Μονή Αρκαδίου: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ουδετερότητα, διόρθωση ύφους και εμπλουτισμός
Σταδιακή επιμέλεια και εμπλουτισμός
Ετικέτες: Οπτική επεξεργασία Σύνδεσμοι αποσαφήνισης
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{coord|35.310075|24.629475|display=title}}{{πληροφορίες κτιρίου}}
{{coord|35.310075|24.629475|display=title}}{{πληροφορίες κτιρίου}}
Η '''Μονή Αρκαδίου''' είναι ιστορική Ανατολική Ορθόδοξη [[Ελληνικά μοναστήρια|Μονή]] στην [[Κρήτη]]. Ιδρύθηκε από έναν μοναχό ονόματι Αρκάδιο, παρόλο που, ενίοτε λέγεται λανθασμένα, ότι ιδρύθηκε από τον ομώνυμο Βυζαντινό αυτοκράτορα. Η πρώτη μορφή της μονής πιθανολογείται ότι οικοδομήθηκε είτε κατά την περίοδο 961 με 1014, είτε στα πρώτα χρόνια της [[Ενετοκρατία στην Κρήτη|Βενετοκρατίας]].<ref>{{harvnb|Μανούσακας|1966|p=1505}}</ref>
Η '''Μονή Αρκαδίου''' είναι ιστορική Ανατολική Ορθόδοξη [[Ελληνικά μοναστήρια|Μονή]] στην [[Κρήτη]]. Η πρώτη μορφή της μονής πιθανολογείται ότι οικοδομήθηκε είτε κατά την περίοδο 961 με 1014, είτε στα πρώτα χρόνια της [[Ενετοκρατία στην Κρήτη|Βενετοκρατίας]].<ref>{{harvnb|Μανούσακας|1966|p=1505}}</ref>


Βρίσκεται σε ένα εύφορο οροπέδιο 23 χιλιομέτρων νοτιοανατολικά του Ρεθύμνου στο νησί της Κρήτης στην Ελλάδα.
Βρίσκεται σε ένα εύφορο οροπέδιο 23 χιλιομέτρων νοτιοανατολικά του Ρεθύμνου στο νησί της Κρήτης στην Ελλάδα.
Γραμμή 9: Γραμμή 9:


== Η Ιερά Μονή ==
== Η Ιερά Μονή ==

=== Τοπογραφία ===
[[Εικόνα:Crete MoniArkadiou1 tango7174.jpg|thumb|Η Μονή Αρκαδίου.]]
[[Εικόνα:Crete MoniArkadiou1 tango7174.jpg|thumb|Η Μονή Αρκαδίου.]]
Η Μονή Αρκαδίου βρίσκεται σε μικρό εύφορο και κατάφυτο οροπέδιο, σε θέση στρατηγική της ΒΔ πλαγιάς του όρους Ίδη ή [[Ψηλορείτης]], πάνω από φαράγγι, που συνδέει τις επαρχίες [[Ρέθυμνο|Ρεθύμνου]], [[Μυλοπόταμος|Μυλοποτάμου]] και [[Αμάρι Ρεθύμνης|Αμαρίου]]. Απέχει 23 χιλιόμετρα από την πόλη του Ρεθύμνου και η πρώτη ολοκληρωμένη φρουριακή μορφή της δημιουργήθηκε την τελευταία περίοδο της Βενετοκρατίας (1210 -1645). Το σημαντικότερο μέρος της Μονής Αρκαδίου είναι ο κεντρικός δίκλιτος ναός, το [[καθολικό]], που είναι αφιερωμένος στη [[Μεταμόρφωση του Σωτήρος]] (το βόρειο κλίτος), και στους Αγίους [[Μέγας Κωνσταντίνος|Κωνσταντίνο]] και [[Αγία Ελένη|Ελένη]] (το νότιο κλίτος), που περιβάλλεται από πολύ παχύ αυλότοιχο εντός του οποίου υφίστανται διάφορα βοηθητικά οικήματα. Σύμφωνα με επιγραφή του κωδωνοστασίου ο δίκλιτος ναός του Αγίου Κωνσταντίνου και της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα ανηγέρθη το 1587. Αποτελεί επομένως έργο της εποχής της βενετικής κυριαρχίας στο νησί, όπως φαίνεται καθαρά από πληθώρα στοιχείων της αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής που μπορεί να εντοπίσει ο επισκέπτης. Ο ναός αυτός αποτελεί ανακαίνιση ενός προηγούμενου που χτίστηκε τον [[14ος αιώνας|14ο αιώνα]] <ref>Ρέθυμνο, Οι δρόμοι της πίστης, Νομαρχιακή Επιτροπή Τουριστικής Προβολής Ρεθύμνου</ref>.
Η Μονή Αρκαδίου βρίσκεται σε μικρό εύφορο και κατάφυτο οροπέδιο, σε θέση στρατηγική της ΒΔ πλαγιάς του όρους Ίδη ή [[Ψηλορείτης]], πάνω από φαράγγι, που συνδέει τους [[Δήμοι της Ελλάδας|Δήμους]] [[Δήμος Ρεθύμνης|Ρεθύμνου]], [[Δήμος Μυλοποτάμου|Μυλοποτάμου]] και [[Δήμος Αμαρίου|Αμαρίου]]. Απέχει 23 χιλιόμετρα από την πόλη του Ρεθύμνου και η πρώτη ολοκληρωμένη φρουριακή μορφή της δημιουργήθηκε την τελευταία περίοδο της Βενετοκρατίας (1210 -1645).

Η Μονή βρίσκεται σε ένα ορθογώνιο πλάτωμα στη βορειοδυτική πλευρά του όρους [[Ίδη (Όρος)|Ίδη]] (Κρήτη), σε υψόμετρο 500 μ.<ref>R. Pococke, ''Travels in the Orient, in Egypt, Arabia, Palestine, Syria, Greece, p. 187.''</ref>Η περιοχή γύρω από την Μονή είναι εύφορη και έχει [[Αμπέλι|αμπελώνες]], [[Ελιά|ελαιώνες]] και δάση [[Πεύκο|πεύκου]], [[Βελανιδιά|βελανιδιάς]] και [[Κυπαρίσσι|κυπαρισσιών]]. Το οροπέδιο στο οποίο στηρίζεται το μοναστήρι περιβάλλεται από λόφους. Η δυτική πλευρά του οροπεδίου σταματά απότομα και πέφτει σε φαράγγια. Τα φαράγγια ξεκινούν από τα [[Ταμπακαριά]] και οδηγούν στον [[Σταυρωμένος Χαμαλευρίου Ρεθύμνου|Σταυρωμένο]], στα ανατολικά του Ρεθύμνου. Τα Αρκαδικά φαράγγια έχουν πλούσια ποικιλία φυτών και αυτοφυών αγριολούλουδων.<ref>Kalogeraki (2002), p. 10</ref>

Το πλησιέστερο χωριό στο μοναστήρι είναι η [[Αμνάτος Ρεθύμνης|Αμνάτος]], που βρίσκεται τρία χιλιόμετρα βόρεια. Τα χωριά που περιβάλλουν το Αρκάδι είναι πλούσια σε βυζαντινά κειμήλια που αποδεικνύουν τον πρώιμο πλούτο της περιοχής. Το μοναστήρι της [[Μονή Αρσενίου|Μονής Αρσενίου]], που βρίσκεται αρκετά χιλιόμετρα βόρεια του Αρκαδίου, ήταν επίσης ένα παράδειγμα από τα μεγάλα κρητικά μοναστήρια.

