Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ο μαύρος γάτος (διήγημα)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο μαύρος γάτος
Εικονογράφηση για το διήγημα, Μπάιαμ Σο (1909)
ΣυγγραφέαςΈντγκαρ Άλλαν Πόε
ΤίτλοςThe Black Cat
Црна мачка
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1843[1][2]
19  Αυγούστου 1843
Μορφήδιήγημα
LC ClassOL41068W[3]
Πρώτη έκδοσηThe Saturday Evening Post
Δημοσιεύθηκε στοThe Saturday Evening Post[4]
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο μαύρος γάτος (πρωτότυπος τίτλος: The Black Cat) είναι διήγημα τρόμου του Αμερικανού συγγραφέα Έντγκαρ Άλαν Πόε. Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο αμερικανικό περιοδικό The Saturday Evening Post στις 19 Αυγούστου 1843.[5]

Το διήγημα αναφέρεται στη μεταμόρφωση ενός ήρεμου άνδρα σε ψυχωτικό δολοφόνο και είναι μια ισχυρή καταγγελία του Πόε για τους κινδύνους του αλκοολισμού. Όπως και στην Μαρτυριάρα καρδιά, ο δολοφόνος κρύβει προσεκτικά το έγκλημά του και πιστεύει ότι έχει διαφύγει τη σύλληψη, αλλά τελικά καταρρέει και αποκαλύπτεται μόνος του υπό το βάρος της ενοχής του.

Από τη δημοσίευσή του, το διήγημα έχει εμπνεύσει ταινίες, πίνακες ζωγραφικής, θεατρικά έργα, κόμικς και μυθιστορήματα.[6]

Εικονογράφηση για το διήγημα, Όμπρεϊ Μπίρντσλι (1894)

Την ιστορία αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο ένας δολοφόνος καταδικασμένος σε θάνατο, ο οποίος, παρόλο που γνωρίζει ότι δεν τον πιστεύουν, θέλει να αποκαλύψει τι του συνέβη, για να απαλύνει τη συνείδησή του και να εξηγήσει τι οδήγησε στην καταδίκη του. Ο δολοφόνος λέει ότι τρομοκρατήθηκε από τα φαινομενικά υπεράνθρωπα συμβάντα και θέλει να τα διηγηθεί, ελπίζοντας ότι κάποιοι αναγνώστες θα βρουν μια πιο λογική εξήγηση από τη δική του.[7] Ο αφηγητής μας λέει ότι ήταν ένας ευγενικός άνθρωπος και από μικρός είχε μεγάλο πάθος για τα ζώα, το οποίο μοιράστηκε με τη γυναίκα του και είχαν πολλά κατοικίδια: πουλιά, χρυσόψαρα, έναν σκύλο, κουνέλια, μια μαϊμού και έναν μαύρο γάτο, τον Πλούτωνα, τον οποίο αγαπούσε ιδιαίτερα και που η γυναίκα του, χαριτολογώντας προληπτικά, έλεγε ότι ήταν μάγισσα που μεταμορφώθηκε σε γάτα. Η ήρεμη ζωή κράτησε αρκετά χρόνια μέχρι που ο αφηγητής έγινε αλκοολικός και ο χαρακτήρας του άλλαξεː άρχισε να χτυπά τη γυναίκα του και να κακομεταχειρίζεται τα ζώα, από την ανεξέλεγκτη μανία του γλύτωνε μόνο ο γάτος.

