Κατασκευαστική Εταιρεία Kreenholm
Νομική μορφή | ανώνυμη εταιρεία δημοσίου δικαίου |
---|---|
Κλάδος | υφαντουργία |
Ίδρυση | 1857 |
Ιδρυτής | Ludwig Knoop |
Διάλυση | 2010 |
Έδρα | Νάρβα, Εσθονία |
Πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Η Κατασκευαστική Εταιρεία Kreenholm (εναλλακτικά: Krenholm, γερμανικά: Krähnholm Manufaktur, ρωσικά: Кренгольмская мануфактура) ήταν εταιρεία κατασκευής κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων που βρίσκεται στο νησί Kreenholm στην πόλη Νάρβα της Εσθονίας, στα σύνορα της χώρας με τη Ρωσία. Βρίσκεται στις όχθες του ποταμού Narva, δίπλα στους ομώνυμους καταρράκτες. Απέχει από τη Βαλτική Θάλασσα περίπου 16 χλμ. και απόσταση από την Αγία Πετρούπολη 121 χλμ. Η εταιρεία ιδρύθηκε από τον Ludwig Knoop, έμπορο βαμβακιού από τη Βρέμη. Κάποια εποχή, οι εγκαταστάσεις της εταιρείας κατασκευής βάμβακος ήταν οι μεγαλύτερες στον κόσμο. [1] και η Kreenholm θεωρούνταν στην εποχή της ότι ήταν το σημαντικότερο υφαντουργείο στη Ρωσία, έχοντας 32.000 στρέμματα γης και απασχολώντας 12.000 άτομα. [2] Καθ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας της, η εταιρεία αντιμετώπισε διάφορα εμπόδια, όπως η πιθανότητα κλεισίματος μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1994, εταιρεία ιδιωτικοποιήθηκε μετά την κήρυξη της ανεξαρτησίας της Εσθονίας. Η εταιρεία χρεοκόπησε το 2010, αλλά συνέχισε τις περιορισμένες δραστηριότητές της μετά την αγορά της από νέο ιδιοκτήτη.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]19ος αιώνας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το υφαντουργείο Krenholm ιδρύθηκε το 1857 από τον πρωτοπόρο της ρωσικής βαμβακοβιομηχανίας Ludwig Knoop, μαζί με τους Kozma Soldatyonkov και Aleksey Khludov. [4] Μετά την επιδημία χολέρας του 1872 που σκότωσε 420 εργαζόμενους, η εσωτερική αστυνόμευση του μύλου καταργήθηκε. Όμως, όταν η διοίκηση την επανέφερε αργότερα το ίδιο έτος, ακολούθησε απεργία, η πρώτη μεγάλη βιομηχανική απεργία στην Εσθονία, [5] κατά την οποία σημειώθηκαν ταραχές και κλήθηκαν τακτικά στρατεύματα για να την καταστείλουν. Μια κρατική επιτροπή διερεύνησε την κατάσταση και η έκθεσή της κατέληξε στο συμπέρασμα ότι έπρεπε να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας και έπρεπε να καταργηθεί η εσωτερική αστυνόμευση. [6] Το 1893, το εργοστάσιο περιείχε 340.000 ατράκτους και 22.000 αργαλειούς και απασχολούσε 7.000 άτομα. [7] Ο καθηγητής Gerhart von Schulze-Gävernitz επισκέφθηκε τις εγκαταστάσεις τη δεκαετία του 1890 δηλώνοντας ότι "είναι σαν μια μικρή Αγγλία σε ρωσικό έδαφος". [3]
Το εργοστάσιο βρίσκεται σε ένα νησί και στις όχθες του ποταμού Νάρβα. Στο λιμάνι που σχηματίζεται στις εκβολές του κατασκευάστηκαν μεγάλες αποθήκες βαμβακιού όπου αποθηκευόταν το βαμβάκι, που εισαγόταν απευθείας από τις Ηνωμένες Πολιτείες ή από το Λίβερπουλ και ανέβαινε τον ποταμό μέχρι το εργοστάσιο, όπως απαιτείται. Ο Νάρβα, λίγο πριν χυθεί στη θάλασσα χρησιμοποιούνταν ως πηγή ενέργειας. Το τελευταίο κτήριο των εγκαταστάσεων, αφιερωμένο εξ ολοκλήρου στην κλώση, ήταν αμερικανικής κατασκευής. Τα λαναριστικά και κλωστικά μηχανήματα προέρχονταν από την εταιρεία Platt Brothers & Co Ltd, από το Όλνταμ της Αγγλίας. Μερικοί από τους αργαλειούς ήταν αγγλικοί, αλλά οι περισσότεροι κατασκευάστηκαν από την εταιρεία στα χυτήρια και τα μηχανουργεία της, τα οποία ήταν συμπληρωματικά του υφαντηρίου. [2]