Το σημαντικότερο μέρος της Μονής Αρκαδίου είναι ο κεντρικός δίκλιτος ναός, το [[καθολικό]], που είναι αφιερωμένος στη [[Μεταμόρφωση του Σωτήρος]] (το βόρειο κλίτος), και στους Αγίους [[Μέγας Κωνσταντίνος|Κωνσταντίνο]] και [[Αγία Ελένη|Ελένη]] (το νότιο κλίτος), που περιβάλλεται από πολύ παχύ αυλότοιχο εντός του οποίου υφίστανται διάφορα βοηθητικά οικήματα. Σύμφωνα με επιγραφή του κωδωνοστασίου ο δίκλιτος ναός του Αγίου Κωνσταντίνου και της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα ανηγέρθη το 1587. Αποτελεί επομένως έργο της εποχής της βενετικής κυριαρχίας στο νησί, όπως φαίνεται καθαρά από πληθώρα στοιχείων της αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής που μπορεί να εντοπίσει ο επισκέπτης. Ο ναός αυτός αποτελεί ανακαίνιση ενός προηγούμενου που χτίστηκε τον [[14ος αιώνας|14ο αιώνα]] <ref>Ρέθυμνο, Οι δρόμοι της πίστης, Νομαρχιακή Επιτροπή Τουριστικής Προβολής Ρεθύμνου</ref>.
Στις στέγες των οικημάτων αυτών φέρονται επάλξεις,(στηθαία), με σκοπιές και τυφεκιοθυρίδες. Το μοναστηριακό συγκρότημα έχει σχήμα παραλληλογράμμου με εμβαδό 5.200 τ.μ.
Στις στέγες των οικημάτων αυτών φέρονται επάλξεις,(στηθαία), με σκοπιές και τυφεκιοθυρίδες. Το μοναστηριακό συγκρότημα έχει σχήμα παραλληλογράμμου με εμβαδό 5.200 τ.μ.


Γραμμή 30: Γραμμή 38:
Για την ύδρευση της Μονής χρησιμοποιούνταν τρία παρακείμενα πηγάδια σε απόσταση περί τα 250 μέτρα, καθώς και μία υπόγεια υδατοδεξαμενή (στέρνα) που βρίσκονταν μέσα στην αυλή.
Για την ύδρευση της Μονής χρησιμοποιούνταν τρία παρακείμενα πηγάδια σε απόσταση περί τα 250 μέτρα, καθώς και μία υπόγεια υδατοδεξαμενή (στέρνα) που βρίσκονταν μέσα στην αυλή.


== Ιστορία ==
== Τσανλί Μοναστίρ ==

Μετά την άλωση της Κρήτης από τους Τούρκους, το [[1669]], ο Πορθητής πασάς (Κιοπρουλής) απαγόρευσε να κτυπούν καμπάνες σ΄ όλες τις εκκλησίες και τα μοναστήρια. Ο τότε ιεροδιάκονος όμως της Μονής Αρκαδίου, ο Νεόφυτος Πατελάρος, που ήταν τουρκομαθής, έσπευσε με δώρα στον πορθητή στο Τυμπάκι της Μεσαράς, όπου είχε εγκαταστήσει το μεγάλο στρατόπεδό του και τον παρακάλεσε να επιτρέψει τουλάχιστον τη χρήση της καμπάνας στη Μονή του Αρκαδίου. Ο Πορθητής δεχόμενος τα δώρα και εκτιμώντας τον ιεροδιάκονο για την μοναδική προσέλευση κληρικού επέτρεψε την κατ΄ εξαίρεση χρήση καμπάνας. Εκ του γεγονότος αυτού η Μονή Αρκαδίου έφερε την ονομασία "[[Τσανλί-Μαναστίρ]]" που σημαίνει "ζωντανό Μοναστήρι" δικαιούχος κώδωνας, καμπάνα, (να ηχεί) κατά τις διάφορες ιεροτελεστίες. Μάλιστα δόθηκε και ιδιαίτερη φρουρά για τη Μονή που διέμενε στο παρακείμενο χωριό [[Αμνάτος Ρεθύμνης|Αμνάτος]].
=== Ίδρυση ===
Σύμφωνα με τον Joseph Pitton de Tournefort, το μοναστήρι χτίστηκε στη θέση μιας αρχαίας πόλης, της Αρκαδίας. Ο θρύλος λέει ότι μετά την καταστροφή της Αρκαδίας, όλες οι πηγές και οι βρύσες σταμάτησαν να ρέουν έως ότου χτίστηκε μια νέα πόλη χτίστηκε στα ερείπια μιας άλλης πόλης.<ref>J. Pitton de Tournefort, ''Telling of Travels to the Levant'', p. 19.</ref> Ωστόσο, το 1837, ο Robert Pashley βρήκε στοιχεία που υποδηλώνουν ότι ήταν αδύνατο για το μοναστήρι να είχε χτιστεί στα ερείπια μιας άλλης πόλης,<ref>Robert Pashley (1837), ''Travels in Crete'', London, p. 231.</ref> επομένως αυτή η ιδέα έχει χάσει την αξιοπιστία.

Το 1951 ο καθηγητής Κ. Καλοκύρης δημοσίευσε επιγραφή του 14ου αιώνα και επαλήθευσε την υπόθεση ότι την περίοδο αυτή αφιερώθηκε μοναστήρι στον [[Άγιος Κωνσταντίνος|Άγιο Κωνσταντίνο]]. Η επιγραφή βρισκόταν στο αέτωμα μιας εκκλησίας που προϋπήρχε της σημερινής, πάνω από την πόρτα της εισόδου. Έγραφε:

" ΑΡΚΑΔΙ(ΟΝ) ΚΕΚΛΗΜΑΙ /ΝΑΟΝ ΗΔ ΕΧΩ / ΚΟΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΑΝΑΚΤΟΣ / ΙΣΑΠΟΣΤΟΥΛΟΥ "

...το οποίο σε ελεύθερη απόδοση στην [[Δημοτική γλώσσα|Δημοτική]] σημαίνει:

«Η εκκλησία που φέρει το όνομα του Αρκαδίου είναι αφιερωμένη στον Άγιο Κωνσταντίνο».

=== Αναστηλώσεις ===
Προς τα τέλη του 16ου αιώνα, το μοναστήρι υποβλήθηκε σε αναστηλώσεις και μεταμορφώσεις με επικεφαλής τον Κλήμη και τον Βησσαρίωνα Χορτάτζη, χωρίς αμφιβολία από την οικογένεια του Ρεθύμνου Χορτάτζη (όνομα που συνδέεται με την [[Κρητική Αναγέννηση]]) και τον [[Γεώργιος Χορτάτσης|Γεώργιο Χορτάτζη]], συγγραφέα του μυθιστορήματος "Ερωφίλη". Ηγούμενος της μονής ήταν ο Κλήμης Χορτάτζης και το 1573 έκανε τη μονή κοινοβιακή.