Ένα βράδυ, επιστρέφοντας στο σπίτι εντελώς μεθυσμένος, πιστεύει ότι ο γάτος τον αποφεύγει. Όταν προσπαθεί να τον αρπάξει, το ζώο τον δάγκωσε εξοργίζοντάς τον: σε μια έκρηξη μεθυσμένης οργής αρπάζει το ζώο, τραβάει ένα μαχαίρι από την τσέπη του και βγάζει επίτηδες το μάτι του γάτου, μετανιώνοντας αμέσως για την πράξη του. Ο Πλούτων, όταν θεραπεύτηκε, τον απέφευγε, κάτι που προκάλεσε περαιτέρω την αντιπάθεια του αφηγητή απέναντί ​​του. Και μόνο η θέα του ζώου κατέληξε να τον εκνευρίζει σε τέτοιο βαθμό που ένα πρωί, σε μια άλλη έκρηξη μεθυσμένης οργής, ο αφηγητής αποφάσισε να τον ξεφορτωθεί : βγάζει τον γάτο στον κήπο, δένει μια θηλιά στο λαιμό του και τον κρεμάει από ένα δέντρο όπου πεθαίνει. Πάλι κατακλύζεται από τύψεις για την αξιοθρήνητη πράξη του. Το ίδιο βράδυ το σπίτι του παίρνει μυστηριωδώς φωτιά, μετά βίας καταφέρνει να ξεφύγει με τη γυναίκα του και την υπηρέτρια. Απορρίπτει την πιθανότητα σύνδεσης των δύο γεγονότων.[8]Την επόμενη μέρα, ο αφηγητής επιστρέφει στα ερείπια του σπιτιού του: ένα πλήθος συνωστίζονταν τριγύρω και ο αφηγητής πλησιάζοντας, παρατήρησε αποτυπωμένη σε έναν τοίχο που σώθηκε από τη φωτιά, τη μορφή ενός γιγάντιου γάτου με ένα σχοινί γύρω από το λαιμό. Η εικόνα τον τρομάζει στην αρχή, αλλά μετά δίνει μια λογική εξήγηση.

Εικονογράφηση του 1884

Ένα βράδυ, καθώς βρισκόταν σε μια ταβέρνα, είδε μια γάτα που έμοιαζε ακριβώς με τον Πλούτωνα, εκτός από ένα απροσδιόριστο λευκό κομμάτι στο στήθος. Αποφάσισε να την πάρει σπίτι του, αλλά σύντομα, άρχισε να νιώθει την ίδια αντιπάθεια για το ζώο που ένιωθε για τον προκάτοχό του, ειδικά όταν κατάλαβε ότι και του έλειπε το μάτι. Σταδιακά, συνειδητοποίησε ότι το σημείο στο στήθος του ζώου έπαιρνε τη μορφή θηλιάς, γεγονός που τον οδήγησε στα όρια της τρέλας. Μέσα σε όλα αυτά, όσο αυτός ένιωθε απέχθεια και μίσος για τον γάτο, τόσο περισσότερο το ζώο έμοιαζε να δένεται μαζί του, δεν έπαυε να τον ακολουθεί παντού, κάτι που τον ενοχλούσε και τον άγχωνε...

Μια μέρα, καθώς κατέβαινε τις σκάλες του κελαριού με τη γυναίκα του, η γάτα μπερδεύτηκε στα πόδια του, αυτός σκόνταψε και αγανάκτησε, άρπαξε ένα τσεκούρι και προσπάθησε να σκοτώσει το ζώο, αλλά τον εμπόδισε η γυναίκα του. Έξαλλος όρμησε με το τσεκούρι πάνω της και την σκότωσε. Για να κρύψει το έγκλημα, έχτισε στη συνέχεια το πτώμα της γυναίκας σε έναν τοίχο του κελαριού. Αναζητά τη γάτα, έχει εξαφανιστεί. Για τρία βράδια κοιμάται ανενόχλητος, παρά το βάρος του φόνου.

Την τέταρτη ημέρα, εμφανίζεται η αστυνομία για να ερευνήσει το σπίτι για την αγνοούμενη γυναίκα αλλά οι έρευνες, τις οποίες ο αφηγητής παρακολουθεί με ψυχραιμία, παραμένουν ανεπιτυχείς.

Την τελευταία μέρα της έρευνας, ο αφηγητής συνοδεύει τους ανυποψίαστους αστυνομικούς στο κελάρι. Απόλυτα σίγουρος και ασφαλής, ο αφηγητής σχολιάζει τη στιβαρότητα του κτιρίου και χτυπά τον τοίχο στο σημείο όπου είχε κρύψει το πτώμα. Ένας δυνατός, απάνθρωπος ήχος κραυγής γεμίζει το δωμάτιο. Οι τρομοκρατημένοι αστυνομικοί γκρεμίζουν τον τοίχο και βρίσκουν το πτώμα της συζύγου. Πάνω στο κεφάλι του πτώματος, προς την απόλυτη φρίκη του αφηγητή, κάθεται ο μαύρος γάτος που ουρλιάζει.[9]