Το εβδομήντα τοις εκατό των ατράκτων χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή νημάτων προς πώληση κυρίως στην Αγία Πετρούπολη και τη Μόσχα. Το φάσμα των νημάτων που παράγονταν ήταν αρκετά ευρύ, με εύρος από 3 έως 90. Πρακτικά, όλα τα εμπορεύματα μεταφέρονταν σε ένα εργοστάσιο στη Μόσχα, στο οποίο η εταιρεία είχε μεγάλα συμφέροντα. [2]
Οι διευθυντές και οι βοηθοί διευθυντές του υφαντουργείου ήταν Άγγλοι. Οι εργάτες ήταν εν μέρει Ρώσοι και εν μέρει Εσθονοί. [8] Η εταιρεία φρόντισε την ευημερία των εργαζομένων. Παρείχε νοσοκομείο, σχολείο για 1.200 παιδιά, μια ρωσική ορθόδοξη εκκλησία (χτισμένη με κόστος με κόστος 250.000 δολαρίων) και μια λουθηρανική εκκλησία (για τους Εσθονούς). Οι εργαζόμενοι ζούσαν στις εγκαταστάσεις, πληρώνοντας ένα συμβολικό μίσθωμα. [2]
20ός αιώνας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι μισθοί που καταβλήθηκαν το 1910 ανέρχονταν σε 1.370.000 δολ. Το ίδιο έτος, παράχθηκαν 74.660 μπάλες βαμβακιού, για τις οποίες χρησιμοποιήθηκαν 34.861.796 κιλά νήμα και 159.994 κομμάτια ύφασμα (κατά μέσο όρο 45 γιάρδες το καθένα). [9] Πριν από τον πόλεμο, το εργοστάσιο απασχολούσε πάνω από 10.000 άτομα και παρήγε πάνω από 70.000.000 γιάρδες βαμβακερού υφάσματος ετησίως, το οποίο αποστελλόταν στη Ρωσία για λεύκανση και βαφή και στη συνέχεια χρησιμοποιούνταν στη Ρωσία. Η βιομηχανία βαμβακιού της Εσθονίας γνώρισε κρίση μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, που είχε ως αποτέλεσμα το κλείσιμο του εργοστασίου, ο οποίος τότε ήταν το μεγαλύτερο στην πρώην Ρωσική Αυτοκρατορία. Το κλείσιμο έγινε επειδή δεν υπήρχε αγορά για αυτό το ύφασμα λόγω των μεταπολεμικών συνθηκών στη Σοβιετική Ρωσία. [10]
Μέχρι το 1944, η εταιρεία ήταν σε παρακμή, οπότε τέθηκε υπό την ιδιοκτησία της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία τη μετέτρεψε σε μεγάλη βιομηχανική επιχείρηση. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, η εταιρεία φέρεται να είχε 13.000 εκτάρια γης και να απασχολούσε 12.000 άτομα. [9] Μετά το 1986, η εταιρεία είχε λάβει την άδεια να εξάγει ανεξάρτητα τα προϊόντα της. Μετά την κήρυξη της ανεξαρτησίας της Εσθονίας το 1994, η εταιρεία ιδιωτικοποιήθηκε. Κύριος μέτοχος έγινε η σουηδική εταιρεία, Borås Wäfveri AB. Μετονομάστηκε Krenholm Group, ενώ η αναπροσαρμογή της περιελάμβανε αρκετές μονάδες παραγωγής: Krenholm Finishing, Krenholm Sewing, Krenholm Spinning, Krenholm Terry Clothes, Krenholm Weaving, μια μονάδα εξυπηρέτησης, Krenholm Service και θυγατρικές πωλήσεων: Krenholm Textile, Krenholm Scandinavia AB και Krenholm Germany GmbH. [11]
21ος αιώνας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στη δεκαετία του 2000, η εταιρεία έχανε χρήματα και ήταν υπό αναδιάρθρωση. Πολλοί υπάλληλοι έχασαν τη δουλειά τους. Το 2003, η εταιρεία αναγκάστηκε να απολύσει 170 άτομα μετά το κλείσιμο του κλωστηρίου. [12] Στις αρχές του 2004, η εταιρεία είχε 4.600 εργαζομένους, εκ των οποίων 400 απολύθηκαν τον Απρίλιο του 2004. Υπήρξαν εικασίες το 2008 και το 2009 ότι η εταιρεία θα χρεοκοπήσει, όπως τελικά έγινε τον Νοέμβριο του 2010. Αγοράστηκε από τη σουηδική εταιρεία Prod i Ronneby AB, της οποίας η θυγατρική εταιρεία Eurotekstiil στη Νάρβα θα συνέχιζε ορισμένες από τις δραστηριότητες. [13] Στην εταιρεία απασχολούνταν περίπου 500 άτομα. Μέχρι το 2012, ο πρόεδρος της εταιρείας δήλωνε ότι ήταν "απολύτως αδύνατο να αποκατασταθεί η προηγούμενη κλίμακα δραστηριοτήτων. [14]
Άλλες πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- (1933). 75, 1857-1932 Gesellschaft der Krähnholm Manufaktur für Baumwollfabrikate. Τάλιν: Verlag der Krähnholm Manufaktur. (στα γερμανικά)
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Institution of Mechanical Engineers (Great Britain) (1899). Proceedings - Institution of Mechanical Engineers (Public domain έκδοση). Published for the Institution by Mechanical Engineering Publications Ltd. σελίδες 266–. Ανακτήθηκε στις 29 Μαρτίου 2012.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 United States. Congress (1912). Congressional edition (Public domain έκδοση). U.S. G.P.O. σελίδες 34–. Ανακτήθηκε στις 29 Μαρτίου 2012.
- ↑ 3,0 3,1 Drage, Geoffrey (1904). Russian affairs (Public domain έκδοση). J. Murray. σελίδες 363–. Ανακτήθηκε στις 29 Μαρτίου 2012.
- ↑ Blackwell, William L. (Ιανουαρίου 1974). Russian Economic Development from Peter the Great to Stalin. New Viewpoints. σελ. 132. ISBN 978-0-531-06363-7. Ανακτήθηκε στις 2 Απριλίου 2012.
- ↑ Raun, Toivo U. (2001). Estonia and the Estonians. Hoover Press. σελίδες 74–. ISBN 978-0-8179-2852-0. Ανακτήθηκε στις 1 Απριλίου 2012.
- ↑ Turin, S. P. (23 Ιανουαρίου 1968). From Peter the Great to Lenin: History of Russian Labour Movement With Special Reference to Trade Unionism. Psychology Press. σελίδες 37–. ISBN 978-0-7146-1364-2. Ανακτήθηκε στις 29 Μαρτίου 2012.
- ↑ Hall's journal of health (Public domain έκδοση). Hall. 1893. σελίδες 20–. Ανακτήθηκε στις 29 Μαρτίου 2012.
- ↑ Estonian International Commission for the Investigation of Crimes Against Humanity (2006). Estonia, 1940-1945: Reports of the Estonian International Commission for the Investigation of Crimes Against Humanity. Estonian Foundation for the Investigation of Crimes Against Humanity. ISBN 978-9949-13-040-5. Ανακτήθηκε στις 2 Απριλίου 2012.
- ↑ 9,0 9,1 Pollard, Sidney· Holmes, Colin (1972). Documents of European economic history: Industrial power and national rivalry, 1870-1914. Edward Arnold. σελ. 106. ISBN 978-0-7131-5618-8. Ανακτήθηκε στις 2 Απριλίου 2012.
- ↑ United States. Bureau of Markets and Crop Estimates (1921). The Market reporter (Public domain έκδοση). U.S. Dept. of Agriculture, Bureau of Markets. σελίδες 127–. Ανακτήθηκε στις 29 Μαρτίου 2012.
- ↑ Hannula, Helena· Radošević, Slavo (2006). Estonia, the new EU economy: building a Baltic miracle?. Ashgate Publishing, Ltd. σελίδες 310–. ISBN 978-0-7546-4561-0.
- ↑ «Krenholm plans more layoffs». The Baltic Times. 12 Φεβρουαρίου 2004. Ανακτήθηκε στις 2 Απριλίου 2012.
- ↑ «Swedish Prod i Ronneby buys the last assets of Kreenholm». The Baltics Today. January 9, 2012. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-08-29. https://web.archive.org/web/20120829035034/http://www.balticsww.com/post/swedish-prod-i-ronneby-buys-the-last-assets-of-kreenholm/. Ανακτήθηκε στις 1 April 2012.
- ↑ «New Owner: Kreenholm Bought for Parts». Eesti Rahvusringhääling (Estonian Public Broadcasting). January 9, 2012. http://news.err.ee/economy/67dceda1-270c-4700-829a-19ba8ef83bb0. Ανακτήθηκε στις 1 April 2012.