Επόπτευσε την οικοδόμηση της εκκλησίας, η οποία διήρκεσε είκοσι πέντε χρόνια και πιστεύεται ότι ξεκίνησε το 1562.<ref>Kalogeraki (2002), p. 17</ref> Το 1586 κατασκευάστηκε η πρόσοψη του κτηρίου,<ref>Provatakis (1980), p. 12</ref>

Ο Κλήμης Χορτάτζης πιθανότατα πέθανε αμέσως μετά την ολοκλήρωση και δεν μπόρεσε να παραστεί στα εγκαίνια του νέου ναού, που έγιναν μεταξύ 1590 και 1596. Αυτό είναι γνωστό χάρη σε μια επιστολή του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Μελετίου Πηγά, στην οποία έγραφε ότι η τελετή των εγκαινίων ανατέθηκε στον διάδοχο του Κλήμη, τον ηγούμενο Μητροφάνη Τσύγηρο. Αν και αυτή η επιστολή δεν είχε ημερομηνία, μπορεί κανείς να την τοποθετήσει μεταξύ του 1590, όταν ο Μελέτιος Πηγάς χειροτονήθηκε Πατριάρχης, και του 1596, όταν ο ηγούμενος Νικηφόρος διαδέχθηκε τον Τσύγηρο.<ref>{{Cite book|title=The Client Utility as a Peer-to-Peer System|first=Alan|last=Karp|first2=Vana|last2=Kalogeraki|publisher=Springer Berlin Heidelberg|date=2002|location=Berlin, Heidelberg|pages=260–273|url=http://dx.doi.org/10.1007/3-540-45745-3_24}}</ref>

Κατά την περίοδο των τριών πρώτων ηγουμένων, και μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα, η Μονή Αρκαδίου συνέχισε να αναπτύσσεται οικονομικά και πολιτιστικά. Το μοναστήρι έγινε σπουδαίο κέντρο αντιγραφής χειρογράφων, και παρόλο που το μεγαλύτερο μέρος χάθηκε κατά την καταστροφή του κτηρίου από τους Οθωμανούς το 1866, ορισμένα σώζονται σε ξένες βιβλιοθήκες. Το μοναστήρι μεγάλωσε, με την κατασκευή ενός στάβλου το 1610 και μιας τραπεζαρίας το 1670

=== Οθωμανική περίοδος ===
Μετά την άλωση του Ρεθύμνου από την [[Οθωμανική Αυτοκρατορία]] το 1948, οι Οθωμανοί λεηλάτησαν το μοναστήρι. Οι μοναχοί και ο ηγούμενος Σίμων Χαλκιόπουλος κατέφυγαν στη [[Μονή Βροντησίου]]. Τους επετράπη να επιστρέψουν αφού ορκίστηκαν πίστη στον Χουσεΐν Πασά. Ένα [[φιρμάνι]] ενέκρινε την ανοικοδόμηση των κατεστραμμένων μονών σύμφωνα με τα αρχικά τους σχέδια, χωρίς αλλαγές. Το Αρκάδι ωφελήθηκε αλλά καταχράστηκε τα δικαιώματά του προσθέτοντας νέα κτίρια.<ref name=":0">Kalogeraki (2002), p. 18</ref>

Κατά την Οθωμανική περίοδο, το μοναστήρι συνέχισε να ευημερεί, κάτι που φάνηκε στη γραφή του Joseph Pitton de Tournefort. Για τον περιηγητή, το Αρκάδι ήταν το πλουσιότερο και ομορφότερο από τα μοναστήρια της Κρήτης.

Ο Tournefort σημειώνει «400 μέτρα λάδι» που παράγονται κάθε χρόνο, αριθμός που θα είχε διπλασιαστεί αν το μοναστήρι δεν έδινε τις κατώτερες ελιές σε φιλανθρωπία. Ο Tournefort καυχιέται επίσης για τα κελάρια του μοναστηριού, τα οποία είχαν τουλάχιστον 200 βαρέλια, τα οποία φέρουν το όνομα του ηγουμένου που τα ευλογούσε κάθε χρόνο με μια προσευχή.<ref>J. Pitton de Tournefort, ''Telling of Travels to the Levant'', p. 20.</ref> Το κρασί που παρασκευαζόταν στο Αρκάδι ήταν πολύ γνωστό. Αυτό το κρασί ονομαζόταν Malvoisie και πήρε το όνομά του από μια πόλη κοντά στο Ηράκλειο. Ο Φραντς Βίλχελμ Σίμπερ, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο μοναστήρι, θυμήθηκε το κελάρι των ηγουμένων και απέδωσε την παρασκευή του κρασιού σε ένα εξαιρετικό σταφύλι που εκτρέφεται σε μεγάλο υψόμετρο, αλλά ότι δεν παρήχθη στο Malvoisie.<ref name=":1">F.X. Sieber, ''Travels in the island of Crete in the year 1817''</ref>
[[Αρχείο:Arkadi Pashley 1837.jpg|μικρογραφία|Το καθολικό της Μονής, σε έργο του 1830.]]
Στις αρχές του 17ου αιώνα το μοναστήρι έπεσε σε παρακμή. Ο Sieber, που σταμάτησε εκεί σχεδόν έναν αιώνα μετά τον Tournefort και τον Pococke, άφησε μια λιγότερο κολακευτική περιγραφή. Μέχρι την επίσκεψη του Γερμανού, το μοναστήρι είχε μόνο οκτώ ιερείς και δώδεκα μοναχούς. Η γεωργία συνεχίστηκε, αλλά το μοναστήρι είχε χρέη. Θυμήθηκε τους ηγουμένους που έπρεπε να πηγαίνουν συχνά στο Ρέθυμνο για να αποκτήσουν κεφάλαια για να πληρώσουν τους λογαριασμούς.<ref name=":1" />

Ο Sieber περιέγραψε τη βιβλιοθήκη της μονής πλούσια σε περισσότερα από χίλια κείμενα, συμπεριλαμβανομένων θρησκευτικών κειμένων και του Πίνδαρου, του Πετράρχη, του Βιργίλιου, του Δάντη, του Ομήρου, του Στράβωνα, του Θουκυδίδη και του Διόδωρου του Σικελιώτη. Όμως ο περιηγητής ανέφερε τη θλιβερή τους κατάσταση, σημειώνοντας ότι δεν είχε δει ποτέ βιβλία σε τόσο άσχημη κατάσταση και ότι ήταν αδύνατο να ξεχωρίσει τα έργα του Αριστοφάνη από αυτά του Ευριπίδη.<ref name=":1" />

Τουρκικά και ελληνικά έγγραφα αναφέρουν την ικανότητα του μοναστηριού να παράγει αρκετά τρόφιμα για τους κατοίκους της περιοχής και να κρύβει φυγάδες από τις τουρκικές αρχές. Το μοναστήρι παρείχε και εκπαίδευση στον ντόπιο χριστιανικό πληθυσμό. Από το 1833 έως το 1840, το μοναστήρι επένδυσε 700 τουρκικές πιάστρες στα σχολεία της περιοχής.<ref>Provatakis (1980), p. 13</ref>

==== Τσανλί-Μαναστίρ ====
Κατά την Τουρκοκρατία, απαγορεύτηκε να κτυπούν καμπάνες σ΄ όλους του Χριστιανικούς χώρους λατρείας. Οι τότε μοχαχοί όμως της Μονής Αρκαδίου, παρακάλεσαν τον Πασά να επιτρέψει τουλάχιστον τη χρήση της καμπάνας στη Μονή του Αρκαδίου. Εκείνος επέτρεψε την κατ΄ εξαίρεση χρήση καμπάνας. Εκ του γεγονότος αυτού η Μονή Αρκαδίου έφερε την ονομασία "[[Τσανλί-Μαναστίρ]]" που σημαίνει "Μοναστήρι όπου χτυπάει η καμπάνα".<ref name=":0" />