  • Το διήγημα είναι μια μελέτη του Κακού και έχει πολλά κοινά με το διήγημα Μαρτυριάρα καρδιά. Και στα δύο κείμενα παρουσιάζεται η διολίσθηση του αφηγητή στην τρέλα, αφού έχει διακηρύξει τη λογική του στην αρχική παράγραφο. Στην αρχή του Μαύρου γάτου, ο αφηγητής που γράφει την παραμονή της εκτέλεσής του, εξηγεί ότι θα ήταν τρελός αν περίμενε ότι ο κόσμος θα τον πιστέψει, πριν δηλώσει: «Ωστόσο, δεν είμαι τρελός», υπονοώντας ότι έχει ήδη χαρακτηρισθεί τρελός. [10]
  • Στο διήγημα, ένα από τα πιο σκοτεινά έργα του, ο Πόε καταδεικνύει την καταστροφική επίδραση του αλκοολισμού. Οι εγκληματικές ενέργειες του αφηγητή προκαλούνται από τον αλκοολισμό του, μια «αρρώστια», έναν «δαίμονα» που τον μεταμορφώνει από έναν ευγενικό φιλόζωο σε ψυχοπαθή δολοφόνο - όλα αυτά, κατά δική του ομολογία, είναι συνέπεια του αλκοολισμού. Ορισμένοι σχολιαστές έχουν κάνει παραλληλισμούς μεταξύ της ζωής του Έντγκαρ Άλαν Πόε, ο οποίος είχε προβλήματα με το ποτό, και της ζωής του αφηγητή, ιδιαίτερα επειδή η ιστορία είναι γραμμένη σε πρώτο πρόσωπο.
  • Η φρίκη της ιστορίας του Πόε έγκειται τόσο στη σταδιακή μεταμόρφωση του αφηγητή και στο έγκλημα που διέπραξε, όσο και στη διαστρέβλωση της αντίληψής του για το καλό και το κακό και στην πεποίθησή του ότι τα γεγονότα ήταν υπερφυσικά καθώς δεν φαίνεται να συνειδητοποιεί πλήρως το μέγεθος της ενοχής του.[6]
  • Η επιλογή της μαύρης γάτας παραπέμπει σε διάφορες δεισιδαιμονίες, όπως εκφράζεται από τη σύζυγο του αφηγητή, ότι είναι μεταμφιεσμένη μάγισσα. Το όνομα του γάτου - Πλούτων - αναφέρεται στον αρχαιοελληνικό θεό του Κάτω Κόσμου.
  • Ο Πόε είχε έναν μαύρο γάτο.
Αφίσα ταινίας του 1934
  • Ο Μαύρος Γάτος, ταινία σε σκηνοθεσία Τσαρλς Κράους (1920)
  • Ο πύργος του μυστηρίου, ταινία σε σκηνοθεσία Edgar G. Ulmer (1934)[11]
  • Ο Μαύρος Γάτος, ταινία σε σκηνοθεσία Albert S. Rogell (1941)
  • Στη Σκιά της Γάτας, ταινία σε σκηνοθεσία Τζον Γκίλινγκ (1961)
  • Ιστορίες τρόμου, ταινία σε σκηνοθεσία Ρότζερ Κόρμαν (1962)
  • Το μυστήριο της Μαύρης Γάτας σε σκηνοθεσία Σέρτζιο Μαρτίνο (1971)
  • Μαύρος Γάτος (Gatto nero), ταινία σε σκηνοθεσία Λούτσιο Φούλτσι (1981)
  • Διαβολικά μάτια, ταινία σε σκηνοθεσία Τζωρτζ Ρομέρο και Ντάριο Αρτζέντο (1990)[12]
  • Ο Μαύρος Γάτος, ταινία σε σκηνοθεσία Lucrezia Le Moli (2003)
  • Ο Μαύρος Γάτος, ταινία σε σκηνοθεσία Στιούαρτ Γκόρντον (2007)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεταφράσεις στα ελληνικά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • μετάφραση: Κοσμάς Πολίτης, εκδόσεις Αιγόκερως, 1999)
  • μετάφραση: Στεύη Τσούτση, εκδόσεις Νίκας, 2019[13]