Η έρημη χώρα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η έρημη χώρα
ΣυγγραφέαςΤόμας Στερνς Έλιοτ[1]
ΤίτλοςThe Waste Land[1]
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1922[1]
Μορφήποίημα
Πρώτη έκδοσηHorace Liveright

Η έρημη χώρα (αγγλικός τίτλος: The Waste Land) είναι ποίημα του ποιητή, κριτικού και δοκιμιογράφου Τ. Σ. Έλιοτ που δημοσιεύθηκε το 1922 και χάρισε στον ποιητή διεθνή αναγνώριση. Θεωρείται ευρέως ως ένα από τα σημαντικότερα αγγλόφωνα ποιήματα του 20ού αιώνα και εμβληματικό έργο της μοντερνιστικής ποίησης.[2]

Το ποίημα είναι η αλληγορική περιγραφή μιας παρακμάζουσας κοινωνίας. Με αναφορές σε μια τεράστια σειρά λογοτεχνικών, μουσικών, ιστορικών και λαϊκών πηγών, εκφράζει τον τρόμο, τη ματαιότητα και την αποξένωση της ζωής μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μέσα από εικόνες και σύμβολα - είναι αξιοσημείωτο για τη φαινομενικά ασύνδετη δομή του, ενδεικτική του μοντερνισμού - αποτυπώνει την αγωνία και απελπισία του ποιητή για τον πολιτισμό που διαλύεται. [3]

Η αναθεώρηση πριν τη δημοσίευση, στην οποία ο ποιητής συντόμευσε το χειρόγραφο σχεδόν στο μισό, βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στις υποδείξεις του Έζρα Πάουντ, στον οποίο είναι αφιερωμένο το ποίημα..[4]

Στα ελληνικά το ποίημα μεταφράστηκε αρκετές φορές, μεταξύ των οποίων το 1933 από τον Τάκη Παπατσώνη με τον τίτλο Ο ερημότοπος και το 1936 από τον Γιώργο Σεφέρη ως Η έρημη χώρα.[5]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο μακροσκελές ποίημα ο ευρυμαθέστατος Έλιοτ αναφέρεται σε πολυάριθμα λογοτεχνικά έργα από διάφορες ποιητικές και θρησκευτικές πηγές, μεταξύ άλλων, σε κείμενα της Βίβλου, στις Μεταμορφώσεις του Οβίδιου, έργα του Δάντη, του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, του Τζον Μίλτον, στην όπερα του Ρίχαρντ Βάγκνερ, στη μουσική τζαζ, στη γαλλική ποίηση και σε διάφορα θέματα του Αρθουριανού κύκλου όπως στον θρύλο του Ιερού Δισκοπότηρου και του Βασιλιά ψαρά, τις Βουδιστικές γραφές, τα Ινδουιστικά ιερά κείμενα Ουπανισάδες, που συνδύασε με αναφορές στη σύγχρονη βρετανική κοινωνία και δημιούργησε ένα τεράστιου εύρους ψηφιδωτό πολιτισμών και λογοτεχνιών. Στο ποίημα συμπεριλήφθηκαν επίσης πτυχές αρχαίων μύθων, με τον ίδιο τον Έλιοτ να παρέχει στο έργο του μεγάλο αριθμό επεξηγηματικών υποσημειώσεων, που διευκολύνουν τον αναγνώστη για να κατανοήσει τις διακειμενικές αναφορές.[6]

Δημιουργία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τ. Σ. Έλιοτ το 1923

Το ποίημα είναι συνδεδεμένο με τις κοινωνικές και πολιτιστικές μεταβολές στην Ευρώπη μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο γεννημένος στην Αμερική ποιητής είχε εγκατασταθεί στο Λονδίνο από τον Αύγουστο του 1914. Απογοητευμένος από την εποχή του, στράφηκε στο παρελθόν, αντλώντας από τις αξίες και παραδόσεις του. Σε μια δύσκολη φάση στη ζωή του το 1922, λόγω προβλημάτων υγείας - είχε διαγνωστεί με κάποια μορφή νευρικής κατάρρευσης - κατέφυγε για θεραπεία στη Λωζάνη, όπου ολοκλήρωσε την Έρημη χώρα.