=== Εξέγερση του 1866 ===
==Ιστορία της μονής==
Ο τουρκικός ζυγός στο νησί της Κρήτης μετρούσε ήδη δύο αιώνες και έγιναν αλεπάλληλοι ξεσηκωμοί από τους Κρητικούς.
Ο τουρκικός ζυγός στο νησί της Κρήτης μετρούσε ήδη διακόσια πενήντα χρόνια όταν-μετά από συνεχιζόμενους ξεσηκωμούς-Κρήτες επαναστάτες άρχισαν να συγκεντρώνονται στο Αρκάδι από τις [[3 Μαρτίου]] του [[1866]] για να φθάσουν το [[Μάϊο]] να αριθμούν τους 1.500 πολεμιστές από όλη την Κρήτη που συγκεντρώθηκαν για να εξελέξουν πληρεξουσίους για τις διάφορες επαρχίες της Κρήτης. Η μονή Αρκαδίου από την πρώτη στιγμή της Επανάστασης υπήρξε το επίκεντρο των αγώνων λόγω της σπουδαίας στρατηγικής της σημασίας. Οι Τούρκοι ζήτησαν από τον ηγούμενο Γαβριήλ Μαρινάκη να διώξει την Επαναστατική Επιτροπή από το μοναστήρι με την απειλή ότι θα το καταστρέψουν αλλά ο ηγούμενος αρνήθηκε. Στις [[24 Σεπτεμβρίου]] αφίχθηκε ο συνταγματάρχης του Ε.Σ. Π. Κορωναίος με λίγους εθελοντές και ανακηρύχθηκε αρχηγός. Ο Κορωναίος έκρινε ότι η τοποθεσία δεν ήταν κατάλληλη για άμυνα, όμως ο Ηγούμενος της Μονής Γαβριήλ δεν ήθελε να την εγκαταλείψει. Έτσι προχώρησε σε αμυντικές προπαρασκευές, εγκατέστησε ως φρούραρχο τον ανθυπολοχαγό Ι. Δημακόπουλο και μετέβη στις επαρχίες προς στρατολόγηση πολεμιστών.
Στις 30 Μαρτίου 1856, η Συνθήκη των Παρισίων υποχρέωσε τον Σουλτάνο να εφαρμόσει το Hatti-Houmayoun, το οποίο εγγυόταν την αστική και θρησκευτική ισότητα σε χριστιανούς και μουσουλμάνους.<ref>J. Tulard, ''Histoire de la Crète'', p. 114.</ref> Οι οθωμανικές αρχές στην Κρήτη ήταν απρόθυμες να εφαρμόσουν οποιαδήποτε μεταρρύθμιση.<ref>Detorakis (1988), p. 328</ref> Πριν από την πλειονότητα των μουσουλμανικών προσηλυτισμών (η πλειοψηφία των πρώην χριστιανών είχε ασπαστεί το Ισλάμ και στη συνέχεια αποκήρυξε), η Αυτοκρατορία προσπάθησε να αποκηρύξει την ελευθερία της συνείδησης.[14] Στη δυσαρέσκεια προστέθηκαν και ο θεσμός των νέων φόρων και η απαγόρευση κυκλοφορίας. Τον Απρίλιο του 1858, 5.000 Κρήτες συναντήθηκαν στα [[Μπουτσουνάρια]]. Τελικά ένα αυτοκρατορικό διάταγμα στις 7 Ιουλίου 1858 τους εξασφάλιζε προνόμια σε θρησκευτικά, δικαστικά και οικονομικά ζητήματα. Ένα από τα σημαντικότερα κίνητρα της εξέγερσης του 1866 ήταν η παραβίαση του Hatti-Houmayoun.<ref>Detorakis (1988), p. 329</ref>
Κρήτες επαναστάτες άρχισαν να συγκεντρώνονται στο Αρκάδι από τις [[3 Μαρτίου]] του [[1866]] για να φθάσουν το [[Μάϊο]] να αριθμούν τους 1.500 πολεμιστές από όλη την Κρήτη που συγκεντρώθηκαν για να εξελέξουν πληρεξουσίους για τις διάφορες επαρχίες της Κρήτης. Η μονή Αρκαδίου από την πρώτη στιγμή της Επανάστασης υπήρξε το επίκεντρο των αγώνων λόγω της σπουδαίας στρατηγικής της σημασίας. Οι Τούρκοι ζήτησαν από τον ηγούμενο Γαβριήλ Μαρινάκη να διώξει την Επαναστατική Επιτροπή από το μοναστήρι με την απειλή ότι θα το καταστρέψουν αλλά ο ηγούμενος αρνήθηκε. Στις [[24 Σεπτεμβρίου]] αφίχθηκε ο συνταγματάρχης του Ε.Σ. Π. Κορωναίος με λίγους εθελοντές και ανακηρύχθηκε αρχηγός. Ο Κορωναίος έκρινε ότι η τοποθεσία δεν ήταν κατάλληλη για άμυνα, όμως ο Ηγούμενος της Μονής Γαβριήλ δεν ήθελε να την εγκαταλείψει. Έτσι προχώρησε σε αμυντικές προπαρασκευές, εγκατέστησε ως φρούραρχο τον ανθυπολοχαγό Ι. Δημακόπουλο και μετέβη στις επαρχίες προς στρατολόγηση πολεμιστών.
[[File:Hegumen of Arkadi Gabriel.jpg|thumb| Ηγούμενος Γαβριήλ (Γεώργιος Μαρινάκης), έργο αγνώστου, ελαιογραφία σε μουσαμά, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο,Συλλογή ]]
[[File:Hegumen of Arkadi Gabriel.jpg|thumb| Ηγούμενος Γαβριήλ (Γεώργιος Μαρινάκης), έργο αγνώστου, ελαιογραφία σε μουσαμά, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο,Συλλογή ]]
Ο τουρκικός στρατός, αποτελούμενος από 15.000 τακτικό στρατό και υποστηριζόμενος από τριάντα κανόνια, υπό τον Μουσταφά Ναϊλή Πασά, εξεστράτευσε εναντίον της Μονής. Παράλληλα ζήτησε από τον ηγούμενο Γαβριήλ να παραδοθεί. Η απάντηση ήταν αρνητική. Στο μοναστήρι υπήρχαν 964 ψυχές, 325 άνδρες και οι υπόλοιποι γυναικόπαιδα<ref>Προβατάκη, Θεοχ., Το Αρκάδι, σελ. 67, Γραφικές Τέχνες Μιχάλης Τούμπης, Αθήνα</ref>.
Ο τουρκικός στρατός, αποτελούμενος από 15.000 τακτικό στρατό και υποστηριζόμενος από τριάντα κανόνια, υπό τον Μουσταφά Ναϊλή Πασά, εξεστράτευσε εναντίον της Μονής. Παράλληλα ζήτησε από τον ηγούμενο Γαβριήλ να παραδοθεί. Η απάντηση ήταν αρνητική. Στο μοναστήρι υπήρχαν 964 ψυχές, 325 άνδρες και οι υπόλοιποι γυναικόπαιδα<ref>Προβατάκη, Θεοχ., Το Αρκάδι, σελ. 67, Γραφικές Τέχνες Μιχάλης Τούμπης, Αθήνα</ref>.

