Μείζων Υεμένη
Η Μείζων Υεμένη (αραβικά: اليمن الكبرى), επίσης γνωστή ως Νότια Αραβία, είναι ένας γεωγραφικός όρος που δηλώνει εδάφη της ιστορικής Νότιας Αραβίας που περιελάμβαναν το παρόν έδαφος της Δημοκρατίας της Υεμένης, καθώς και τις Σαουδικές περιοχές των Ασίρ, Νατζράν, Τζιζάν, γειτονικών νησιών στην Ερυθρά Θάλασσα, γειτονικών κομματιών Τιχάμα και το Κυβερνείο Ντοφάρ στο Ομάν.
Η Μείζων Υεμένη είναι επίσης ένας πολιτικός όρος που υποδηλώνει την αλυτρωτική φιλοδοξία της ένωσης αυτών των περιοχών κάτω από ένα κοινό κράτος. Οι ισχυρισμοί αυτοί βασίζονται στην ιστορική έννοια του Bilad al-Yaman (η Χώρα της νότιας Χερσονήσου), καθώς και στο κράτος της Δυναστείας των Ρασουλιδών του 13ου-15ου αιώνα και στο κράτος Ζαϊντίγια στα τέλη του 17ου και στις αρχές του 18ου αιώνα, τα οποία περιελάμβαναν το μεγαλύτερο μέρος της επικράτεια της Μείζονος Υεμένης.
Τον 20ο αιώνα, ο Ιμάμης Γιάχια Μουχάμαντ Χαμίντ εντ-Ντιν, Βασιλιάς του Βασιλείου των Μουταβακιλιτών της Υεμένης (Βόρεια Υεμένη), προσπάθησε να πραγματοποιήσει αυτές τις φιλοδοξίες, αλλά κατάφερε να εδραιώσει τον έλεγχό του μόνο στην Άνω Υεμένη, στην Κάτω Υεμένη, στη Μαρίμπ και στην Κάτω Τιχάμα. Εξέφρασε την αξίωση του προς το Άντεν και το Προτεκτοράτο του Άντεν σε συνθήκες, όπως στη Συνθήκη Ιταλίας-Υεμένης του 1926. Αναγκάστηκε να αναγνωρίσει τον έλεγχο της Σαουδικής Ασίας στην Ασίρ και δεν μπόρεσε να απομακρύνει τους Βρετανούς από την ενδοχώρα του Άντεν ή το Χαντραμαούτ. Ο βρετανικός έλεγχος του Άντεν αμφισβητήθηκε επίσης από τον διάδοχό του, Βασιλιά Άχμαντ μπιν Γιάχια, ο οποίος δεν αναγνώριζε τη βρετανική κυριαρχία στη Νότια Αραβία και είχε επίσης φιλοδοξίες να δημιουργήσει μια ενοποιημένη Μείζων Υεμένη. Στα τέλη της δεκαετίας του 1940 και στις αρχές της δεκαετίας του 1950, η Υεμένη συμμετείχε σε μια σειρά συνοριακών αψιμαχιών κατά μήκος της αμφισβητούμενης Βιολετί Γραμμής, μια Άγγλο-Οθωμανική οριοθέτηση του 1913 που χρησίμευσε για τον διαχωρισμό της Υεμένης από το Προτεκτοράτο του Άντεν.[1]
Αφού το Άντεν πέτυχε την ανεξαρτησία του από τη Βρετανία στη δεκαετία του 1960, ενώθηκε με τη Βόρεια Υεμένη το 1990 για να σχηματιστεί η Δημοκρατία της Υεμένης, η οποία είδε την πλειοψηφία της Μείζονος Υεμένης να κυβερνάται ως ενιαία πολιτεία για πρώτη φορά σε σχεδόν δύο αιώνες, αλλά το Νότιο Κίνημα επιδίωξε από το 1994 την απόσχιση της νότιας Υεμένης.