Ρακέτα
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Η ρακέτα είναι ένα όργανο με μακριά ή κοντή λαβή η οποία καταλήγει σε πλατιά δικτυωτή ή συμπαγή επιφάνεια. Χρησιμοποιείται ως αθλητικό όργανο με την ταυτόχρονη χρήση μπάλας σε αθλήματα όπως το τένις, το πινγκ πονγκ, το σκουός, το μπάντμιντον αλλά και άλλα. Συλλογικά, αυτά τα παιχνίδια είναι γνωστά ως αθλήματα ρακέτας. Ο σχεδιασμός και η κατασκευή ρακέτας έχουν αλλάξει σημαντικά κατά τη διάρκεια των αιώνων.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η ξυλορακέτα πρωτοεμφανίστηκε στην Αίγυπτο και συγκεκριμένα στην Αλεξάνδρεια και διαδόθηκε στα μεσογειακά παράλια μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Κατά την εποχή της αγγλικής στρατιωτικής κατοχής στην Αίγυπτο, οι Άγγλοι στρατιώτες έπαιζαν ξυλορακέτα στα στρατόπεδά τους κατά τη διάρκεια των διαλειμμάτων τους.
Κρατούσαν μια μικρή σανίδα στο χέρι, στέκονταν ο ένας απέναντι του άλλου και αντάλλαζαν τα μπαλάκια κτυπώντας τα με την σανίδα, προσπαθώντας πάντοτε να μην πέφτει στο έδαφος. Πολλές φορές μάλιστα δημιουργείτο και μια ανταγωνιστικότητα μεταξύ τους με αποτέλεσμα το μπαλάκι να χτυπιέται με κάποια δύναμη.
Αυτή λοιπόν την απασχόληση την παρακολουθούσαν οι ιθαγενείς – επιστάτες (κηπουροί, συντηρητές κλπ.), οι οποίοι με το αθλητικό σθένος που τους διακατείχε το μετέφεραν (το άθλημα) κάποια στιγμή στις παραλίες της Αλεξάνδρειας. Ήταν στην αρχή βέβαια ένα θέαμα όχι τόσο ελκυστικό, πιθανώς διότι η σανίδα που χρησιμοποιούσαν δε βοηθούσε στην ομαλή απόκρουση της μπάλας. Έπρεπε λοιπόν να κατασκευαστεί ένα σχήμα τέτοιο που να αποσκοπούσε στο καλό αποτέλεσμα του παιχνιδιού.
Η παρουσία των Ελλήνων στην Αίγυπτο περνάει υποχρεωτικά μέσα από την ιστορία της ίδιας της χώρας. Οι Έλληνες θεωρούσαν την Αίγυπτο σαν δεύτερη πατρίδα τους.
Ένα μεγάλο ποσοστό, ιδιαίτερα των νέων ασχολείτο με τον αθλητισμό και τον πρωταθλητισμό. Έτρεφαν δε μεγάλη αγάπη προς την θάλασσα όπου περνούσαν τις διακοπές τους στις παραλίες.
Εκεί οι Έλληνες πρωτοαντίκρυσαν τους ντόπιους ρακετίστες. Εντυπωσιασμένοι με το θέαμα και γενικότερα ως άθλημα άρχισαν και αυτοί να το δοκιμάζουν, επιφυλακτικά στην αρχή. Είχαν δημιουργηθεί αρκετές ομάδες με αξιοσημείωτες επιδόσεις.
Είχε εξαπλωθεί ως σπορ από την ελληνική παροικία και παιζόταν σε όλες τις εποχές του χρόνου, λόγω των κλιματολογικών συνθηκών του τόπου. Έφθασε σ’ένα σημείο οι παίκτες αυτοί να αποτελούν μια μικρή αθλητική διεθνή κοινωνία με πρωτοποριακό ρόλο, κυρίως Έλληνες. Αυτή η κατάσταση κράτησε μέχρι το 1958-1960. Τώρα βέβαια η ξυλορακέτα στην Αίγυπτο παίζεται μόνο από τους ιθαγενείς και από τους ελάχιστους ξένους.
Στα τέλη της δεκαετίας του 50’ μεγάλος αριθμός Ελλήνων φθάνει στην Ελλάδα. Χαρακτηρίσθηκαν «Αιγυπτιώτες Έλληνες». Πολλοί από αυτούς έρχονται για πρώτη φορά, οι μεγαλύτεροι στην ηλικία αντιμετωπίζουν αρχικά προβλήματα προσαρμογής. Η άφιξή τους στην Ελλάδα δεν επιβαρύνει, ούτε δυσκολεύει την Ελληνική Πολιτεία, απεναντίας βοήθησαν.
Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, επόμενο ήταν να «κουβαλήσουν» παράλληλα μαζί τους και τα αθλητικά τους ιδεώδη και κατ’επέκταση το παιχνίδι που έπαιζαν στον τόπο που γεννήθηκαν.
Οι πρώτοι «ρακετιστές»
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μαρτυρίες βετεράνων λένε ότι ο Θωμάς Καρτσωνάκης το 1958 έπαιξε για πρώτη φορά ξυλορακέτα στα Χανιά, και συγκεκριμένα στην παραλία του Καλαμακίου. Ο Νίκος Κυριακίδης επίσης την ίδια χρονολογία με το που ήρθε στην Ελλάδα από την Αίγυπτο έπαιξε ρακέτα στην πλαζ της Βουλιαγμένης. Ακολούθησαν τα αδέλφια Ανδρέας και Γιάννης Αλεξάνδρου (αξιόλογοι ποδοσφαιριστές), Δημήτρης Παπαδάκης (δ/ντης στην Πυρκάλ – πολίστας), Χρήστος Χριστοδούλου (τερματοφύλακας), Σάββας Αμπατζής (ποδοσφαιριστής) και άλλοι.
Τύποι ρακέτας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Με τρύπες
- Χωρίς τρύπες
Τύπος λαβής
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Ίσια
- Λοξή