Έκδοση από την 17:36, 2 Νοεμβρίου 2021

Συντεταγμένες: 35°18′36″N 24°37′46″E / 35.310075°N 24.629475°E / 35.310075; 24.629475

Μονή Αρκαδίου Ρεθύμνης
Χάρτης
Είδοςμοναστήρι
Αρχιτεκτονικήμπαρόκ αρχιτεκτονική
Γεωγραφικές συντεταγμένες35°18′36″N 24°37′46″E
ΘρήσκευμαΑνατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός
Διοικητική υπαγωγήΔήμος Ρεθύμνης και τοπική κοινότητα Αμνάτου Ρεθύμνου
ΧώραΕλλάδα
Προστασίααρχαιολογικός χώρος στην Ελλάδα
Ιστότοπος
Επίσημος ιστότοπος
Commons page Πολυμέσα

Η Μονή Αρκαδίου είναι ιστορική Ανατολική Ορθόδοξη Μονή στην Κρήτη. Η πρώτη μορφή της μονής πιθανολογείται ότι οικοδομήθηκε είτε κατά την περίοδο 961 με 1014, είτε στα πρώτα χρόνια της Βενετοκρατίας.[1]

Βρίσκεται σε ένα εύφορο οροπέδιο 23 χιλιομέτρων νοτιοανατολικά του Ρεθύμνου στο νησί της Κρήτης στην Ελλάδα.

Το σημερινό καθολικό (εκκλησία) χρονολογείται από τον 16ο αιώνα και χαρακτηρίζεται από την επίδραση της Αναγέννησης. Αυτή η επιρροή είναι ορατή στην αρχιτεκτονική, η οποία αναμειγνύει τόσο ρωμαϊκά όσο και μπαρόκ στοιχεία. Ήδη από τον 16ο αιώνα, το μοναστήρι ήταν χώρος επιστήμης και τέχνης και διέθετε σχολείο και πλούσια βιβλιοθήκη. Σε ένα οροπέδιο, το μοναστήρι είναι καλά οχυρωμένο και περιβάλλεται από ένα χοντρό και ψηλό τείχος.

Το μοναστήρι έπαιξε ενεργό ρόλο στην κρητική αντίσταση της Τουρκοκρατίας κατά την Κρητική εξέγερση του 1866. 943 Έλληνες, κυρίως γυναίκες και παιδιά,[2] αναζήτησαν καταφύγιο στο μοναστήρι. Μετά από τρεις μέρες μάχης και με εντολή του ηγουμένου της μονής, οι Κρήτες ανατίναξαν βαρέλια με πυρίτιδα, επιλέγοντας να θυσιαστούν παρά να παραδοθούν.

Η Ιερά Μονή

Τοπογραφία

Η Μονή Αρκαδίου.

Η Μονή Αρκαδίου βρίσκεται σε μικρό εύφορο και κατάφυτο οροπέδιο, σε θέση στρατηγική της ΒΔ πλαγιάς του όρους Ίδη ή Ψηλορείτης, πάνω από φαράγγι, που συνδέει τους Δήμους Ρεθύμνου, Μυλοποτάμου και Αμαρίου. Απέχει 23 χιλιόμετρα από την πόλη του Ρεθύμνου και η πρώτη ολοκληρωμένη φρουριακή μορφή της δημιουργήθηκε την τελευταία περίοδο της Βενετοκρατίας (1210 -1645).

Η Μονή βρίσκεται σε ένα ορθογώνιο πλάτωμα στη βορειοδυτική πλευρά του όρους Ίδη (Κρήτη), σε υψόμετρο 500 μ.[3]Η περιοχή γύρω από την Μονή είναι εύφορη και έχει αμπελώνες, ελαιώνες και δάση πεύκου, βελανιδιάς και κυπαρισσιών. Το οροπέδιο στο οποίο στηρίζεται το μοναστήρι περιβάλλεται από λόφους. Η δυτική πλευρά του οροπεδίου σταματά απότομα και πέφτει σε φαράγγια. Τα φαράγγια ξεκινούν από τα Ταμπακαριά και οδηγούν στον Σταυρωμένο, στα ανατολικά του Ρεθύμνου. Τα Αρκαδικά φαράγγια έχουν πλούσια ποικιλία φυτών και αυτοφυών αγριολούλουδων.[4]

Το πλησιέστερο χωριό στο μοναστήρι είναι η Αμνάτος, που βρίσκεται τρία χιλιόμετρα βόρεια. Τα χωριά που περιβάλλουν το Αρκάδι είναι πλούσια σε βυζαντινά κειμήλια που αποδεικνύουν τον πρώιμο πλούτο της περιοχής. Το μοναστήρι της Μονής Αρσενίου, που βρίσκεται αρκετά χιλιόμετρα βόρεια του Αρκαδίου, ήταν επίσης ένα παράδειγμα από τα μεγάλα κρητικά μοναστήρια.

Το σημαντικότερο μέρος της Μονής Αρκαδίου είναι ο κεντρικός δίκλιτος ναός, το καθολικό, που είναι αφιερωμένος στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος (το βόρειο κλίτος), και στους Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη (το νότιο κλίτος), που περιβάλλεται από πολύ παχύ αυλότοιχο εντός του οποίου υφίστανται διάφορα βοηθητικά οικήματα. Σύμφωνα με επιγραφή του κωδωνοστασίου ο δίκλιτος ναός του Αγίου Κωνσταντίνου και της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα ανηγέρθη το 1587. Αποτελεί επομένως έργο της εποχής της βενετικής κυριαρχίας στο νησί, όπως φαίνεται καθαρά από πληθώρα στοιχείων της αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής που μπορεί να εντοπίσει ο επισκέπτης. Ο ναός αυτός αποτελεί ανακαίνιση ενός προηγούμενου που χτίστηκε τον 14ο αιώνα [5]. Στις στέγες των οικημάτων αυτών φέρονται επάλξεις,(στηθαία), με σκοπιές και τυφεκιοθυρίδες. Το μοναστηριακό συγκρότημα έχει σχήμα παραλληλογράμμου με εμβαδό 5.200 τ.μ.

