Τόμας Τσάτερτον

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τόμας Τσάτερτον
Γέννηση20 Νοεμβρίου 1752
Chatterton's House
Θάνατος24 Αυγούστου 1770
Λονδίνο και Londres
Επάγγελμα/
ιδιότητες
ποιητής[1] και συγγραφέας[2]
ΥπηκοότηταΒασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας
Σχολές φοίτησηςCollegiate School
Commons page Πολυμέσα σχετικά με τoν συγγραφέα

Ο Τόμας Τσάττερτον (20 Νοεμβρίου 175224 Αυγούστου 1770) ήταν Άγγλος ποιητής.

Αν και ορφανός από πατέρα μεγαλωμένος μέσα στην φτώχεια, ήταν ένα εξαιρετικά φιλομαθές παιδί, που εξέδωσε ώριμο έργο από την ηλικία των έντεκα ετών. Επινόησε το ψευδώνυμο Τόμας Ρόουλυ, με το οποίο υπέγραφε ποιήματα και ιστορίες που πολλοί στο τέλος πίστεψαν ότι ήταν αληθινά και ότι τα είχε, πράγματι, γράψει ένας μοναχός του 15ου αιώνα. Στα δεκαεπτά του, αναζήτησε διεξόδους για τα πολιτικά του γραπτά στο Λονδίνο, αφού εντυπωσίασε και τον Δήμαρχο του Λονδίνου Ουίλλιαμ Μπέκφορντ αλλά και τον ηγέτη των ριζοσπαστων Τζον Ουίλκς. Δυστυχώς τα κέρδη του δεν ήταν αρκετά και τελικά αυτοκτόνησε. Η ασυνήθιστη ζωή και ο θάνατός του προσέλκυσε μεγάλο ενδιαφέρον ανάμεσα στους ρομαντικούς ποιητές, και ο Αλφρέ ντε Βινύ έγραψε ένα θεατρικό έργο που εξακολουθεί παίζεται μέχρι και σήμερα. Η ελαιογραφία Ο Θανάτος του Τσάττερτον από τον Προ -Ραφαηλίτη καλλιτέχνη Χένρυ Ουόλλις θεωρείται κλασσικό.

Παιδική ηλικία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τόμας Τσάττερτον γεννήθηκε στο Μπρίστολ, στις 20 Νοεμβρίου 1752. Η οικογένειά του ήταν οικογένεια κληρικών. Ο θείος του, Ρίτσαρντ Φίλλιπς, ήταν παπάς στην εκκλησία της Αγίας Μαρίας του Ρέντκλιφ του Μπρίστολ. Ο πατέρας του ήταν μουσική μεγαλοφυία, εν μέρει ποιητής, και ασχολούνταν και και με τις απόκρυφες τέχνες. Πέθανε τέσσερις μήνες πριν γεννηθεί ο ποιητής, και έτσι ο Τσάττερτον επηρεάστηκε σ’ όλη του τη ζωή μονάχα από τη μητέρα του. Η κληρονομική ιερατική οικογένεια του Τσάττερτον κατάντησε να θεωρεί την εκκλησία της Αγίας Μαρίας του Ρέντκλιφ δική της.[3]

Ο τοίχος δεξιά στη φωτογραφία είναι ότι απέμεινε από το σπίτι όπου μεγάλωσε ο Τόμας Τσάττερτον.

Μετά την γέννηση του Τσάττερον (15 εβδομάδες μετά το θάνατο του πατέρα του στις 7 Αυγούστου 1752),[4] η μητέρα του, ίδρυσε ένα σχολείο θηλέων και ασχολήθηκε με το ράψιμο και τα διακοσμητικά κεντήματα. Ο Τσάττερτον εισήχθη στο σχολείο "Έντουαρντ Κόλστον" στο οποίο το πρόγραμμα σπουδών ήταν περιορισμένo σε ανάγνωση, γραφή, αριθμητική και κατήχηση.[3]

