεις του Θεοτοκόπουλου απηχούσαν τις απόψεις ενός ευρύτερου καλλιτεχνικού κόσμου του 16ου αιώνα, καθώς έχουν διασωθεί και άλλα σχόλια καλλιτεχνών και φιλότεχνων με ανάλογο περιεχόμενο.

Τα υπόλοιπα γραπτά κείμενα του Βαζάρι θεωρούνται μικρότερης αξίας, ωστόσο παρέχουν αρκετές πληροφορίες σχετικά με το έργο του ίδιου, ειδικότερα η αλληλογραφία του, τμήματα της οποίας εμφανίζουν αξιόλογες λογοτεχνικές αρετές, ωστόσο κατά το μεγαλύτερο ποσοστό δεν έχει διασωθεί.

Επιλογή των Βίων μετέφρασε ο Στέλιος Λυδάκης (εκδ.Κανάκη).

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 BeWeB. 2240. Ανακτήθηκε στις 5  Φεβρουαρίου 2021.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 The Fine Art Archive. cs.isabart.org/person/58976. Ανακτήθηκε στις 1  Απριλίου 2021.
  3. 3,0 3,1 3,2 vocab.getty.edu/page/ulan/500017608.
  4. «Library of the World's Best Literature». Library of the World's Best Literature. 1897.
  5. www.oxfordbibliographies.com/view/document/obo-9780195399301/obo-9780195399301-0350.xml.
  6. Δήμος, Γιώργος (29 Μαΐου 2022). «Τζόρτζιο Βαζάρι: Ο αναγεννησιακός «πατέρας» της ιστορίας της τέχνης». Artviews. Ανακτήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 2022. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • "Vasari, Giorgio", Grove Art Online. Oxford University Press.
  • "Vasari, Giorgio", The Oxford Companion to Western Art. Ed. Hugh Brigstocke. Oxford University Press, 2001. Grove Art Online.
  • Patricia Lee Rubin, Giorgio Vasari: Art and History, Yale University Press, 1995, ISBN 0-300-04909-9
  • Thomas Sherrer Ross Boase, Giorgio Vasari: The Man and the Book, Princeton University Press, 1987, ISBN 0-691-10212-0
  • Φερνάντο Μαρίας (μφ. Νίκος Χατζηνικολάου), Ο Γκρέκο και η τέχνη της εποχής του: Τα σχόλια στους Βίους του Βαζάρι, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2001, ISBN 960-524-122-6

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]