Σημαντικότερα κτίσματα των βοηθητικών χώρων της Μονής αυτής είναι:

  1. Ο «Ξενών» και το «Ηγουμενείο»,
  2. Η «Τράπεζα», (αίθουσα κοινής εστίασης) με ιδιαίτερη αυλή
  3. Τα «Κελαρικά», (μεγάλο θολωτό διαμέρισμα που χωρίζεται σε μαγειρείο, ζυμωτήριο, φούρνο, αρταποθήκη και αλευραποθήκη).
  4. Η «Πυριτιδαποθήκη», μεγάλη επιμήκης αίθουσα χρησιμοποιούμενη παλαιότερα ως «κρασομαγατζές» (οιναποθήκη), που περί το 1866 μετατράπηκε σε πυριτιδαποθήκη όπου στα υφιστάμενα βαρέλια φέρονταν η πυρίτιδα για τη χρήση των όπλων της εποχής.
  5. Τα «Μεσοκούμια» που ίσως εκ παραφθοράς του ονόματος ήταν το νοσοκομείο, πρόκειται για μεγάλο επίσης επίμηκες θολωτό διαμέρισμα που χωρίζονταν σε 8 μικρότερους χώρους κελιά.
  6. Το «Μουσείο» που διαμορφώθηκε το 1932, από πρώην Ηγουμενείο, υπό τη μέριμνα του τότε επισκόπου Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Τιμόθεου Βενέρη, στο οποίο και φυλάσσονται σπουδαία κειμήλια της Μονής (σκεύη, άμφια, κ.λπ.).
  7. Τα «Κλάουστρα», θολωτά διώροφα κελιά μοναχών.
  8. Τα «Κελλία» χώροι κατοικίας των μοναχών που διακρίνονται σε ισόγεια και ανώγεια
  9. Οι «Αποθήκες»
  10. Το σκευοφυλάκιο
Η Μονή Αρκαδίου σήμερα

Στον ίδιο χώρο, εκτός της Μονής Αρκαδίου, περί τα 80 μ. ΒΔ. της Μονής, στο χείλος του φαραγγιού, βρίσκεται οκταγωνικό κτίριο όπου φυλάσσονται τα οστά των υπερασπιστών της κατά το έτος 1866, το Ηρώο που δεσπόζει από μακριά. Στη θέση αυτή παλαιότερα ήταν ο ανεμόμυλος της Μονής. Επίσης εκτός της Μονής βρίσκονται οι "στάβλοι" και το λεγόμενο «Δραγατοκάλυβο» (φυλάκιο του Δραγάτη = αγροφύλακα).

Για την ύδρευση της Μονής χρησιμοποιούνταν τρία παρακείμενα πηγάδια σε απόσταση περί τα 250 μέτρα, καθώς και μία υπόγεια υδατοδεξαμενή (στέρνα) που βρίσκονταν μέσα στην αυλή.

Ιστορία

Ίδρυση

Σύμφωνα με τον Joseph Pitton de Tournefort, το μοναστήρι χτίστηκε στη θέση μιας αρχαίας πόλης, της Αρκαδίας. Ο θρύλος λέει ότι μετά την καταστροφή της Αρκαδίας, όλες οι πηγές και οι βρύσες σταμάτησαν να ρέουν έως ότου χτίστηκε μια νέα πόλη χτίστηκε στα ερείπια μιας άλλης πόλης.[6] Ωστόσο, το 1837, ο Robert Pashley βρήκε στοιχεία που υποδηλώνουν ότι ήταν αδύνατο για το μοναστήρι να είχε χτιστεί στα ερείπια μιας άλλης πόλης,[7] επομένως αυτή η ιδέα έχει χάσει την αξιοπιστία.

Το 1951 ο καθηγητής Κ. Καλοκύρης δημοσίευσε επιγραφή του 14ου αιώνα και επαλήθευσε την υπόθεση ότι την περίοδο αυτή αφιερώθηκε μοναστήρι στον Άγιο Κωνσταντίνο. Η επιγραφή βρισκόταν στο αέτωμα μιας εκκλησίας που προϋπήρχε της σημερινής, πάνω από την πόρτα της εισόδου. Έγραφε:

" ΑΡΚΑΔΙ(ΟΝ) ΚΕΚΛΗΜΑΙ /ΝΑΟΝ ΗΔ ΕΧΩ / ΚΟΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΑΝΑΚΤΟΣ / ΙΣΑΠΟΣΤΟΥΛΟΥ "

...το οποίο σε ελεύθερη απόδοση στην Δημοτική σημαίνει:

«Η εκκλησία που φέρει το όνομα του Αρκαδίου είναι αφιερωμένη στον Άγιο Κωνσταντίνο».

Αναστηλώσεις

Προς τα τέλη του 16ου αιώνα, το μοναστήρι υποβλήθηκε σε αναστηλώσεις και μεταμορφώσεις με επικεφαλής τον Κλήμη και τον Βησσαρίωνα Χορτάτζη, χωρίς αμφιβολία από την οικογένεια του Ρεθύμνου Χορτάτζη (όνομα που συνδέεται με την Κρητική Αναγέννηση) και τον Γεώργιο Χορτάτζη, συγγραφέα του μυθιστορήματος "Ερωφίλη". Ηγούμενος της μονής ήταν ο Κλήμης Χορτάτζης και το 1573 έκανε τη μονή κοινοβιακή.

Επόπτευσε την οικοδόμηση της εκκλησίας, η οποία διήρκεσε είκοσι πέντε χρόνια και πιστεύεται ότι ξεκίνησε το 1562.[8] Το 1586 κατασκευάστηκε η πρόσοψη του κτηρίου,[9]

Ο Κλήμης Χορτάτζης πιθανότατα πέθανε αμέσως μετά την ολοκλήρωση και δεν μπόρεσε να παραστεί στα εγκαίνια του νέου ναού, που έγιναν μεταξύ 1590 και 1596. Αυτό είναι γνωστό χάρη σε μια επιστολή του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Μελετίου Πηγά, στην οποία έγραφε ότι η τελετή των εγκαινίων ανατέθηκε στον διάδοχο του Κλήμη, τον ηγούμενο Μητροφάνη Τσύγηρο. Αν και αυτή η επιστολή δεν είχε ημερομηνία, μπορεί κανείς να την τοποθετήσει μεταξύ του 1590, όταν ο Μελέτιος Πηγάς χειροτονήθηκε Πατριάρχης, και του 1596, όταν ο ηγούμενος Νικηφόρος διαδέχθηκε τον Τσύγηρο.[10]

Κατά την περίοδο των τριών πρώτων ηγουμένων, και μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα, η Μονή Αρκαδίου συνέχισε να αναπτύσσεται οικονομικά και πολιτιστικά. Το μοναστήρι έγινε σπουδαίο κέντρο αντιγραφής χειρογράφων, και παρόλο που το μεγαλύτερο μέρος χάθηκε κατά την καταστροφή του κτηρίου από τους Οθωμανούς το 1866, ορισμένα σώζονται σε ξένες βιβλιοθήκες. Το μοναστήρι μεγάλωσε, με την κατασκευή ενός στάβλου το 1610 και μιας τραπεζαρίας το 1670

Οθωμανική περίοδος

Μετά την άλωση του Ρεθύμνου από την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1948, οι Οθωμανοί λεηλάτησαν το μοναστήρι. Οι μοναχοί και ο ηγούμενος Σίμων Χαλκιόπουλος κατέφυγαν στη Μονή Βροντησίου. Τους επετράπη να επιστρέψουν αφού ορκίστηκαν πίστη στον Χουσεΐν Πασά. Ένα φιρμάνι ενέκρινε την ανοικοδόμηση των κατεστραμμένων μονών σύμφωνα με τα αρχικά τους σχέδια, χωρίς αλλαγές. Το Αρκάδι ωφελήθηκε αλλά καταχράστηκε τα δικαιώματά του προσθέτοντας νέα κτίρια.[11]

Κατά την Οθωμανική περίοδο, το μοναστήρι συνέχισε να ευημερεί, κάτι που φάνηκε στη γραφή του Joseph Pitton de Tournefort. Για τον περιηγητή, το Αρκάδι ήταν το πλουσιότερο και ομορφότερο από τα μοναστήρια της Κρήτης.