Ο Τσάττερτον, ωστόσο, ήταν πάντα γοητευμένος με το θείο του τον νεωκόρο και την εκκλησία της Αγίας Μαρίας του Ρέντκλιφ. Οι ιππότες, οι κληρικοί, οι πολιτικοί αξιωματούχοι μέσω των ταφικών μνημείων τους έγιναν πρόσωπα οικεία στον νεαρό Τσάττερτον. Σε πολύ μικρή ηλικία βρήκε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον σε παλιά δρύινα κιβώτια φυλαγμένα μέσα στον ναό μέσα στα οποία βρίσκονταν ξεχασμένες περγαμηνές χρονολογούμενες από την εποχή των Πολέμων των Ρόδων. Ο Τσάττερτον έμαθε τα πρώτα του γράμματα από το εικονογραφημένο παλιό μουσικό βιβλίο και έμαθε να διαβάζει από μια βίβλο. Δεν του άρεσε, κατά την αδελφή του, η ανάγνωση μικρών βιβλίων. Χωρίς καθοδήγηση από τα πρώτα χρόνια, και αδιάφορος στα παιχνίδια των άλλων παιδιών, εκπαιδευόταν προς τα πίσω. «Οταν μιά μέρα η άδελφή του τον ρώτησε τι θα ήθελε να γράψουν πάνω σ’ ένα βάζο πού θα του δώριζαν, αυτός απάντησε: «Ζωγραφίστε μου έναν άγγελο με φτερά και σάλπιγγα, να σαλπίζει το όνομά μου στα πέρατα τής γης!»[5][3]

Από τα πρώτα χρόνια της ζωής του βυθιζόταν σε ατελείωτες ονειροπολήσεις. Του άρεσε να κάθεται με τις ώρες σε αυτό που φαινόταν σαν μια έκσταση, ή να κλαίει χωρίς λόγο. Οι μοναχικές συνθήκες στις οποίες μεγάλωσε συνέβαλλαν στην συστολή του  αι στην αγάπη του για το μυστήριο. Όταν ο Τσάττερτον ήταν έξι ετών, η μητέρα του άρχισε να αναγνωρίζει τις ικανότητες του. Στα οχτώ του μπορούσε να περάσει όλη τη μέρα διαβάζοντας και γράφοντας αν δεν τον διέκοπτε κανείς. Στην ηλικία των έντεκα, είχε γίνει αρθρογράφος στην εφημερίδα "Φήλιξ Φάρλεϋ" του Μπρίστολ .[3]

Η βάπτισή του τον ενέπνευσε να γράψει μερικά θρησκευτικά ποιήματα. Το 1763 ένας σταυρός, που κοσμούσε την εκκλησία της Αγίας Μαρίας του Ρέντκλιφ για πάνω από τρεις αιώνες, καταστράφηκε από ένα νεωκόρο. Μετά το γεγονός έστειλε στην τοπική εφημερίδα στις 7 Ιανουαρίου 1764 μια σάτιρα για την ενορία βανδάλων. Του άρεσε επίσης να κλειδώνεται σε μια μικρή σοφίτα που είχε διατεθεί ως γραφείο του, και εκεί, με τα βιβλία, αγαπημένες περγαμηνές, το παιδί ζούσε με τη σκέψη του με τους ήρωες και ηρωίδες του 15ου αιώνα .[3]

Ο θάνατος του Τσάττερτον, Χένρυ Ουόλλις, 19ος αιώνας

Η πιο διάσημη εικόνα του Τσάττερτον είναι ο πίνακας Ο Θάνατος του Τσάττερτον (1856) του Χένρυ Ουόλλις. Πρόκειται για μια ελαιογραφία σε καμβά του Άγγλου ζωγράφου Χένρυ Ουόλλις που σήμερα βρίσκεται στη Tate Britain του Λονδίνου, ενώ δύο αντίτυπα (σκίτσο και αντίγραφο) στεγάζονται το ένα στο Birmingham Museum and Art Gallery και το άλλο στο Yale Center for British Art. Η ελαιογραφία του Tate, η οποία ολοκληρώθηκε το 1856, έχει διαστάσεις 62,2 εκ x 93,3 εκ. και έχει ως θέμα τον 17χρονο Άγγλο ποιητή του πρώιμου Ρομαντισμού Τόμας Τσάττερτον, νεκρό μετά την αυτοκτονία του με κατάποση αρσενικού, έχοντας γίνει στα 86 χρόνια που είχαν μεσολαβήσει από τον θάνατό του, σύμβολο των νέων καλλιτεχνών που πάσχιζαν για την αναγνώριση.

