Θεμισώνιον

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το Θεμισώνιον ήταν μια αρχαία πόλη της Φρυγίας.

Βρισκόταν στην επαρχία της Μεγάλης Φρυγίας, στις όχθες του ποταμού Λύκου (αριστερός παραπόταμος του Μαιάνδρου) και στα νοτιοανατολικά της Λαοδικείας. Επειδή το Θεμισώνιον βρισκόταν κοντά στα σύνορα με την Πισιδία, θεωρήθηκε ότι κάποτε ανήκε σε αυτήν.

Πολύ πιθανόν να ήταν ελληνιστική πόλη όπως κρίνεται από την ονομασία της. Αγνοείται όμως ο ιδρυτής της. Υπάρχουν στην ελληνιστική ιστορία τρία πρόσωπα με το όνομα Θεμίσων: ο ένας ήταν ναύαρχος του Αντιγόνου Μονοφθάλμου, ο δεύτερος ήταν φίλος και αξιωματικός του Αντιόχου Β΄ και ο τρίτος φίλος του Αντιόχου Γ΄. Δεν αποκλείεται να ιδρύθηκε από κάποιους εκ των ανωτέρω βασιλέων προς τιμήν ενός εκ των φίλων τους. Κατά την εισβολή των Γαλατών (279 π.Χ.), οι Θεμισωνείς αφού συμβουλεύτηκαν τα μαντεία του Ηρακλέους, του Απόλλωνος και του Ερμού, σώθηκαν σε ένα σπήλαιο που απείχε 30 στάδια από την πόλη. Προς ευγνωμοσύνη λοιπόν στους προρρηθέντες θεούς, τους έστησαν αγάλματα προς τιμήν τους στην είσοδο της σπηλιάς, οι οποίοι κατά τον Παυσανία λέγονταν σπηλαΐται[1].

Στα βυζαντινά χρόνια ήταν βοηθητική έδρα της φρυγικής Λαοδίκειας. Στην Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνος (451 μ.Χ.), αναφερόταν ως Θεμισσός, ενώ κατά τον 6ο αιώνα μ.Χ. ο Ιεροκλής την ονομάζει Θεμεσόνιον, ως μια εκ των 39 πόλεων της Φρυγίας Πακατιανής υπό κονσουλάριον. Στο Notitiae episcopatuum[2] αναφέρονται επίσκοποι ο Μάγνος στην Σύνοδο Σελευκείας (359 μ.Χ.), ο Ζώσιμος (451 μ.Χ.) και ο Ιωάννης που έλαβε μέρος στην Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως το 869. Στο ανωτέρο απαντά ως Thampsiopolis και φαίνεται ότι ήταν ενωμένο με την επισκοπή της γειτονικής Αγαθής κώμης της Πισιδίας.

Σώζονται νομίσματα του Θεμισωνίου από την εποχή του αυτοκράτορος Δομιτιανού (81-96 μ.Χ.) μέχρι του Φιλίππου του νεωτέρου (224 -249 μ.Χ.), με την επιγραφή ΘΕΜΙΣΩΝΕΩΝ και μαζί με άλλους τύπους. Επίσης σε άλλα νομίσματα απεικονίζεται άλλη μια θεότητα της πόλεως ο Λυκάβας Σώζων.

Πρόκειται για το σημερινό Καραχουγιούκ της Τουρκίας.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Παυσανίας. «Ελλάδος περιήγησις/Φωκικά, Λοκρών Οζόλων». Βικιθήκη. Ανακτήθηκε στις 7 Μαρτίου 2024. [...] καὶ ἐπὶ τούτῳ πρὸ τοῦ σπηλαίου σφίσιν ἀγάλματα οὐ μεγάλα ἐστὶν Ἡρακλέους καὶ Ἑρμοῦ τε καὶ Ἀπόλλωνος, Σπηλαῖ̈ται καλούμενοι: τὸ δὲ ἀπέχει ὅσον τριάκοντα τοῦ ἄστεως σταδίους, ὕδατος δέ εἰσιν ἐν αὐτῷ πηγαί: οὔτε δὲ ἔσοδος ἐς αὐτὸ φέρει οὔτε ἐπὶ πολὺ ἡ αὐγὴ δίεισι τοῦ ἡλίου, τοῦ τε ὀρόφου τὰ πλείονα ἐγγυτάτω τοῦ ἐδάφους γίνεται. [...] 
  2. Hierocles (Byzantinus)· Doxapatrius, Nilus (1866). Hieroclis Synecdemvs et notitiae graecae episcopatvvm: Accedvnt Nili Doxapatrii Notitia patriarchatvvm et locorvm nomina immvtata. Nicolai. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μεγάλη ελληνική εγκυκλοπαίδεια.
  • Καθολική εγκυκλοπαίδεια.
  • Getzel M. Cohen, "Τhe Hellenistic settlements in Europe, the Islands, and Asia Minor".