Ο Tournefort σημειώνει «400 μέτρα λάδι» που παράγονται κάθε χρόνο, αριθμός που θα είχε διπλασιαστεί αν το μοναστήρι δεν έδινε τις κατώτερες ελιές σε φιλανθρωπία. Ο Tournefort καυχιέται επίσης για τα κελάρια του μοναστηριού, τα οποία είχαν τουλάχιστον 200 βαρέλια, τα οποία φέρουν το όνομα του ηγουμένου που τα ευλογούσε κάθε χρόνο με μια προσευχή.[12] Το κρασί που παρασκευαζόταν στο Αρκάδι ήταν πολύ γνωστό. Αυτό το κρασί ονομαζόταν Malvoisie και πήρε το όνομά του από μια πόλη κοντά στο Ηράκλειο. Ο Φραντς Βίλχελμ Σίμπερ, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο μοναστήρι, θυμήθηκε το κελάρι των ηγουμένων και απέδωσε την παρασκευή του κρασιού σε ένα εξαιρετικό σταφύλι που εκτρέφεται σε μεγάλο υψόμετρο, αλλά ότι δεν παρήχθη στο Malvoisie.[13]

Το καθολικό της Μονής, σε έργο του 1830.

Στις αρχές του 17ου αιώνα το μοναστήρι έπεσε σε παρακμή. Ο Sieber, που σταμάτησε εκεί σχεδόν έναν αιώνα μετά τον Tournefort και τον Pococke, άφησε μια λιγότερο κολακευτική περιγραφή. Μέχρι την επίσκεψη του Γερμανού, το μοναστήρι είχε μόνο οκτώ ιερείς και δώδεκα μοναχούς. Η γεωργία συνεχίστηκε, αλλά το μοναστήρι είχε χρέη. Θυμήθηκε τους ηγουμένους που έπρεπε να πηγαίνουν συχνά στο Ρέθυμνο για να αποκτήσουν κεφάλαια για να πληρώσουν τους λογαριασμούς.[13]

Ο Sieber περιέγραψε τη βιβλιοθήκη της μονής πλούσια σε περισσότερα από χίλια κείμενα, συμπεριλαμβανομένων θρησκευτικών κειμένων και του Πίνδαρου, του Πετράρχη, του Βιργίλιου, του Δάντη, του Ομήρου, του Στράβωνα, του Θουκυδίδη και του Διόδωρου του Σικελιώτη. Όμως ο περιηγητής ανέφερε τη θλιβερή τους κατάσταση, σημειώνοντας ότι δεν είχε δει ποτέ βιβλία σε τόσο άσχημη κατάσταση και ότι ήταν αδύνατο να ξεχωρίσει τα έργα του Αριστοφάνη από αυτά του Ευριπίδη.[13]

Τουρκικά και ελληνικά έγγραφα αναφέρουν την ικανότητα του μοναστηριού να παράγει αρκετά τρόφιμα για τους κατοίκους της περιοχής και να κρύβει φυγάδες από τις τουρκικές αρχές. Το μοναστήρι παρείχε και εκπαίδευση στον ντόπιο χριστιανικό πληθυσμό. Από το 1833 έως το 1840, το μοναστήρι επένδυσε 700 τουρκικές πιάστρες στα σχολεία της περιοχής.[14]

Τσανλί-Μαναστίρ

Κατά την Τουρκοκρατία, απαγορεύτηκε να κτυπούν καμπάνες σ΄ όλους του Χριστιανικούς χώρους λατρείας. Οι τότε μοχαχοί όμως της Μονής Αρκαδίου, παρακάλεσαν τον Πασά να επιτρέψει τουλάχιστον τη χρήση της καμπάνας στη Μονή του Αρκαδίου. Εκείνος επέτρεψε την κατ΄ εξαίρεση χρήση καμπάνας. Εκ του γεγονότος αυτού η Μονή Αρκαδίου έφερε την ονομασία "Τσανλί-Μαναστίρ" που σημαίνει "Μοναστήρι όπου χτυπάει η καμπάνα".[11]

Εξέγερση του 1866

Ο τουρκικός ζυγός στο νησί της Κρήτης μετρούσε ήδη δύο αιώνες και έγιναν αλεπάλληλοι ξεσηκωμοί από τους Κρητικούς. Στις 30 Μαρτίου 1856, η Συνθήκη των Παρισίων υποχρέωσε τον Σουλτάνο να εφαρμόσει το Hatti-Houmayoun, το οποίο εγγυόταν την αστική και θρησκευτική ισότητα σε χριστιανούς και μουσουλμάνους.[15] Οι οθωμανικές αρχές στην Κρήτη ήταν απρόθυμες να εφαρμόσουν οποιαδήποτε μεταρρύθμιση.[16] Πριν από την πλειονότητα των μουσουλμανικών προσηλυτισμών (η πλειοψηφία των πρώην χριστιανών είχε ασπαστεί το Ισλάμ και στη συνέχεια αποκήρυξε), η Αυτοκρατορία προσπάθησε να αποκηρύξει την ελευθερία της συνείδησης.[14] Στη δυσαρέσκεια προστέθηκαν και ο θεσμός των νέων φόρων και η απαγόρευση κυκλοφορίας. Τον Απρίλιο του 1858, 5.000 Κρήτες συναντήθηκαν στα Μπουτσουνάρια. Τελικά ένα αυτοκρατορικό διάταγμα στις 7 Ιουλίου 1858 τους εξασφάλιζε προνόμια σε θρησκευτικά, δικαστικά και οικονομικά ζητήματα. Ένα από τα σημαντικότερα κίνητρα της εξέγερσης του 1866 ήταν η παραβίαση του Hatti-Houmayoun.[17]

Κρήτες επαναστάτες άρχισαν να συγκεντρώνονται στο Αρκάδι από τις 3 Μαρτίου του 1866 για να φθάσουν το Μάϊο να αριθμούν τους 1.500 πολεμιστές από όλη την Κρήτη που συγκεντρώθηκαν για να εξελέξουν πληρεξουσίους για τις διάφορες επαρχίες της Κρήτης. Η μονή Αρκαδίου από την πρώτη στιγμή της Επανάστασης υπήρξε το επίκεντρο των αγώνων λόγω της σπουδαίας στρατηγικής της σημασίας. Οι Τούρκοι ζήτησαν από τον ηγούμενο Γαβριήλ Μαρινάκη να διώξει την Επαναστατική Επιτροπή από το μοναστήρι με την απειλή ότι θα το καταστρέψουν αλλά ο ηγούμενος αρνήθηκε. Στις 24 Σεπτεμβρίου αφίχθηκε ο συνταγματάρχης του Ε.Σ. Π. Κορωναίος με λίγους εθελοντές και ανακηρύχθηκε αρχηγός. Ο Κορωναίος έκρινε ότι η τοποθεσία δεν ήταν κατάλληλη για άμυνα, όμως ο Ηγούμενος της Μονής Γαβριήλ δεν ήθελε να την εγκαταλείψει. Έτσι προχώρησε σε αμυντικές προπαρασκευές, εγκατέστησε ως φρούραρχο τον ανθυπολοχαγό Ι. Δημακόπουλο και μετέβη στις επαρχίες προς στρατολόγηση πολεμιστών.