Ο πίνακας έχει όλα τα τυπικά γνωρίσματα των Προ-Ραφαηλιτών και κυρίως τα έντονα χρώματα και την πληθώρα συμβολισμών χρησιμοποιώντας υποδειγματικά την φωτεινή αντίθεση του chiaroscuro στο φως που πέφτει από το παράθυρο να φωτίσει το θέμα του σε σκοτεινό χώρο. Ο Ουόλλις ζωγράφισε τον πίνακα αυτόν στο σπίτι ενός φίλου του στο Gray’s Inn, με τον χαρακτηριστικό τρούλο του καθεδρικού του Αγίου Παύλου στο βάθος, το οποίο βρισκόταν πολύ κοντά στο κτίριο όπου ζούσε ο Τσάτερττον. Ο ζωγράφος χρησιμοποίησε για μοντέλο τον 27χρονο Τζορτζ Μέρεντιθ, Άγγλο ποιητή και διηγηματογράφο της Βικτωριανής εποχής, όταν ακόμη ήταν άσημος. Επρόκειτο για τον πρώτο πίνακα που εξέθεσε ο Ουόλλις καθώς τον παρουσίασε στην Θερινή Έκθεση της Βασιλικής Ακαδημίας του 1856 με μια επιγραφή στην κορνίζα, ένα ρητό από την "Τραγωδία του Δόκτορος Φάουστους" του Κρίστοφερ Μάρλοου: "Cut is the branch that might have grown full straight, And burned is Apollo’s laurel bough". Έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής με τον διάσημο τεχνοκριτικό Τζον Ράσκιν να τον χαρακτηρίζει αψεγάδιαστο και υπέροχο και πλήθος κόσμου έσπευσε να δει τον πίνακα στις εκθέσεις του Μάντσεστερ το 1857 και του Δουβλίνου το 1959 και ενώ είχε πωληθεί ήδη από το 1856 στον ζωγράφο Ωγκάστους Εγκ. Ο Χένρυ Ουόλλις στο "Θάνατο του Τσάττερτον" απεικονίζει έναν νεαρό γερμένο στο κρεβάτι του με τα μάτια κλειστά, το αριστερό του χέρι διπλωμένο στο στήθος και το δεξί πεσμένο στο πάτωμα, σε στάση που θυμίζει «πιετά». Κάτω από το γερμένο κεφάλι του υπάρχει ένα μικρό ανοιχτό σεντούκι με χαρτιά σχισμένα σε μικρά κομμάτια, άρθρα του για την "Middlesex Journal" και άλλες εφημερίδες της εποχής. Στο σκοτεινό δωμάτιο υπάρχει ακόμη ένα έντονο κόκκινο μεταξωτό σακάκι (σε συνδυασμό και με το λινό πουκάμισο που φορά πιστοποιούν την φήμη του ως δανδή) ένα τραπέζι πάνω στο οποίο βρίσκονται ένα κομμάτι χαρτί και ένα φθηνό κηροπήγιο με ένα κερί που έχει μόλις έχει καεί ολοσχερώς. Το κερί, ο καπνός που ακόμη βγαίνει από το παράθυρο, το τριαντάφυλλο που μαραίνεται στην γλάστρα και τα πεσμένα πέταλά του μπροστά από το παράθυρο απ’ όπου –με φόντο το Λονδίνο- μπαίνει το απογευματινό φως του ήλιου που δύει, όλα αυτά συνιστούν ισχυρά σύμβολα θανάτου. Οι χρωματικές αντιθέσεις είναι έντονες, όπως για παράδειγμα το σχεδόν αφύσικα ωχρό χρώμα του προσώπου και του λαιμού του ποιητή σε αντίθεση με το έντονα κόκκινο μαλλί ή ο ισχυρός φωτισμός που έρχεται από το παράθυρο κόντρα στις σκούρες επιφάνειες του σκοτεινής σοφίτας, με τις αντιθέσεις αυτές να τονίζουν αμφότερες την δραματική στιγμή ενός θανάτου.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Thomas Chatterton στο Wikimedia Commons