Όταν επέστρεψε στο Λονδίνο, έδωσε στον Έζρα Πάουντ 54 σελίδες χειρογράφων. Σε αυτό το σημείο, το ποίημα ήταν ακόμη υπερβολικό και συγκεχυμένο, με 800 περίπου στίχους. [7]

Μετά από υποδείξεις του Έζρα Πάουντ, έγιναν σημαντικές περικοπές, ο ίδιος ο Έλιοτ αφαίρεσε επίσης μεγάλα τμήματα και οι στίχοι περιορίστηκαν στους 433. Χάρη στην επιρροή του Πάουντ, οι αρχικοί στίχοι του ποιήματος είναι τελικά οι :

«Ο Απρίλης είναι ο μήνας ο σκληρός, γεννώντας

Μες απ’ την πεθαμένη γη τις πασχαλιές, σμίγοντας

Θύμηση κι επιθυμία, ταράζοντας

Με τη βροχή της άνοιξης ρίζες οκνές».

Η επιγραφή και η αφιέρωση στο ποίημα που δείχνει μερικές από τις γλώσσες που χρησιμοποίησε ο Έλιοτ στο ποίημα: λατινικά, ελληνικά, αγγλικά και ιταλικά.

Ο Πάουντ αντιμετώπισε το έργο του Έλιοτ με δέος. Από την πλευρά του ο Έλιοτ αναγνώρισε τον σημαντικό ρόλο του Πάουντ με την αφιέρωση: «Για τον Έζρα Πάουντ: il miglior fabbro» (αναφορά από τη Θεία Κωμωδία), όπου τον αποκαλεί τον «καλύτερο τεχνίτη».

Ο Ιρλανδός συγγραφέας Τζέιμς Τζόις εξέφρασε επίσης τον θαυμασμό του για το ποίημα. Δεκαετίες αργότερα, το μεγάλο ποίημα του Έλιοτ χαρακτηρίστηκε ως το λυρικό αντίστοιχο του Οδυσσέα καθώς και τα δύο έργα ήταν ρηξικέλευθα και χωρίς σύγκριση στα αντίστοιχα είδη τους.[8]

Το ποίημα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Έλιοτ, ως εκπρόσωπος της λογοτεχνικού μοντερνισμού, χρησιμοποίησε μια αλληγορική αφηγηματική μορφή σε ελεύθερο στίχο με συχνές αλλαγές τοποθεσιών και αφηγητών και σκηνές που περιγράφονται μόνο αποσπασματικά. Επιπλέον, χρησιμοποίησε την τεχνική της ροής της συνείδησης και συμπεριέλαβε φράσεις από πολλές ξένες γλώσσες (λατινικά, ελληνικά, ιταλικά, γερμανικά, γαλλικά και σανσκριτικά).

Το έργο θεωρείται ως ένα ποίημα για την κατάρρευση και την απώλεια και οι πολυάριθμες νύξεις του Έλιοτ στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υποδηλώνουν ότι ο πόλεμος έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πρόκληση αυτής της κοινωνικής, ψυχολογικής και συναισθηματικής κατάρρευσης. (Ο ίδιος ο Έλιοτ ολοκλήρωσε το ποίημα ενώ ανάρρωνε από νευρικό κλονισμό.)

Το ποίημα χωρίζεται σε πέντε ενότητες. Η πρώτη, Η ταφή του νεκρού, εισάγει διάφορα θέματα απογοήτευσης και απόγνωσης. Η δεύτερη, Μια παρτίδα σκάκι, χρησιμοποιεί εναλλασσόμενες αφηγήσεις αρκετών χαρακτήρων που αντιμετωπίζουν αυτά τα θέματα μέσω της εμπειρίας. Το Κήρυγμα της Φωτιάς, η τρίτη ενότητα, παρουσιάζει έναν φιλοσοφικό προβληματισμό για την καλλιτεχνική εικόνα του θανάτου και μια μελέτη της αυταπάρνησης με επιρροές από τον Άγιο Αυγουστίνο και τις ανατολικές θρησκείες. Μετά από μια τέταρτη ενότητα, Θάνατος από πνιγμό, που είναι μια σύντομη λυρική αναφορά, ακολουθεί η κορυφαία πέμπτη ενότητα, Τι είπε ο κεραυνός, που ολοκληρώνεται με μια εικόνα κρίσης και καταδίκης.

Το ποίημα τελειώνει με μια διφορούμενη νότα, με την τριπλή επανάληψη της σανσκριτικής λέξης «Σάντι», την οποία ο Έλιοτ μεταφράζει ως «η ειρήνη που ξεπερνά την κατανόηση» χωρίς να διευκρινίζεται αν επιτεύχθηκε τελικά μια τέτοια ειρήνη ή αυτό είναι απλώς ευσεβής πόθος. Ωστόσο, η διάσπαση του ποιήματος σε ένα συγκεχυμένο μείγμα ημι-συνεκτικών παραθέσεων υποδηλώνει ότι μετά τον πόλεμο, μια τέτοια ειρήνη παραμένει ένα μακρινό όνειρο. [9]

Μετάφραση στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]