Ηγούμενος Γαβριήλ (Γεώργιος Μαρινάκης), έργο αγνώστου, ελαιογραφία σε μουσαμά, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο,Συλλογή 

Ο τουρκικός στρατός, αποτελούμενος από 15.000 τακτικό στρατό και υποστηριζόμενος από τριάντα κανόνια, υπό τον Μουσταφά Ναϊλή Πασά, εξεστράτευσε εναντίον της Μονής. Παράλληλα ζήτησε από τον ηγούμενο Γαβριήλ να παραδοθεί. Η απάντηση ήταν αρνητική. Στο μοναστήρι υπήρχαν 964 ψυχές, 325 άνδρες και οι υπόλοιποι γυναικόπαιδα[18].

Η επίθεση ξεκίνησε στις 8 Νοεμβρίου. Στις μάχες διακρίθηκαν οι: Δημακόπουλος, Αδάμ Παπαδάκης, Σπύρος Ολύμπιος, Κούβος, Δενιανάκης, Γαληνάκης. Τη δεύτερη όμως ημέρα η εξωτερική γραμμή άμυνας διασπάται, σκοτώνεται ο Ηγούμενος Γαβριήλ και οι Τούρκοι εισέρχονται στον περίβολο της Μονής. Εξαντλημένοι και με βέβαιη την αιχμαλωσία και όλα τα συνακόλουθα, ο Κωνσταντίνος Γιαμπουδάκης από το χωριό Άδελε του Ρεθύμνου κλείνεται μαζί με άλλους πολεμιστές και γυναικόπαιδα στην πυριτιδαποθήκη. Η πυροδότηση των βαρελιών με το μπαρούτι προκάλεσε την καταστροφή της Μονής και το θάνατο πολλών Ελλήνων αλλά και πολλών Τούρκων εισβολέων. Ο κρότος λέγεται ότι ακούστηκε μέχρι το Ηράκλειο. Μετά την ανατίναξη της πυριτιδαποθήκης ο Ι. Δημακόπουλος συνέχισε να μάχεται κατά των Τουρκαλβανών στον περίβολο της Μονής. Ο ίδιος την 9η Νοεμβρίου αποφάσισε να παραδοθεί στον τακτικό τουρκικό στρατό όταν έλαβε εγγυήσεις για την ζωή των τελευταίων υπερασπιστών που μάχονταν μέσα από τα ερείπια. Ωστόσο, την επομένη εκτελέστηκε με αποκεφαλισμό τόσο αυτός όσο και οι περισσότεροι αιχμάλωτοι.

Από όλες τις θυσίες που πρόσφερε η Κρήτη μεσουρανεί το Αρκάδι. Η μονή Αρκαδίου ύψωσε το αίτημα της κρητικής ελευθερίας και ξεσήκωσε τα φιλελληνικά αισθήματα της Ευρώπης, αλλάζοντας τη νοοτροπία και την τακτική των ευρωπαϊκών δυνάμεων απέναντι στο Κρητικό ζήτημα.

Μετά την καταστροφή του, το 1866, το Μοναστήρι του Αρκαδίου ανοικοδομήθηκε πλήρως και αναστηλώθηκε στην πρότερή του μορφή. Μόνο ένα μισοκαμένο τέμπλο στα αριστερά της Αγίας Τράπεζας και μια μπάλα κανονιού σφηνωμένη στο αιωνόβιο κυπαρίσσι στα δεξιά της εκκλησίας μαρτυρούν το αίμα που χύθηκε πριν περίπου 150 χρόνια.

Στη μονή ετάφη ο διάκονος Τιμόθεος Λαγουδάκης που επέδειξε σημαντική κοινωνική προσφορά και αντιδικτατορική δράση και τελικά φονεύθηκε από τη δικτατορία.[19][20][21]

Η UNESCO έχει χαρακτηρίσει το Αρκάδι Ευρωπαϊκό Μνημείο Ελευθερίας.

Εορτές Μονής

Στις 21 Μαΐου, που γιορτάζει το δεξιό κλίτος του Καθολικού που είναι αφιερωμένο στους Αγίους Ισαποστόλους Κωνσταντίνο και Ελένη,

Στις 6 Αυγούστου, που γιορτάζει το αριστερό κλίτος του Καθολικού που είναι αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρα Χριστού,

Στις 8 Νοεμβρίου (των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ), που γιορτάζεται πάνδημα το Ολοκαύτωμα της Ιεράς Μονής Αρκαδίου.[22]

Εικόνες του Αρκαδίου

Παραπομπές

  1. Μανούσακας 1966, σελ. 1505
  2. Detorakis (1988), p. 397
  3. R. Pococke, Travels in the Orient, in Egypt, Arabia, Palestine, Syria, Greece, p. 187.
  4. Kalogeraki (2002), p. 10
  5. Ρέθυμνο, Οι δρόμοι της πίστης, Νομαρχιακή Επιτροπή Τουριστικής Προβολής Ρεθύμνου
  6. J. Pitton de Tournefort, Telling of Travels to the Levant, p. 19.
  7. Robert Pashley (1837), Travels in Crete, London, p. 231.
  8. Kalogeraki (2002), p. 17
  9. Provatakis (1980), p. 12
  10. Karp, Alan· Kalogeraki, Vana (2002). The Client Utility as a Peer-to-Peer System. Berlin, Heidelberg: Springer Berlin Heidelberg. σελίδες 260–273. 
  11. 11,0 11,1 Kalogeraki (2002), p. 18
  12. J. Pitton de Tournefort, Telling of Travels to the Levant, p. 20.
  13. 13,0 13,1 13,2 F.X. Sieber, Travels in the island of Crete in the year 1817
  14. Provatakis (1980), p. 13
  15. J. Tulard, Histoire de la Crète, p. 114.
  16. Detorakis (1988), p. 328
  17. Detorakis (1988), p. 329
  18. Προβατάκη, Θεοχ., Το Αρκάδι, σελ. 67, Γραφικές Τέχνες Μιχάλης Τούμπης, Αθήνα
  19. Πως στήριξε τα "παιδιά" στην εξέγερση του Πολυτεχνείου: Βασίλειος Βολουδάκης, ο ιερέας που αγνόησε τη χούντα, ikivotos.gr
  20. Μνήμες και απόψεις του Γιώργη Περάκη από το Αγιασμάτσι, Ρεθεμνιώτικα Νέα
  21. Κληρικοί που έδωσαν τιμητική παρουσία στην αντίσταση του ελληνικού λαού κατά της δικτατορίας, «Ρεθεμνιώτικα Νέα», Νικόλας Παπουτσιδάκης, 15/4/1975
  22. «Ιστότοπος Μονής Αρκαδίου». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Ιουνίου 2016. Ανακτήθηκε στις 31 Μαρτίου 2012. 

Πηγές

  • Νικ. Β. Τωμαδάκη, «Ο Φρούραρχος Αρκαδίου Ιωάννης Δημακόπουλος». Λόγος κατά τα αποκαλυπτήρια αναμνηστικής πλακός στο Δημαρχείο Τριπόλεως εις μνήμην Ιω. Δημακόπουλου, 15/11/1970. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της Εταιρείας Πελοποννησιακών Σπουδών Πελοποννησιακά, τομ. 8, 1971.
  • Τιμ. Β. Βενέρη, Το Αρκάδι δια των Αιώνων, Αθήνα 1938.
  • Διον. Μαραγκουδάκη, Το ιερόν και ηρωϊκόν της Κρήτης Αρκάδι, χ.τ. 1996.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι