Μοναστήρι του Σίο-Μγκβίμε
Συντεταγμένες: 41°51′44.5″N 44°38′24.9″E / 41.862361°N 44.640250°E
Μοναστήρι του Σίο-Μγκβίμε | |
---|---|
შიომღვიმე | |
Το μοναστήρι του Σίο-Μγκβίμε | |
Είδος | μοναστήρι |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | 41°51′44″N 44°38′25″E |
Διοικητική υπαγωγή | Μτσχέτα-Μτιανέτι |
Χώρα | Γεωργία |
Έναρξη κατασκευής | 6ος αιώνας |
Προστασία | Πολιτισμικά Μνημεία Εθνικής Σημασίας της Γεωργίας |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Το Μοναστήρι του Σίο-Μγκβίμε ( γεωργιανά: შიომღვიმე, που σημαίνει «Σπήλαιο του Σίο») είναι ένα μεσαιωνικό μοναστήρι στη Γεωργία που βρίσκεται σε μία όμορφη δασωμένη περιοχή στην πλαγιά ενός λόφου, στην αριστερή όχθη του ποταμού Κύρος, σε απόσταση 13 χλμ. από την Μτσχέτα και 30 χλμ. από την Τιφλίδα. Ο δρόμος για το μοναστήρι ακολουθεί ένα στενό ασβεστολιθικό φαράγγι που ξεκινά από τη Μτσχέτα Γεωργίας.[1][2][3]
Το μοναστήρι είναι αναγνωρισμένο ως Μνημείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Γεωργίας. Το συγκρότημα κτιρίων της μονής περιλαμβάνει την Εκκλησία του Ιωάννη του Βαπτιστή (560-580), την Άνω Εκκλησία της Θεοτόκου (12ος αιώνας), το μοναστικό σπήλαιο του Σίο (6ος αιώνας), ένα παρεκκλήσι του 12ου αιώνα, τραπεζαρία, κ.α.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η ιστορία για την ίδρυση του μοναστηριού αρχίζει από τον 6ο αιώνα όταν ένας από τους Δεκατρείς Ασσύριους Πατέρες, ο μοναχός Σίο, επέλεξε να ζήσει σε ένα σκοτεινό ερημιτικό σπήλαιο, κοντά σε μία εκκλησία του ίδιου αιώνα, βορειοδυτικά της αρχαίας πόλης Μτσχέτα. Έτσι προέκυψε το όνομα Σίο-Μγκβίμε που σημαίνει «Σπήλαιο του Σίο», αφού μγκβίμε στα γεωργιανά σημαίνει σπήλαιο. Ο μοναχός Σίο είναι ενταφιασμένος εκεί. Το παλαιότερο κτίσμα του μοναστηριού, η Εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, χρονολογείται εκείνης της εποχής, του 560-580. Το Σίο-Μγκβίμε γρήγορα εξελίχθηκε στη μεγαλύτερη μοναστική κοινότητα της Γεωργίας και μέχρι τα τέλη του 6ου αιώνα αριθμούσε 2.000 μοναχούς. Έγινε ένα ζωντανό κέντρο πολιτιστικών και θρησκευτικών δραστηριοτήτων και παρέμεινε υπό την προσωπική προστασία των Πατριαρχών της Γεωργίας. Οι μοναχοί λάξευσαν σπήλαια γύρω από το μοναστήρι και κατά μήκος του δρόμου που οδηγεί στο συγκρότημα.
Τον 11ο αιώνα χτίστηκε μία εκκλησία πάνω από τον τάφο του Σίο.[2] Ο Γεωργιανός Βασιλιάς Δαβίδ Δ' ο Κτίστης (1089-1125) ανέλαβε το μοναστήρι, έχτισε την Άνω Εκκλησία της Θεοτόκου, και το 1123 υπαγόρευσε κανονισμούς (τυπικόν) για τους μοναχούς.
Η πτώση του μεσαιωνικού Γεωργιανού βασιλείου και οι αδιάκοπες εισβολές των ξένων είχαν σαν αποτέλεσμα την παρακμή της μονής. Η μοναστική ζωή αναβίωσε όταν ο Γεωργιανός Βασιλιάς Γεώργιος Η' (βασ. 1446-1465) παραχώρησε το μοναστήρι του Σίο-Μγκβίμε και τα εδάφη του στην ευγενή οικογένεια Ζεβγκινίτζε-Αμιλαχβάρι, για τους οποίους λειτούργησε ως νεκροταφείο μέχρι το 1810.
Το 1614-6 το μοναστήρι λεηλατήθηκε από τα Περσικά στρατεύματα του Σάχη Αμπάς Α' των Σαφαβίδων. Το 1678 ο πρίγκιπας Γκίβι Ίθαμ Αμιλαχβάρι έκανε έργα αποκατάστασης στο μοναστήρι, και μεταξύ των άλλων ανακατασκεύασε την Εκκλησία της Θεοτόκου ως τρίκλιτη βασιλική.[1]
Το 1720 με την κατάκτηση της Γεωργίας από τους Οθωμανούς το μοναστήρι ερειπώθηκε και ερημώθηκε. Το 1733 ο πρίγκιπας Γκίβι Αντουκάφαρ Αμιλαχβάρι αποκατέστησε το μοναστήρι, αλλά σε λιγότερο από 2 χρόνια οι Πέρσες εισέβαλαν και οι μοναχοί σφαγιάστηκαν.[1]
Τον 19ο αιώνα το μοναστήρι αποκαταστάθηκε και ανακαινίστηκε αλλά ποτέ δεν ανέκτησε την προηγούμενη σημασία και τον ρόλο του στην πνευματική ζωή της Γεωργίας. Το 1804 το μοναστήρι καταστράφηκε από θυμωμένους αγρότες που δεν ήθελαν να πληρώσουν φόρους. Το 1811-22 το μοναστήρι υπάχθηκε διοικητικά στο μοναστήρι του Κβεταχέβι και το 1822-87 υπαγόταν στο Μοναστήρι της Μεταμόρφωσης της Τιφλίδας.[4]
Υπό τη μπολσεβίκικη κυριαρχία το μοναστήρι έκλεισε. Το 1937 με αρχαιολογικές ανασκαφές αποκαλύφθηκε το σύστημα παροχής νερού της μονής, συνολικού μήκους 2 χλμ. Χρονολογείται του 1202 και φαίνεται πως κατασκευάστηκε από τον Επίσκοπο Αντώνιο του Τσκοντίντι, έναν υπουργό στην αυλή της βασίλισσας Ταμάρ.
Στο μοναστήρι έχουν εργαστεί αρκετοί σημαντικοί λόγιοι: ο Σίο, ο Αρσένιος του Ικάλτο και ο Αρσένιος Μπέρι (11ος-12ος αιώνας), ο Γκιόργκι Χουτσεσμοναζόνι (13ος-14ος αιώνας), ο Βασιλιάς Θεοδόσιος Γ' της Αμπχαζίας, κ.α. Στη βιβλιοθήκη του μοναστηριού υπάρχουν αρκετά χειρόγραφα.[5]
Επί του παρόντος λειτουργεί και προσελκύει πολλούς προσκυνητές και τουρίστες.
Περιγραφή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Εκκλησία της Θεοτόκου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η αρχική θολωτή εκκλησία χτίστηκε τον 12ο αιώνα, και όταν καταστράφηκε τον 17ο αιώνα ανακατασκευάστηκε ως τρίκλιτη βασιλική. Βρίσκεται νοτιοανατολικά της Εκκλησίας του Βαπτιστή. Έχει ορθογώνιο σχήμα που επιμηκύνεται στον άξονα ανατολής-δύσης. Χωρίζεται σε 3 κλίτη με 2 κολόνες. Το μεσαίο κλίτος είναι το μεγαλύτερο και στα ανατολικά καταλήγει στην αψιδωτή Αγία Τράπεζα, που φωτίζεται από 3 παράθυρα, και εκατέρωθεν της οποίας υπάρχουν 2 μικρότερα αψιδωτά δωμάτια με 2 παράθυρα έκαστο. Στα δυτικά υπάρχει ο νάρθηκας της εκκλησίας και στη βορειοδυτική γωνία ένα μικρό δωμάτιο. Η εκκλησία έχει δύο διακοσμημένες εισόδους, στα δυτικά και στα νότια. Το εσωτερικό της είναι τοιχογραφημένο. Περιέχει τους τύμβους του Επίσκοπου Αλέξανδρου Οκροπιρίτζε, του πρίγκιπα Γκίβι Αμιλαχβάρι, κ.α.[4]
Εκκλησία του Ιωάννη του Βαπτιστή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Είναι μία σταυροειδής θολωτή εκκλησία του 6ου αιώνα, με διαστάσεις 13,5 x 7,8 μ., χτισμένη από αμμόλιθους και βότσαλα. Το τύμπανο του θόλου είναι οκταεδρικό και έχει 4 παράθυρα. Τοιχογραφήθηκε τον 19ο αιώνα.[4]
Εκκλησία του Σπήλαιου του Σίο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το σπήλαιο του Σίο έχει βάθος 11 μ. και ο Σίο είναι ενταφιασμένος στο κέντρο του. Τον 11ο αιώνα χτίστηκε μία εκκλησία εκεί,[4] που ανακαινίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Έχει διαστάσεις 1,85 x 1,77 μ. Έχει μία είσοδο στα βόρεια και ένα παράθυρο στα δυτικά. Στο εσωτερικό της, οι τοίχοι είναι σοβαντισμένοι.[4]
Εκκλησία της Ύψωσης του Τίμιου Σταυρού
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Βρίσκεται στην κορυφή ενός λόφου και χρονολογείται του 12ου αιώνα. Είναι μία αίθουσα διαστάσεων 8,5 x 5 μ., χτισμένη από τούβλα. Στα ανατολικά καταλήγει σε ημικυκλική αψίδα με 4 κόγχες και ένα παράθυρο. Έχει μία είσοδο στα νοτιοδυτικά και ένα παράθυρο στα νότια. Έχει θραύσματα τοιχογραφιών του 13ου αιώνα, που απεικονίζουν σκηνές από τη ζωή του Χριστού, τους Πατέρες της Εκκλησίας, ιστορικές μορφές, κ.α. Στον πρώτο όροφο της εκκλησίας υπάρχει ένα καμπαναριό με κωνική οροφή. Στα βόρεια έχει ένα τούβλινο δωμάτιο διαστάσεων 4,6 x 3,8 μ.[4]
Τραπεζαρία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Είναι ένα ψηλό ορθογώνιο κτίριο διαστάσεων 19,5 x 9,92 μ. που βρίσκεται 10 μ. νότια της Εκκλησίας του Βαπτιστή. Έχει κατασκευαστεί σε τρεις φάσεις: αρχικά τον 7ο-9ο αιώνα, μετά τον 12ο αιώνα και τελικά τον 17ο αιώνα. Στο νότιο τοίχο έχει μία είσοδο, μικρά ορθογώνια αψιδωτά παράθυρα και ανοίγματα για την παροχή νερού. Οι τοίχοι της είναι σοβαντισμένοι και τοιχογραφημένοι.[4]
Σπήλαια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι μοναχοί ζούσαν σε σπήλαια. Τα πρώτα σπήλαια που κατοικήθηκαν ήταν φυσικά, αλλά με την αύξηση του μοναστικού πληθυσμού οι μοναχοί άρχισαν να λαξεύουν σπήλαια δικά τους. Υπάρχουν πάνω από 100 σπήλαια στην πλαγιά της οροσειράς. Τα σπήλαια είναι διατεταγμένα σε αρκετές οριζόντιες σειρές των 3-4 έκαστη. Τα σπήλαια μίας σειράς συνδέονται μεταξύ τους με βεράντες ή σήραγγες, και η κίνηση μεταξύ των βαθμίδων γίνεται με σκαλιά ή κεκλιμένες σήραγγες. Επί του παρόντος, υπάρχουν κλειστά και μη προσβάσιμα σπήλαια.[4]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 «† orthodoxy.ge † ეკლესიები და მონასტრები - შიომღვიმის მამათა მონასტერი». orthodoxy.wanex.net. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Αυγούστου 2019. Ανακτήθηκε στις 16 Αυγούστου 2019.
- ↑ 2,0 2,1 «Shio Mgvime monastery». www.georgianholidays.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Ιουλίου 2019. Ανακτήθηκε στις 16 Αυγούστου 2019.
- ↑ «შიომღვიმე». saunje.ge. Ανακτήθηκε στις 16 Αυγούστου 2019.
- ↑ 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 4,6 4,7 «შიო-მღვიმე». www.dzeglebi.ge. Ανακτήθηκε στις 16 Αυγούστου 2019.
- ↑ «შიომღვიმის მონასტერი». novators.ge. Ανακτήθηκε στις 16 Αυγούστου 2019.[νεκρός σύνδεσμος]